Ημέρα 6η, Τετάρτη 27 Αυγούστου
Που είναι ή άσφαλτος, οεο;
Akhaltsikhe – Gori (263 χλμ)
Πουρνό-πουρνό και με κόστος 10 Lari (~5€), απολαμβάνουμε ένα πλούσιο πρωινό με τοπικά προϊόντα στην γραφική κατάφυτη αυλή του ξενοδοχείου.
Φορτώνουμε και την κάνουμε για να καλύψουμε μια διαδρομή που ξέραμε πως θα έχει χώμα, αλλά δεν ξέραμε τι μας περίμενε…
Πρώτα όμως φουλάρουμε τα ρεζερβουάρ μας με 1€/λτ… απόλαυση. Μιας και μιλήσαμε για ανεφοδιασμό, να αναφέρω ότι όλα σχεδόν τα πρατήρια δέχονται κάρτα και ότι η 95αρα ονομάζεται Premium. Υπάρχει και 92αρα την οποία βάζουν οι περισσότεροι, γι’ αυτό επιμείνετε στην Premium.
Αρχικά κινούμαστε σε υψόμετρο περίπου 1.200μ, σε μία διαδρομή με πολλή βλάστηση, παράλληλα στον επιβλητικό ποταμό Kura, ο οποίος πηγάζει στην Τουρκία, διασχίζει την Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν, για να συναντήσει τον ποταμό Aras και να εκβάλλει στην Κασπία θάλασσα.
Η φιδίσια διαδρομή είναι μεν πανέμορφη, αλλά είναι τίγκα στο φορτηγό και στην λακκούβα, δε. Ωστόσο οι λακκούβες είναι παγίδες καθώς η άσφαλτος είναι ως επί το πλέιστον μια χαρά και ξαφνικά εμφανίζεται ένα φρεάτιο… όπως εψές…
Επίσης μεγάλη προσοχή θέλουν οι αγελάδες που κυκλοφορούν ελεύθερα στον δρόμο…
Έχοντας οδηγήσει περί τα 30χλμ βρεθήκαμε στη διασταύρωση του χωριού Khertvisi, με το καλοδιατηρημένο κάστρο να δεσπόζει πάνω από την πόλη. Μιας και θα επιστρέψουμε από τον ίδιο δρόμο το αφήνουμε για αργότερα και οδεύουμε για να επισκεφθούμε τις σπηλιές της Vardzia.
Διασχίζουμε ένα επιβλητικό φαράγγι και πάλι παράλληλα στον ποταμό Kura, για να βρεθούμε στο πάρκινγκ κάτω από τις σπηλιές. Παρκάρουμε, αλλάζουμε στα γρήγορα καθώς το θερμόμετρο βαράει κόκκινα και τραβάμε να χαζέψουμε τον χώρο. Πληρώνουμε 3 Lari για είσοδο και 1 Lari για το βανάκι που σε μεταφέρει στην είσοδο των σπηλιών. Το βανάκι είναι “αξία ανεκτίμητη”. Παίρνεις μια γερή δόση του τι σημαίνει οδήγηση στην Γεωργία, αν επιζήσεις φυσικά…
Η ιστορία τους ξεκινάει κάτι παραπάνω από 800 χρόνια πριν, στα τέλη του 12ου αιώνα, όταν μια 25χρονη γυναίκα με το όνομα Tamar ανέλαβε τα ηνία της Γεωργίας. Μόλις έναν χρόνο μετά τη στέψη της, η Tamar θέλησε να φτιάξει ένα μοναστήρι, σαν ένδειξη της χριστιανικής της πίστης. Υπήρχε ωστόσο ένα μεγάλο πρόβλημα καθώς οι Μογγόλοι, με βάση την Ασία, είχαν ξεκινήσει πολέμους με τους γειτονικούς λαούς επιδιώκοντας την επέκταση της αυτοκρατορίας τους. Έτσι αποτελούσαν διαρκή απειλή για τη χώρα.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, η βασίλισσα αποφάσισε να κατασκευάσει το μοναστήρι κάτω από τη γη, ώστε να μπορεί παράλληλα να προσφέρει καταφύγιο από τις επιδρομές στους κατοίκους των τριγύρω περιοχών. Η κατασκευή του ξεκίνησε άμεσα, κάτω από το βουνό Erusheli, το οποίο επιλέχθηκε για το σκληρό του πέτρωμα το οποίο θα μπορούσε να αντέξει τις εργασίες.
