Ημέρα: 36 – Τετάρτη 29/8/2018
Απόσταση: 466 χλμ (σύνολο: 9.083 χλμ)
Διαδρομή: Shiraz – Abarkuh – Yazd (Ιράν)
Ξύπνημα στις 7:00, ένα καλό πρωινό και check out. Φόρτωσα γρήγορα τα πράγματα στη μηχανή και ξεκίνησα με κατεύθυνση προς βορρά, ακολουθώντας ακριβώς τον ίδιο δρόμο με τον οποίο είχα φτάσει εδώ πριν από 3 μέρες. Προτού αφήσω την πόλη, έκανα μία στάση στην είσοδο της. Εκεί, κοντά στο φαράγγι Allah-o-Akbar, με τα βουνά Baba Kuhi και Chehel Maqam να την πλαισιώνουν, βρίσκεται η πύλη του Κορανίου, γνωστή ως Qur’an Gate.
Η πύλη παλαιότερα, περιείχε δύο χειρόγραφα από το Κοράνι του σουλτάνου Ibrahim Bin Shahrukh Gurekani, που σήμερα έχουν μεταφερθεί στο μουσείο του Pars. Χτισμένη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Adud ad-Dawla, είχε υποστεί αρκετές ζημιές μέχρι την εποχή της δυναστείας των Zand όπου αποκαταστάθηκαν. Σε ένα μικρό δωμάτιο στην κορυφή αυτής, φυλάσσονταν τα χειρόγραφα από το Κοράνι, γνωστά ως Hifdah-Man. Οι ταξιδιώτες που περνούσαν κάτω από αυτήν πίστευαν πως λάμβαναν την ευλογία του αυτών των ιερών βιβλίων, ξεκινώντας το ταξίδι τους από το Shiraz. Στις μέρες μας αποτελεί ένα από τα αγαπημένα μέρη χαλάρωσης των ντόπιων, ιδανικό για πικ νικ στα γύρω πάρκα.
Συνάντησα έργα συντήρησης όταν έφτασα ενώ ακριβώς απέναντι υπήρχαν κάποιοι μικροί τεχνητοί καταρράκτες, αλλά και αρκετός κόσμος που άραζε πάνω σε στρωμένα χαλιά. Μια παρέα ντόπιων με βλέπει με την κάμερα στο χέρι και μου πιάνουν την κουβέντα. Στο τέλος μου ζητάνε να τους τραβήξω μια φωτογραφία και να την κρατάω πίσω στην Ελλάδα, άλλο που δεν ήθελα κι εγώ. Χαιρετηθήκαμε και ξεκίνησα τη μεγάλη μου διαδρομή για σήμερα, που αν όλα πήγαιναν καλά θα με έβγαζε στο τέλος της μέρας στο όμορφο Yazd.
Υπολόγιζα γύρω στα 450 χιλιόμετρα, με μια μεγάλη στάση στο Abarkuh, κάπου στη μέση της διαδρομής. Η θερμοκρασία ήταν ακόμα καλή και έτσι απόλαυσα την οδήγηση, συναντώντας γνωστά μέρη που είχα ξαναδεί ερχόμενος στο Shiraz. Πέρασα από την Persepolis και το Naqsh-e Rustam αλλά αυτή τη φορά τα χάζεψα μόνο από μακριά.
Λίγο πριν το Surmaq αφήνω το δρόμο 65 και ακολουθώ τον 78 με κατεύθυνση για Abarkuh. Από εκείνο το σημείο το τοπίο αλλάζει. Διασχίζω μερικά χαμηλά βουνά και ακολουθεί μια πανέμορφη, και ταυτόχρονα αρκετά θερμή, έρημος. Δεξιά και αριστερά, εγκαταλελειμμένα κτίσματα με τοίχους από πηλό, σαν μικρά φρούρια. Κτίσματα που λόγω των υλικών τους είχαν εξ αρχής κατασκευαστεί με ημερομηνία λήξης.
Στην περιοχή υπάρχουν τέσσερα “Ice Houses” που χρονολογούνται από τη δυναστεία των Qajar. Τα Ice Houses, γνωστά και ως Yakhchal, είναι αρχαία κτίρια που χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση πάγου και φαγητού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, κάτι σαν μεγάλα ψυγεία του παρελθόντος. Μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ. οι Πέρσες μηχανικοί είχαν βρει μία τεχνική αποθήκευσης πάγου, ακόμα και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, καταμεσής της έρημου.
