Ημέρα 11η
Fluelen – Klausenpass – Albulapass – Zernez, 250 αντρικά χλμ
Ξύπνημα κατά τις 10 (αφού ο Σκίουρος με διαβεβαίωσε πως θα άκουγε το ξυπνητήρι του και έκανα το λάθος να μην βάλω κι εγώ), καφέ και φόρτωμα στα γρήγορα και μετά στάση για αγορά πρωινού από super market για να φάμε κάπου στο δρόμο. Είχαμε στο μυαλό μας να σταματήσουμε όπου βρούμε ωραίο σημείο για να φάμε. Άλλωστε σήμερα θα ξεκινάγαμε με πάσο με το καλημέρα σας (πάσο λέγεται κάθε ορεινός δρόμος που ενώνει την μια μεριά του βουνού με την άλλη, ανεβαίνω – κατεβαίνω δηλαδή) οπότε σίγουρα θα βρίσκαμε κάπου ωραία να αράξουμε.
Αυτό όμως που δε μπορώ να παραλείψω είναι ότι ήταν ένα από τα πιο όμορφα ξυπνήματα που έχω κάνει… Σκέτη απόλαυση… Αφού δε τσαντίστηκα καν που αργήσαμε να σηκωθούμε!
Βέβαια βλέποντας τα σύννεφα είχαμε προετοιμαστεί κατάλληλα για τη βρόχα και το κρύο που θα τρώγαμε!
Και ξεκινήσαμε να ανεβαίνουμε…
Και ξαφνικά βρήκαμε το τέλειο σημείο για να κάτσουμε να φάμε το πρωινό μας…
Σήμερα όμως τα σύννεφα δεν ήταν παιχνιδιάρικα συννεφάκια σαν τα χτεσινά, ήταν πυκνά και τεράστια, σαν να σου λένε “τράβα πίσω φίλος, δεν ανήκεις εδώ πάνω…”
Και πραγματικά αμέσως μετά έζησα κάτι που δε μου είχε ξανασυμβεί…
Όταν μπαίνεις μέσα στο σύννεφο ξεκινάν και μουσκεύουν τα πάντα! Βλέπεις τις σταγόνες στις ζελατίνες να πολλαπλασιάζονται γρήγορα και αισθάνεσαι τα γάντια να δροσίζουν, και όλα αυτά ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΡΙΧΝΕΙ ΣΤΑΓΟΝΑ! Δεν βλέπεις την βροχή να πέφτει, την βλέπεις να δημιουργείται! Ο δρόμος ήταν μούσκεμα αλλά βροχή δεν έριχνε! Απλά η υγρασία στην οποία είσαι μέσα γίνεται νερό στο άψε σβήσε! Την προηγούμενη μέρα δεν είδα αυτό το φαινόμενο μιας και τα σύννεφα ήταν πιο αραιά! Είχαμε εκστασιαστεί όλοι!
Έτσι φτάσαμε στην κορφή του πάσου, το οποίο είχε ελάχιστο κόσμο μιας και δεν είναι από τα πολύ γνωστά των Άλπεων, και μετά βάλαμε πλώρη για Λίχνενσταϊν. Μέχρι εκεί όλα καλά, ένα ελαφρύ χιονόνερο ξεκίνησε να πέφτει.
Το Λίχνενσταϊν είναι ένα μικρό κρατίδιο (αμφιβάλλω αν ολόκληρο το κρατίδιο είναι μεγαλύτερο από την Αθήνα) με ζάμπλουτους. Δεν το είδαμε για πολύ, αράξαμε για καμιά ώρα στην κεντρική πλατεία και τα γύρω στενά για ξεκούραση και ανασύνταξη. Μετά από τόση φύση μου περνάει εντελώς απαρατήρητος όλος αυτός ο άχρηστος πλούτος. Οι τιμές σε κάποια πράγματα ήταν πιο ακριβές και από την Ελβετία. Χρησιμοποιούν ελβετικό φράγκο και ευρώ, αλλά έχουν και δικό τους νόμισμα. Γενικότερα το κρατίδιο αυτό αποτελεί χώρο διαμονής πλουσίων και φορολογικό παράδεισο για τις εταιρίες που δηλώνουν εκεί την έδρα τους. Επίσης έχει αρκετά καταστήματα για αποκλειστικά ακριβά γούστα. Με τις λίγες βιτρίνες που είδα με έπιασε νευρικό γέλιο.