Κατασκευάστηκαν 13 επίπεδα, ενώ οι φυσικές σπηλιές που υπήρχαν στο εσωτερικό του βουνού επεκτάθηκαν και μετατράπηκαν σε περισσότερα από 6.000 δωμάτια τα οποία ήταν αρκετά για να φιλοξενήσουν τόσο τους μοναχούς του μοναστηριού, όσο και τους κατοίκους που θα κρύβονταν εκεί για να ξεφύγουν από τους επιδρομείς.
Η γη γύρω από το μοναστήρι ήταν εξαιρετικά εύφορη και πρόσφερε τα απαραίτητα σε αυτούς που ζούσαν εκεί. Παράλληλα, οι μοναχοί κατασκεύασαν ένα σύνθετο δίκτυο υπόγειων μονοπατιών για τη μεταφορά τροφίμων και νερού στο εσωτερικό των σπηλιών.
Το υπόγειο μοναστήρι για περίπου 100 χρόνια πέτυχε το σκοπό για τον οποίο κατασκευάστηκε. Κράτησε τους κατοίκους της περιοχής ασφαλείς από τους Μογγόλους, αφού ο μοναδικός τρόπος για να φτάσει κανείς εκεί ήταν ένα υπόγειο τούνελ που ξεκινούσε από έναν κοντινό ποταμό, το οποίο οι επιδρομείς ποτέ δεν ανακάλυψαν.
Η μοίρα ωστόσο επιφύλασσε ένα άσχημο παιχνίδι για την πόλη των σπηλαίων. Το 1283, σχεδόν έναν αιώνα μετά την κατασκευή της, ένας μεγάλος σεισμός έφερε την καταστροφή. Η δύναμή του ήταν τέτοια που προκάλεσε κατολίσθηση στο βουνό Erusheli. Η μία του πλευρά κυριολεκτικά κατέρρευσε, παρασύροντας μαζί της και το μεγαλύτερο μέρος των σπηλιών και των μονοπατιών που βρισκόταν κάτω από αυτή. Τα δύο τρίτα της υπόγειας πόλης καταστράφηκαν ολοσχερώς και ό,τι απέμεινε από αυτή δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν καταφύγιο, αφού πλέον βρισκόταν σε κοινή θέα στην επιφάνεια του βουνού.
Οι σπηλιές εγκαταλείφθηκαν μερικά χρόνια αργότερα και παρέμειναν έρημες μέχρι τον 20ο αιώνα, όταν κάποιοι μοναχοί τις επισκέφθηκαν και αποφάσισαν να τις ξαναχρησιμοποιήσουν σαν μοναστήρι. Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος λειτουργεί σαν μουσείο, ενώ ένα μικρό του μέρος κατοικείται ακόμα από μοναχούς.
Η περιήγηση μας τελειώνει και επιστρέφουμε προς τον κεντρικό δρόμο κάνοντας μια στάση κάτω από το επιβλητικό κάστρο Khertvisi.
Χρονολογείται πίσω στον 2ο αιώνα π.Χ. και είναι το παλαιότερο κάστρο της χώρας. Είναι χτισμένο σε στρατηγικό σημείο, πάνω από την ομώνυμη πόλη, σε υψόμετρο 1.126μ και πάνω από τη συμβολή των ποταμών Kura και Paravani. Ο μύθος λέει πως καταστράφηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο.
Μερικές φώτο και συνεχίζουμε παράλληλα με τον ποταμό Paravani. Όμορφη διαδρομή όπου φιλοξενεί και ένα περίεργο αξιοθέατο:
Το βαγόνι είναι σε πολύ κακή κατάσταση, σάπιο παντού και χρειάζεται μεγάλη προσοχή αν κάνετε “ταρζανιές” όπως εμείς 😉
Μετά από ελάχιστα χιλιόμετρα, -και περίπου 1-2χλμ πριν την είσοδο της κωμόπολης Akhalkalaki- στρίβουμε αριστερά και ουσιαστικά βρισκόμαστε σε μια τεράστια ευθεία πάνω σε ένα απέραντο οροπέδιο. Αισθανόμαστε πως είμαστε σε μια απέραντη πεδιάδα, ενώ το υψόμετρο ξεπερνάει τα 1.700μ. Μεγάλα λιβάδια -μερικά καλλιεργήσιμα και άλλα όχι- απλώνονται γύρω μας, ενώ υπάρχουν και κάποια αναδασωμένα τμήματα. Στις γυμνές κορυφές διακρίνουμε τμήματα δασών, σαν μπαλώματα σε ένα περιβάλλον που η μοναδική βλάστηση είναι η αλπική χλόη!
