Κείμενο: Στέλιος Οικονομάκης
Φώτο και βίντεο: Γιάννης Κακλέας, Μάρθα & Γιάννης Γιατρομανωλάκης,
Κώστας Τζαγκαράκης, Στέλιος Οικονομάκης
«Δυο χρόνια είχα να σε δω» λέει το άσμα και δεν θα μπορούσε να περιγράφει καλύτερα την (βρωμο)κατάσταση που ζήσαμε όλοι μας τα τελευταία χρόνια. Μετά από δύο αναβολές, καθώς αρχικά είχαμε κανονίσει την συνάντηση για πρωτομαγιά του 2020, φέτος καταφέραμε να μαζευτούμε, να οδηγήσουμε, να γελάσουμε και να απολαύσουμε ένα φοβερό τριήμερο στο μαγευτικό Πήλιο.
Η συμμετοχή ξεπέρασε κάθε προηγούμενο καθώς ο «εγκλεισμός» των τελευταίων χρόνων έκανε τους πάντες να θέλουν να ξεφύγουν λίγο από την μονοτονία της καθημερινότητας. Η προετοιμασία ομολογώ ότι είχε τρελό γέλιο. Στα μηνύματα που ανταλλάσσαμε συγκρατώ «το δεν μου κάνουν οι μπότες!» που μου έστειλε ο Γιάννης (το να κόψει τα νύχια που του συνέστησα δεν βοήθησε) και το «έχω τρία μηχανάκια αλλά δεν δουλεύει κανένα!» που μου έστειλε ο Αντώνης. Τελικά εμφανίστηκε με GS του 80 και ομόφωνα βαφτίστηκε ως Joe Bar.
Ας μπούμε όμως στο τσιγαριαστό (όλο στο ψητό θα μπαίνουμε)…
Σάββατο 30 Απριλίου 2022
Πάμε σαν άλλοτε…
Διαδρομή: Αθήνα – Μακρινίτσα – Χιονοδρομικό Πηλίου – Τζαγκαράδα (χλμ 396)
Το σημείο συνάντησης μας είναι μετά τα πρώτα διόδια και πρώτοι καταφθάνουν -κλασικά- οι πέντε Κρητικοί που έχουν βγει αξημέρωτα από το καράβι. Σύντομα, πριν καλά-καλά κυλήσει η καφεΐνη στις φλέβες μας, έρχονται και οι υπόλοιποι οκτώ της παρέας.
Γέλια, πειράγματα και μετά το πέρας του φουλαρίσματος με καφεΐνη, αναχωρούμε τάχιστα με πορεία βόρεια. Στην βαρεμάρα της εθνικής φροντίζει να δώσει ενδιαφέρον ο Νικόλας με ένα λάστιχο.
Μακαρόνι, τρόμπα και πάλι στο δρόμο μέχρι… το επόμενο λάστιχο λίγα χιλιόμετρα πιο πάνω.. Άντε πάλι μακαρόνι, άντε πάλι τρόμπα…
Το τρίτο λάστιχο μας έπιασε λίγο έξω από το Βόλο όπου και πήγαμε σε ένα βουλκανιζατέρ για να τελειώνει η ιστορία με τα μακαρόνια.
Εκεί μας περίμενε και ο τελευταίος της παρέας, Δημήτρης, άρτις αφιχθείς από την γειτονική Λάρισα. Και όλοι μαζί ανηφορίσαμε προς Μακρινίτσα.
Η θέα μαγευτική, την απολαμβάνουμε όσο μπορούμε, καθώς μια οδηγός στο τιμόνι ενός πεζό έχει βαλθεί να παίξει ντόμινο με 11 μηχανάκια. Κάποιοι θα πρέπει να μένουν με το πεζό 2 πριν πάρουν άλλους στο λαιμό τους. Αφού επιζήσαμε ας απολαύσουμε την μαγική διαδρομή αλλά και την θέα…
Πλησιάζοντας στο χωριό συναντάμε μια ουρά χιλιομέτρων από παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Ευτυχώς οι μοτοσυκλέτες περνάν και παρκάρουν εύκολα στο κεντρικό πάρκινγκ του χωριού.
Η Μακρινίτσα φημίζεται για το παραδοσιακό της χρώμα, την ιδιαίτερη πηλιορείτικη αρχιτεκτονική και για την εξαιρετική θέα που διαθέτει προς τον Βόλο και τον Παγασητικό κόλπο. Για τον λόγο αυτό συχνά αναφέρεται και ως “μπαλκόνι του Πηλίου”.
