Ημέρα 19η: Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013, Alta – Nordkapp (296,6 km)
Από το Nordkapp με αγάπη
Κατά τις 06:30 το πρωί, ανοίγω τα μάτια μου. Χωρίς δεύτερη σκέψη, τινάζομαι σαν ελατήριο από το στρώμα. Η αγωνία μου, η λαχτάρα μου, ίσως και η προσμονή για τη σημερινή ημέρα θα με ωθήσουν να είμαι στο πόδι από τόσο νωρίς, αν και συνήθως σηκώνομαι στις οχτώ ή στις εννιά. Κατευθύνομαι αμέσως στο λουτρό και στην κουζίνα και μετά από λίγα λεπτά βρίσκομαι μέσα στη σκηνή, όπου απολαμβάνω το ζεστό καφέ μου.
Ανοίγω το χάρτη και το μάτι μου πέφτει στο τέρμα του. Εκεί που δεν έχει άλλο, εκεί που τελειώνει το χαρτί, λες και δεν είχε χώρο ο τυπογράφος να προσθέσει κάτι άλλο. Εκεί θα πάω σήμερα. Στο τέλος, στο τέρμα, στην κορυφή. Eκεί που δεν έχει παραπέρα…
Η σημερινή ημέρα είναι αυτή που ονειρευόμουν ημέρες, μήνες, χρόνια ίσως. Και τον τελευταίο χρόνο, την ονειρευόμουν κάθε φορά που έκλεινα τα μάτια μου πριν κοιμηθώ. Κοιτώ το ημερολόγιο: Παρασκευή, δεκαεννέα Ιουλίου του δυο χιλιάδες δεκατρία. Μια ημερομηνία που αναμένεται να είναι από τις πιο σημαντικές της ζωής μου. Μια ημερομηνία που θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μου. Σήμερα θ’ αγγίξω το όνειρο. Ήδη έχω αρχίσει να ηλεκτρίζομαι…
Τι σκέψεις μου αυτές, διακόπτει η φωνή του Michael, ο οποίος είναι έτοιμος να φύγει και θέλει να με χαιρετήσει. Βγαίνω έξω από τη σκηνή και η παγωνιά, μου τρυπάει τα κόκκαλα. Ο Michael είναι ένας άνθρωπος, με χαμόγελο και θετική διάθεση. Πάντα βρίσκει τρόπο να χαμογελάει, ακόμα και μέσα από το κράνος του. Η θετική ενέργεια που εκπέμπει ο Michael και γενικά όσοι άνθρωποι χαμογελούν, επιδρά πάνω μου, φτιάχνοντάς μου κι άλλο την ημέρα.
Αποχαιρετώ τον Michael, ελπίζοντας να ξανανταμώσουμε στο Nordkapp ή κάπου αλλού. Με συνοπτικές διαδικασίες αρχίζω να ετοιμάζομαι και μετά από λίγα λεπτά, είμαι έτοιμος για αναχώρηση. Τα τελευταία 240 km, αρχίζουν να κυλάνε αντίστροφα…
Στα πρώτα χιλιόμετρα φεύγοντας από την Alta, παρατηρώ ότι δεν υπάρχει ίχνος ζωής και η ένδειξη της βενζίνης, δείχνει μόλις δυο γραμμές. Δεν θέλω να το ρισκάρω μέρα που είναι σήμερα και χωρίς πολλά – πολλά, κάνω αναστροφή για τη μικρή πόλη της Alta, προκειμένου να ανεφοδιαστώ.
Μετά τον απαραίτητο ανεφοδιασμό, βρίσκομαι πάλι στη σωστή κατεύθυνση με τον Ε6 να μου δείχνει το δρόμο για το όνειρο. Η αγωνία μου αυξάνεται όσο κυλούν τα χιλιόμετρα. Είμαι αποφασισμένος να μην κατέβω από τη μοτοσυκλέτα μου. Είναι ίσως η πρώτη φορά, από τότε που κύλησα τις ρόδες μου στην Νορβηγία που δεν θέλω να κάνω ούτε μια στάση. Δεν θέλω να σταματήσω, ούτε για τσιγάρο, ούτε για φωτογραφίες. Και όσον αφορά τις δεύτερες, περιορίζομαι μόνο στις εν κινήσει.
Πρώτη φορά αισθάνομαι να κυνηγώ έναν προορισμό, χωρίς να με νοιάζει τίποτα άλλο. Πρώτη φορά ίσως, αισθάνομαι πως ο προορισμός έχει μεγαλύτερη σημασία από το ταξίδι, τουλάχιστον για τη σημερινή ημέρα.
Το τοπίο είναι άγονο και σεληνιακό, λες και βρίσκομαι σ’ έναν πλανήτη που δεν έχει σημεία ζωής. Ίσως ορισμένοι, με το να οδηγούν σ’ ένα τέτοιο τοπίο να τους φαίνεται βαρετό. Προσωπικά πάντα, το να οδηγώ σε αυτού του είδους τα τοπία, είναι κάτι που με συναρπάζει και συνάμα με εξιτάρει. Όμως, καθώς κοιτώ τα χιλιόμετρα ολοένα να αυξάνονται στο μερικό χιλιομετρητή, νιώθω το αίμα μου να βράζει. Πενήντα… εξήντα… εβδομήντα… ογδόντα… ενενήντα… εκατό…
Περιμένω πως και πως να περάσω την δεύτερη εκατοντάδα, να δω αυτό τον μαγικό αριθμό του διακόσια σαράντα και κάτι. Αυτός ο αριθμός είναι που θα με φτάσει στο τέλος. Oδηγώ λες και τρέχω στο Isle of Man ή λες και έχω ληστέψει τράπεζα με “μοτοσυκλέτα μεγάλου κυβισμού, τύπου εντούρο” που λέει κι ο Πάνος Σόμπολος. Αρχίζει να ψιχαλίζει και δεν σταματώ να βάλω αδιάβροχα. Ρίξε ρε πού$τη όσο θες, αλλά να ξέρεις πως σ’ έχω γραμμένο εκεί που δεν πιάνει μελάνι! Είμαι αποφασισμένος πως δεν θα με σταματήσει, τίποτα και κανείς. Έχω ένταση μέσα μου, κάτι σαν να μου καίει τα σωθικά…
Φτάνω στο Olderfjord, εκεί που ο Ε6 παραχωρεί τη θέση του στον Ε69, τον τελευταίο δρόμο της Ευρώπης, το δρόμο που θα με οδηγήσει στο βορειότερο άκρο της. Εκατόν εικοσιεννέα χιλιόμετρα με χωρίζουν. Η πρώτη στάση της ημέρας διαρκεί μόνο ελάχιστα δευτερόλεπτα, τα οποία είναι αρκετά για να βγάλω μια φωτογραφία.
Πλέον οδηγώ στον Ε69 και η αγωνία μου όλο και μεγαλώνει.
Θεωρώ επιβεβλημένη μια ολιγόλεπτη στάση, να ξεπιαστώ κάπως, να ξελαμπικάρω ίσως. Το σώμα και η ψυχή μου αντίστοιχα, φαίνεται να τα έχουν ανάγκη. Αισθάνομαι τόσο αδύναμος αλλά και τόσο δυνατός. Άλλα εκατόν οχτώ έχουν μείνει…
Βγάζω το κράνος να καπνίσω ένα τσιγάρο. Το κρύο ολοένα και αυξάνει, προσπαθώντας να παγώσει κάπως το αίμα μου, το οποίο βράζει. Είναι τόσο τσουχτερό που δεν βγάζω την μπαλακλάβα. Προσπαθώ να αποφορτιστώ, διασκεδάζοντάς το λίγο, με την τέχνη του αυτοφωτογραφίζειν. Θέλω τα σοβαρά να τα κάνω αστεία, έστω και για λίγες στιγμές. Ακόμα αναρωτιέμαι με τι μοιάζω:
Με αγωνιστή στο μέτωπο του ’40;
Ή με κάποιο βλαμμένο που μόλις ξεφύτρωσε από το σπίτι του;
Μετά την απαραίτητη αποφόρτιση, περνώ ένα τούνελ.
Οι ριπές του ανέμου, γίνονται ολοένα και πιο συχνές, χωρίς να είναι ενοχλητικές. Κινούμαι δίπλα στη θάλασσα σε μια υπέροχη διαδρομή, με πολλές στροφές και μικρές ευθείες.