Κάνουμε λοιπόν να φύγουμε και μετά από 2-3 χιλιόμετρα ξεκινάει να βρέχει μανιασμένα. Αλλά μιλάμε για πολύ βροχή, όχι αστεία. Μέχρι τώρα ο καιρός μας είχε φερθεί με το γάντι, τώρα ήταν η ώρα του βούρδουλα. Ξεκινάμε λοιπόν να πάμε κάπου προς την περιοχή του Engadin (την ακριβότερη εξοχή της Ελβετίας και όχι άδικα, μιας και τα τοπία είναι παντού παραμυθένια) και να μείνουμε όπου βρούμε. Έβρεχε μανιωδώς μέχρι να φτάσουμε στο πάσο Albula, όπου πηγαίνοντας δίπλα από τον Σκίουρο του λέω ότι θα ανέβουμε μέχρι τα 2300 με αυτό τον κωλόκαιρο οπότε στην κορφή να σταματάγαμε να ζεσταθούμε λίγο στο σαλέ!
Κοιταζόμαστε, γελάμε και ξεκινάμε! Φώναζα στον καιρό να ρίξει κι άλλο, “δε σε σκιάζομαι κωλόκαιρε” και άλλα τέτοια σουρεάλ!
Φτάνουμε στην κορφή με πολύ κόπο και βάσανο μιας και ήταν το πιο στενό και απότομο πάσο που κάναμε στην Ελβετία και η ορατότητα ήταν το πολύ 10 μέτρα! Δεξιά και αριστερά έβλεπα καταρρακτάκια παντού να σχηματίζονται από τους τόνους βροχής που έπεφτε! Φτάνουμε στην κορφή όλο χαρά αλλά με τέτοιο καιρό δεν ήταν ανοιχτό τίποτα…
Μόνο εμείς είχαμε μείνει να γυρνοβολάμε μέσα στη βροχή με θερμοκρασίες γύρω στους 6-7 βαθμούς!
Κάπου εκεί ήταν και η πρώτη φορά που τσαντίστηκα σε όλο το ταξίδι, λόγω της ρημαδοζελατίνας του κράνους που ενώ ήξερα ότι ήταν ελαττωματική δεν ασχολήθηκα ποτέ να πάρω μια δεύτερη…
Όταν την άνοιγα για να ξεθολώσει πάγωνα από το κρύο και η βροχή σούβλαγε τα μάτια και όταν την έκλεινα θάμπωνε σε 5 δευτερόλεπτα ολόκληρη! Αλλά μέσα στο σύννεφο και με την βροχή να μην έχει σταματημό τι περίμενες;
Με ακόμα περισσότερο κόπο (ήδη μας βάραγε πάνω από 2 ώρες η βροχή ανελέητα) κατεβήκαμε χαμηλά (στα 1700 δηλαδή) και ξεκινήσαμε να ψάχνουμε κάμπινγκ με bungalows να μείνουμε, μιας και ήμασταν κομμάτια και soaking wet που λένε και οι εγγλέζοι! Το μόνο που θέλαμε ήταν μια τρύπα με θέρμανση!
Και εδώ ξεκινάει το καλό!
Κανένα κάμπινγκ δεν είχε bungalows σε όλη την περιοχή του Engadin, μόνο χώρο για σκηνές και άπειρα αυτοκινούμενα.
Αφού καταλάβαμε ότι σε κάμπινγκ δε γίνεται να μείνουμε με την σκηνή που είχα (είδαμε την πρόγνωση και θα έβρεχε έτσι ασταμάτητα για τουλάχιστον ένα 24ωρο ακόμα) ξεκινήσαμε να κοιτάμε για δωμάτια και το φθηνότερο τρίκλινο που βρήκαμε ήταν κοντά στα 180 ευρώ… Ελβετία λέμε…
Αφού κάναμε ένα τσιγάρο και ηρεμήσαμε λίγο είπαμε να συνεχίσουμε να οδηγάμε και να βρούμε κάποιο κλειστό βενζινάδικο με υπόστεγο και να στήσουμε σκηνή εκεί. Τo budget μας δεν ήταν ιδιαίτερα Ελβετικό και το γνωρίζαμε.
Οδηγώντας λοιπόν βλέπω ένα πανέμορφο B&B στην άκρη του δρόμου, μέσα στην καρδιά του δάσους, εντελώς απομονωμένο και λέω να κάνω μια τελευταία προσπάθεια, και εκεί άρχισε το καλό…
Χτυπάω πόρτα και ξεπροβάλει ένας Ελβετός μεσήλικας σωσίας του Γκάντι γύρω στα 50 με… ινδουιστική ρόμπα, ινδικού στυλ παντοφλάκι και ελαφρώς πιωμένος! Its love from the first sight σκέφτομαι, εγώ αυτόν θα τον ψήσω!