Ο πάγος μεταφερόταν εδώ είτε από τα κοντινά βουνά κατά τη διάρκεια του χειμώνα, είτε μαζευόταν από ένα τοίχο που χτιζόταν παραδίπλα, με κατεύθυνση από ανατολή σε δύση. Το χειμώνα διοχετευόταν νερό στη βορινή του πλευρά, πάγωνε κατά τη διάρκεια της νύχτας και έπειτα αποθηκευόταν στο εσωτερικό του Yakhchal. Η υπόγεια κοιλότητα αποθήκευσης πάγου καλυπτόταν από θόλο συνήθως κωνικού σχήματος. Η θερμοκρασία στο χώρο του πάγου παρέμεινε αρκετά χαμηλή, ώστε να μπορεί να τον διατηρήσει μέχρι τον επόμενο χειμώνα. Αυτός ο μεγάλος υπόγειος χώρος, που έφτανε σε χωρητικότητα μέχρι και τα 5.000 κυβικά μέτρα, είχε πυκνούς τείχους πλάτους τουλάχιστον δύο μέτρων, κατασκευασμένους από ειδικό κονίαμα που ονομάζεται sarooj, αποτελούμενο από άμμο, πηλό, ασπράδια αυγού, ασβέστη, τρίχες κατσίκας και τέφρα σε συγκεκριμένες αναλογίες. Tο μίγμα αυτό ήταν ανθεκτικό στη μεταφορά θερμότητας και εντελώς αδιαπέραστο από το νερό.
Μπαίνοντας στην πόλη, το μάτι μου πιάνει αριστερά το πρώτο Yakhchal. Δεν υπάρχουν πινακίδες για εκεί αλλά έχοντας καταλάβει στο περίπου που είναι, σιγά – σιγά βρίσκω το δρόμο. Φαίνεται ερειπωμένο και παρατημένο στη μοίρα του. Αφού λοιπόν δεν είναι κανείς τριγύρω, απολαμβάνω μόνος αυτό το τεράστιο κατασκεύασμα. Παρκάρω τη μηχανή μπροστά του και περπατάω τριγύρω. Έξω έχει γύρω στους 40 βαθμούς Κελσίου, μέσα γύρω στους 25, συνεπώς η διαφορά είναι κάτι παραπάνω από αισθητή.
Επιστρέφοντας στον κεντρικό δρόμο που με οδηγεί στο κέντρο της πόλης βρίσκω άλλο ένα τέτοιο εντυπωσιακό κτίσμα, αρκετά καλά διατηρημένο αυτή τη φορά. Φυσικά δεν μπορώ να το παραβλέψω οπότε κάνω μια δεύτερη στάση, αν και εντελώς εκτεθειμένος στον ήλιο που τον νιώθω να μου καίει το δέρμα.
Ωραία λοιπόν, ας σκεφτούμε λίγο τώρα. Τι θα ήταν ιδανικό κάτω από αυτή τη ζέστη; Χμμ… παγωμένο νεράκι ή μήπως παγωτό; Τίποτα από τα δύο. Μόνο η σκιά ενός τεραααάστιου δέντρου θα μπορέσει να με σώσει πρέπει να σκέφτηκα. Ανοίγω το gps και βρίσκω το σημείο που έψαχνα, που δεν είναι άλλο από το γιγάντιο “Κυπαρίσσι του Abarkuh”, γνωστό και ως “Sarv-e Abar Kuh”.
Χώνομαι σε μερικά στενάκια μέχρι που το αντικρίζω στο βάθος, ξεχώριζε εύκολα λόγω του όγκου του από τα τριγύρω κτίρια. Με ύψος 25 μέτρα και περίμετρο κορμού 11,5 μέτρων στη βάση του, υπολογίζεται ότι έχει ηλικία μεγαλύτερη των 4 χιλιάδων ετών. Το δέντρο προστατεύεται από τον Οργανισμό Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Ιράν ως εθνικό μνημείο της φύσης και είναι πράγματι ένα σημαντικό τουριστικό αξιοθέατο, κρίνοντας από τον κόσμο που το επισκέπτεται. Υπάρχουν αρκετές αναφορές ιστορικών αλλά και ένας μύθος που αναφέρει ότι το δέντρο αυτό φυτεύτηκε από τον γιο του Νώε.