Ξαφνικά βλέπω την πινακίδα που με καλωσορίζει στο Nordkapp Kommune. Αυτήν την πινακίδα που μέχρι και αυτή τη στιγμή, είχα δει μόνο σε φωτογραφίες. Τότε που σχεδίαζα το ταξίδι και ονειρευόμουν κάποια στιγμή τον εαυτό μου εκεί. Το απέραντο της θάλασσας και των σύννεφων, σαν να προσπαθεί να με κάνει να συνειδητοποιήσω πού βρίσκομαι και πού πάω. Νιώθω την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά…
Η διαδρομή γίνεται όλο και πιο απολαυστική, με το τοπίο να μου προκαλεί έναν ενδόμυχο φόβο, δέος ίσως.
Βλέπω μπροστά μου το υποθαλάσσιο τούνελ που θα με οδηγήσει στο νησί Mageroya, εκεί που βρίσκεται το Bόρειο Ακρωτήρι. Περιμένω αρκετά λεπτά της ώρας μέχρι να ανάψει το πράσινο, ενώ η αγωνία μου χτυπάει κόκκινο.
Διασχίζω τα 6.870 m του τούνελ, κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και μετά από λίγα χιλιόμετρα περνώ άλλο ένα τούνελ που θα με οδηγήσει στη μικρή πόλη Honningsvag. Aνεφοδιάζομαι σε βενζίνη και παράλληλα το άδειο μου στομάχι, θα με οδηγήσει σε παρακείμενο super market για ψώνια. Λυσσάω της πείνας και σε καμία περίπτωση δεν θέλω να πάω με άδειο στομάχι, εκεί που πάω.
Σταματώ να πιω λίγες γουλιές καφέ και να καπνίσω άλλο ένα τσιγάρο. Πρέπει να πάρω δυνάμεις, γιατί έχουν μείνει 30 km ακόμα. Ίσως τα πιο σημαντικά χιλιόμετρα της ζωής μου.
Φοράω το κράνος και βάζω τα γάντια. Γυρίζω το κλειδί στη θέση ON. Πατάω το διακόπτη. Μετά τη μίζα. Πιάνω συμπλέκτη και κουμπώνω πρώτη. Τον αφήνω… ελάχιστα μέτρα πιο πέρα, στρίβω το τιμόνι ελαφρώς αριστερά, για να βγω στο δρόμο.
Οι μικρές αυτές στιγμές μου φέρνουν στο μυαλό σκηνές από ταινίες του σινεμά. Αισθάνομαι το χρόνο να κυλάει αργά, σε ρυθμούς slow motion. Στο μυαλό μου παίζει μια γνωστή μελωδία των Queen. Eίμαι έτοιμος να βάλω τα κλάματα… αισθάνομαι το τιμόνι πιο βαρύ από ποτέ!
Είμαι πάνω στην μοτοσυκλέτα και τα πράγματα έχουν σοβαρέψει. Προσπαθώ να μην αφήσω τον εαυτό μου να παρασυρθεί από συναισθηματισμούς. Θέλω να είμαι ψυχρός, σκληρός ίσως, με το να κάνω την καρδιά μου πέτρα και να τον ξεγελάσω. Μάταια όμως…
Από τα πρώτα μέτρα, αισθάνομαι κάτι να μου παγώνει το μέτωπο. Ένα δάκρυ αρχίζει να αργοκυλάει. Τελικά δεν τα κατάφερα, έσπασα. Η καρδιά έχει κερδίσει τη λογική…
Συνεχώς ρουφώ και ξερουφώ από τη μύτη μου. Νιώθω το πρόσωπο μου μέσα στο κράνος, υγρό. Έχω χάσει την αίσθηση του χωροχρόνου. Αυτός εκεί. Κυλάει αντίστροφα, όπως και τα χιλιόμετρα.
Εικοσιπέντε…
Δεκατρία…
Αισθάνομαι σαν να εγκαταλείπω τα εγκόσμια και δεν ξέρω τι με περιμένει. Η κόλαση και ο παράδεισος μαζί. Ο αέρας ολοένα και με μαστιγώνει. Τα χιλιόμετρα, μου φαίνονται ατελείωτα και η κάθε στιγμή που χάνεται στο χρόνο, φαντάζει αιώνας. Κάτι ηλεκτρίζει το σώμα μου…
Ο αέρας με χτυπάει όλο και πιο δυνατά. Από ένα σημείο και μετά, με μαστιγώνει αλύπητα. Ένα κτίριο αρχίζει και φαίνεται στο βάθος. Εδώ είναι, έφτασα! Όμως από αυτό το σημείο, το Βόρειο Ακρωτήρι μου δείχνει τα δόντια του και σαν να μου λέει, πως δεν θα φτάσω ποτέ… δεν θα το δω ποτέ!
Είμαι μόνος στο δρόμο και κανείς άλλος. Μοιάζω σαν ακυβέρνητο ιστιοφόρο σε θαλασσοταραχή. Προσπαθώ να ισορροπήσω, πιάνοντας όλο το πλάτος του δρόμου. Ευτυχώς στο δρόμο δεν είναι κανείς και αποφεύγω τα χειρότερα. Ίσως σε άλλες περιπτώσεις να είχα πει την τελευταία μου λέξη, καταθέτοντας τα όπλα.
Όμως προσπαθώ με όσες δυνάμεις μου έχουνε μείνει, να μην το βάλω κάτω. Σφίγγω κι άλλο τα δόντια, σφίγγω κι άλλο τα πόδια στο ρεζερβουράρ, κρατώντας γερά το τιμόνι. Κατεβάζω κι άλλες ταχύτητες. Τίποτα… ο αέρας με δυσκολεύει.
Έχω την ψευδαίσθηση πως πάνω στη μοτοσυκλέτα είμαι δυνατός τούτες τις στιγμές. Ότι δεν με φοβίζει τίποτα. Έχω πεισμώσει τόσο που ίσως, έχω υπερεκτιμήσει τις δυνατότητές μου. Το αίμα μου από ζεστό, έχει γίνει πλέον κρύο. Παλεύω με νύχια και με δόντια να ισορροπήσω τη μοτοσυκλέτα μου. Έχουν μείνει μόνο λίγα χιλιόμετρα για το όνειρο. Είμαι τόσο κοντά αλλά και τόσο μακριά… θα τα καταφέρω όμως! Το Βόρειο Ακρωτήρι, θέλει τον κόπο του, θέλει τις θυσίες του…
Το μόνο που κατάφερα με αυτή την πάλη με τον αέρα, ήταν να επανέλθω στην πραγματικότητα. Τώρα έγινα πιο ρεαλιστής, καθώς έπρεπε να τον αντιμετωπίσω σπαταλώντας πολλές από τις δυνάμεις μου. Έπρεπε να είμαι συγκεντρωμένος, καθώς μια στιγμή να αφαιρεθώ, μπορεί να είχε άσχημα επακόλουθα.
Βρίσκομαι στην είσοδο, στην είσοδο του παραδείσου θα έλεγα με μια μεγάλη δόση υπερβολής. Επιστρέφω στον κόσμο, συνομιλώντας με την υπάλληλο την ώρα που μου δίνει το εισιτήριο. Κατευθύνομαι στο parking των μοτοσυκλετών. Βλέπω ελάχιστες, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ίσως να ήταν ο καιρός, γι’ αυτό τα τελευταία χιλιόμετρα ήμουν μόνος στο δρόμο. Φυσάει υπερβολικά. Φοβούμενος τον αέρα, παρκάρω τη μοτοσυκλέτα μου πίσω από το κεντρικό κτίριο, για να την προφυλάξω. Κατεβαίνω, χωρίς να βγάλω το κράνος μου…
Την ώρα που κατεβαίνω από τη μοτοσυκλέτα, μια παρορμητική μελωδία των Queen αντηχεί στ’ αυτιά μου:
(Παρένθεσις: ακούγεται ψωνίστικο, αλλά έτσι αισθάνθηκα εκείνη τη στιγμή. Ίσως και να σφάλλω, με μια μελωδία που δυστυχώς έχει καθιερωθεί, ως ύμνος αθλητικών κατακτήσεων).