Στην είσοδο του χωριού Aragva, ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος τελειώνει. Ένας ταξιτζής που συναντάμε τυχαία, μας ρωτάει που πάμε. “Bakuriani” λέμε και μας δείχνει τη σωστή κατεύθυνση. Από την πληροφόρηση που είχαμε ο συγκεκριμένος δρόμος (περίπου 45χλμ) που περνάει από το πέρασμα Tskhratskaro, στα 2.454μ υψόμετρο είναι όλος χώμα. Κάποιες ελάχιστες αναφορές στο διαδίκτυο ανέφεραν πως ήταν βατός χωματόδρομος και μάλιστα τόσο βατός που μπορούσε να τον διασχίσει ακόμα και μια Harley! Με βάση λοιπόν τις συγκεκριμένες πληροφορίες, ξεκινήσαμε και εμείς για να τον διασχίσουμε…
Αρχικά είναι βατός, αλλά όσο πάει και δυσκολεύει. Έχουμε κάνει πάνω από 10 χιλιόμετρα και ο δρόμος έχει γίνει χάλια. Σαν παλαιός ρωμαϊκός δρόμος με αγκωνάρια καρφωμένα στο έδαφος.
Ανησυχούμε και ρωτάμε κάτι βοσκούς για να μας διαβεβαιώσουν ότι πάμε καλά. Ωστόσο το τοπίο είναι πραγματικά τρομερό, αλλά τα μάτια δεν μπορούν να ξεκολλήσουν από τον δρόμο. Ευτυχώς υπάρχουν και οι φωτογραφίες της Νατάσας για να το θαυμάσουμε και εμείς κατόπιν εορτής.
Διανύουμε ακόμα 10 δύσκολα χιλιόμετρα και βλέπουμε ένα αυτοκίνητο με τουρίστες να κατεβαίνει από την κατεύθυνση που εμείς πηγαίνουμε. Ρωτάμε και μας λένε ότι η κορυφή απέχει ακόμα 10 χιλ. και ότι ο δρόμος είναι το ίδιο χάλια. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα λοιπόν. Αποφασίζουμε να συνεχίσουμε…
Εν τέλει φτάνουμε στην κορυφή όπου υπάρχει φυλάκιο αστυνομίας και μας σταματάνε για έλεγχο! Στην μέση του πουθενά! Στην αρχή πιστέψαμε πως το έκαναν μόνο και μόνο από περιέργεια, αλλά -όπως εξελίχθηκε στη συνέχεια- έκαναν σχολαστικό έλεγχο, με διασταύρωση στοιχείων των διαβατηρίων μας μέσω τηλεφώνων που έκαναν στους συναδέλφους τους στον συνοριακό σταθμό από τον οποίο είχαμε εισέλθει στη χώρα χθες. Φάγαμε περισσότερο από 30 λεπτά μέχρι να τελειώσουν τα γραφειοκρατικά με κλασσικές ερωτήσεις -εκτός υπηρεσίας- για την τιμή των μοτοσυκλετών και όλα τα συναφή…
Μπορεί να μας ταλαιπωρούν, τουλάχιστον όμως η θέα είναι φανταστική…
Στην πλαγιά δίπλα μας περνάει ένα κοπάδι με πρόβατα. Το μεγαλύτερο που έχω δει ποτέ μου…
Αφού ξεμπερδεύουμε με τον έλεγχο κατηφορίζουμε μέσω ενός βατού χωματόδρομου προς το χωριό Bakuriani.
Και αφού διανύουμε ακόμα 15 χωμάτινα χιλιόμετρα, επιτέλους πιάνουμε άσφαλτο στην είσοδο του χωριού. Είναι τέτοια η χαρά μας που ο Μανώλης ξεπεζεύει και φιλά την άσφαλτο:
Η διαδρομή Bakuriani – Borjomi – Khashuri, είναι στριφτερή και μέσα σε έντονη βλάστηση, πράγμα που κάνει την οδήγηση απολαυστική.
Δυστυχώς όμως δεν είναι το ίδιο από το Khashuri και μετά, όπου η κίνηση αυξάνεται αρκετά και το τοπίο είναι αδιάφορο. Επιπλέον, πρέπει να έχουμε τα μάτια 100 καθώς οι οδηγοί δεν είναι καθόλου προσεκτικοί και η κούραση κάνει τα αντανακλαστικά μας πιο ευάλωτα.
