Κείμενο & φωτογραφίες: Δημοσθένης Παπαδόπουλος
Something for starters
Είναι πολύς καιρός τώρα που προσπαθώ να μεταφέρω στη λευκή κόλλα όλα αυτά που έζησα στο 26ήμερο ταξίδι μας το καλοκαίρι του 2012…
Όλο αναβάλλω τη συγγραφή, μετά γράφω και το σκίζω, μετά ξαναγράφω λίγο και το κρατάω και μετά πάει λέγοντας. Ίσως να φταίει που μπουκώνεις από πληροφορία (τόση που κάποιες φορές δεν προλαβαίνεις να την επεξεργαστείς όλη) και συναίσθημα όσο ταξιδεύεις και γι αυτό δυσκολεύομαι να τα βάλω σε μια τάξη τώρα ώστε να μπορώ να τα περιγράψω. Ίσως πάλι να μην το έχω με την περιγραφή, ποιος ξέρει; Αλλά κι αυτός που δεν ξέρει, θα μάθει και θα μου πει όταν το τελειώσω!
Περάσαμε 8 χώρες (7,5 για την ακρίβεια, μιας και στη Γερμανία κάναμε καμιά 40αριά χιλιόμετρα μόνο) και κάναμε συνολικά 4906 χιλιόμετρα (ο Σκίουρος έκανε τόσα, εγώ έκανα καμιά 300αριά παραπάνω), άλλα όμορφα, άλλα πανέμορφα, άλλα δύσκολα με χιονόνερα και κρύο μέσα στη μέση του καλοκαιριού, άλλα βροχερά μέχρι αηδίας και ελάχιστα αδιάφορα.
Όσο διαβάζετε τα παρακάτω θα πάτε μια βόλτα απ’ όλα δίπιτη στην Τοσκάνη (με τα όλα της), μετά προς γαλλικές Άλπεις για αρχή και έπειτα θα διασχίσετε τη ραχοκοκαλιά των Άλπεων μέσω των καλύτερων περασμάτων της Ελβετίας, της βόρειας Ιταλίας και της Αυστρίας. Για συνέχεια μια βόλτα προς Σλοβενία και Κροατία και για κερασάκι στη τούρτα ένα τριήμερο για άραγμα στη Βενετία και τέλος καράβι για Ηγουμενίτσα και επαναπατρισμό. Θα περάσετε από τον πολιτισμό και την τέχνη τις Ιταλίας στα ψηλά περάσματα των Άλπεων από άκρη σε άκρη με θέες που κόβουν την ανάσα για να νοιώσετε όση μαγεία μπορείτε μέσω των άπειρων φωτογραφιών που τράβηξα εκεί στα ψηλά. Κάπου στο ενδιάμεσο θα υπάρχουν και breaks με κάποιες από τις πιο ωραίες πόλεις της Ευρώπης που επισκεφθήκαμε και για το τέλος θα δείτε θαύματα από νερό και βλάστηση στην μέση της Κροατίας αλλά και άπειρα κανάλια στη Βενετία. Όλα αυτά με αρκετές γαργαλιστικές ιστορίες, αλλά και την προσωπική μου (μη χέσω) ματιά φυσικά.
Ο τίτλος του ταξιδιωτικού προέκυψε από αυτό που είχα “πάρει” γυρνώντας, εννοώντας ότι όσο ταξιδεύεις, ειδικά χωρίς να κάθεσαι για καιρό σε ένα μέρος, η συνείδηση και ο τρόπος σκέψης σου βγαίνουν έξω από την δική σου πραγματικότητα (εξού και το εξωπραγματικό), από τον μικρόκοσμο της κοινωνίας που έχεις συνηθίσει να ζεις. Κάπως έτσι το σκεφτόμουνα και πριν φύγω ότι θα είναι και τελικά έπεσα διάνα. Φτάνει να έχεις συνέχεια ανοιχτό μυαλό και διάθεση.