Περπατώ λίγα μέτρα και αντικρίζω το βράχο και τη μεταλλική υδρόγειο. Δεν έχω τη δύναμη να περιγράψω αυτό που αισθάνομαι τούτη τη στιγμή. Ακουμπάω τα χέρια μου στα κάγκελα και σκύβω το κεφάλι. Στιγμές από τη ζωή μου ολόκληρη, περνούν σαν κινηματογραφικό φιλμ, από μπροστά μου. Ναι, θα το ομολογήσω… έκλαψα! Όχι για το τώρα, αλλά για όλα αυτά που είχαν προηγηθεί από τότε που πήρα αυτήν την απόφαση…
Σήκωσα ψηλά τα χέρια μου, με παρατεταμένες τις γροθιές. Ναι, τα κατάφερα!
Η στιγμή που αντίκρισα το βράχο ήταν μία και μοναδική. Ήταν μια στιγμή που ένιωσα σαν να διαπέρασε όλο μου το σώμα, ηλεκτρικό ρεύμα. Σαν να ένιωθα την καρδιά μου έτοιμη να σπάσει. Ήταν μια στιγμή που θα κουβαλάω για πάντα. Μέχρι να φύγω από αυτόν τον κόσμο…
Όμως ήταν μόνο μια στιγμή, τίποτα παραπάνω! Μόνο μια στιγμή! To επαναλαμβάνω: μόνο μια στιγμή! Μετά όλα έσβησαν, απότομα…
Απογοητεύτηκα. Περίμενα αυτό το συναίσθημα να κρατήσει αρκετή ώρα. Όμως κράτησε μόνο μια στιγμή… περίμενα να κρατούσε παραπάνω… όμως δεν κράτησε…
Όμως, το συναίσθημα παραμένει ακόμα δυνατό. Είμαι αμίλητος και έχω σκυμμένο το κεφάλι. Δεν έχω το κουράγιο να πλησιάσω στο βράχο. Βλέπω γύρω μου τουρίστες να κάνουν σαν παλαβοί, βγάζοντας χαζοχαρούμενες φωτογραφίες. Θέλω να πάω σε μια γωνιά να μείνω μόνος μου, μακριά από αυτό το καραγκιοζιλίκι. Ν΄αφήσω τη ψυχή μου να χαθεί στο απέραντο γκρίζο των συννέφων και της θάλασσας. Εκεί που τελειώνει ο κόσμος (;)…
Έχει περάσει αρκετή ώρα και είμαι ακόμα στον κόσμο μου. Στο δικό μου παράλληλο σύμπαν. Είναι η πρώτη φορά που δεν έπιασα κατευθείαν τη φωτογραφική και να βγάζω φωτογραφίες σαν Κινέζος. Ο χρόνος μοιάζει σαν να έχει σταματήσει. Προσπαθώ να σκεφτώ κάποια πράγματα, αλλά δεν μπορώ. Το μυαλό μου σαν να έχει θολώσει και δεν μπορώ να σκεφτώ. Άξιζε τόσος κόπος γ’ αυτό το ταξίδι; Tόσες θυσίες; Αδυνατώ να δώσω μια λογική εξήγηση τούτη την ώρα, μιας και η υδρόγειος με έλκει σαν μαγνήτης. Την πλησιάζω έστω και για λίγο, να τη δω από κοντά.
Το μάτι μου καρφώνεται στον κάβο Knivskjellodden, ο οποίος αποτελεί γεωγραφικά, το βορειότερο άκρο της Ευρώπης. Βρίσκεται 1.500 m πιο πέρα και μπορείς να πας μόνο με τα πόδια, περπατώντας μια απόσταση 9 km. Όμως, μου αρκεί που βρίσκομαι εδώ. Στις συντεταγμένες 71° 10′ 21″…
Έχει λίγο κόσμο έξω, λόγω του ότι φυσάει πάρα πολύ δυνατά και κάνει αρκετό κρύο, ίσως το χειρότερο από τότε που μπήκα στον Αρκτικό Κύκλο.
Καταβάλλω αρκετή προσπάθεια να συνέλθω και να επανέλθω στο κανονικό σύμπαν. Μιλώ με τον πατέρα, τη μητέρα, την κοπελιά. Τηλεφωνώ στον Οικονομάκη και στον Παρτσινέβελο. Ήθελα απλά να τους πω ότι έφτασα…
Οι λίγες κουβέντες που αντάλλαξα με τα πέντε αυτά αγαπημένα μου πρόσωπα, με επανέφεραν κάπως, στην πραγματικότητα. Ξαναπλησιάζω τον βράχο και τη μεταλλική υδρόγειο. Βλέπω πάλι τουρίστες να συρρέουν σαν σμήνη και γεμάτοι χαρά να βγάζουν φωτογραφίες. Είμαι ολομόναχος, χωρίς άνθρωπο δίπλα μου να ανταλλάξω δυο κουβέντες, αλλά δεν τους ζηλεύω καθόλου. Γι’ αυτούς φρόντισαν να φτάσουν εκεί πάνω, τα τουριστικά γραφεία και οι πράκτορες, με ηρεμία, τάξη και ασφάλεια. Εγώ όμως έζησα δύσκολες καταστάσεις για να καταφέρω να φτάσω ως εδώ. Τη φορά που χάθηκα στη Βουδαπέστη, τη στιγμή που παραλίγο να λιποθυμήσω στο Flensburg, την απογοήτευση στο Narvik, τον αέρα που με μαστίγωνε λίγη ώρα πριν. Και κυρίως, τις θυσίες και αυτά που στερήθηκα πριν το ταξίδι, προκειμένου να το πραγματοποιήσω. Θα μπορούσα να πω με μια μεγάλη δόση υπερβολής, πως ίσως και να έφτυσα αίμα μπροστά τους, για να φτάσω εδώ. Συνειδητοποιώ, πως ο μοτοσυκλετιστής νιώθει στο πετσί του περισσότερο από κάθε άλλον ταξιδιώτη, την έννοια ταξίδι. Ίσως επειδή είναι καταδικασμένος να αντιμετωπίσει την οργή της φύσης, τον κίνδυνο να ισορροπείς τη ζωή σου σε δυο ρόδες και άλλα πολλά που δεν έχουν τελειωμό. Και δίκαια, πολλοί αναφέρουν πως ο συγκεκριμένος προορισμός, απευθύνεται ως επί το πλείστον σε μοτοσυκλετιστές.
Όλα αυτά με κάνουν να αισθάνομαι τυχερός που είμαι ταξιδιώτης (τρομάρα μου) και όχι τουρίστας. Τυχερός γιατί το ταξίδι με μοτοσυκλέτα δεν είναι “διακοπές αναψυχής στη Χαβάη”. Τυχερός γιατί αλλιώς ταξιδεύει ο μοτοσυκλετιστής κι αλλιώς η μαντάμ Σουσού. Τυχερός που με ταπεινώνει ο αέρας, το κρύο, η βροχή. Τυχερός που μένω σε σκηνή, τυχερός που τρώω κονσέρβες, τυχερός που δεν έχω τη δυνατότητα να ξοδέψω πολλά χρήματα. Τυχερός που δεν έχω τις πολυτέλειες και τα λούσα μιας ονειροπαρμένης μεγαλοκυρίας ή ενός φαντασμένου νεόπλουτου που με κοιτούν περιφρονητικά. Τυχερός που είμαι καθηλωμένος στο βράχο και δεν συμμετέχω σε πάρτυ πλαστικής χαράς.