Να ομολογήσω βέβαια πως ψάχνοντας, δε βρήκα κάποια επιστημονική μελέτη μέτρησης της ηλικίας του και συνεπώς δεν ξέρω κατά πόσο αυτά που λέγονται για το συγκεκριμένο δέντρο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Θυμάμαι το τεράστιο El Arbol del Tule που είχα επισκεφτεί στην Οαχάκα του Μεξικού ή και την μεγάλη ελιά στις Βούβες των Χανιών που περηφανεύεται ότι έχει το ρεκόρ της αρχαιότερης ελιάς στον κόσμο. Ψάχνοντας όμως κάποιος στο διαδίκτυο για τα μεγαλύτερα σε ηλικία δέντρα, έπειτα από επίσημη μέτρηση, δε βρίσκει εκεί κανένα από τα τρία. Όπως και να έχει, μιλάμε για ένα πραγματικά τεράστιο κυπαρίσσι που χρωστάει την ύπαρξη του στις ευνοϊκές φυσικές συνθήκες της τοποθεσίας στην οποία βρίσκεται. Άλλωστε, το μυστήριο με την ηλικία του, κάνει αυτό το μέρος ακόμα πιο ενδιαφέρον νομίζω.
Δυστυχώς, λόγω της περίφραξης του δεν μπορούσα να το πλησιάσω και να χαρώ τη σκιά του, αποφάσισα λοιπόν να φύγω από εκεί και να κατευθυνθώ στο τελευταίο αξιοθέατο που είχα σημειώσει σε αυτή την μικρή αλλά εξαιρετικά συμπαθητική πόλη. Πρόκειται για το αρχοντικό Aghazadeh, γνωστό σε όλους που έχουν ταξιδέψει στο Ιράν αφού απεικονίζεται πάνω στο χαρτονόμισμα των 20.000 Rial.
Πριν φτάσω εκεί οδηγάω στους έρημους, λόγω ώρας, δρόμους της πόλης και σε κάποιο σημείο αφήνω τη μηχανή και χάνομαι στα στενά δρομάκια. Μου θυμίζει άλλες εποχές, μία πόλη φτιαγμένη από πηλό που σιγά – σιγά καταρρέει κάτω από το βάρος του χρόνου.
Φτάνοντας στο Aghazadeh κόβω ένα μικρό εισιτήριο και εισέρχομαι στο εσωτερικό του. Το μέρος λειτουργεί ταυτόχρονα ως ξενώνας και ως μουσείο, αλλά δεν υπάρχουν άλλοι επισκέπτες πέρα από εμένα εκείνη τη στιγμή. Τόσο το αρχοντικό όσο και ο ανεμόπυργος του, χτίστηκαν κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Qajar και το συγκρότημα θεωρείται ως ένα εθνικό ιστορικό μνημείο του Ιράν. Ο ανεμόπυργος του μάλιστα, με ύψος 18 μέτρα, θεωρείται ως ένας από τους ωραιότερους στον κόσμο. Υπάρχουν 19 αεραγωγοί ρύθμισης του αέρα στον ανεμοθώρακα, οι οποίοι είναι εσωτερικά συνδεδεμένοι με ένα δεύτερο ανεμόπυργο.
Ο ανεμόπυργος, γνωστός και ως ανεμοσυλλέκτης ή ανεμοπαγίδα (windcatcher), είναι ένα παραδοσιακό περσικό αρχιτεκτονικό στοιχείο που συμβάλλει στο φυσικό κλιματισμό εσωτερικών χώρων, παγιδεύοντας τον άνεμο και κατευθύνοντας τον μέσα στο κτίριο. Η χρήση του προέρχεται από την Αρχαία Αίγυπτο και επιβιώνει μέχρι και σήμερα. Είναι αρκετά διαδεδομένος στα περισσότερα ισλαμικά κράτη, κυρίως στο Ιράν και στην Αραβική χερσόνησο. Το ιδιοφυές αυτό σύστημα που δημιουργήθηκε μετά από χιλιετίες συνεχών βελτιώσεων, μπορεί να μειώσει την εσωτερική θερμοκρασία του κτιρίου μέχρι και 15° C, γεγονός εξαιρετικά σημαντικό τα παλαιότερα χρόνια, αλλά και σήμερα.
Το Aghazadeh διαθέτει μια αίθουσα, με σχήμα σταυρού, μαζί με μια μεγάλη κεντρική αυλή και μια πέτρινη πισίνα στη μέση της. Αποτελείται από τρία διαφορετικά τμήματα, επιτρέποντας στους κατοίκους να ζουν σε διαφορετικά μέρη του σπιτιού ανάλογα τις καιρικές συνθήκες στις διάφορες εποχές του χρόνου. Η πέργκολα έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να αφήνει το φως να φτάνει στο κτίριο εύκολα, κάνοντας το πιο φωτεινό. Με τον φύλακα να μου δίνει το κλειδί της πόρτας που οδηγεί στην ταράτσα, ανεβαίνω αμέσως πάνω και παρά τον ήλιο, μένω εκεί για ώρα απολαμβάνοντας τη μοναδική θέα.
Έχει περάσει η ώρα και η αλήθεια είναι ότι θα ήθελα να φτάσω στη Υazd μέρα. Πριν μπω στο δρόμο, ψάχνω κάτι για να δροσιστώ αφού ο λαιμός μου έχει ξεραθεί εντελώς. Βρίσκω ένα ψιλικατζίδικο και μια όμορφη σκιά δίπλα του. Αγοράζω ένα χυμό του ενός λίτρου που αδειάζω σε 3 δευτερόλεπτα και παίρνω κι ένα παγωτό που κάνω μια μπουκιά. Εντάξει, νιώθω καλύτερα τώρα. Αποχαιρετώ την όμορφη σκιά και κρύβοντας όσο μπορώ κάθε σημείο του δέρματος μου, ώστε να μην το βρίσκουν οι ακτίνες του ήλιου, ανεβαίνω στη μηχανή.
Βγαίνοντας από την πόλη απλώνεται μπροστά μου μια τεράστια έρημος. Κατοικίες από άμμο, μισοδιαλυμένες και πάλι. Έπειτα από λίγο… τίποτα. Η απόλυτη έρημος χωρίς κανένα απολύτως ίχνος ζωής.
Χαζεύω τη διαδρομή και αν και νιώθω μια μικρή νύστα, μιλάω συνεχώς στον εαυτό μου μέσα από το κράνος για να με κρατάω ξύπνιο. Η θερμοκρασία πρέπει να είναι πάνω από 45ο C αλλά αυτό το άγριο και ταυτόχρονα μαγευτικό τοπίο που έχω μπροστά μου, με βοηθάει να αγνοώ τη ζέστη. Φορώντας ένα buff στο πρόσωπο για να μην με καίει ο αέρας, αφού το τζάμι το έχω ανοιχτό, σκέφτομαι τι τραβούσε ο Μέγας Αλέξανδρος που επιστρέφοντας από τις Ινδίες έπεσε πάνω στην έρημο της Γεδρωσίας (γνωστή σήμερα ως έρημος Βαλουχιστάν), λίγο πιο νότια από εδώ.
Ένα από τα περίεργα φαινόμενα που συναντούσα στο δρόμο μου κατά τη διάρκεια της οδήγησης, ήταν κάποιοι μικροί ανεμοστρόβιλοι. Μη φανταστείτε κάτι μεγάλο, απλά ένας γρήγορος στροβιλισμός του αέρα πάνω από την άμμο που μετά από λίγο εξαφανιζόταν. Ήθελα να φωτογραφίσω έναν αλλά δεν τα είχα καταφέρει ακόμα. Μέχρι να σταματήσω και να βγάλω την κάμερα είχαν χαθεί.