Είχε γύρω στα 170 ευρώ τη βραδιά το τρίκλινο με πρωινό κανονικά αλλά μετά από αρκετό ψηστήρι του τύπου “εμείς από Ελλάντα, οικονομική κρίση, δε ξέραμε πόσο ακριβά θα είναι εδώ, σήμερα υπολογίσαμε χωρίς τον ξενοδόχο ότι θα περνάγαμε τα σύνορα με Ιταλία” και άλλα τέτοια, τελικά μας το άφησε κάπου στα 110, αφού πρώτα μας είπε ότι μπορούμε με ένα συμβολικό ποσό να μας αφήσει να κοιμηθούμε με τις σκηνές μας στο στάβλο, κάτι που δε θέλαν τα παιδιά αλλά ούτε κι εγώ είχα την διάθεση μετά από τόση κούραση και μούλιασμα. Και πραγματικά ήταν ξεφτίλα το ποσό σύμφωνα με τις τιμές που έχουν εκεί, ακόμα και στα χειρότερα δωμάτια. Αλλά το θέμα δεν ήταν τα χρήματα εκείνη τη στιγμή, αλλά το πού ήμασταν και πώς ήταν το σπίτι και οι άνθρωποι εκεί…
Το σπίτι-πανδοχείο είχε 2 ορόφους, κάτω έμενε η οικογένεια με τους φιλοξενούμενούς της (θα τα πούμε αργότερα αυτά…) και πάνω είχε 3-4 δωμάτια με 2 κοινά μπάνια για ενοικίαση. Μπαίνοντας στο σπίτι μας είπαν ότι θα έπρεπε να βγάλουμε τα παπούτσια μας από την είσοδο κιόλας! Γνωριστήκαμε και με τη γυναίκα του σπιτονοικοκύρη, η οποία μίλαγε αρκετά περίεργα, δυνατά και αλλόκοτα αλλά και με μια αμίλητη περίεργη τύπισσα που καθόταν στην κουζίνα και ήταν χαρακτήρας από ταινία με μάγισσες! Και το βλέμμα της πραγματικά περίεργο…
Ανεβαίνοντας πάνω είδαμε πρώτα 2-3 μαύρα γατιά μέσα στο σπίτι και ένα περίεργο σκύλο που δεν έδειχνε να μας συμπαθεί ιδιαίτερα -σε αντίθεση όμως με τους οικοδεσπότες που ήταν ευγενέστατοι και φιλικότατοι και μιλάγαν άπταιστα αγγλικά.
Αφού αφήσαμε τα βρεγμένα πράγματα σε όλα τα καλοριφέρ (αν και ήταν 20 Ιουλίου έξω δεν είχε πάνω από 10 βαθμούς) θυμηθήκαμε ότι δεν έχουμε φαγητό και ότι όλα θα είναι κλειστά τέτοια ώρα. Το λέμε λοιπόν στη γυναίκα του και αφού με ρώτησε μόνο αν τρώμε μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα, μας είπε να περιμένουμε πάνω στην μεγάλη κουζίνα και σε κανά μισάωρο θα μας φέρει αυτή κάτι να φάμε.
Πρώτα να πω για το σπίτι.
Ήταν πραγματικά κόσμημα. Ένα μεγάλο ξύλινο διώροφο σπίτι στη μέση του πουθενά στην καρδιά του δάσους με υπερβολικά καλόγουστη διακόσμηση σε κάθε γωνιά του σπιτιού, ακόμα και στο μπάνιο. Και όλα αυτά κάπου στα 1500 μέτρα υψόμετρο περίπου.
Όση ώρα περιμέναμε βλέπαμε διάφορους ανθρώπους (6-7 ήταν νομίζω) κάθε ηλικίας και εθνικότητας (κυριολεκτικά) να μπαινοβγαίνουν στο σπίτι και στο υπόγειο… Μετά είδαμε έναν περίεργο πιτσιρικά που μας κοίταζε σαν να έβλεπε ανθρώπους για πρώτη φορά και αργότερα, ξεκινήσαμε να περιεργαζόμαστε τα αντικείμενα του σπιτιού. Παντού είχε βιβλία με μασονικό περιεχόμενο φωτογραφίες με την κλασσική πυραμίδα και το μάτι που είναι σύμβολο των μασόνων, και άλλα διάφορα σύμβολα αποκρυφισμού που έτυχε να γνωρίζουμε. Σε συνδυασμό με τα μαύρα γατιά την μάγισσα στην κουζίνα και τον πιτσιρικά που μας κοίταζε περίεργα είχε αρχίσει να γίνεται πολύ spooky η κατάσταση. Σκεφτόμασταν μήπως ζέσταιναν το τσουκάλι για να μας μαγειρέψουν κάτω και απλά μας καλοπιάνουν τόση ώρα…
Τελικά το γεύμα ήρθε… και πώς ήρθε όμως… με συνοδεία όλο τον κόσμο που έμενε στο σπίτι!
Ανέβηκαν πάνω 6-7 άτομα και ο καθένας κράταγε από κάτι! Το φαγητό ήταν 3 τεράστιες μερίδες μακαρόνια, μια σαλάτα με μισό τόνο λαχανικά και ένα γαμάτο ΤΖΑΤΖΙΚΙ (!!) που μας το έφτιαξε η κυρία του σπιτιού (πολύ sic ακούγεται αυτό) επειδή της είπαμε ότι είμαστε από Ελλάδα και ένα φεγγάρι έμενε στη Ρόδο λέει! Όλοι τους ήταν χαμογελαστοί, ευγενικοί, αλλά και ντροπαλοί περιέργως.
Φάγαμε, απολαύσαμε την ησυχία, το κρύο και την βροχή που είχε έξω και αφού καλού-κακού κλειδώσαμε ώστε να μη γίνουμε ανθρωποθυσία το βράδυ από την μάγισσα που καθόταν υπομονετικά στην κουζίνα, πέσαμε για ύπνο λέγοντας ιστορίες για τον επικείμενο θάνατο μας που κάποτε θα γίνει πετυχημένη ταινία θρίλερ…
Για να πω την αλήθεια δεν ήμασταν και τόσο φοβισμένοι, αλλά όλο αυτό που ζούσαμε ήταν τουλάχιστον περίεργο…
Το επόμενο πρωί δεν είχαμε ιδέα τι θα κάναμε, ασχέτως του καιρού που θα ήταν βροχερός, θα έπρεπε οπωσδήποτε να βρούμε ένα φθηνότερο μέρος να μείνουμε, όπου κι αν ήταν αυτό, αν και ειλικρινά κανείς μας δεν ήθελε να φύγει από κει, ούτε από το σπίτι, ούτε από την περιοχή που ήταν όνειρο…
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Μπραβο ρε μαστορα.
μια χαρα τα πηγες.το διαβασα ολο.
κι ειμαι δυσκολος.
Μπορει να μη ταιριαζουμε στο γουστο κ στη διαμονη αλλά ταιριαζει το χιουμορ.
ιδανικη, η χρηση ειρωνειας κ αστε’ι’σμού
ευγε.
και σ ανωτερα που λενε
καλη προοδο παιδι μου.
Πολυ όμορφη περιγραφή και κατατοπιστικότατη!βέβαια καλό θα ήταν να γράψεις και τα οναματα των camping και των hostel ώστε να ξερουμε και εμείς οι υπόλοιποι αν τύχει να περάσουμε από εκεί τι να αποφύγουμε και τι όχι!και μια ερώτηση θα ήθελα να κάνω!ποια φωτογραφικη έχεις?:)
Ευχαριστώ 🙂
Ιταλια. Η πιο ομορφη χωρα του κοσμου.
να σκεφτεις οτι η Φλωρεντια, ηταν πρωτευουσα της Τοσκανης μεν, αλλα εχασε τα πρωτεια για πρωτευουσα της Ιταλιας δε.
σ αυτην εξακολουθουν κ ζουν απογονοι των μεγαλυτερων οικογενειων
γι αυτο κ τοσο κυρίλα στο κεντρο κλπ
ειναι ολα πολυ ακριβα κ γενικα ενα κλικ πιο πανω
Τους εχει μεινει ενα ψώνιο. Ξεπεσμενη αριστοκρατία τύπου. Σβησμενο Τζακι.
αλλα οπως διαπιστωσες στα παρκα,ο κακος χαμος. Μουλτι κούλτι κι αγκαλίτσα.
εγω ειχα προτιμησει το κεντρο τοτε.
Κριμα που δεν πηγατε στα Ουφίτσι. Εχασες.
(Συνεχιζω την αναγνωση με παθος)…γκα γκαν
Μπράβο ρε Δημοσθένη…