Είμαι κάπως συγκινημένος, βουρκωμένος θα έλεγα. Ακόμα και στις φωτογραφίες, το χαμόγελο δεν λέει να εμφανιστεί στο πρόσωπό μου. Mετά το Narvik τα πολλά “χαχαχα” και “χουχουχου” εξαφανίστηκαν. Τις τελευταίες ημέρες, όσο έβλεπα το Βόρειο Ακρωτήρι να πλησιάζει, τόσο πιο πολύ σοβάρευα. Ακόμα και τώρα, αδυνατώ να το εξηγήσω…
Αυτή τη στιγμή νιώθω δικαιωμένος. Όλες αυτές οι θυσίες που έκανα, άξιζαν τον κόπο. Αισθάνομαι σαν να κατέκτησα κάτι. Και αυτό το κάτι δεν είναι ένα μετάλλιο, ένας τίτλος ή κάτι τέτοιο τελοσπάντων. Είναι κάτι βαθύτερο, μέσα μου…
Όμως είμαι αρκετά ξενερωμένος. Ο καπιταλισμός σε όλο του του το μεγαλείο. Ναι, το Nordkapp αποτελεί ένα τουριστικό αξιοθέατο με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επικρατεί αυτή η εμποροπανήγυρις που συναντάς σε κάθε τουριστικό σημείο του πλανήτη. Ήθελα αυτό το μέρος να ήταν παρθένο. Να ήμουν μόνος κάπου στην ερημιά, χωρίς να υπάρχει άνθρωπος τριγύρω μου. Να ένιωθα τη μοναδικότητα ίσως, της κατάκτησης. Να μην άκουγα φωνές και φασαρία. Όμως δεν είμαι μόνος…
Όλα αυτά με κάνουν να έχω ανάμικτα συναισθήματα. Από τη μια έχω αυτό το συνεσταλμένο ύφος και από την άλλη είμαι χαρούμενος, τρισευτυχισμένος ίσως. Όμως αυτή η ευτυχία περιορίζεται μέσα μου και δεν θέλει να εκραγεί, να βγει έξω από το σώμα ή τη σκέψη μου. Όσο και να θέλω να χοροπηδάω σαν τρελός, δεν μπορώ. Δεν έχω τη δύναμη. Σε άλλα μέρη της Νορβηγίας, όπως για παράδειγμα στο Lysebotn, στο Briksdal, στα Lofoten, μπορεί να αντιδρούσα σαν παιδί από τη χαρά μου, όμως εδώ δεν μπορώ. Το μέρος δεν μου βγάζει αυτόν το χαζοχαρουμενισμό και την ηλιθιότητα που έβγαζα από τη χαρά μου, όλες αυτές τις ημέρες στην εξωπραγματική αυτή χώρα.
Δεν έχω κατασταλάξει ακόμα με αυτά τα συναισθήματα. Είναι ανάμικτα τα γ@μημ€ν@ και μπερδεύουν το “μέσα” μου. Από τη μια η χαρά και από την άλλη η λύπη. Από τη μια η ικανοποίηση και από την άλλη η απογοήτευση.
Και κάπου εδώ, έρχεται ο Καβάφης να μου υπενθυμίσει πως
“Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε”.
Ειλικρινά δεν περίμενα να τα συναντήσω όλα αυτά στο βράχο. Όμως παρόλα αυτά, αισθάνομαι γεμάτος. Γεμάτος γιατί πριν ξεκινήσω αυτόν το πηγαιμό, είδα το ταξίδι σαν εσωτερική αναζήτηση. To Βόρειο Ακρωτήρι (ή την Ιθάκη, αν δύναμαι να κάνω αυτόν τον παραλληλισμό) ήθελα να το αναζητήσω μέσα μου και όχι σε ένα σημείο του χάρτη. Ο βράχος, ίσως να ήταν η αφορμή. Και νιώθω δικαιωμένος γι’ αυτό…
Όμως, δεν έχω το δικαίωμα να μιλάω για κατάκτηση και άλλες τέτοιες σαχλαμάρες. Γιατί αυτό το σημείο, το κατέκτησαν χιλιάδες πριν από εμένα. Δεν πήγα στο φεγγάρι ούτε στο διάστημα. Μπορεί να ταξιδεύω χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την πατρίδα μου, αλλά δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι ήμουν τόσο μακριά. Δεν έκανα κάποιο κατόρθωμα και άλλες τέτοιες π@π@ριές. Απλά τόσες ημέρες, κάνω το πιο απλό πράγμα στον κόσμο: οδηγώ μοτοσυκλέτα. Και αυτή η μοτοσυκλέτα μετουσίωνει τα όνειρά μου, κυλώντας τις ρόδες της. Απλά σήμερα, έφτασα σ’ ένα σημείο του χάρτη, όπως τόσα άλλα.
Έχω όμως το δικαίωμα να τα χώσω σε όλους αυτούς τους “μεγάλους, τρανούς, φοβερούς και τρομερούς” που γεμάτοι έπαρση μιλούν για τις κατακτήσεις τους. Σε όλους αυτούς τους εμετικούς και αστείους Κολόμβους που απλά πήγαν στο Nordkapp και σε κάνουν να πιστεύεις πως πήγαν στην Σελήνη, σαν τον Νeil Alden Armstrong. Και κάτσε μετά εσύ ανόητε, να υποκλίνεσαι στο μεγαλείο τους και να τους βαράς προσοχές, όπως ο νεοσύλλεκτος στον καραβανά…
Aλλά για ποια κατορθώματα και κατακτήσεις μιλάτε ρε ‘σεις, όταν κάποιοι φτάνουν εδώ πάνω, με ποδήλατο και όχι με μαστόδοντο 1200άρι, φουλ έξτρα κατούρατεκ…
Ίσως και να απομυθοποίησα το Nordkapp, δεν ξέρω. Όμως σε καμία περίπτωση δεν θα το απαξιώσω, αλλά αντιθέτως θα το σεβαστώ. Θα κατεβάσω το κεφάλι και με ταπεινότητα θα αποτίσω το φόρο τιμής. Άλλωστε αποτελεί για πολλούς έναν ιδιαίτερο προορισμό. Και για ‘μένα, αποτέλεσε την αφορμή για την αναζήτηση της προσωπικής μου Ιθάκης. Αν τελικά τη βρήκα, θα το μάθω στο τέλος του ταξιδιού και όχι εδώ. Άλλωστε είναι ακόμα νωρίς…
H συνέχεια με βρίσκει μέσα στην καφετέρια που έχει free wi-fi. Δεν παραγγέλνω κάτι μιας και οι τιμές είναι απλησίαστες. Αράζω όρθιος σ΄ένα τεράστιο πάγκο, πίσω από τις τζαμαρίες, ενώ έξω έχει τσουχτερό κρύο. Συνήθως όταν ταξιδεύω, έχω την τάση να απομονώνομαι και να ζω σ’ ένα δικό μου παράλληλο σύμπαν. Ποτέ κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού, δεν έγραψα κάπου, το που βρίσκομαι και το τι κάνω. Δεν το κατακρίνω, απλά το θεωρώ ανούσιο – προσωπικά πάντα. Δεν θέλω το ταξίδι μου να το κάνω Βig Brother, όπου θα έχω την αίσθηση πως κάποιος με παρακολουθεί συνεχώς και με υποχρεώνει κάθε στιγμή, να δίνω αναφορά ή να αναστατώνω σώνει και καλά το σύμπαν. Αναστατώνω το δικό μου και αυτό μου αρκεί. Το υπόλοιπο σύμπαν θα το αναστατώσω μια και καλή, όταν θα επιστρέψω και θα διαβάζεις αυτές τις γραμμές. Για την ώρα, θέλω να είμαι στο δικό μου κόσμο…
Όμως αυτή τη φορά, θα κάνω μια εξαίρεση. Όταν ξεκίνησα αυτόν τον πηγαιμό, έφυγα σαν τον κλέφτη, χωρίς να πω κουβέντα σε κανέναν. Ελάχιστοι καλοί μου φίλοι, το γνώριζαν. Και ξέρω ότι με σκέφτονται και θέλουν να μάθουν νέα μου. Ίσως και να ανησυχούν. Τους υποσχέθηκα πως θα τους γράφω νέα μου, όποτε βρίσκω internet. Δεν το έπραξα ούτε αυτό. Αισθάνομαι άσχημα. Δεν έχω άλλη επιλογή, από το να χωρέσω τη χαρά μου σε πέντε λέξεις και να τη μοιραστώ σε ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης:
“Από το Nordkapp με αγάπη …”
Βγαίνω έξω από το κτίριο και αρχίζω να περιπλανιέμαι στους εξωτερικούς χώρους του Nordkapp. Βλέπω την πινακίδα του Mindattsolvegen, η οποία δείχνει τον ήλιο του μεσονυκτίου.
Λίγα μέτρα πιο πέρα υπάρχει το διεθνές μονοπάτι Τ Ε1 που ξεκινάει από εδώ και φτάνει μέχρι την Ιταλία και ανεγέρθηκε σ’ αυτό το σημείο πριν λίγες ημέρες, στις 6 Ιουνίου 2013.
