Ημέρα 3η, Λευκωσία – Αμμόχωστος και πίσω (215 χιλ.)
Ιστορική αναδρομή
Όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός γελά… κάπως έτσι θα έπρεπε να ονομάσουμε την ημέρα μας. Σηκωθήκαμε νωρίς το πρωί για να έχουμε άπλετο χρόνο, αλλά ένας φοβερός πόνος στο μάτι του Αχιλλέα μας κρατάει σπίτι…
Ο Αχιλλέας μου προτείνει να φύγω αλλά αρνούμαι μέχρι να δω πως πάει το μάτι του και αν χρειαστεί βοήθεια. Εν τέλει κατά της 10:30 «είδε φως» και ετοιμαζόμαστε για αναχώρηση. Δεν έχουμε πλάνο, πάμε και βλέπουμε, καθώς ο χρόνος πια είναι περιορισμένος και δεν ξέρουμε αν «αντέξει» ο οφθαλμός…
Τραβάμε λοιπόν προς το εγκαταλελειμμένο χωριό Άγιος Σωζόμενος. Η διαδρομή αρχικά ακολουθεί μαγευτικά το ανάγλυφο του δρόμου.
Ένα αεροπλάνο-καντίνα τραβάει το μάτι μου…
Σύντομα φτάνουμε στο εγκαταλελειμμένο και ερημωμένο χωριό του Άγιου Σωζόμενου, όπου το 1974 έγιναν σκληρές μάχες μεταξύ των αμυνόμενων Ελληνοκυπρίων και των επιτιθέμενων Τούρκων. Το μόνο κτίσμα που έμεινε αλώβητο ήταν η εκκλησία του Αγίου Σωζόμενου…
Το μάτι του Αχιλλέα τα λέει καλά και έτσι λέμε να πεταχτούμε μέχρι την Αμμόχωστο. Η είσοδος μας στα κατεχόμενα θα γίνει από το φυλάκιο της Πύλας, Πέργαμος.
Σε σύντομο χρόνο βρισκόμαστε στο φυλάκιο όπου ένας ευγενέστατος υπάλληλος μας εξυπηρετεί συμπληρώνοντας την χαρτούρα για την ασφάλεια της μοτοσυκλέτας. 20€ για τον Αχιλλέα για ένα μήνα, και 15€ για το ενοικιασμένο μηχανάκι για 3 μέρες. Ένα λάθος όμως στο σύστημα δεν αφήνει να περαστούν τα σωστά κυβικά στην μοτοσυκλέτα του Αχιλλέα και έτσι ξεμπερδεύει και αυτός μ’ ένα δεκαπεντάευρο.
Στη συνέχεια οδηγούμαστε σε δίπλα φυλάκιο όπου μας σκανάρουν τα διαβατήρια. Ο χρόνος του σκαναρίσματος μου φάνηκε ατελείωτος. Από το μυαλό μου περνάει το μπλόκο στην Τουρκία το 2014 όπου ενώ πηγαίναμε μαλιοκούβαρα μας άφησαν να φύγουμε με χαμόγελο και εμείς λέγαμε νταξ, μας περιμένει κλήση στα σύνορα… Λες τελικά να μην τη γλιτώσω…
Το σκάνινγκ τελειώνει (ουφ) και με γοργό ρυθμό συνεχίζουμε προς Αμμόχωστο. Πολλές κάμερες, οι οποίες όλες βαράνε μπροστά. Στο μυαλό μου έρχεται η χτεσινοβράδινη συζήτηση με το Αχιλλέα, όπου μου έλεγε ότι κάποια φορά δεν τους άφηναν να μπουν γιατί δεν έχουν πινακίδες μπροστά… και το οποίο είναι υποχρεωτικό για ευνόητους λόγους στα κατεχόμενα.
Εντύπωση μου κάνουν και οι πινακίδες των οχημάτων…
Φτάνουμε Αμμόχωστο και παρκάρουμε δίπλα στον εντυπωσιακό καθεδρικό ναό του Αγίου Νικολάου, όπου τώρα φιλοξενεί το τζαμί του Μουσταφά Πασά.