Ξαφνικά, κι ενώ χαζεύω την έρημο γύρω μου, πιάνει το μάτι μου ένα σύννεφο σκόνης στα 200 μέτρα αριστερά. Καρφώνω το βλέμμα μου εκεί και το μυαλό μου πάει απευθείας σε ανεμοστρόβιλο. Να το πάλι, σκέφτηκα από μέσα μου. Το σύννεφο παραδόξως μεγαλώνει απότομα, τόσο πολύ που με κάνει να αγχώνομαι για μια στιγμή, αν θα με χτυπήσει ή όχι. Κοιτάω καλύτερα και βλέπω ένα λευκό αυτοκίνητο να βγαίνει από εκεί μέσα, κάνοντας τούμπες. Είναι στο απέναντι ρεύμα και οι δύο λωρίδες έχουν 30-40 μέτρα απόσταση, αλλά είμαι σχεδόν δίπλα του. Φρενάρω απότομα και σταματάω στην άκρη του δρόμου, το χέρι μου πάει αυτόματα στην κάμερα. Υπάρχουν αυτοκίνητα στο ρεύμα του που ακολουθούν και σταματάνε δίπλα του. Δύο άνθρωποι βγαίνουν από το όρθιο στημένο αυτοκίνητο, φαίνονται να είναι καλά παρόλο που το τρακάρισμα ήταν πραγματικά άσχημο. Σε λίγα λεπτά έχουν σταματήσει μερικές 10άδες αυτοκίνητα. Προσπαθώ από τις αντιδράσεις τους να καταλάβω αν χτύπησε κάποιος πολύ αλλά δεν παίρνω τέτοια εικόνα. Ο δρόμος στο σημείο αυτό είναι μια τεράστια ευθεία και αφού άλλα αυτοκίνητα τριγύρω δεν υπήρχαν, υποθέτω ότι ο οδηγός ζαλίστηκε ή αποκοιμήθηκε. Έχοντας εμπλακεί παλαιότερα σε τροχαίο με αυτοκίνητο, νιώθω ένα σφίξιμο στο στομάχι αλλά δε μπορώ να βοηθήσω, βάζω λοιπόν μπροστά και φεύγω.
Η έρημος τελειώνει και τη θέση της παίρνουν τα βουνά, με το δρόμο να χάνεται ανάμεσα τους. Το ανάγλυφο τους είναι περίεργο και εξαιρετικά εντυπωσιακό. Για καλή μου τύχη η θερμοκρασία αρχίζει να πέφτει και η κίνηση είναι ελάχιστη. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι λόγω του τοπίου, σταματάω κάθε τρεις και λίγο για φωτογραφίες.
Μόλις εξέρχομαι από τα βουνά εμφανίζεται μπροστά μου η πόλη του Yazd. Βάζω στο gps τις συντεταγμένες ενός hostel που μου είχε προτείνει ο φίλος μου ο Payam και εισέρχομαι στην πόλη. Αρχικά φαίνεται σαν μια μεγάλη και σύγχρονη πόλη, προς το κέντρο όμως συναντάω εκείνα τα όμορφα πήλινα σπίτια που με είχαν εντυπωσιάσει και στο Abarkuh, δείγμα της αρχιτεκτονικής της περιοχής.
Βρίσκω τον ξενώνα αλλά η πόρτα είναι κλειστή και κανείς δεν απαντάει στο κουδούνι. Επικοινωνώ με τον ιδιοκτήτη, σε ένα αριθμό που βρίσκω στο TripAdvisor, και μετά από ένα χαμένο μισάωρο καταφθάνει λαχανιασμένος ο κακόμοιρος. Εκμεταλλεύομαι τις τύψεις του και κερδίζω μια καλή τιμή για το δωμάτιο. Στην πραγματικότητα είναι η τιμή που δίνεται για τους Ιρανούς, αλλά μετά από τέτοια βόλτα νομίζω μου αξίζει να με αντιμετωπίζουν σαν ντόπιο κι ας μην μιλάω τη γλώσσα τους.
Παραδόξως, το hostel αν και μεγαλούτσικο είχε μόνο εμένα πελάτη για σήμερα. Ο άνθρωπος μου εξηγεί ότι διαχειρίζεται και ένα δεύτερο ξενώνα, με αρκετό κόσμο, οπότε μου αφήνει τα κλειδιά και φεύγει. Όλο δικό μου λοιπόν. Το μόνο κακό είναι ότι δε βρίσκω parking για την καλή μου αλλά ο ιδιοκτήτης με διαβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει κανένα απολύτως πρόβλημα στο στενάκι που έχω παρκάρει, άλλωστε ακριβώς απέναντι βρίσκεται η κάμερα του ξενώνα.
Κάνω ένα ντουζάκι και κατά τις 20:30 κατεβαίνω στην πόλη. Περπατάω στα όμορφα στενάκια με το στομάχι μου να γουργουρίζει και βρίσκομαι σε ένα παζάρι όπου τα κοσμηματοπωλεία έχουν την τιμητική τους. Εκεί κάπου κατάλαβα πόσο σημαντικός είναι ο χρυσός για τους Ιρανούς.
Βγαίνω από το παζάρι και βρίσκομαι στην πλατεία Amir Chakhmaq, με το ομώνυμο συγκρότημα κτιρίων να απλώνεται μπροστά μου. Στην πλατεία, μπροστά από τους δύο τεράστιους μιναρέδες, υπάρχει μουσική και αρκετός κόσμος καθισμένος σε καρέκλες, σαν να επρόκειτο να παρακολουθήσει ομιλία. Κάνω δύο γύρους χαζεύοντας τριγύρω αλλά δε μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει και έτσι επιλέγω να χαθώ στους δρόμους της πόλης.
Περπατάω προς τον Ζωροαστρικό Ναό του Πυρός (Fire Temple) αλλά όπως ήταν αναμενόμενο είναι κλειστός για επίσκεψη τέτοια ώρα, αναγκάζομαι λοιπόν να περιοριστώ σε μια φωτογραφία από την αυλή του. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 167 παρόμοιοι ναοί στον κόσμο, εκπροσωπώντας τη θρησκεία του Ζωροαστρισμού, εκ των οποίων 150 στην Ινδία και 17 σε άλλες χώρες. Ο Ζωροαστρισμός θεωρείται η παλαιότερη μονοθεϊστική θρησκεία στον κόσμο, την οποία κήρυξε ο Ζαρατούστρα γύρω στον 18ο αιώνα π.Χ.. Παραδόξως, διαθέτει πιστούς ακόμα και σήμερα που υπολογίζονται σε 150.000 παγκοσμίως, 20.000 εξ αυτών στο σημερινό Ιράν. Σύμφωνα με την παράδοση η φωτιά μέσα στο τέμπλο (η οποία φαίνεται μέσα από ένα παράθυρο) καίει από το 470 μ.Χ..
Σε ένα σημείο συναντάω κόσμο μαζεμένο. Μοιράζουν στους διερχόμενους, πεζούς και αυτοκίνητα, ένα τοπικό ποτό που μοιάζει με χυμό αλλά δεν μπορώ να καταλάβω από τι φτιάχνεται. Καθώς έχω πάρει το ποτηράκι μου και πίνω, σκάνε και τα πυροτεχνήματα. Ρωτάω να μάθω τι συμβαίνει αλλά δε βρήκα άνθρωπο να μιλάει αγγλικά, συνεπώς γρήγορα εγκαταλείπω την προσπάθεια. Λίγο παραπέρα συναντάω και δεύτερο σημείο. Εντάξει, ας δοκιμάσω λίγο κι από εδώ, μην μείνουν παραπονεμένοι. Έχοντας μασουλήσει και μια νόστιμη πατατόπιτα προ ολίγου αντιλαμβάνομαι ότι δε χρειάζομαι πλέον βραδινό, η πείνα μου έχει εξαφανιστεί.
Επιστρέφω στο Amir Chakhmaq Complex. Πλέον η μουσική έχει σταματήσει και στη σκηνή έχει ανέβει ένας τύπος. Δεν μπορώ να καταλάβω αν είναι θρησκευτικός ηγέτης, πολιτικός ή απλά τσαρλατάνος. Οι κινήσεις και ο λόγος του είναι εντελώς θεατρικές και από κάτω το κοινό δείχνει να τον λατρεύει, μένοντας προσηλωμένο σε αυτά που ακούει. Τραβάω μερικές φωτογραφίες, με την ελπίδα να μη με περάσουν για δυτικό κατάσκοπο και με συλλάβουν, και αράζω λίγο παραπέρα για κανένα μισάωρο παρακολουθώντας μια ομιλία όπου κυριολεκτικά δεν έχω πιάσει λέξη.
Επιστρέφοντας στο hostel είδα ότι ο ιδιοκτήτης ήταν και πάλι απών. Κλειδιά είχα αυτή τη φορά οπότε δε με ένοιαζε. Αράζω στη δωματιάρα μου, ανοίγω το air-condition και χαλαρώνω στο κρεβάτι απολαμβάνοντας το Wi-Fi του ξενώνα. Περισσότερη εξερεύνηση αύριο, ύπνο τώρα.
Έξοδα:
Βενζίνη (80.000 IRR) | 0,70 € |
Εισιτήριο Sarv-e Abar Kuh (100.000 IRR) | 0,80 € |
Εισιτήριο Aghazadeh House (80.000 IRR) | 0,70 € |
Διαμονή σε Hostel (600.000 IRR) | 4,80 € |
Διάφορα (140.000 IRR) | 1,20 € |
Σύνολο (έξοδα ανά άτομο) | 8,20 € |
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |