12 Ιουνίου, Ήλιε μου, ήλιε μου βασιλιά μου (χλμ. 257)
Οι ακτίνες του ηλίου τρυπώνουν από την χαραμάδα της κουρτίνας. Με ξυπνάνε…. τρίβω τα μάτια μου και τσιμπιέμαι για να δω αν ονειρεύομαι. Σηκώνομαι και τσεκάρω. Ο ουρανός καταγάλανος, ηλιόλουστος. Επιτέλους!
Η διάθεση έχει ανέβει κατακόρυφα σε όλη την ομάδα. Με τάχιστες κινήσεις τρώμε πρωινό, φουλάρουμε τις μοτοσυκλέτες και αναχωρούμε προς Oberalp pass.
Πριν όμως μας περιμένει μια έκπληξη η οποία ακούει στο όνομα Julierpass.
Κατά τη σχεδίαση ούτε που το είχα παρατηρήσει ότι περνάμε και από αυτό το passo. Η στριφτερή διαδρομή σε συνδυασμό με τον υπέροχο καιρό μας οδηγεί σε ένα όμορφο παιχνίδι που δεν θέλουμε να τελειώσει. Το τοπίο δε παραμυθένιο, σαν να βγήκε από την ταινία της Χάιντι.
Σε κάποια τυφλή στροφή όπου πηγαίνουμε “φέτες”, βλέπουμε μπλόκο της τροχαίας. Δεν μας δίνουν σημασία. καθώς ασχολούνται με 2 supersport στα οποία μετράνε το πάχος του πέλματος!
Καλά, μην τον πιστεύετε, το “φέτες” δεν περιγράφει ακριβώς ότι πηγαίναμε με τις ταυτότητες στο στόμα. Τρενάκια του τρόμου η μισή παρέα, ασφαλείς τουρίστες η άλλη μισή. Σε προκαλούν όμως κι αυτοί οι Ελβετοί γαμώτι μου: η άσφαλτος είναι από άλλο πλανήτη, η χάραξη του δρόμου ΦΟΒΕΡΗ, οι στροφές γρήγορες παρατεταμένες χωρίς τυφλές γωνίες, κλεισίματα και άλλες εκπλήξεις. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να προδοθείς, υπάρχει τέτοια διαθέσιμη πρόσφυση που απλώς δεν πέφτεις όσο μα όσο κι αν γείρεις. Θέλω να ξαναπάμε πάλι, ακούτε;
Με το που τελειώνει το passo στρίβουμε προς το φαράγγι του Rheinschlucht. Το πυκνό δάσος μας κρατάει παρέα για αρκετή ώρα μέχρι να πιάσουμε ένα ξέφωτο στο οποίο υπάρχει ένα παρατηρητήριο με πανοραμική θέα.
Το αποκαλούν Grand Canyon της Ελβετίας και μπορεί κανείς να το διασχίσει με τρένο, μέσω μια γραφικότατης διαδρομής, με ποδήλατο, ακολουθώντας ένα από τα δεκάδες μονοπάτια που απλώνονται στις παρυφές των βουνών χαρίζοντας απλόχερα μοναδικές εικόνες και φυσικά κάνοντας rafting στα “άγρια” νερά του ποταμού που το διασχίζει.
Η διαδρομή συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο οδηγώντας μας στην κορυφή του Oberlalp pass. Εμάς και εκατοντάδες άλλους μοτοσυκλετιστές οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν την αργία της Κυριακής για να ξεχυθούν στις μοτοσυκλετιστικά διασημότερες διαδρομές της Ευρώπης..
Το κύριο χαρακτηριστικό του Oberalp pass είναι ο κόκκινος φάρος! Τι άλλο θα δούμε… φάρο στα 2044 μέτρα υψόμετρο…
Στο παραπλήσιο καφέ, όπου φυσικά αράζουμε για σύντομη ξεκούραση, υπάρχει και ειδικό “Helm Service” για περιποίηση του κράνους μας….
Η κάθοδος έχει περισσότερη κίνηση αλλά είναι και αυτή απολαυστική.
Στους πρόποδες βρίσκεται το όμορφο Andermatt το οποίο και διασχίζουμε για να βρεθούμε για μερικά χιλιόμετρα στο βόρειο κομμάτι του San Gothard pass, πέρασμα που συμπεριλαμβάνεται στο αυριανό πρόγραμμα. Η κίνηση είναι αυξημένη αλλά σύντομα βρισκόμαστε στην αρχή του Sustenpass. Στάση σε ένα βενζινάδικο όπου περιμένουν πάνω από 20 μοτοσυκλέτες για φουλάρισμα. Μιας και 2-3 θέλουν βενζίνη, διώχνω τους υπόλοιπους και δίνουμε ραντεβού στην κορυφή του περάσματος. Όση ώρα αναμένουμε για βενζίνη περνάνε από μπροστά μας πάνω από 100 μοτοσυκλέτες. Ό,τι μάρκα μπορείς να φανταστείς, ό,τι μοντέλο και με ό,τι εξοπλισμό μπορείς να διανοηθείς. Αν μπορούσα να τις σταματήσω και να τις παρατάξω όλες, θα είχα το πιο πλήρες μοτοσυκλετιστικό μουσείο ever…
Ο λόγος της τρομερής αυτής προσέλευσης δεν είναι άλλος από τον συνδυασμό του υπέροχου περάσματος, το οποίο έχει την ιδιαιτερότητα να έχει ανοικτό στροφιλίκι, και όχι φουρκέτες όπως έχουν τα περισσότερα passa, και του φρεσκοστρωμένου οδοστρώματος. Το υλικό δε που χρησιμοποίησαν για να στρωθεί αυτός ο δρόμος είναι ότι καλύτερο έχω δει ποτέ. Μια μίξη ασφάλτου και τσίχλας ένα πράμα…
Η τρελή κίνηση πάντως εμένα με φόβισε. Απόλαυσα οδηγικά μόνο ένα μικρό κομμάτι που βρήκα κατά περίεργο τρόπο χαλαρό και στη συνέχεια χάζευα το τοπίο.
Το ίδιο ακριβώς έκανε και ο Ιάκωβος, με τη διαφορά πως είχε την φωτογραφική μηχανή στο χέρι.
Ρε γαμώτι, άργησα να το καταλάβω πως αυτός είναι ο σωστός τρόπος να ταξιδεύεις ΑΝ ΔΕΝ ΒΡΕΧΕΙ ΦΥΣΙΚΑ! Από δω και στο εξής φωτογραφική περασμένη χιαστί στον ώμο, έξω από τη θήκη της. Σκωτία σου έρχομαι, θα τραβήξω εκατομμύρια ον μπορντ φωτογραφίες, θα βγάλω το άχτι μου! (Ναι γιατί εκεί δεν βρέχει ποτέ…)
Το γκρουπ μαζεύεται ξανά στην κορυφή του περάσματος (2264 m). Χαζολογάμε το φυσικό “μουσείο μοτοσυκλέτας” και φυσικά τραβάμε φωτογραφίες.
Η κάθοδος ξεκινά με ρυθμούς σημειωτόν. Περνάμε δίπλα από τον παγετώνα Steingletscher και από βλακεία μου δεν σταματάμε. Είχα ξαναπεράσει το 2005 και είχε ένα μόνο καφέ δίπλα στον παγετώνα. Τώρα από τα πολλά μαγαζιά, ο παγετώνας δεν φαίνεται από το δρόμο!
Δεν πτοούμαι όμως καθώς ξέρω ότι το αυριανό πρόγραμμα κρύβει επίσκεψη σε παγετώνα και περπάτημα εντός αυτού χάρις στο τούνελ που έχουν σκάψει οι Ελβετοί. Πράγμα που έχω κρατήσει ως έκπληξη στους συνταξιδιώτες μου.
Συνεχίζουμε και λίγο παρακάτω, δυστυχώς, οι αρχικοί μου φόβοι επιβεβαιώνονται Τα νοήματα των αντιθέτως ερχόμενων οδηγών να ελαττώσουμε ταχύτητα, ισούνται με ένα KTM Supermoto 690, το οποίο έχει καρφώσει πάνω σε ένα Mazda MX5.
Έχει κόψει το μπροστινό!, αλλά ευτυχώς ο οδηγός φαίνεται να είναι καλά. Τυχερός μέσα στην ατυχία του, απογειώθηκε πάνω από το αυτοκίνητο και έσκασε σε ένα ξέφωτο με γκαζόν.
Η συνέχεια με ακόμα πιο χαλαρούς ρυθμούς και πορεία προς Interlaken. Για να το προσεγγίσουμε κάνουμε μια μικρή παρανομία, διανύοντας 18 χιλιόμετρα εθνικής οδού χωρίς να έχουμε κάρτες διοδίων. Το διακινδυνέψαμε καθώς ξέραμε ότι η διαδρομή αποτελείται από συνεχόμενα τούνελ και δύσκολα θα πετυχαίναμε κάποιο μπλόκο.
Φτάνουμε στο παραδοσιακό ξενοδοχείο (Hirtchen) το οποίο ήταν μεν όμορφο εξωτερικά αλλά εσωτερικά φώναζε πως θέλω ανακαίνιση Τα δωμάτια δε ήταν υπερβολικά χαμηλοτάβανα και οποιοσδήποτε με ύψος πάνω από 1.80 γέμιζε σίγουρα με καρούμπαλα. Για ένα βράδυ πάντως, μια χαρά ήταν.
Τακτοποιούμαστε και βουρ για εξερεύνηση της πόλης. Είναι η τρίτη φορά που επισκέπτομαι την πόλη -τελευταία το 2006- και ενώ την θεωρούσα από τις πιο όμορφες, απογοητεύτηκα εντελώς. Δεν έγινε άσχημη ξαφνικά, αλλά από την υπερβολική τουριστικοποίησή της, βαδίζει με γοργούς ρυθμούς προς την καταστροφή. Ας ρίξω πρώτα μερικές φώτο από τα όμορφα πριν πιάσω τα άσχημα….
Το αλλοτινό κέλτικο χωριό βρίσκεται σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία και συγκεκριμένα όπως προδίδει το όνομά του “ανάμεσα στις λίμνες” Brienz και Thun. Σε δεκάδες ταξιδιωτικούς οδηγούς, αναφέρεται και ως πρωτεύουσα της περιπέτειας καθώς η επιλογές σε τέτοιου είδους σπορ, είναι δεκάδες. Παραπέντε ξεκινούν από τις κορυφές πάνω από την πόλη και προσγειώνονται στην μεγάλη πλατεία του χωριού (140 στρέμματα παρακαλώ).
Rafting και canyoning σε όλα τα επίπεδα δυσκολίας πραγματοποιούνται στα δεκάδες ορμητικά ποτάμια τα οποία χύνονται στις λίμνες που περιβάλουν την πόλη. Οι επιλογές ακόμα περιλαμβάνουν, πεζοπορίες στα γύρω δάση αλλά και στις κορυφές, σκι κατά τους χειμερινούς μήνες, skydiving, bungee και canyon jumping και ότι άλλο περιλαμβάνεται στον κατάλογο των extreme sports.
Όμως όπου σκάει πολύ τουρισμός, αρχίζει και η άναρχη ανάπτυξη. Τσιμέντο έχει αρχίσει να πλαισιώνει τα παραδοσιακά κτίρια και “τουριστικά” μαγαζιά αρχίζουν να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια.
Αφού αλωνίζουμε με τις ώρες την πόλη, επιστρέφουμε στην εκπληκτική ταβέρνα του ξενοδοχείου παρέα με φοντί, τοπικά εδέσματα και άφθονη μπύρα. Ο λογαριασμός που ήρθε μας προσγείωσε απότομα, αλλά γενικά στην Ελβετία το φαγητό είναι πανάκριβο.
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Ένα μεγάλο μπράβο στον Στέλιο και στην παρέα του γιαυτό το υπέροχο ταξίδι.Πάρα πολύ καλό οδοιπορικό με υπέροχες φωτογραφίες και ενημερωτικότατο.
Ευχαριστούμε Κώστα! Τις Άλπεις, και να προσπαθήσεις, δεν μπορείς να τις παρουσιάσεις κακά… είναι από μόνες τους υπέροχες….
update: google maps added 😉