Πριν όμως συνεχίσουμε την φωτογραφική μας περιήγηση, ας πούμε δυο λόγια για την Αμμόχωστο.
Η πόλη πρωτοχτίστηκε κατά τον 3ο π.Χ. αιώνα από τους Πτολεμαίους, και είχε ονομαστεί Αρσινόη, προς τιμή της βασίλισσας της Αιγύπτου των Ελληνιστικών χρόνων, Αρσινόης Β’ Φιλαδέλφου. Στην ουσία όμως, η Αμμόχωστος υπήρξε η διάδοχος της πιο φημισμένης και πιο σημαντικής αρχαίας πόλης της Κύπρου, της Σαλαμίνας όπου ελληνική μυθολογία λέει ότι είχε ιδρυθεί μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου από τον Τεύκρο, το γιο του Τελαμώνα και αδελφό του Αίαντα, από το ελληνικό νησί της Σαλαμίνας.
Η ακμής της πόλης ξεκίνησε κατά την περίοδο της Βυζατνινής αυτοκρατορίας και κορυφώθηκε τον 13ο με 14ο αιώνα, στην περίοδο της Φραγκοκρατίας. Περιτοιχισμένη με ισχυρά τείχη, υπήρξε το σπουδαιότερο λιμάνι της Ανατολικής Μεσογείου που είχε εξελιχθεί σε ιδιαίτερα σπουδαίο σταθμό διαμετακομιστικού εμπορίου μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Λαμπρά ανάκτορα και άλλα οικοδομήματα κοσμούσαν την πόλη, ανάμεσα στα οποία ξεχώριζε ο σωζόμενος και σήμερα γοτθικός καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου. Στο ναό αυτό οι Φράγκοι βασιλιάδες της Κύπρου στέφονταν και ως βασιλιάδες Ιεροσολύμων.
Η Αμμόχωστος αντιστάθηκε με ηρωισμό κατά τη διάρκεια της εισβολής των Οθωμανών Τούρκων, που κατέλαβαν την Κύπρο το 1570, αντέχοντας μια ιδιαίτερα σκληρή πολιορκία που κράτησε έντεκα μήνες, μέχρι τον Αύγουστο του 1571. Παρά το ότι οι επιθέσεις των Τούρκων ήταν λυσσώδεις, η πόλη τις είχε αποκρούσει όλες.
Αναφέρεται ότι μπροστά στα τείχη της Αμμοχώστου οι Τούρκοι είχαν 80.000 νεκρούς. Ωστόσο, ύστερα από έντεκα μήνες, και όταν οι υπερασπιστές της σχεδόν πέθαιναν από την πείνα και είχαν εξαντλήσει πλήρως τα πολεμοφόδια τους, πολεμώντας πλέον μόνο με πέτρες και ξύλα, η πόλη συνθηκολόγησε και αποφάσισε να παραδοθεί. Οι Τούρκοι δεν τήρησαν τελικά τη συμφωνία διέπραξαν άγρια σφαγή των κατοίκων και υπερασπιστών της πόλης και την πλήρη λεηλασία της.
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η Αμμόχωστος βρισκόταν σε κατάσταση παρακμής, όπως άλλωστε και ολόκληρη η Κύπρος. Άρχισε και πάλι να αναπτύσσεται μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Άγγλους το 1878. Η τουριστική της ανάπτυξη ξεκίνησε μετά την ανακήρυξη της Κύπρου ως ανεξάρτητο κράτος το 1960.
Σύμφωνα με την παράδοση, η πόλη φιλοξενεί 365 εκκλησιές και μοναστήρια μέσα στα τείχη της. Αλήθεια ή ψέματα δεν μπορώ να ξέρω, δεν μου φαίνεται όμως διόλου παράξενο…
Πολύ κοντά στην κεντρική πλατεία της πόλης, βρίσκονται τα ερείπια του ναού του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων. Χρονολογείτε μετά το 1360, αλλά υπέστη μεγάλες ζημιές κατά την πολιορκία της Αμμοχώστου από τους Οθωμανούς και έκτοτε εγκαταλείφθηκε.