Με αργούς ρυθμούς λοιπόν φτάνουμε στο Gori όπου το έχουμε επιλέξει για διανυκτέρευση. Ψάχνουμε ξενοδοχείο και καταλήγουμε σε ένα Hostel ονόματι California (20 Lari, ~9€/άτομο). Το κατάλυμα βρίσκεται στο ιστορικό κέντρο της πόλης, στο οποίο γίνεται ριζική ανακαίνιση σε κτίρια και δρόμους. Αν και όλα είναι πολύ όμορφα και τακτοποιημένα, ελάχιστος κόσμος κυκλοφορεί.
Με το που φτάνουμε μια παχουλή κυρία, με περίεργο κούρεμα, βγαίνει να μας καλωσορίσει. Δεν μιλάει γρι αγγλικά (κατά τα άλλα ονόμασε το hostel California) και η συνομιλία μας γίνεται κυρίως με νοήματα. Ρίχνουμε μία ματιά στα δωμάτια που περιλαμβάνουν ένα μεγάλο καθαρό δωμάτιο που διαθέτει 5-6 διώροφα κρεβάτια και κοινόχρηστο μπάνιο. Καλούτσικα είναι αλλά λέμε να δούμε και τι άλλες επιλογές υπάρχουν στην πόλη. Έχω σημειώσει μερικά ακόμα καταλύματα στο navigator και την κάνω με την Νατάσα για να τα τσεκάρω ενώ οι ρέστοι περιμένουν σήμα μου. Όσο όμως και αν ψάχνουμε το μόνο που βρίσκουμε είναι ένα άθλιο ξενοδοχείο το οποίο δεν μας γεμίζει το μάτι. Μη έχοντας άλλη επιλογή επιστρέφουμε στο California όπου η ιδιοκτήτρια έχει πάρει τηλέφωνο μια φίλη της η οποία μιλάει ελληνικά, για να καταφέρουμε να συνεννοηθούμε.
Τακτοποιούμαστε στο χώρο όπου στο γειτονικό κρεβάτι είναι ένας Αυστριακός. Μετά τις τυπικές συστάσεις μας λέει ότι έχει ξεκινήσει από τη χώρα του για να πάει στην Ινδία ΜΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ, με μοναδικό εφόδιο έναν μικρό σάκο! Ενθουσιασμένοι, του λέμε: «Αυτό που κάνεις είναι πολύ δύσκολο. Μπράβο!» και μας απαντάει αφοπλιστικά: «Αυτό που κάνετε εσείς είναι πιο δύσκολο, να οδηγάτε οι ίδιοι τόσα χιλιόμετρα! Εγώ χρησιμοποιώ τα μέσα μεταφοράς και απλά κάθομαι, χωρίς να κουράζομαι… για εσάς είναι το μπράβο!». Εκεί συνειδητοποιούμε τον διαφορετικό τρόπο που λαμβάνει κάποιος αυτό που κάποιος άλλος μπορεί να θεωρεί ως «αυτονόητο»…
Κάνουμε ένα μπανάκι και ξεκινάμε να πάμε για φαγητό, προς το κέντρο της πόλης.
Η πόλη είναι η γενέτειρα του Στάλιν και στην πλατεία του χωριού υπάρχει το κύριο αξιοθέατο της πόλης, ένα μουσείο αφιερωμένο σε αυτόν. Παλιότερα υπήρχε και ένα τεράστιο μπρούντζινο άγαλμα, ύψους 6μ, αλλά μετά την πτώση της Ε.Σ.Σ.Δ. το κατεδάφισαν μέσα σε μια νύχτα…
Μπροστά από το μουσείο απλώνεται μια μακρόστενη πλατεία, η οποία είναι πλημμυρισμένη από κόσμο. Νέοι, γέροι και παιδιά έχουν διασκορπιστεί σε διάφορα σημεία της, απολαμβάνοντας τη βραδινή δροσούλα, παίζοντας, ρεμβάζοντας. Στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ συναντάται συχνά αυτού του είδους η συνήθεια. Οι κάτοικοι χρησιμοποιούν και χαίρονται τα πάρκα τους που ενδεχομένως αποτελούν και ένα μέρος της κοινωνικοποίησής τους.