Η ιστορία της πλούσια καθώς πρωταγωνίστησε στην επανάσταση του 1821 με πρωτεργάτη τον Άνθιμο Γαζή, όπου οι Πηλιορείτες πολιόρκησαν το Βελεστίνο και τον Βόλο. Με επέμβαση όμως του Δράμαλη η πολιορκία απέτυχε και στη συνέχεια, οι Οθωμανοί, πολιόρκησαν την Μακρινίτσα που τελικά μετά από ισχυρή αντίσταση έπεσε δίνοντας ένα άδοξο τέλος στην επανάσταση της περιοχής.
Η Μακρινίτσα πρωτοστάτησε επίσης στην επανάσταση της Θεσσαλίας το 1878 με την σημαντικότερη μάχη κατά την διάρκεια αυτής της επανάστασης να πραγματοποιείται εκεί. Τα επαναστατικά σώματα της περιοχής και οι κάτοικοι της, με αρχηγό την Μαργαρίτα Μπασδέκη, αντιστάθηκαν σθεναρά αλλά τελικά υπέκυψαν, όταν κατέφτασαν στην περιοχή Τουρκικές ενισχύσεις.
Πίνουμε το τσιπουρο-καφεδάκι μας στην πλατεία και παράλληλα σχεδιάζουμε το πλάνο της υπόλοιπης ημέρας.
Μοναδικό μας θέμα είναι που θα βρούμε κρεοπωλείο για να φορτώσουμε την ψησταριά που διαθέτει το κατάλυμα που έχουμε κλείσει. Ο γούγλης μας βγάζει ένα κρεοπωλείο σε ένα χωριό πάνω στο δρόμο μας και ο Αντώνης αναλαμβάνει να δει αν όντως υπάρχει:
– Καλησπέρα. Είστε ανοιχτά?
– Ναι
– Κρέατα έχετε;
– Ναι
– Πολλά;
– Ναι
– Πάρα πολλά;
– Ναι
– Ερχόμαστε, μην κλείσεις…
Σιγά που θα πηγαίναμε καρφί. Αρχικά τραβάμε προς το χιονοδρομικό μέσω μιας πανέμορφης διαδρομής με ελάχιστη κίνηση.
Φτάνουμε στο παρκινγκ του χιονοδρομικού στα 1245 μέτρα αλλά δεν μας κάνει κλικ.
Θέα -μάλλον- έχει από ψηλά, έτσι αναστροφή και κατηφορίζουμε μέσω μιας ακόμα πανέμορφης διαδρομής προς Κισσό.
Στάση στους ομώνυμους καταρράκτες λίγο έξω από το χωριό.
Το μέρος είναι μαγικό, αν και οι καταρράκτες δεν έχουν πολύ νερό. Καταπράσινο, με πολλά δέντρα και τον ήχο του νερού να σε χαλαρώνει…
Μετά το φωτορομάντζο συνεχίζουμε προς Μουρέσι όπου και κάνουμε στάση στο κρεοπωλείο του χωριού.
Δεν θα αναφέρω ότι αγοράσαμε όλο το μαγαζί, απλά θα αναφέρω τα λόγια του χασάπη φεύγοντας: «Παιδιά, θα είμαι ανοιχτά και αύριο και μεθαύριο!», όπου μεθαύριο ίσων με Πρωτομαγιά 😉
Στην Τζαγκαράδα, όπου βρίσκεται το κατάλυμα που είχαμε κλείσει, μας υποδέχεται η χαμογελαστή, φιλόξενη Χαρά.
Το κατάλυμα είναι πραγματικά καταπληκτικό… Ο Λαρισαίος, γνωστός για τις τραγικές του επιλογές σε διαμονές, αναφωνεί: «Πως φαίνεται πως δεν το έκλεισα εγώ»…
Τάχιστη τακτοποίηση, άναμμα της ψησταριάς, μπύρες στην κατάψυξη και η παρέα μαζεύεται στο μεγάλο τραπέζι δίπλα στην ψησταριά.
Η βραδιά κυλάει με ιστορίες, πειράγματα, ταξιδιωτικές γκάφες και γέλια, που πρέπει να αντηχούσαν μέχρι στον Βόλο…
Με ταξιδέψατε πάλι βρε παλιόπαιδα. Μπράβο σας! Το πήλιο είναι αγαπημένος προορισμός. Πάντα τέτοια!
Σ’ ευχαριστούμε Χάρη.
Καλούς δρόμους να ‘χουμε 😉