Πώς άρχισε το νταβαντούρι
Το ταξίδι το σχεδίαζα στο μυαλό μου πριν από τον Δεκέμβρη του 2011… Χωρίς συγκεκριμένο δρομολόγιο ακόμα, απλά ήθελα μόλις καλοκαίριαζε να την έκανα για κανά μήνα με το αίσθημα μου (το δίτροχο, μιας και το δίποδο αδυνατούσε να ακολουθήσει για διάφορους λόγους), τη σκηνούλα μου, τη φωτογραφική μου και ανοιχτούς ορίζοντες και να πάω κάπου μακριά. Να δω ωραίους τόπους και να γνωρίσω καινούργιους ανθρώπους. Ειδικά το βιβλίο του Βροχίδη που είχα διαβάσει πρόσφατα ήταν το τελειωτικό χτύπημα, και αν και ήξερα ότι σίγουρα δε θα έκανα κάτι τόσο μεγάλο, ήθελα να νοιώσω έστω ένα μικρό κομμάτι της περιπέτειας.
Τελικά κάπου στον Φλεβάρη (μετά από αμέτρητα ωραία ξενύχτια μπροστά στην οθόνη με πολύ γκουγκλάρισμα και ατελείωτο διάβασμα σε σχετικά ταξιδοφόρουμ) είχα καταλήξει με 2 διαδρομές. Mία που θα έκανα σόλο (για να περνάει και από Βερολίνο και Στοκχόλμη που έχω κάποιους φίλους ώστε να αποφύγω λίγη μοναξιά) και μια που θα έκανα αν έβρισκα παρέα. Η μια ήταν προς Σκανδιναβικές χώρες και η άλλη ήταν οι Άλπεις από την μια άκρη στην άλλη, συν ό,τι περίσσευε δεξιά και αριστερά στον χάρτη χοντρικά.
Και τελικά παρέα βρήκα και μάλιστα ότι έπρεπε, οπότε η Σκανδιναβία θα περιμένει ακόμα λίγα χρόνια.
Ένα βράδυ που ‘βρεχε (όχι όμως μέχρι το ξημέρωμα) λέω στον ένα και μοναδικό Σκίουρο να πάμε για καφέ στην αγαπημένη του πλατεία. “Κατέβα ρε” μου λέει. Κατεβαίνω κι εγώ και του λέω το πλάνο. Δεν ήθελε και πολύ, μέσα σε 10 λεπτά τον έχω ψήσει και μου λέει το ναι. Και μπορεί να είναι πολύ περίεργος άνθρωπος ώρες-ώρες αυτός ο Σκίουρος αλλά έχει ένα καλό, ότι ο λόγος του είναι εγγύηση όταν πρόκειται για σοβαρά πράγματα. Έτσι ήταν και ο μόνος που πήρα στα σοβαρά από 2-3 που μου είχαν πει ότι ψήνονται και θα μου πούνε σε λίγο καιρό και άλλα τέτοια κοτίσια. Το “ναι” βέβαια ήταν με τον όρο ότι εγώ θα έψαχνα τα πάντα για το ταξίδι (διαδρομές, εισιτήρια, τι θα παίρναμε μαζί και τι θ’ αφήναμε κλπ) μιας κι αυτός δεν είχε χρόνο αλλά ούτε και πολλή όρεξη να ασχοληθεί με αυτό. Tο μόνο που ήξερε ήταν ποιες χώρες θα περνάγαμε και ότι θα βλέπαμε βουνό που θα μας έφτανε για καιρό. Με την πλοήγηση ήξερε ούτως ή άλλως ότι είμαι πιο χαρισματικός από αυτόν (μπουάχαχαχα) οπότε επαναπαύτηκε. Απλά ήθελε να φύγει κι αυτός. Ωραία, το μουντ λοιπόν ήταν κοινό και η αλήθεια ήτανε ότι μου άρεσε που όλο το δρομολόγιο θα ήτανε δική μου έμπνευση.
Μετά από λίγο καιρό μου λέει πως θα έρθει μαζί και η Τόνια (η καημένη νόμιζε ότι θα περνάγαμε ένα βουνό, το κακό είναι ότι δεν είχε καταλάβει το μέγεθος του). Ακόμα καλύτερα μιας και είναι εξίσου καλή παρέα σκέφτομαι, αν και την ήξερα ελάχιστα τότε, αλλά κάποια άτομα σου κάνουν καλή εντύπωση από την πρώτη στιγμή. Τελικά γίναμε ωραίο παρεάκι και περάσαμε σκηνικά που θα τα θυμόμαστε για χρόνια νομίζω οι 3 μας.