Η ιστορία του Gori ξεκινά από την Εποχή του Χαλκού και είναι πλούσια, καθώς βρισκόμενο σε ιστορικούς-εμπορικούς δρόμους έχει έρθει σε επαφή με πολλούς λαούς. Αρμένιοι, Μογγόλοι, Καυκάσιες φυλές, Οθωμανοί με τελευταίους τους Ρώσους, είναι μερικοί που έζησαν σε αυτή την περιοχή. Για πολλά χρόνια ήταν ρωσοκρατούμενη ενώ το 2008 είχε την τελευταία ιστορική περιπέτειά της.
Στον πόλεμο της Νότιας Οσετίας του 2008, δέχτηκε αεροπορική επίθεση από την ρωσική πολεμική αεροπορία που είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό και θάνατο πολιτών του Gori. Η διοίκηση και πολλοί κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη, την οποία κατέλαβε ο ρωσικός στρατός χωρίς καμία αντίσταση, μέχρι που αποσύρθηκε 11 μέρες αργότερα αφήνοντας πολλές υλικές ζημιές. Μάλιστα στο διαδίκτυο κυκλοφορεί και μια φωτογραφία με έναν πύραυλο να βρίσκεται ανέπαφος στην κρεβατοκάμαρα ενός σπιτιού!
Συνεχίζουμε τη βόλτα μας στην πλατεία, κατά μήκος της οποίας υπάρχουν μεγάλα και επιβλητικά -πλην όμως ασυντήρητα- κτίρια ρωσικού τύπου. Πίσω από το μουσείο, μέσα σε ένα στενό δρομάκι, υπάρχει ένα εστιατόριο ονόματι “Old Gori”. Βάσει των πληροφοριών που έχουμε από τον φίλο Αχιλλέα, εκεί δουλεύει μια κυρία -ονόματι Μαρίνα- η οποία ήξερε ελληνικά καθώς έχει μείνει 14 χρόνια στην Ελλάδα. Χαζεύοντας έξω από το μαγαζί, ο νεαρός σερβιτόρος, βάλθηκε να μας εξυπηρετήσει. Τον ρωτάμε για την ύπαρξη ή όχι, κάποιας Μαρίνας, αλλά μας απαντάει αρνητικά. Παρόλα αυτά λόγω του προχωρημένου της ώρας και καθώς το εστιατόριο φαίνεται παραδοσιακό αποφασίζουμε να κάτσουμε εκεί.
Κατεβαίνουμε τα σκαλιά για να καταλήξουμε στον κεντρικό, όμορφα διαμορφωμένο χώρο του εστιατορίου. Παραγγέλνουμε με τη βοήθεια του σερβιτόρου ο οποίος αν και δεν μιλάει καλά αγγλικά κάνει τα πάντα για να μας εξυπηρετήσει. Το φαγητό αποδεικνύεται νόστιμο για μια ακόμα φορά. Μάλλον τελικά αυτή η χώρα έχει νόστιμο φαγητό, ανεξαρτήτως των επιλογών μας.
Κάποια στιγμή αποφασίζουμε να ζητήσουμε τον λογαριασμό για να επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο. Το φαγητό είναι πολύ φθηνό, καθώς δεν βγαίνει πάνω από 6€ στο άτομο με όλα αυτά που είχαμε παραγγείλει. Η Νατάσα κοιτώντας τη λίστα με αυτά που έχουμε πάρει -γραμμένη στα γεωργιανά- λέει για πλάκα: «…εδώ γράφει περισσότερα από αυτά που πήραμε…». Εκείνη τη στιγμή, μια παχουλή κυρία που ήταν πίσω από τον πάγκο, απαντάει στα ελληνικά «Είναι αυτά που παραγγείλατε…». Τότε συνειδητοποιούμε πως βρισκόμαστε στο σωστό μαγαζί!
Αφού αστειευόμαστε λιγάκι, σύντομα μαθαίνουμε ότι η κυρία αυτή είναι η αδερφή της Μαρίνας η οποία δεν αργεί να εμφανιστεί. Χαίρεται πολύ που μας συναντάει και το πρόσωπό της λάμπει καθώς αρχίζει να μας μιλάει για το χρόνια που έζησε στην Ελλάδα. Παρά τις δυσκολίες είναι εμφανές ότι έχει την Ελλάδα ως δεύτερη πατρίδα και όπως λέει ανυπομονεί να επιστρέψει.
Καθόμαστε για αρκετή ώρα μαζί της καθώς μας αφηγείται περιστατικά από τη ζωή της, τις δουλειές που έχει κάνει στην Ελλάδα, τον άθλο για να περάσει κάθε φορά από τα σύνορα, καθώς οι Γεωργιανοί δεν μπορούν εύκολα να βγάλουν βίζα για Ελλάδα και το πως είναι να ζει κάποιος παράνομα σε μία άλλη χώρα. Ο τρόπος που μας περιγράφει τα γεγονότα δείχνουν ένα άτομο με μεγάλο ψυχικό σθένος άλλα και αίσθηση του χιούμορ γεγονός που σε κερδίζει. Η ώρα περνάει και κάποια στιγμή και ενώ το μαγαζί έχει κλείσει εδώ και ώρα, την αποχαιρετάμε. Ίσως την συναντήσουμε και αύριο καθώς το πρωί πρόκειται να επισκεφθούμε το μουσείο του Στάλιν, το οποίο βρίσκεται ένα τετράγωνο μακριά από το εστιατόριο.
Το Gori γενικά μας δίνει την αίσθηση μιας πιο χαλαρής πόλης και λιγότερο «επικίνδυνης». Δεν συναντάμε πολλούς μεθυσμένους στους δρόμους όπως συνέβη το προηγούμενο βράδυ. Ίσως βέβαια, να έχει να κάνει με την εξοικείωση στον χώρο και τους ανθρώπους. Σε κάθε περίπτωση, η πόλη ενώ έδινε -αρχικά- την εντύπωση μιας, ίσως, αδιάφορης πόλης, εν τέλει είναι αρκετά ενδιαφέρουσα.
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Τώρα τι να πω για αυτό το ταξιδιωτικό απλά τέλειο καλά όπως και τα υπόλοιπα που έχετε. Πέρα ότι ταξιδεύουμε μαζί σας δίνετε και όλες τις πληροφορίες για οσους ενδιαφέρονται να πάνε. Μια ερώτηση αν έιναι εύκολο γιατί το σκέφτομαι για του χρόνου Με τι λάστιχα πήγατε αν είδα καλά στις φωτογραφίες όλοι σας πήγατε με τα λεγόμενα 90/10. Είχατε θέμα για Γεωργία Αρμενία και αν είναι καλύτερα να πας με κάποιο λάστιχο λίγο ποιο οφφ
Καλησπέρα Γιώργο κι ευχαριστούμε για τα καλά σου λόγια τα οποία με χαροποιούν ιδιαίτερα, καθώς αυτός είναι και ο λόγο που δημιουργήθηκε αυτή η σελίδα.
Τα λάστιχα πολύ σωστά ήταν 90/10 και τα οποία μας κάλυψαν απόλυτα εκτός το κομμάτι που κάναμε off road στην Γεωργία, στο Tskhratskaro pass. Κι εκεί δεν έφταιγαν τα λάστιχα αλλά οι βαρυφορτωμένες μοτοσυκλέτες μας. Αν δεν έχει σκοπό να κάνεις off road τα λάστιχα σε καλύπτουν 100%, αλλά αν θέλεις να κάνεις τα βορειοδυτικά της Γεωργίας (γύρω από την Mestia) τότε μάλλον θα χρειαστείς κάτι σε πιο off.
Επιτέλους!
Βαρδή… το καλό πράμα -τρομάρα μας- αργεί να γίνει… 😛
Στέλιο μου είναι όντως “καλό πράμα”! Και η περιγραφή και οι φωτογραφίες τέλειες όπως πάντα. Νάστε καλά να μας ταξιδεύετε.
Να ‘σαι καλά Βαρδή… Είθε να ταξιδεύουμε όλοι μας 😉
Respect.Πανεμορφο ταξιδιωτικο,πανεμορφη περιγραφη.Παντα διαβαζω τα ταξιδιωτικα σου.Ναστε παντα ολοι καλα και να μας ταξιδευετε σε μερη που δεν θα παω ποτε μου.Με τα γραφομενα σου κατα το 75%ειναι σαν να βρισκομαι εκει.Παντα ορθιοι και με υγεια.Καλο Πασχα να εχετε.
Να ‘σαι καλά Νικόλα. Χαίρομαι που καταφέρνω να σε ταξιδέψω μέσα από τα γραφόμενα μου, αλλά θέλω να πιστεύω ότι αν θες πραγματικά να πας σε κάποιο μέρος αυτού του πλανήτη, μπορείς. Όλα είναι εφικτά, αρκεί να το θέλεις. Γι αυτό ποτέ μην αποκλείεις τίποτα. Να ‘μαστε πάντα υγιείς και να ταξιδεύουμε…