Ο ναός είναι σπάνιο δείγμα φραγκοβυζαντινού ρυθμού, που ενσωματώνει πληθώρα στοιχείων του γοτθικού ρυθμού -τον οποίο εισήγαγαν οι Φράγκοι στην Κύπρο- αλλά γενικά διατηρεί τη μορφή και τη δομή ορθόδοξου βυζαντινού ναού.
Ένας όμορφος πεζόδρομος μας οδηγεί στα τείχη του κάστρου της πόλης, γνωστό και ως Πύργος του Οθέλο.
Είναι άγνωστο πότε χτίστηκε για πρώτη φορά, αλλά πηγές αναφέρουν ότι στη Βυζαντινή εποχή υπήρχε ένας πύργος όπου στα χρόνια των Λουζιτιανών ηγεμόνων επεκτάθηκε για να φτάσει στη σημερινή μορφή του από τους Ενετούς.
Το κάστρο έχει τρεις προμαχώνες, τον προμαχώνα του Τοξότη με ύψος 36 πόδια, τον προμαχώνα Μαρτινέγκο ο οποίος στην Τούρκικη πολιορκία δέχτηκε όλο το βάρος της επίθεσης και τον προμαχώνα του ναυστάθμου.
Η ονομασία του σαν Πύργος του Οθέλο, οφείλεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Σαίξπηρ, που πιστεύεται ότι διαδραματίζεται στην Αμμόχωστο, παρόλο που ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει απλά μια πόλη της Κύπρου. Ο τραγικός ήρωας Οθέλλος συνδέθηκε με τον Βενετό αξιωματούχο Κριστόφορο Μόρο που υπηρέτησε στην Κύπρο ως τοποτηρητής κατά τα έτη 1505-1507.
Ο περιήγηση μας συνεχίζεται μέσα στα γραφικά στενά της πόλης, περνώντας δίπλα από αρκετές ερειπωμένες εκκλησίες. Στο διάβα μας συναντάμε την όμορφη εκκλησία του Πέτρου και Παύλου η οποία βρίσκεται στη διαδικασία μετατροπής σε τζαμί με το όνομα Σινάν Πασά.
Επιστροφή στην πλατεία όπου καθόμαστε σε παραπλήσιο καφέ για να ρίξουμε κάτι στα στομάχια μας. Η ισοτιμία στον κατάλογο είναι άστα να πάνε… 1€ προς 3,5 λίρες, ενώ κανονικά είναι 1€ προς 7 λίρες…
Πληρώνουμε με κάρτα για να πάρουμε την σωστή ισοτιμία και αναχωρούμε για το γνωστό σημείο με τα εγκαταλειμμένα και λεηλατημένα κτήρια της πράσινης γραμμής, πάνω στην παραλία της πόλης.
Ένα περίεργο συναίσθημα με τριγυρίζει… τόσο περίεργο που δεν μπορώ να το περιγράψω με λόγια…
Ακολουθούμε με τις μοτοσυκλέτες την πράσινη γραμμή για αρκετή ώρα, φωτογραφίζοντας στα κρυφά, καθώς παντού υπάρχουν πινακίδες όπου απαγορεύουν την φωτογράφιση…
Ολοκληρώνουμε την περιήγηση μας στην πόλη και ο Αχιλλέας με οδηγεί προς την αρχαία Σαλαμίνα ή Σαλαμίς, η οποία βρίσκεται μερικά χιλιόμετρα πιο βόρεια.
Όπως αναφέραμε και νωρίτερα ιδρυτής της Σαλαμίνας ήταν ο Τεύκρος γιος του Τελαμώνα και αδελφός του Αίαντα.