Το αρχικό πλάνο λοιπόν ήταν το παρακάτω:
Θα πιάναμε Ανκόνα από Πάτρα, μετά θα βλέπαμε όση περισσότερη Τοσκάνη μπορούσαμε, μετά από Τορίνο Γαλλικές Άλπεις, στη συνέχεια Λωζάνη που έχω ένα φίλο, μετά πολύ από Ελβετικές Άλπεις, μια βόλτα από την εύφορη κοιλάδα των πλουσίων του Λίχτενσταιν, καπάκι Ιταλικές Άλπεις τα πάντα όλα, ξαναμανακαπάκι Αυστριακές Άλπεις με τις ωραίες πόλεις και τα χωρία τους και ένα μικρό πέρασμα από Γερμανία, και μετά προς Ελλάδα από Σλοβενία, Κροατία, λίγο Βοσνία, Μαυροβούνιο, Αλβανία. Ουφ τα είπα και ξαλάφρωσα.
Όλα τα παραπάνω βέβαια με όσο το δυνατόν λιγότερο αυτοκινητόδρομο και λιγότερες πόλεις γινόταν. Άλλωστε θέλαμε φύση και ήρεμους καλοσυνάτους ανθρώπους της επαρχίας.
Βέβαια δε ξέραμε αν θα μας φτάναν τα λεφτά και ο χρόνος μιας και θα κάναμε όσα χιλιόμετρα γουστάραμε καθημερινά ανάλογα το τι θα συναντάγαμε, πόσο θα μας άρεσε και πόσο θα κουραζόμασταν (το budget ήταν μέχρι 2000 χιλιάρικα σκάρτα και γύρω στις 30 μέρες έκαστος), οπότε από την αρχή είπαμε ότι μόλις φτάναμε Κροατία θα βλέπαμε για τη συνέχεια, αν δε μας έβγαινε από Βαλκάνια θα γυρνάγαμε από Βενετία με το πλοίο.
Τα εισιτήρια λοιπόν από Πάτρα για Ανκόνα βγήκαν και έλεγαν ημερομηνία αναχώρησης 10/7.
Οι κυρίες που θα μας μεταφέρανε ήταν το σχετικά καινούργιο μου Tenere 660 και το 1100GS του πάλαι ποτέ του Σκίουρου. Η προετοιμασία για όλα τα τσιμπράγκαλα που θα είχαμε μαζί ο καθένας είχε γίνει προσεκτικά από καιρό και δεν μας έλειπε τίποτα, κάτι που το διαπιστώσαμε και στη διάρκεια του ταξιδιού και μας άρεσε πολύ αυτό, μιας και αρκετές φορές γλιτώνεις αρκετό χρόνο για μικροπράγματα. Το μόνο κακό είναι ότι ήμασταν παραφορτωμένοι μιας και θα συναντούσαμε θερμοκρασίες από 0 έως +45 οπότε ήθελες και χοντρά και λεπτά ρούχα, και είχαμε και αρκετό εξοπλισμό κάμπινγκ (σε προσεγμένο μέγεθος όμως όλα μετά από αρκετό ψάξιμο για το τι, πώς και πόσα από το κάθε τι, οπότε χώρεσαν τα πάντα).
Εντάξει, ξέρω, σας κούρασα τόση ώρα, όλο μέλι-μέλι και τηγανίτα τίποτα. Ρίχτε στο γυαλί φαρμάκι λοιπόν (αλλά μην το πιείτε μονορούφι όπως λέει το άσμα γιατί θα έχει πολύ διάβασμα). Βάλτε και κανά καλό beat (τις ροκιές τις αφήνω για όταν ανέβει το υψόμετρο) σε φάση…
…και αρχίστε το ταξίδι…
Ημέρα 1η
Αθήνα – Πάτρα (~220 χλμ)
Ξύπνησα χωρίς να έχω κοιμηθεί και πολύ, λόγω αυτής της γλυκιάς υπερέντασης που έχεις πάντα πριν κάνεις κάτι μεγάλο…
Τριπλοτσέκαρα την λίστα με την πραμάτεια που θα κουβάλαγα μαζί,
ήπια τον καφέ μου με την ησυχία μου και έφυγα για το σπίτι του Σκίουρου που θα συναντιόμασταν για να φύγουμε!
Πριν καλά-καλά ξεκινήσουμε εντοπίσαμε το πρώτο πρόβλημα… το δανεικό GPS (πολλά ευχαριστώ στον Μελέτη που μας δάνεισε ένα μαραφέτι των 600 ευρώ χωρίς κανένα αντάλλαγμα) που είχαμε πάρει είχε λεπτό βύσμα για αναπτήρα κι εμείς είχαμε τους μεγάλους… περάσαμε από έναν ηλεκτρολόγο στη Θηβών και το πρόβλημα λύθηκε στα γρήγορα!
Avanti maestro λοιπόν να ξεκινήσουμε επιτέλους.
Φτάσαμε μέχρι την Πάτρα σε ανύποπτο χρόνο (μιας και η προσμονή να ξεκινήσουμε ήταν μεγάλη) και το πλοίο έφευγε σε μισή ώρα κανονικά…
Πάω να κάνω την επικύρωση στα εισιτήρια και μου λένε ευγενικότατα να μη φάω γιατί έχουν σφάξει φακές… Τελικά το πλοίο άργησε γύρω στις 2 ώρες να έρθει λόγω κάποιας καθυστέρησης και αυτός ο χρόνος δεν κύλαγε και πολύ γρήγορα θυμάμαι, μιας και έξω είχε 40 βαθμούς λιοπύρι…
Τελικά μπήκαμε στο πλοίο, μεταφερθήκαμε στο κατάστρωμα και επιτέλους αράξαμε στον ίσκιο και στην δροσιά από το ελαφρύ αεράκι και επιτέλους… ξεκινήσαμε.
Είχαμε να σκοτώσουμε πάνω από 20 ώρες, οπότε όσο δεν κοιμόμουν έκανα δωρεάν φωτογράφηση σε όσους αράζανε στο πλοίο…
Οι Ιταλοί γυρνάγαν γύρω-γύρω στο πλοίο με μαγιό και πετσέτες αλλά η πισίνα (που πιο πολύ με βοθάνα έμοιαζε) ήταν άδεια παραδόξως και απλά αράζανε όπου βρίσκανε κάνοντας δωρεάν σολάριουμ για ώρες, μέχρι επίπεδο καρκίνου του δέρματος.
Τελικά στρώσαμε υπνόσακους σε μια ήρεμη γωνίτσα (κάτι αρκετά εύκολο σ΄ αυτό το πλοίο, καμπίνα δε χρειάζεσαι για κανένα λόγο) και έπεσα για ύπνο στις 8 το απόγευμα με σκοπό να σηκωθώ νωρίς να βγάλω καμιά φωτογραφία με την ανατολή…
Μπραβο ρε μαστορα.
μια χαρα τα πηγες.το διαβασα ολο.
κι ειμαι δυσκολος.
Μπορει να μη ταιριαζουμε στο γουστο κ στη διαμονη αλλά ταιριαζει το χιουμορ.
ιδανικη, η χρηση ειρωνειας κ αστε’ι’σμού
ευγε.
και σ ανωτερα που λενε
καλη προοδο παιδι μου.
Πολυ όμορφη περιγραφή και κατατοπιστικότατη!βέβαια καλό θα ήταν να γράψεις και τα οναματα των camping και των hostel ώστε να ξερουμε και εμείς οι υπόλοιποι αν τύχει να περάσουμε από εκεί τι να αποφύγουμε και τι όχι!και μια ερώτηση θα ήθελα να κάνω!ποια φωτογραφικη έχεις?:)
Ευχαριστώ 🙂
Ιταλια. Η πιο ομορφη χωρα του κοσμου.
να σκεφτεις οτι η Φλωρεντια, ηταν πρωτευουσα της Τοσκανης μεν, αλλα εχασε τα πρωτεια για πρωτευουσα της Ιταλιας δε.
σ αυτην εξακολουθουν κ ζουν απογονοι των μεγαλυτερων οικογενειων
γι αυτο κ τοσο κυρίλα στο κεντρο κλπ
ειναι ολα πολυ ακριβα κ γενικα ενα κλικ πιο πανω
Τους εχει μεινει ενα ψώνιο. Ξεπεσμενη αριστοκρατία τύπου. Σβησμενο Τζακι.
αλλα οπως διαπιστωσες στα παρκα,ο κακος χαμος. Μουλτι κούλτι κι αγκαλίτσα.
εγω ειχα προτιμησει το κεντρο τοτε.
Κριμα που δεν πηγατε στα Ουφίτσι. Εχασες.
(Συνεχιζω την αναγνωση με παθος)…γκα γκαν
Μπράβο ρε Δημοσθένη…