Πίσω από τις εγκαταστάσεις του Nordkapp, το τοπίο είναι αχανές και με προκαλεί να περπατήσω, έστω λίγα βήματα.
Οι εφτά πέτρινοι κύκλοι Barn av Jorden (Τα παιδιά της Γης) είναι ένα γλυπτό το οποίο συγκεντρώνει πολλά βλέμματα. Στην επιγραφή του αναφέρει πως:
“Tον Ιούνιο του 1988, εφτά παιδιά από κάθε γωνιά του κόσμου ήρθαν εδώ στο Βόρειο Ακρωτήρι και έμειναν μια εβδομάδα, δημιουργώντας μαζί το μνημείο αυτό, ως σύμβολο συνεργασίας, φιλίας, ελπίδας και χαράς.”
Δίπλα η Μητέρα Γη κρατάει στο χέρι της ένα παιδί που δείχνει προς το Βορά.
Πολλά μέτρα παραπέρα (στην άλλη άκρη δηλαδή) ξεχωρίζει η Στήλη που στήθηκε από τον βασιλιά της Νορβηγίας και της Σουηδίας, Oscar II, τo 1873, η οποία οριοθετεί την άκρη του βασιλείου του.
Η συνέχεια με βρίσκει στο υπόγειο μουσείο όπου κάθομαι για αρκετή ώρα. Εκεί υπάρχουν ταμπέλες στις οποίες μπορείς να διαβάσεις την ιστορία του Νordkapp στο πέρασμα του χρόνου με αναπαραστάσεις.
Υπάρχει η Εκκλησία st. Johannes, μια εκκλησία διαφορετική από αυτήν που έχουμε συνηθίσει και το εντυπωσιακό με αυτήν, είναι ότι είναι οικουμενική και δεν εκπροσωπεί καμιά θρησκεία.
Στο βάθος υπάρχει μια θεοσκότεινη αίθουσα στην οποία προβάλλεται ταινία σχετικά με το Nordkapp. Οι ήχοι της θάλασσας και η απαλή μουσική (κάτι σε ινδιάνικη μου θυμίζει) δημιουργούν μια μοναδική ατμόσφαιρα.
Δίπλα υπάρχει μια πόρτα που τη βρίσκω με δυσκολία, η οποία λέγεται “The King ’s view”.
Αν και δεν έχει κάτι εντυπωσιακό να δεις, το θέαμα γίνεται ιδιαίτερο, μόνο που θα αναρωτηθείς, για το τι βρίσκεται μετά από εκεί που δεν μπορείς να δεις παραπέρα. Μένω αρκετή ώρα και αφήνω τη φαντασία μου να πλάθει ιστορίες. Πως θα ήταν να ταξίδευα μ’ ένα πλοίο εκεί; Στη θάλασσα των Μπάρεντς, στα νησιά Σβάρμπλαλντ, στο Βόρειο Πόλο;
Το Nordkapp επί αρχαιοτάτων χρόνων ονομαζόταν Knyskanes και μετονομάστηκε σε Murmanski Noss από τους Ρώσους. Εν έτει 1553 ο Άγγλος εξερευνητής Richard Chancellor, το ονόμασε North Cape, στην προσπάθειά του να βρει το βορειότερο πέρασμα προς την Κίνα.
Εικάζεται πως ο Ιταλός ιερέας Francesco Negri ήταν ο πρώτος επισκέπτης στο Βόρειο Ακρωτήρι, εν έτει 1665. Ο βασιλιάς της Γαλίας Louis Philippe το 1795, ήταν ο πρώτος επώνυμος που επισκέφθηκε την τοποθεσία για να ακολουθήσει στις 2 Ιουλίου 1873 ο βασιλιάς της Νορβηγίας Oscar II, με τη στήλη που τοποθέτησε η οποία σηματοδοτούσε την άκρη του βασιλείου του, όπως αναφέρθηκε. Το 1897 o εξερευνητής Thomas Cook, πραγματοποίησε την πρώτη περιηγητική αποστολή στην περιοχή. Κατά τη διάρκεια του Β’ Π.Π. πραγματοποιήθηκε η Ναυμαχία στο Βόρειο Ακρωτήρι, η οποία εξελίχθηκε σε μια ναυτική αποτυχία για τον Χίτλερ.
Ο βράχος αποτελούσε σημείο αναφοράς για τους αλιεείς μέχρι τον 17ο αιώνα και μέχρι το 1956, ήταν προσβάσιμος, μόνο από τη θάλασσα. Έκτοτε αποτελεί έναν δημοφιλή προορισμό για πολλούς ταξιδιώτες, ανεξαρτήτως μεταφορικού μέσου, με τους μοτοσυκλετιστές να τον τιμούν ιδιαίτερα.
Βρίσκομαι ξανά να περπατώ ανάμεσα σε κόσμο. Με μεγάλη χαρά ξανασυναντώ τον Oliver και την Kersti! Eίναι δυνατό το συναίσθημα να συναντάς ξανά ανθρώπους που έτυχε να βρεθούν στο δρόμο σου. Και ιδίως με αυτούς που είπες πολλά ενδιαφέροντα πράγματα, που αντάλλαξες απόψεις και εμπειρίες. Που κουβαλάνε την ίδια τρέλα με τη δική σου. Που έρχονται από μια ξένη χώρα και ταξιδεύουν στα ίδια μέρη μ’ εσένα. Από τους ανθρώπους που χαίρομαι να συναντώ και να γνωρίζω.
Tα παιδιά διανυκτέρευσαν χθες στην Alta, αλλά σε διαφορετικό camping από εμένα. Σε λίγο θα αναχωρήσουν και θα μπουν στην Φινλανδία, όπου και θα συνεχίσουν το ταξίδι τους και θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους, την Εσθονία.
Για αγορά αναμνηστικών δεν το σκέφτομαι καν, καθώς δεν περισσεύει φράγκο. Αγοράζω μόνο ένα αυτοκόλλητο, το οποίο θα κολλήσω σε εμφανές σημείο της μοτοσυκλέτας μου. Ούτε και με τα αυτοκόλλητα τα έχω καλά, όμως για το συγκεκριμένο θα κάνω μια εξαίρεση. (Ημέρα των εξαιρέσεων η σημερινή, ε;) Το θέαμα μιας μοτοσυκλέτας που φέρνει σε λατέρνα από τον πολυταξιδεμένο ιδιοκτήτη της, είναι κάτι το οποίο δεν με συγκινεί καθόλου. Ούτε αυτό το κατακρίνω, απλά εκφράζω προσωπική άποψη περί αισθητικής. Όμως στον πειρασμό του Nordkapp, δύσκολα αντιστέκεται κανείς, η αλήθεια να λέγεται…
Θέλω να μείνω εδώ για αρκετές ώρες. Nα νιώσω το Nordkapp στο πετσί μου και να δω το κάθε σημείο του. Απόμερο και μη…
Θέλω να γεμίσω εικόνες μοναδικές. Να ταξιδέψω τη σκέψη μου όπως ένα πλοίο. Κι αυτές να χάνονται όπως τα κύματά του, στο απέραντο της θάλασσας.
(Πωπω τι μ@λ@κίες γράφω! Θα τις διαβάζει ο εντομολάγνος και αφανοφόρος Πάρτσι και θα με κοροϊδεύει…)
Θέλω να ευχαριστήσω με το δικό μου τρόπο, τρεις ανθρώπους από αυτούς που αισθάνομαι τυχερός που έχω φίλους στη ζωή μου. Τον Ιάκωβο, τον Γιώργο και τον Στέλιο. Με μια συνήθεια που μας έγινε λατρεία από τότε στις Άλπεις, όπου με αυτόν τον τρόπο, αφήναμε το στίγμα μας σε κάθε πέρασμα. Με τα αυτοκόλλητα της παρέας μας…
To στομάχι μου αρχίζει και διαμαρτύρεται. Τις τιμές στο εστιατόριο, δεν τις κοιτώ καθόλου μιας και ξέρω ότι εκτοξεύονται πιο πέρα κι απ’ το Nordkapp. Αρκούμαι στις προμήθειες από το super market.
Πλησιάζει επτά και αποφασίζω να επιστρέψω στο τελευταίο χωριουδάκι πριν το Nordkapp που απέχει 13 km, για αναζήτηση camping. Έχω αποφασίσει να μείνω και δεύτερη ημέρα και ίσως η λύση ενός ξύλινου σπιτιού θα ήταν η ιδανικότερη. Πιστεύω πως δικαιούμαι μια τέτοια διαμονή, μετά από τόσες ημέρες στη σκηνή.
Στο χωριό υπάρχουν τρία camping και αρχίζω αμέσως την αναζήτηση. Στο πρώτο δεν υπάρχουν διαθέσιμα σπιτάκια, στο δεύτερο οι 600 νορβηγικές κορώνες (ΝΟΚ) καθιστούν απαγορευτική τη διαμονή και στο τρίτο και φθηνότερο, οι 350 ΝΟΚ κρίνονται ως συμφέρουσα επιλογή.
Το σπιτάκι είναι ένας μικρός χώρος με δυο κουκέτες, όπου μπορείς να μείνεις με δικά σου κλινοσκεπάσματα ή να ενοικιάσεις. Κανένα πρόβλημα, βολεύομαι και με τον φοβερό υπνόσακκό μου. Τα λουτρά και η κουζίνα, είναι κοινόχρηστα και το γ@μ@το της υπόθεσης είναι ότι έχει καλοριφέρ, πράγμα που σημαίνει πως θα λιώσω από τη ζέστη, όπως και το ότι θα στεγνώσω τα ρούχα που θα πλύνω. Συν του ότι, θα φορτίσω όλες τις συσκευές! Φαίνονται απλά, όμως για εμένα που ταξιδεύω με μικρό προυπολογισμό, αποτελούν πολυτέλειες. Πλέον ασχολούμαι με οικιακά και νοικοκυριό…
Κατά τις δέκα και μισή το βράδυ (καλό ε;) την κάνω πάλι για το Nordkapp, μήπως δω τον Ήλιο του Μεσονυχτίου, ο οποίος είναι ορατός από τις εννέα έως τις μία. Δύσκολο βέβαια, ένεκα του συννεφιασμένου καιρού. Δεν πειράζει όμως, θέλω να ζήσω κάθε στιγμή που βρίσκομαι σε αυτό το μέρος. Απομακρύνομαι κάπου σε μια γωνιά μακριά από το πλήθος, με τις σκέψεις μου να χάνονται στην απεραντοσύνη του τοπίου.
Στη συνέχεια μπαίνω μέσα στην καφετέρια, καθώς το ψ*λ*κρυο έξω δεν παλεύεται με τίποτα. Βλέπω στο internet ότι αύριο ο καιρός θα είναι καλός, πράγμα που σημαίνει πως έχω μεγάλες πιθανότητες να δω τον Ήλιο του Μεσονυχτίου!
Είναι περασμένες μία και δεν έχει σκοτεινιάσει ακόμα και ούτε πρόκειται. Σκέφτομαι να αποχωρήσω προς το camping για να ξεκουραστώ λίγο.
Πηγαίνω για ντους και φυσικά ξυρίζομαι, καθώς τα γένια των τριών ημερών, έχουν γίνει πλέον… Τριών Ιεραρχών!
Η συνέχεια με βρίσκει στην κουκέτα με θερμοκρασίες Σαχάρας να κάνω έναν απολογισμό της ιδιαίτερης σημερινής ημέρας. Αισθάνομαι τρισευτυχισμένος που έφτασα στο Nordkapp. Πιστεύω ότι ήταν κάτι που χρωστούσα τόσα χρόνια στον εαυτό μου. God natt…
Από το βορειότερο άκρο της Ευρώπης,
Μερκούρης.
Έξοδα – Σημειώσεις:
Βενζίνη: 44,40€
Eισιτήρια: 31,20€
Διαμονή: Midnattsol Camping (44,60€)
Super Market: 18,80€
Σουβενίρ: 3,20€
Λοιπά: 1,30€
Σύνολο: 143,50€
Γενικό Σύνολο: 1.476,40€
Στο Nordkapp υπάρχουν δυο εισιτήρια. Το φθηνό το οποίο τιμάται 160 NOK και έχει διάρκεια μία ημέρα, με μειωμένη πρόσβαση στις εγκαταστάσεις, όπως π.χ. το μουσείο. Και το ακριβό, το οποίο τιμάται 245 ΝΟΚ και έχει διάρκεια δυο ημέρες, με ελεύθερη είσοδο σε όλες τις εγκαταστάσεις. Επέλεξα το ακριβό, μιας και είχα αποφασίσει πως θα μείνω δυο ημέρες.
Στο parking, υπάρχει ειδικός χώρος για μοτοσυκλέτες, όμως προτίμησα να προστατεύσω τη μοτοσυκλέτα από τις δυνατές ριπές του αέρα, παρκάροντας πίσω από το κεντρικό κτίριο όπου ο αέρας κόβει. Όσες φορές και να πήγα στο Nordkapp, μου έκαναν στην είσοδο την παρατήρηση, να μην παρκάρω τη μοτοσυκλέτα μου πίσω από το κτίριο! Λογικά πρέπει να με έβλεπαν από τις κάμερες. Όμως δεν τους άκουσα (και δεν είναι προς τιμήν μου) εξακολουθώντας να παρκάρω στο συγκεκριμένο σημείο. Αιτία, ο πάρα πολύ δυνατός αέρας…
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Σύντροφε ενα πολύ ωραίο άρθρο μια πολύ όμορφη ιστορια εμπειρίες που σου μένουν και θα στολίζουν τις αναμνήσεις σου …. Εχω μόνο ενα παραπάνω όχι μόνο για σένα αλλά για πολλούς απο εμάς δεν καταλαβαίνω γιατί σε τόσα πολλα επίπεδα κατηγορούμε την Ελλάδα μας την χώρα αυτή που μας μεγάλωσε την χώρα την χώρα αυτή που με την ιστορία της και της αξίες που εχει χαρίσει στον κόσμο ολόκληρο σημερα αντιμετωπίζεται σαν ενα μαύρο πρόβατο και το χειρότερο απο όλα ειναι ότι αντιμετωπίζεται και απο εμάς έτσι !!! Πριν όχι πολλα χρονια στην κοντινή μας ιστορία κάποιοι άνθρωποι έδωσαν την ζωή τους για να μπορούμε εμείς σημερα να αμφησμητουμε τα πάντα και να το παίζουμε φιλελεύθεροι και αγωνιστές χωρίς να έχουμε κερδίσει στη ζωή μας τιποτα και να κυνηγάμε αυτό το ευρωπαϊκό DNA που είμαστε τόσο πρόθυμη να το ενστερνιστούμε πουλώντας κοψοχρονιά την ιστορία μας οταν κάποιοι μας αγόρασαν αυτή την ιστορια με το αίμα τους πάλεψαν για ενα κομμάτι χώμα όμως δικό μας χώμα πάλεψαν για μια σημαία για μια ιδέα για να ήμαστε εμείς σημερα εδώ ελεύθεροι και όχι μέρος μια μάζας ή ενός συστήματος !!!! Στην Ελλάδα μας εχω γνωρίσει και καλούς και λιγότερο καλούς ανθρώπους εχω γνωρίσει αριστερούς, δεξιούς και αδιάφορους με την πολιτική , φιλόξενους πατριώτες και πιο απόμακρος, ταρίφες με χιούμορ και ταρίφες για ανέκδοτα αστυνομικούς τίμιους και μπάτσους , ιερείς που ζούνε και προσεύχονται για εμάς κάπου χαμένοι χωρίς να τους ξέρουμε και άλλους που κάνουν μεγάλους σταυρούς και μιλάμε στα κανάλια, ρατσιστές , Χρυσαυγίτες αλλά και κομμουνιστές το θέμα ειναι ότι βλεπεις αυτό που θέλεις να δεις αδερφέ μου και εσυ βλεπεις το αρνητικό σε εμάς. Δεν βλεπεις αυτούς που αγκαλιάζουν τους πρόσφυγες αλλά αυτούς που τους κυνηγάνε , δεν βλεπεις αυτούς που ειναι πρόθυμοι να σου πουν καλημέρα και να σε κεράσουν ενα καφε ( που παρεπιπτόντως ειμαι απο Σαλλλλονικα και ειναι πολλοί αυτοί εδώ πάνω και άμα ποτέ ανέβεις κατα πάνω στείλε μου ενα mail — [email protected] —να κεράσω ενα καφεδάκι ) αλλά αυτούς που κοιτάνε την πάρτη τους . Ελπίζω στα επόμενα χρόνια να είσαι γερος και να μας εκπροσωπεις εκεί έξω πάντα με χαμόγελο όπως και κανείς και ίσως να δεις την Ελλάδα μας με την αισιοδοξία που κοιτάς και της υπόλοιπες χώρες …. Πάντα όρθιος αδερφέ μου !!!
Φίλε Γιώργο,
καταρχήν χαίρομαι για την αξιοπρεπή διατύπωση των επιχειρημάτων σου και σ’ ευχαριστώ που με αυτό το σχόλιο μου δίνεις την αφορμή να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα.
Σε καμία περίπτωση δεν κατηγορώ την Ελλάδα, απλά αναφέρομαι σε αυτά που με θλίβουν στη χώρα που ζω. (Παρεμπιπτόντως, έχω αναφερθεί σε πράγματα που με ενόχλησαν και σε άλλες χώρες, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τις κατηγορώ). Ταξιδεύοντας κάποιος, αναπόφευκτα μπαίνει στη διαδικασία της σύγκρισης ανάμεσα στη δική του χώρα με κάποια άλλη, παρατηρώντας τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά. Η κριτική μου εστιάζεται κυρίως στα αρνητικά καθώς είναι αυτά που χρήζουν βελτίωσης (τα θετικά ας παραμείνουν θετικά). Προσωπικά θέλω η χώρα μου να προοδεύει και να εξελίσσεται και όχι να μένει στάσιμη ή να κάνει βήματα προς τα πίσω. Γι’ αυτό και την κρίνω αυστηρά και δεν την κολακεύω, γι’ αυτό και της τρίζω τα δόντια και δεν της θωπεύω τα ώτα. Θεωρώ πως αν αγαπάς κάτι, θα πεις αυτά που σε πληγώνουν. Και ίσως αυτή η αγάπη για τη χώρα μου να παρεξηγείται …
Και φυσικά δεν βλέπω μόνο τα αρνητικά σ’ εμάς. Πόσοι Έλληνες μου άνοιξαν την πόρτα του σπιτιού τους και με φιλοξένησαν; Πόσοι με κέρασαν καφέ, νερό, φαγητό, ρακί, μπύρα κι άλλα τέτοια ωραία; Πόσοι με χαιρέτησαν, με πλησίασαν, μου έπιασαν την κουβέντα; Αμέτρητοι και νομίζω πως αυτούς τους ανθρώπους τους εκθειάζω σε κάθε μου ταξιδιωτικό …
Απεχθάνομαι όσο τίποτα άλλο τις ταμπέλες (οι μεν έτσι, οι δε γιουβέτσι) καθώς με αυτές, εύκολα κάποιος μπορεί να ισοπεδώσει τα πάντα. Γι’ αυτό και πολλές φορές (σε άλλα ταξιδιωτικά) έχω γράψει πως “δεν υπάρχουν καλοί και κακοί λαοί, υπάρχουν μόνο καλοί και κακοί άνθρωποι”. Ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά κάνει τη διαφορά για έναν χαρακτηρισμό και όχι η εθνική, θρησκευτική και πάσης φύσεως ιδιαιτερότητά του …
Όσον αφορά το ευρωπαϊκό DNA όπως λες (το DNA είναι βιολογικό θέμα και όχι εθνικό) πιστεύω πως πρέπει να αφομοιώσουμε κάποια πράγματα στην καθημερινότητά μας από πολλές ευρωπαϊκές χώρες όπως π.χ. την οδηγική παιδεία, την τάξη, την οργάνωση, την καθαριότητα και άλλα πολλά. Είναι τόσο δύσκολο να μην σπρωχνόμαστε στη στάση του λεωφορείου ή στην ουρά της τράπεζας ή να μην τσακωνόμαστε στον δρόμο για το ποιος έχει προτεραιότητα; Άλλωστε πολιτισμός δεν είναι μόνο οι Παρθενώνες αλλά το ύφος και το ήθος στην καθημερινότητά μας.
Ελπίζω να σε κάλυψε η απάντησή μου. Σ’ ευχαριστώ πολύ για τις ευχές φίλε Γιώργο και ελπίζω να πιούμε ένα καφεδάκι όταν με ξαναβγάλει ο δρόμος από την αγαπημένη μου Θεσσαλονίκη.
Να είσαι καλά!
Συγχαρητήρια!!! Η περιγραφή σου καταπληκτική με καθήλωσε και ταξίδεψα κι εγώ μαζί σου! Σου εύχομαι πολλά και ασφαλή χιλιόμετρα και ίσως κάποια στιγμή συναντηθούμε στους δρόμους του Ηρακλείου… Αν δηλαδή κυκλοφορείς εντός των τειχών 😉
Χαίρομαι που σου άρεσε η περιγραφή και ευχαριστώ για τον χρόνο που αφιέρωσες, φίλε Παναγιώτη. Καθόλου απίθανο να συναντηθούμε από τη στιγμή που μένουμε στην ίδια πόλη. Πιθανόν να έχουμε κοινούς φίλους, γνωστούς, παρέες, στέκια κτλ – πού ξέρεις;
Μερκουρη καλημερα φιλε,
Εξαιρετικο το οδοιπορικο σου και οχι μονο το συγκεκριμενο σου.
Και για να μη σε πιασουν οι μετριοφροσυνες σου, λεω πως για μενα ειναι εξαιρετικο γιατι μου περιγραφει οχι απλα τα τοπια και τις θεες (τον τονο στο θεες τον βαζεις οπου επιλεξεις σαν αναγνωστης πλεον), αλλα για το γεγονος οτι μεσα απο αυτα οι αποψεις σου και οι ιδεες σου αποκτουν υποσταση και γινονται επιχειρηματα για να ανοιξουν φτερα αλλα κυριως και μυαλα και αλλοι πολλοι!!
Οσο για την φωτογραφια, η ματια σου ειναι εξαιρετικη και η τεχνικη σου οχι απλα επαρκεστατη, αλλα τιποτα δεν εχει να ζηλεψει απο πολλους “φωτογραφους”…
Συνεχισε να (μας) ταξιδευεις οπως εσυ ξερεις…
Γεια σου φίλε μου Δημήτρη με τα τοπία και τις θεές (ο τόνος μπήκε μόνος του)!
Αυτά που λες για απόψεις, ιδέες, υπόσταση, επιχειρήματα, φτερά, μυαλά κτλ, ειλικρινά με κάνουν να αισθάνομαι δικαιωμένος για τον κόπο του να κάτσω κάτω και να γράψω ένα ταξιδιωτικό. Γιατί πίστεψέ με, το να γράψω ένα ταξιδιωτικό, είναι πολύ πιο δύσκολο από το να ταξιδέψω. Και είμαι ευτυχής που βρίσκω ανταπόκριση σε αναγνώστες με το δικό σου πνεύμα.
Όσο για τη φωτογραφία, τη θεωρώ απλά σαν ένα μέσο καταγραφής των ταξιδιωτικών μου στιγμών και τίποτα παραπάνω. Χαίρομαι που σου αρέσει το αποτέλεσμα.
Να είσαι καλά.
Παρακαλουσα να μην τελειωσει ποτε η ιστορια σου αυτη, πραγματικα.
Ηταν απιστευτη. Δεν εχω δοκιμασει ακομα μακρινο ταξιδι με τη μηχανη, εχω διαβασει γενικα πολλες ιστοριες, αλλα αυτο εδω ρε συ ειναι τοπ. Οι περιγραφες απιστευτες και οι φωτογραφιες ακομα πιο τελειες. Δεν εχω να πω κατι, να εισαι καλα να το ξανακανεις !!!!!
Φίλε μου Κυριάκο, συγνώμη για την καθυστερημένη απάντηση, αλλά μόλις την προηγούμενη Κυριακή επέστρεψα από το φετινό οδοιπορικό. Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, αν και κατά τη γνώμη μου αυτό το ταξιδιωτικό δεν είναι top, όσον αφορά τις περιγραφές και τις φωτογραφίες. Υπάρχουν πολλά καλύτερα. Σου εύχομαι να έχεις όμορφους και ασφαλείς δρόμους σε κοντινούς και μακρινούς προορισμούς.
Φίλε Μερκούρη, επειδή είναι σαφές το ότι δεν είσαι ο τύπος του “μαζεύω σεντόνια συγχαρητηρίων και επαίνων”, θα σου πω μόνο “ένα μεγάλο, ταπεινό ευχαριστώ!” Φίλε μου, το έζησα πολύ έντονα το ταξιδιωτικό αυτό, αν και έχω διαβάσει αρκετά ταξιδιωτικά, το δικό σου έχει μια μοναδική κατάθεση ψυχής. Σου εύχομαι ολόψυχα να σου δίνει η ζωή κι άλλες τέτοιες ευκαιρίες, το αξίζεις αληθινά.
Φίλε μου Στράτο, χαίρομαι που μπήκες στο πνεύμα αυτών που γράφω και δεν υπάρχει κανένας λόγος για να μ’ ευχαριστείς. Το χόμπι μου κάνω και τίποτα παραπάνω, Εγώ σ’ ευχαριστώ που συνταξιδέψαμε. Σ’ ευχαριστώ επίσης και για τις εγκάρδιες ευχές.
Μερκουρη συγχαρητηρια πολλα για τον τροπο που το εκανες, που το βιωσες με καθε κυτταρο σου!! Και σε ευχαριστω για την εμπνευση που πηρα απ το ταξιδι σου..σκοπευω να το κανω κ γω…με αμαξι ομως..Πανω σ’ αυτο εχω μια απορια…οι συνθηκες υγιεινης στα καμπινγκ πως ειναι;;
Φίλε μου Ανέστη από την όμορφη Φλώρινα, σ’ ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Εύχομαι να πραγματοποιήσεις αυτό το ταξίδι με όποιο μέσο προτιμάς. Το ταξίδι είναι αυτό που μετράει, το μέσο απλώς είναι μια προσωπική επιλογή του καθενός.
Όσον αφορά το ερώτημα που έθεσες, παρατήρησα πως στον επίλογο παραθέτω κάποιες πληροφορίες σχετικά με τα camping, αλλά δεν αναφέρθηκα (κακώς) στις συνθήκες υγιεινής. Προφανώς επειδή θεώρησα αυτονόητο πως είναι άριστες, τουλάχιστον σε αυτές τις χώρες. Δυο χρόνια μετά από αυτό το ταξίδι και έχοντας μείνει και σε άλλες δεκάδες camping σε πολλές γωνιές της Ευρώπης, ακόμα εξακολουθώ να τις χαρακτηρίζω άριστες. Αρκεί βέβαια, να τηρεί κάποιος μερικά αυτονόητα πράγματα στους κοινόχρηστους χώρους. Για να το πω πιο “πρακτικά”: αν κάποιος αποφεύγει την επαφή με τη λεκάνη στις τουαλέτες και φοράει παντόφλες στα ντους, πιστεύω πως δεν θα έχει πρόβλημα με μικρόβια, αν και για τίποτα κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος. Τέλος, σημειώνω πως στα οργανωμένα camping υπάρχει προσωπικό που ασχολείται με την καθαριότητα στους χώρους υγιεινής και δεν έτυχε να διαπιστώσω μέχρι τώρα ελλείψεις σε υγρό χεριών, χαρτί υγείας και άλλα διάφορα.
Ελπίζω να σε κάλυψα. Για ο,τιδήποτε άλλο θες να με ρωτήσεις, μη διστάσεις.
Καλησπερα και παλι Μερκ!!! Αρχικα ευχαριστω για την απαντηση σου. Τωρα διαβαζω για δευτερη φορα το ταξιδιωτικο σου, με συναρπαζει και με εμπνεει! Νιωθω να βραζει το αιμα μου και ηδη εχω αρχισει τις προετοιμασιες χρησιμοποιωντας τα πατηματα σου, που ειναι μεγαλη βοηθεια. Θα ηθελα να σου κανω ακομη δυο ερωτησεις, αφου πρωτα σου πω οτι δεν εχω μεινει ποτε σε camping. Απ’ ο,τι καταλαβα οι τουαλετες ( γιατι αυτο ειναι που με καιει, και επειδη θελω να εχω επαφη με τη λεκανη) ειναι κοινοχρηστες. Δεν υπαρχει τροπος να το αποφυγεις αυτο; για παραδειγμα εχω ακουσει οτι τα camping διαθετουν κ σπιτακια σχετικα φθηνα. Ισχυει; Και αν ναι, εχουν μεγαλη διαφορα στην τιμη απο το να μεινεις σε σκηνη; Επειτα ειναι ασφαλη; δηλαδη υπαρχει φρουρηση ας πουμε,
η μπορει να μπαινει οποιος θελει κ ο,τι ωρα θελει; Τελος, χρειαζεται να κανεις κρατηση απο πριν το ταξιδι για τα camping; got natt!!!
Καλέ μου φίλε Ανέστη, οι τουαλέτες στα camping είναι κοινόχρηστες. Περί επαφής με τη λεκάνη, το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι η τοποθέτηση χαρτιού υγείας σ’ αυτή – λέω τώρα ‘γω.
Πολλά camping διαθέτουν σπιτάκια. Σ’ ένα τέτοιο έμεινα στο Nordkapp, το οποίο ήταν το φθηνότερο της περιοχής (κόστος περίπου 45 €) και οι τουαλέτες ήταν κοινόχρηστες. Για τα υπόλοιπα camping δεν γνωρίζω να σου πω, μιας και μόνο σε αυτό το camping έμεινα σε σπιτάκι. Όπως δεν γνωρίζω και τις τιμές αυτών των σπιτιών, αλλά φαντάζομαι θα κυμαίνονται γύρω στα 60 – 80 €. Ό,τι και να σου πω, θα σε γελάσω σε αυτό το θέμα. Καλύτερα είναι να ρίξεις μια ματιά στο διαδίκτυο για το εύρος των τιμών.
Προσωπικά πάντα, αισθάνομαι ασφαλής στα camping. Δεν υπάρχει φρούρηση και δεν παρατήρησα (ή μπορεί να μη θυμάμαι) την ύπαρξη ή μη καμερών.
Αν θες μπορείς να κάνεις κράτηση πριν το ταξίδι, αν θελήσεις να μείνεις σε σπιτάκι. Αν θες να μείνεις σε σκηνή, πιστεύω πως δεν χρειάζεται. Το πιο εύκολο που βρίσκεις στην Νορβηγία είναι τα camping!
Μερκούρη σε ευχαριστώ πολύ και για αυτή την απάντηση!! Σου εύχομαι να έχεις υγεία και να ζεις πάντα τόσα έντονα και “γεμάτα” τα ταξίδια σου. Καλά ταξίδια!!
Επισης να σ πω οτι δεν ειμαι απο Φλωρινα αλλα απο Σερρες. Λογω του επαγγελματος μου, στρατιωτικος, ζω στη Φλωρινα. Επισης….για τον ιδιο λογο εζησα και στην Κρητη απο το 2007 εως το 2009. Στο Ηρακλειο ( Μεσαμπελιες) αρχικα και στη συνεχεια στο Τυμπακι. Ακολουθως βρεθηκα στην Καρπαθο..γειτονια σου…
Μερκούρη είναι η 3η φορά που ταξιδεύω μαζί σου στο Nordcapp τους τελευταίους μήνες (μαζοχισμός το ξέρω)! Είναι τόσο έντονες οι εικόνες που περιγράφεις που δυσκολεύομαι να τις αποχωριστώ και κάθε φορά που το τελειώνω, απλά σκέφτομαι πότε θα το ξαναρχίσω.
Μέσα απο αυτό το ταξιδιωτικό έδωσες άλλη έννοια στο “μοναχικό” ταξίδι.
Να είσαι γερός και να μας χαρίζεις απλόχερα και άλλες τέτοιες μοναδικές στιγμές.
Φίλε Κώστα, από την αγαπημένη μου Θεσσαλονίκη,
πλάκα με κάνεις; Κατάφερες να διαβάσεις τρεις φορές ένα ταξιδιωτικό που ακόμα κι εγώ ο ίδιος, όταν πήγα να με ξαναδιαβάσω, με βαρέθηκα από την πρώτη κιόλας παράγραφο;
Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ για τα καλά σου λόγια. Να είσαι καλά!