Ο Τεύκρος έλαβε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο, όπου διακρίθηκε ως τοξότης. Μετά το τέλος του Τρωικού Πολέμου επέστρεψε στο νησί του, την Σαλαμίνα, ήρθε αντιμέτωπος με τον πατέρα του και βασιλιά Τελαμώνα ο οποίος δεν τον δέχτηκε, γιατί πίστευε πώς ο Τεύκρος δεν συμπαραστάθηκε στον αδελφό του και δεν απέτρεψε την αυτοκτονία του. Σύμφωνα με την μυθολογία ο Αίαντας αυτοκτόνησε επειδή οι Αχαιοί δεν έδωσαν σε αυτόν τα όπλα του Αχιλλέα ως αριστείο καλύτερου μαχητή.
Ο Τεύκρος τότε ζήτησε χρησμό από το μαντείο του Απόλλωνα, και υπακούοντας στο χρησμό έφυγε στην Κύπρο όπου και ίδρυσε πόλη και της έδωσε το όνομα Σαλαμίς, εις ανάμνηση της πατρίδας του.
Καβαλάμε και πάλι τις μοτοσυκλέτες και οδεύουμε πίσω προς Λευκωσία κάνοντας μια στάση στο μνημείο «Τύμβος της Μακεδονίτισσας».
Πρόκειται για ένα νέο μνημείο το οποίο είναι αφιερωμένο στην επιχείρηση «Νίκη», όπου 15 αεροσκάφη Νοράτλας της πολεμικής αεροπορίας, φορτωμένα με Έλληνες καταδρομείς, απογειώθηκαν από τη Σούδα της Κρήτης τα μεσάνυχτα της 21 προς 22 Ιουλίου του 1974, με σκοπό την ενίσχυση του αεροδρομίου της Λευκωσίας κατά την Τουρκική εισβολή.
Τα αεροπλάνα πέταξαν σε κοντινή απόσταση από την θάλασσα, με σβηστά φώτα και σιγή ασυρμάτου για να μην γίνουν αντιληπτά από τις Τουρκικές δυνάμεις. Όμως εδώ ξεκινάει η τραγωδία της αποστολής. Λόγω καθυστέρησης του Α.Ε.Δ. (Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων, το σημερινό Γ.Ε.ΕΘ.Α.) να ενημερώσει το Γ.Ε.Ε.Φ. Λευκωσίας (μόλις στις 01:00 το ενημέρωσε, με το σήμα «Έρχονται τα 15 πορτοκάλια»), τα αντιαεροπορικά στοιχεία εκτός του αεροδρομίου, αποτελούμενα από την 184η και 185η Μοίρα αντιαεροπορικών πολυβόλων και τα οποία φύλαγαν την περιοχή, δεν πρόλαβαν να ενημερωθούν, με αποτέλεσμα να θεωρήσουν ότι τα αεροσκάφη που πέταγαν ήταν εχθρικά. Αμέσως άρχισαν έντονα αντιαεροπορικά πυρά, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το “ΝΙΚΗ 4” το οποίο βρισκόταν στο στάδιο προσγείωσης, να αρπάξει φωτιά και να συντριβεί 3 χιλιόμετρα πριν τον διάδρομο προσγείωσης στο λόφο της Μακεδονίτισσας. Το “ΝΙΚΗ 6” εβλήθη σε πολλαπλά σημεία της ατράκτου και σχεδόν χωρίς μηχανές και χάρη στις προσπάθειες των πιλότων, κατάφερε να προσγειωθεί.
Το λάθος αυτό κόστισε τη ζωή σε 4 αεροπόρους και 29 καταδρομείς από το “ΝΙΚΗ-4” όπου διεσώθη ένας καταδρομέας, καθώς και τον θάνατο 2 και τον τραυματισμό 9 ακόμα καταδρομέων στο “ΝΙΚΗ 6”.
Στο μνημείο στέκει ομοίωμα του αεροσκάφους Νοράτλας ως ελάχιστος φόρος τιμής στους καταδρομείς που επέβαιναν στο μοιραίο μεταγωγικό αεροσκάφος.
Επίσης στο μνημείο κείτονται εκατοντάδες πεσόντες οι οποίοι αναγνωρίστηκαν με την μέθοδο του DNA.
Το τελείωμα της ημέρας μας βρίσκει σε μια πιτσαρία να συζητάμε όλα όσα «ζήσαμε» σήμερα…
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |