31-4-2010. Ημέρα 8η. «Μυρίζει Αλγερία»
Ξύπνημα κατά τις 8:30, απλό αλλά χορτάτο πρωινό στο ξενοδοχείο και προγραμματισμός της ημέρας. Σε ελεύθερη μετάφραση μας περιμένουν πολλά χιλιόμετρα. Το καράβι της επιστροφής φεύγει αύριο το απόγευμα οπότε έχουμε σαν στόχο να κοιμηθούμε απόψε στο El Kef, ώστε να μην έχουμε πολύ δρόμο αύριο. Ενδιάμεσα θα κάνουμε στάσεις να δούμε τα κοντινά Chebika και Mides. Αναχώρηση λοιπόν από το ξενοδοχείο κατά τις 10:00 και καρφί για βενζινάδικο μέσα στην πόλη. Κανονικό, κυριλέ, ευρωπαικό, βενζινάδικο! Εκεί ανακαλύπτω και το λόγο που έβλεπα συχνά-πυκνά στη μπότα μου κάποιες σταγόνες. Νόμιζα ότι κατουριέμαι και δεν το καταλαβαίνω ο κωλόγερος. Τρύπημα ψυγείου τελικά στο Varadero μου. Fuck! Εδώ ρε γαμώτο;;; Καλύτερα να κατουριόμουν, η πρώτη μου σκέψη. Εν τω μεταξύ όσο σκαλίζουμε τη μηχανή, βλέπουμε ένα τσούρμο από KTM και κάνα δυο BMW να μπαίνουν στο βενζινάδικο. Τι έγινε, κι άλλες μηχανές; Όσες δεν είχαμε δει τόσες μέρες, τις βλέπουμε τώρα. Αυστριακές, Γερμανικές, Ελβετικές και Γαλλικές πινακίδες, όλοι μια παρέα. Χαιρετιόμαστε, ανταλλάζουμε 2 κουβέντες και οι τύποι φεύγουν άρον άρον για να ξαμοληθούν στην έρημο, με ενθουσιασμό πιτσιρικά που ετοιμάζεται να ξετυλίξει το δώρο του. Κι εμείς έχουμε μείνει με το ψυγείο στο χέρι, γαμώτο… Η διαρροή ευτυχώς είναι μικρή οπότε αγοράζω ένα καταπράσινο παραφλού και συμπληρώνω. Από εδώ και πέρα θα πρέπει να το παρακολουθώ διαρκώς.
Ξεκινάμε λοιπόν με κατεύθυνση Chebika. Διασχίζουμε τη μεγάλη ευθεία μιας ακόμη ερήμου, περισσότερο γόνιμης αλλά λιγότερο εντυπωσιακής από τις άλλες που περάσαμε ήδη.
Μετά από λίγο στο βάθος διακρίνουμε βουνά. Μάλλον κατά κει πηγαίνουμε. Σε λιγότερο από μια ώρα είμαστε στην Chebika, μια ορεινή όαση με φοινικόδεντρα και ένα μικρό καταρράκτη που καταλήγει σε ένα ποταμάκι. Το μέρος καλά κρυμμένο ανάμεσα σε ξερά βουνά και γι αυτό παλιότερα χρησίμευε για καταφύγιο των Βέρβερων. Πλέον αποτελεί τουριστικό σημείο και αρκετοί ντόπιοι κάνουν τη βόλτα τους προκειμένου να απολαύσουν τη δροσιά του μέρους.
Αφού ήπιαμε ένα γρήγορο καφεδάκι, καβαλάμε πάλι για Mides. Η διαδρομή πλέον πιο ορεινή με αρκετές στροφές (επιτέλους!) και το τοπίο διαφορετικά άγριο αυτή τη φορά.
Προσπερνάμε την Tamerza και πριν καλά-καλά ζεσταθούν τα λάστιχα βρισκόμαστε σε άλλη μια πανέμορφη όαση με φοίνικες, που καταλήγει στο Mides, το περίφημο φαράγγι που γυρίστηκε ο Άγγλος Ασθενής. Παρκάρουμε τις μηχανές, λέμε σε έναν πλανόδιο μικροπωλητή από δίπλα να έχει το νου του στα μπαγκάζια μας και ξεκινάμε την πεζοπορία, αρχικά σε ένα μικροσκοπικό μονοπάτι πάνω από το φαράγγι. Το τοπίο εκπληκτικό, άγριο, ερημικό, κινηματογραφικό, φωτογραφικό δεν ξέρω τι άλλο να πω. Κατεβαίνουμε και μπαίνουμε μέσα στο φαράγγι, όπου ένα μικρό ποταμάκι ρέει ήρεμα χωρίς να εμποδίζει την πεζοπορία μας. Να σημειωθεί εδώ ότι το φαράγγι αυτό βρίσκεται ακριβώς πάνω στα συνοριακή γραμμή με την Αλγερία, και αν δεν ξέρεις που κινείσαι μπορείς για πλάκα να βρεθείς μες στην Αλγερία, με ότι μπορεί να συνεπάγεται αυτό. Και καθότι εμείς από προσανατολισμό δεν ξέρουμε καν που είναι το πάνω και το κάτω, αποφασίζουμε να μην το ρισκάρουμε. Αράζουμε σε ένα βράχο να απολαύσουμε την σκιά, την δροσιά, την ερημιά και την ηρεμία του μέρους.
Στην ουσία αυτό είναι και το τελευταίο σημείο που είχαμε προγραμματίσει και θέλαμε να δούμε στη χώρα, από εδώ και πέρα αρχίζει η πορεία προς Ελλάδα. Κι όμως είμαστε σίγουρα ότι θα δούμε αρκετά ακόμα. Γεμίζουμε όσο μπορούμε ενέργεια από το μέρος και καβαλάμε πάλι για τον μακρύ δρόμο της επιστροφής.
Η ώρα έχει πάει ήδη 15:00 οπότε πρέπει να βιαστούμε. To αρχαίο GPS μας όμως, δεν βοηθά. Οι υποτυπώδεις χάρτες που έχουμε μας μπερδεύουν περισσότερο, στέλνοντας μας διαρκώς από λάθος δρόμους. Πολλά έργα επίσης στο δρόμο, και λέγοντας έργα, εννοώ ότι ξαφνικά και χωρίς καμία προειδοποίηση μετά από στροφή, κόβεται το οδόστρωμα κι αρχίζει ένα κομμάτι απάτητης άμμου, λες και είμαστε σε καμιά Αφρική ξερωγώ. Ζοριζόμαστε αρκετά, δεν είναι ευχάριστο πλέον, μάλλον επικίνδυνο. Η ώρα περνάει, τα χιλιόμετρα φεύγουν αργά και η κούραση έχει αρχίσει να κάνει αισθητή την παρουσία της, οπότε λέμε να κάνουμε μια μικρή στάση για τσιγάρο στο Kasserine. Δεν σταματάμε στο κατάμεστο κέντρο γιατί σίγουρα θα πλακώσουν οι ντόπιοι πάλι με χαιρετούρες και κουβέντες και δεν θα ξεμπερδέψουμε γρήγορα. Σταματάμε σε ένα ήσυχο μέρος στην έξοδο της πόλης. Ανάβουμε τσιγάρο και πάλι εμφανίζονται συμπαθητικά πιτσιρίκια και μας αρχίζουν το μπλα μπλα. Ρωτάνε τα κλασσικά από που είμαστε, πόσα λεφτά έχουν οι μηχανές μας, γελάνε, κάνουν πλάκα, μαζί τους κι εμείς. Ένας μικρός έχει λοκάρει με το μάτι το μπουκάλι με το πράσινο παραφλού και με ρωτάει τι είναι αυτό. Άντε να του εξηγήσεις τώρα. Μου λέει γελώντας να του το δώσω. Πριν προλάβω να του απαντήσω, δυο-τρία άλλα παιδάκια αρπάζουν το μπουκάλι, μαζί με ότι άλλο προλαβαίνουν κι αρχίζουν να τρέχουν μέσα σε ένα χωράφι. Λέμε να τα κυνηγήσουμε αλλά σκεφτόμαστε ότι καλύτερα να μην αφήσουμε τις φορτωμένες μηχανές εκτεθειμένες στα υπόλοιπα παιδάκια. Καβαλάμε λοιπόν γρήγορα και απομακρυνόμαστε σαν κυνηγημένοι. Μετά από 2-3 χιλιόμετρα σταματάμε πάλι για απολογισμό των απωλειών: Ένα μπουκάλι παραφλού (θα θελα να ξέρα τι θα το κάνει, ελπίζω να μην το πιεί μόνο), ένα γάντι (χρήσιμο αν έχει θείο πειρατή), ένα σπρέι αλυσίδας (τι θα γρασάρεις ρε παίχτη;) και ένα μπουκάλι που το είχα γεμίσει με άμμο από τη Σαχάρα για σουβενίρ (τόση άμμο έχουν εδώ ρε γαμώτο, γιατί μου την πήρε;). Ευτυχώς τίποτα δεν είχε αξία. Προφανώς περισσότερο για την αλητεία τα πήραν, για την πλάκα και όχι για κλεψιά. Από την άλλη άνετα θα μπορούσαν να έχουν πάρει το κλειδί της μηχανής. Ούτε να το σκεφτόμαστε… Εν τω μεταξύ κοιτάμε απέναντι και βλέπουμε ότι μέσα από μια αλάνα ξεπροβάλλει άλλο ένα τσούρμο με πιτσιρίκια, τρέχοντας καταπάνω μας. Κομμένες οι χαιρετούρες εδώ! Δεν την ξαναπατάμε, καβαλάμε γρήγορα και όπου φύγει-φύγει.
Εξακολουθούμε να κατευθυνόμαστε βόρεια. Η παρουσία της αστυνομίας έντονη, προφανώς γιατί κινούμαστε παράλληλα με τα αλγερινά σύνορα. Κάθε άλλο παρά ενοχλητικοί όμως οι αστυνομικοί. Ευγενέστατοι όλοι τους, χαμογελούν κατά τη διάρκεια των τυπικών ελέγχων και μας πιάνουν κουβέντα. Ο ήλιος έχει αρχίσει να πέφτει σιγά σιγά. Το τοπίο σταδιακά αλλάζει, η βλάστηση πυκνώνει, ο πολιτισμός επιστρέφει. Σκοτάδι πλέον και φτάνουμε στο El Kef. Καθόμαστε να φάμε και αποφασίζουμε να συνεχίσουμε για Τύνιδα σιγά σιγά και ότι ώρα φτάσουμε. Το μέρος δεν μας φάνηκε ιδιαίτερα συμπαθητικό εξάλλου, μπορεί να έφταιγε το σκοτάδι, μπορεί να ήμασταν και επηρεασμένοι από τα αλητόπαιδα. Κατά τις 22:00 ξεκινάμε λοιπόν, αλλά ευτυχώς τα χιλιόμετρα φεύγουν πολύ πιο γρήγορα τώρα, αφού ο δρόμος είναι καλός. Το μόνο πρόβλημα είναι το σκοτάδι και οι Τυνήσιοι με τους προβολείς τους. Στο τέλος συναντάμε ένα λυτρωτικό κομμάτι εθνικής οπότε γύρω στα μεσάνυχτα φτάνουμε στην Τύνιδα.
Αράζουμε σε ένα κεντρικό σημείο με αρκετό κόσμο, παραγγέλνουμε τσάγια, ενώ χαζεύουμε τους ντόπιους που φωτογραφίζονται πάλι γύρω από τις μηχανές μας. Πιάνουμε κουβέντα με έναν νεαρό Τυνήσιο που τελικά αυτοπροσκαλείται και στρογγυλοκάθεται στο τραπέζι μας. Το παρουσιαστικό του παρόμοιο με λαθρομετανάστη στην Ελλάδα που καθαρίζει τζάμια. Στην αρχή μας φάνηκε αγενής, στη συνέχεια όμως μας εκπλήσσει με τις γνώσεις του. Μας μιλάει για την ζωή εκεί, την διασκέδαση, τη θέση της γυναίκας, την ανεργία, την αυταρχικότητα, τη διαφθορά, τη φτώχια, τον πλούτο. Μιλά ασταμάτητα, πηδώντας από το ένα θέμα στο άλλο, από τη θρησκεία στον πολιτισμό, από την ιστορία στην πολιτική, τη φιλοσοφία, το Παρίσι, την Αμερική, την Ελλάδα. Όνειρο του να έρθει Ευρώπη. Είναι προφανώς ο άνθρωπος που θα πετύχεις σε φανάρι στην Πειραιώς και θα ανεβάσεις το τζάμι του αυτοκινήτου σου τρομαγμένος. Κι όμως, πόσα πράγματα ξέρει αυτός ο άνθρωπος… Περισσότερα από μένα… Περισσότερα κι από σένα.
Μετά από πολλά τσάγια, προσφέρεται να μας πάει στο ξενοδοχείο ενός γνωστού του. Τον παίρνουμε δικάβαλο και καθώς φτάνουμε, βλέπουμε τον ξενοδόχο να κοιμάται πάνω στον πάγκο της ρεσεψιόν. Ο φίλος μας τον ξυπνάει δειλά. Μας αρχίζει στα γαμωσταυρίδια! Πρώτα τον Τυνήσιο και μετά κι εμάς! Μα… ένα δωμάτιο θέλαμε… Μας λέει μια εξωφρενική τιμή τσαντισμένος και γέρνει πάλι να κοιμηθεί. Αποχαιρετάμε πια τον φίλο μας και μοναδική μας επιλογή το γνώριμο Hotel Masmoudi που κοιμηθήκαμε την πρώτη μας μέρα στην Τυνησία. Το άρωμα του δεν μας είχε λείψει πάντως τόσες μέρες…
Odometer: 610km
Διαμονή: Hotel Masmoudi (μανταλάκια στη μύτη)
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
φοβερο αρθρο, εμπνευσή και για μας
Ευχαριστουμε για το ταξιδι φιλε και για την ωραια περιγραφη…καλη συνεχεια!!!
Μπράβο φίλε μου, μας ταξίδεψες… Ίσως είναι ο επόμενος προορισμός μας.. Καλές βόλτες!!!