Ημέρα: 05 – Κυριακή 29/7/2018
Απόσταση: 319 χλμ (σύνολο: 901 χλμ)
Διαδρομή: Τιφλίδα – Kazbegi – Gergeti Trinity Church – Τιφλίδα (Γεωργία)
Πολλή ζέστη το βράδυ και με το air-condition κλειστό βρέθηκα να κάνω βόλτες στο διαμέρισμα πριν ακόμα χτυπήσει το ξυπνητήρι. Φτιάξαμε πρωινό αλλά και κολατσιό για την εκδρομή μας και κατά τις 8:30 ήμασταν όλοι έτοιμοι για αναχώρηση περιμένοντας τον Bachuki. Ο Bachuki ήταν οικογενειακός φίλος της Marta και είχε προσφερθεί να μας δανείσει το αυτοκίνητο του για την Κυριακή. Ο λόγος ήταν ότι είχαμε προγραμματίσει μονοήμερη εκδρομή προς την περιοχή του Kazbegi, αλλά το αυτοκίνητο της Marta που θα χρησιμοποιούσαμε είχε ένα ατύχημα λίγες μέρες πριν κι έτσι βρισκόταν ακόμα στο συνεργείο.
Κι αφού είχα αρνηθεί την αρχική πρόταση φοβούμενος μην πάει κάτι στραβά, να πάρω δηλαδή εγώ τη Mercedes E-Class του Bachuki, τελικά προσφέρθηκε ο ίδιος να έρθει μαζί μας και να οδηγήσει, βγάζοντας με από αυτή την δύσκολη θέση. Ο Bacho, όπως τον φώναζε η Marta, δυσκολευόταν με τα αγγλικά αλλά είχε τέτοια διάθεση και ενέργεια μέσα του που έκανε τη βόλτα μας υπέροχη. Μόλις χωθήκαμε στο αυτοκίνητο γύρισε και μας είπε… “And now my friends, welcome to my plane. Let the trip start”.
Οδηγώντας βόρεια βγήκαμε από την Τιφλίδα. Λίγο έξω από την πόλη συναντήσαμε το μοναστήρι Jvari, ένα γεωργιανό ορθόδοξο μοναστήρι του 6ου αιώνα που κατατάσσεται στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Η ιστορία λέει ότι σε αυτή την τοποθεσία στις αρχές του 4ου αιώνα, ο ευαγγελιστής Άγιος Νίνο τοποθέτησε ένα μεγάλο ξύλινο σταυρό στο χώρο ενός ειδωλολατρικού ναού. Λέγεται επίσης ότι ο σταυρός αυτός μπορούσε να κάνει θαύματα και για το λόγο αυτό προσέλκυσε προσκυνητές από όλο τον Καύκασο. Η μικρή εκκλησία που ανεγέρθηκε πάνω από τα υπολείμματα του ξύλινου σταυρού ονομάστηκε “Μικρή Εκκλησία του Jvari”. Ο ναός που βρίσκεται σε αυτή τη θέση σήμερα, γνωστός ως η “Μεγάλη Εκκλησία του Jvari” χτίστηκε μεταξύ 590 και 605 από τον Erismtavari Stepanoz.
Σε μικρή απόσταση από το μοναστήρι είναι η πόλη Mtskheta, η παλιά πρωτεύουσα του βασιλείου της Ιβηρίας. Πρόκειται για μία από τις παλαιότερες πόλεις της Γεωργίας, 20 χιλιόμετρα βόρεια της Τιφλίδας, στη συμβολή των ποταμών Mtkvari και Aragvi. Από εκεί ξεκίνησε ο εκχριστιανισμός της Ιβηρίας με αποτέλεσμα ο Χριστιανισμός να είναι σήμερα το επίσημο θρήσκευμα της Γεωργίας. Σε αναγνώριση του ρόλου της, η Mtskheta έχει αποκτήσει το χαρακτήρα της “Ιερής Πόλης”.
Λίγο αργότερα αφήνουμε τον αυτοκινητόδρομο Ε60 παίρνοντας κατεύθυνση προς βορρά, κινούμενοι παράλληλα στον ποταμό Aragvi. Αριστερά μας ο καταυλισμός προσφύγων του Tserovani, το σημείο όπου 2.000 άνθρωποι εγκαταστάθηκαν μετά τον πόλεμο της Νότιας Οσσετίας το 2008. 10 χρόνια μετά παραμένουν εκεί, εγκατεστημένοι στα μικρά τετράγωνα σπιτάκια με τις κεραμιδένιες στέγες.
Επιχειρώντας να περιγράψω τα γεγονότα που έλαβαν μέρος στις περιοχές της Αμπχαζίας και της Νοτίου Οσσετίας αντιλαμβάνομαι πόσες ομοιότητες εμφανίζει η ιστορία αυτή σε σύγκριση με την γεγονότα του εμφυλίου της Γιουγκοσλαβίας που προσπαθούσα να κατανοήσω και να περιγράψω ένα χρόνο πριν, όταν έγραφα το αντίστοιχο ταξιδιωτικό για τα Βαλκάνια. “Η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα” είχε πει 150 χρόνια πριν ο Καρλ Μαρξ και δεν μπορώ παρά να ταυτιστώ απολύτως με αυτή την φράση.
Οι Οσσέτιοι είναι απόγονοι ιρανικών εθνικών ομάδων με προέλευση από τις περιοχές κατά μήκος του ποταμού Ντον. Ήρθαν στον Καύκασο αφότου διώχτηκαν από την πατρίδα τους, από τους Μογγόλους εισβολείς το 13ο αιώνα. Μερικοί απ’ αυτούς εγκαταστάθηκαν στη Βόρεια Οσσετία (τμήμα της Ρωσίας) και τη Νότια Οσσετία (τμήμα της Γεωργίας) με τους γηγενείς Γεωργιανούς να αποτελούν εκεί εθνική μειονότητα.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, οι δύο περιοχές ανακήρυξαν την αυτονομία τους και εξέφρασαν την επιθυμία τους για ένωση με τη μαμά Ρωσία. Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν σε στρατιωτικές συγκρούσεις από το 1991 έως το 1993 με τη Γεωργία να σπεύδει να διατηρήσει την κυριότητα των εδαφών της και να προστατέψει τον γεωργιανό πληθυσμό αφού οι παραπάνω περιοχές βρίσκονταν εντός των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων της. Με τη στήριξη της Ρωσίας, οι γεωργιανές δυνάμεις ηττήθηκαν και μετά τον πόλεμο του 1991-1992 ρωσικές δυνάμεις τοποθετήθηκαν στη Νότια Οσσετία ως ειρηνευτική δύναμη καθιστώντας τη Ρωσία κεντρικό συνομιλητή. Οι δύο αυτές περιοχές, λόγω της ρωσικής καταγωγής των κατοίκων τους, ανέπτυξαν σχέσεις με τη Ρωσία, η οποία και παραχώρησε ρωσικά διαβατήρια στην πλειονότητα των πολιτών αυτών.
Η σημαντική γεωπολιτική θέση των δύο αυτών περιοχών οδήγησε σταδιακά σε σύγκρουση τη Γεωργία και τη Ρωσία. Οι ΗΠΑ, εκμεταλλευόμενες την κατάσταση και προσπαθώντας να ισχυροποιήσουν τα συμφέροντά τους στην Κεντρική Ασία, καλλιέργησαν τις σχέσεις τους με τη Γεωργία παρέχοντας της οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη με τη μορφή οπλισμού και αποστολής στρατιωτικών συμβούλων για την αναδιοργάνωση του στρατού της. Η απόφαση μάλιστα των ΗΠΑ να υποστηρίξουν τη Γεωργία στην προσπάθειά της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων στο ΝΑΤΟ, προκάλεσε την όξυνση των σχέσεων με τη Μόσχα, η οποία έβλεπε μία – μία τις όμορες της χώρες να περνούν στη σφαίρα της επιρροής των Αμερικανών. Στις 4 Ιουλίου 2008 η Νότια Οσσετία κήρυξε γενική επιστράτευση, καθώς δέχθηκε επίθεση από γεωργιανές δυνάμεις και ένα μήνα μετά ο γεωργιανός στρατός παραβιάζοντας την εκεχειρία επιτέθηκε εναντίον του Τσχινβάλι, της πρωτεύουσας της Νότιας Οσσετίας, προσπαθώντας να ανακτήσει τον έλεγχο των περιοχών που θεωρούσε ότι της ανήκουν, καταγγέλλοντας βιαιοπραγίες των αυτονομιστών κατά γεωργιανών χωριών.
Σχεδόν αμέσως με την επίθεση της Γεωργίας, και ενώ οι γεωργιανές δυνάμεις κλιμάκωναν την επίθεση, ρωσικά στρατεύματα εισήλθαν στο έδαφος της Νότιας Οσσετίας, υποστηριζόμενα από άρματα μάχης, ενώ ρωσικά αεροπλάνα βομβάρδισαν στρατιωτική βάση κοντά στην Τιφλίδα. Από το απόγευμα της 8ης Αυγούστου μαινόταν η μάχη για τον έλεγχο του Τσχινβάλι, που υπέστη σφοδρούς βομβαρδισμούς και μεγάλες καταστροφές. Η επίθεση της Γεωργίας προκάλεσε τον θάνατο αμάχων, οι οποίοι από την Ρωσία υπολογίζονται στους 2.000, εκτίμηση που διαψεύδεται από τη Γεωργία.
Μετά τον πόλεμο των 5 ημερών, που οδήγησε σε ανοιχτή σύγκρουση του γεωργιανού με τον ρωσικό στρατό, η Γεωργία έχασε οριστικά τον έλεγχο των παραπάνω περιοχών και έκτοτε τόσο η Αμπχαζία όσο και η Νότια Οσσετία θεωρούνται από τη Γεωργία ως κατεχόμενα εδάφη, με τις διοικήσεις τους να βρίσκονται εξόριστες στην Τιφλίδα. Το 2014 η Αμπχαζία και το 2015 η Νότια Οσσετία υπέγραψαν συνθήκη συμμαχίας και ενοποίησης με τη Ρωσία καθιστώντας τη Μόσχα υπεύθυνη για τα τελωνεία, την άμυνα και την ασφάλεια των περιοχών αυτών. Η ίδια ιστορία επαναλήφθηκε στην Ουκρανία, μία δεκαετία μετά, στην περίπτωση της κήρυξης αυτονομίας από την Κριμαία, πάλι με τη στήριξη της Ρωσίας.
Όταν ταξιδεύω σε ένα μέρος προσπαθώ πάντα να παίρνω μία γεύση από τη μουσική της περιοχής αυτής, ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνω τη γλώσσα. Στην περίπτωση της Γεωργίας το αγαπημένο μου κομμάτι το γνώρισα από το ραδιόφωνο, μέσα από τις φωνές των Irma Araviashvili και Mariam Cqvitinidze. Αργότερα έμαθα πως αναφέρεται στον πόλεμο της Αμπχαζίας και τις χαμένες πατρίδες των Γεωργιανών. Πατήστε το play και απολαύστε το… επιβάλλεται.
Πίσω στη διαδρομή μας. Η μέρα έξω υπέροχη και η διαδρομή μας προς τα βόρεια άφηνε πίσω τη ζέστη της Τιφλίδας, καθώς ανεβαίναμε υψόμετρο. Στην άκρη του δρόμου ξεχασμένα μνημεία μιας άλλης εποχής.
Από το σημείο που βρισκόμασταν ξεκινάει ο διάσημος Military Road, μία από τις ομορφότερες διαδρομές της Γεωργίας που δεν πρέπει να χάσει κανείς ταξιδιώτης. Με μήκος 212 χιλιομέτρων συνδέει την Τιφλίδα με το Vladikavkaz της Ρωσίας. Στην ουσία είναι ο μοναδικός δρόμος που συνδέει Ρωσία με Γεωργία και επομένως ο μοναδικός δρόμος που συνδέει τη Ρωσία με την Αρμενία και το Ιράν, πράγμα που διαπιστώνει πολύ εύκολα κανείς από τα φορτηγά που συναντάει στο δρόμο. Και μιλάμε για πολλά φορτηγά.
Ο δρόμος αυτός που χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα, με αναφορές που φτάνουν μέχρι το τον Στράβωνα 2.000 χρόνια πριν, υπήρξε σημαντική αρτηρία για τη μεταφορά ρωσικών στρατευμάτων τον 18ο και 19ο αιώνα. Το 1801 ο Τσάρος Αλέξανδρος διέταξε τη βελτίωση του δρόμου, με κόστος υπέρογκο για εκείνα τα χρόνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο δρόμος είχε κλείσει από το 2006 έως το 2013, λόγω της διένεξης που αφορούσε τη Νότια Οσσετία.
Σε λίγο συναντάμε τη λίμνη Zhinvali που δημιουργείται από τον ποταμό Aragvi, καθώς και το αντίστοιχο φράγμα που διαθέτει το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό σταθμό στη χώρα, συνολικής ισχύος 130 MW. Σε μία στάση στην άκρη του δρόμου η Marta φρόντισε να βρει ένα παραδοσιακό γεωργιανό καπέλο και ο Θανάσης δεν έχασε ευκαιρία να ποζάρει με αυτό, σαν αληθινός Γεωργιανός.
Στις όχθες της λίμνης βρίσκεται το κάστρο του Ananuri, περίπου 70 χιλιόμετρα από την Τιφλίδα. Με πολλές σελίδες ιστορίας από μάχες και πολιορκίες, το φρούριο παρέμεινε σε λειτουργία μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα. Εντός αυτού βρίσκονται δύο εκκλησίες. Παλαιότερη είναι η Εκκλησία της Παναγίας με τετράγωνο πύργο που χρονολογείται από το πρώτο μισό του 17ου αιώνα και είναι χτισμένη με τούβλο. Νεότερη και μεγαλύτερη είναι η Εκκλησία της Μητέρας του Θεού (Ghvtismshobeli) που χτίστηκε το 1689 και περιέχει τα ερείπια αρκετών τοιχογραφιών, τα περισσότερα από τα οποία καταστράφηκαν από τη φωτιά το 18ο αιώνα.
Στο δρόμο μας βρήκαμε αρκετά σημεία όπου μπορεί κάποιος να κάνει rafting. Για όσους θέλουν να δοκιμάσουν τα παγωμένα νερά του Καυκάσου, καλό θα ήταν να μην χάσουν την ευκαιρία.
Μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα σταματήσαμε και πάλι, κοντά στην πόλη Psanauri, στο σημείο που ενώνεται ο Λευκός (Tetri) Aragvi με τον Μαύρο (Shavi) Aragvi. Υπάρχει μια όμορφη ιστορία εδώ που μου είχε πει η Marta, ένα χρόνο πριν, όταν είχαμε σταματήσει ξανά στο ίδιο σημείο.
Σε ένα ψηλό βουνό του Καυκάσου, λέει ο θρύλος, ζούσαν δύο αδελφές, μία ξανθιά και μια μελαχρινή. Η μοίρα όμως έπαιξε άσχημο παιχνίδι με αυτές αφού ερωτεύθηκαν τον ίδιο πρίγκιπα, ο οποίος τελικά επέλεξε εκείνη με τα ξανθά μαλλιά. Όταν η δεύτερη αδελφή το έμαθε, κάθισε στην άκρη του φαραγγιού και άρχισε να κλαίει τόσο που από τα δάκρυά της έγινε το ποτάμι μαύρο. Έπειτα, έπεσε από το γκρεμό και σκοτώθηκε. Όταν η δεύτερη άκουσε την ιστορία του θανάτου της αγαπημένης αδελφής, κάθισε στην αντίθετη πλευρά, έκλαψε με τη σειρά της και η ροή των δακρύων έγινε ο άσπρος ποταμός. Έπειτα, πήδηξε και αυτή με τη σειρά της στο γκρεμό και σκοτώθηκε. Οι δύο αδελφές όμως ήταν τόσο αγαπημένες που δεν μπορούσαν να είναι χώρια και έτσι οι χαμένες ψυχές τους τελικά βρήκαν τρόπο να ενώνονται στο σημείο αυτό. Όσο για τον πρίγκιπα, πήρε τη μορφή του μικρού βουνού που είναι ανάμεσα τους μένοντας δίπλα τους για πάντα.
Ανάλογα την εποχή, η διαφορά στο χρώμα των νερών είναι πολύ ή λίγο εμφανής. Για όσους είναι περίεργοι, όπως ήμουν εγώ, μπορούν απλά να γκουγκλάρουν και θα βρουν εύκολα σχετικές φωτογραφίες.
Συνεχίσαμε προς βορρά με το τοπίο να αλλάζει εντυπωσιακά προς το καλύτερο. Είχαμε ήδη αρχίσει να ανεβαίνουμε προς Gudauri μέσα από συνεχόμενες φουρκέτες, με το υψόμετρο να περνάει τα 2.000 μέτρα. Τα βουνά είχαν ένα κοκκινωπό χρώμα τυλιγμένα μέσα στο πράσινο γρασίδι.
Μπροστά μας εμφανίστηκαν τα τεράστια σαλέ του Gudauri, ένα από τα διασημότερα τουριστικά θέρετρα της χώρας, σε υψόμετρο 2.196 μέτρων. Γνωστό για το χιονοδρομικό του κέντρο, αγαπημένος προορισμός για Γεωργιανούς, Ρώσους αλλά και αρκετούς Ασιάτες τα τελευταία χρόνια, από Ιράν μέχρι Ινδία.
Πλησιάζοντας το πάσο του Jvari, διέκρινα το μνημείο Φιλίας Ρωσίας – Γεωργίας. Στην απόκρημνη πλαγιά υπήρχε κόσμος που έκανε paragliding. Αυτό ακριβώς ψάχναμε. Ο Bachuki οδήγησε τη Mercedes του μέσα από ένα μικρό χωματόδρομο που μας έβγαλε στο σημείο από το οποίο απογειώνονταν τα αλεξίπτωτα πλαγιάς. Τι νομίζατε, ότι θα το χάναμε;
Αφού λοιπόν ετοιμαστήκαμε, ήρθε η ώρα της πτήσης. Τα παιδιά από το paragliding θα μας ανέβαζαν όλους μαζί ταυτόχρονα στον αέρα, αφού υπήρχαν διαθέσιμοι χειριστές. Φυσικά, στον καθένα μας δόθηκε κι από μία κάμερα, να έχουμε κάτι να θυμόμαστε από τούτα εδώ τα μέρη.
Η πτήση κράτησε 15-20 λεπτά στον αέρα, με τους αετούς να πηγαίνουν σαν τρελοί δίπλα στο γκρεμό, χαρίζοντας μας μια απίστευτη πανοραμική θέα της περιοχής. Κάποιοι πιλότοι φυσικά ήταν πιο συντηρητικοί από κάποιους άλλους. Νομίζω ότι στη μοιρασιά, ο καλύτερος έτυχε στην Άρια που όχι μόνο είχε την μακρύτερη σε διάρκεια πτήση από όλους μας, αλλά απόλαυσε και μερικές σούπερ ντούπερ μανούβρες, ικανές να προκαλέσουν ίλιγγο και στους πιο γενναίους.
Μετά την προσγείωση επιστρέψαμε γρήγορα στο φίλο μας Bachuki που μας περίμενε. Κι αφού η δόση από αδρεναλίνη ήταν αρκετή, ήμασταν έτοιμοι πλέον να συνεχίσουμε προς το χωριό Stepantsminda στους πρόποδες του Kazbek. Περάσαμε δίπλα από το μνημείο Φιλίας αλλά δεν σταματήσαμε αφού σύμφωνα με το πλάνο μας θα κάναμε στάση εκεί στην επιστροφή. Μπροστά μας είχαμε το Jvari (Krestovy) Pass, σε υψόμετρο 2.379 μέτρα, με ένα μικρό γερμανικό νεκροταφείο δίπλα του.
Για όσους αναρωτιούνται, τι δουλειά έχει σε εκείνο το απομονωμένο και δύσβατο μέρος ένα γερμανικό νεκροταφείο, η ιστορία πάει 70 χρόνια πίσω. Αφορά την περίοδο από το 1946 έως το 1950 οπότε οι Ρώσοι, δουλεύοντας σε επεκτατικά έργα στο δρόμο, χρησιμοποίησαν αιχμάλωτους Γερμανούς στρατιώτες σε καταναγκαστική εργασία. Λόγω της πείνας και των άσχημων συνθηκών που επικρατούσαν, υπολογίζεται ότι περίπου 200 άντρες που εργάζονταν στο δρόμο θάφτηκαν εδώ. Συνολικά, εκτιμάται ότι περίπου 40.000 Γερμανοί εργάστηκαν στη Γεωργία σε καταναγκαστικά έργα και 8.000 από αυτούς πέθαναν μέσα σε εκείνα τα 5 χρόνια. Από τα 41 γνωστά νεκροταφεία πολέμου, έχουν αποκατασταθεί 22.
Στο δρόμο εξακολουθούσαν να αράζουν δεκάδες αγελάδες εμποδίζοντας την κυκλοφορία, αδιαφορώντας εντελώς για τους τρελούς Γεωργιανούς οδηγούς που περνούσαν ξυστά από αυτές. Εκεί άκουσα πρώτη φορά ότι ο λόγος που βρίσκουν καταφύγιο στο δρόμο και όχι σε κανένα λιβάδι, είναι για να αποφύγουν τις ενοχλητικές γεωργιανές μύγες, αφού με τα ρεύματα του αέρα από τα αυτοκίνητα που περνάνε δίπλα τους, οι μύγες απομακρύνονται. Δεν ξέρω αν ισχύει αλλά αν όντως συμβαίνει κάτι τέτοιο τότε αυτά τα συμπαθητικά τετράποδα είναι στα αλήθεια διαβολικά έξυπνα πλάσματα.
Κατηφορίζοντας από το πάσο, κινούμενοι σε μία ελικοειδή διαδρομή, συναντήσαμε μικρά τούνελ, παράλληλα με το δρόμο, τα οποία όμως δεν χρησιμοποιούνταν αυτή την περίοδο αλλά αποκτούν λόγο ύπαρξης το χειμώνα όπου ο κανονικός δρόμος κλείνει. Στα αριστερά μας είδαμε ένα καφέ λόφο που σε εμένα και το Θανάση θύμισε το Pamukkale της Τουρκίας. Αφορά ένα σπάνιο γεωλογικό φαινόμενο και οφείλεται στην ύπαρξη πηγών θειούχου νερού στο μέρος.
Ήταν μεσημέρι όταν φτάσαμε στην Stepantsminda των 4.000 κατοίκων και με τα στομάχια μας να γουργουρίζουν, αναζητήσαμε ένα μέρος για να γευματίσουμε. Παραγγείλαμε τις πίτες μας και τα κρέατα μας, τα οποία συνοδέψαμε με όλες τις γεύσεις από ντόπιες λεμονάδες που βρήκαμε. Θα ακουστεί περίεργο ίσως αλλά στην παρέα δεν είχαμε φανατικούς της μπύρας, έτσι μια παγωμένη λεμονάδα ήταν η επίσημη αγαπημένη. Από το παράθυρο βλέπαμε τη χιονισμένη κορυφή Kazbek, περιτριγυρισμένη από σύννεφα, καθώς και την Εκκλησία της Αγίας Τριάδας να ξεχωρίζει σε μία κορυφή απέναντι μας.
Με γεμάτα πλέον τα στομάχια ψάξαμε για μεταφορικό μέσο που θα μας ανέβαζε στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας (Tergeti Trinity Church). Από το χωριό υπήρχε ένα ανηφορικό μονοπάτι 7 χλμ. που σε ανέβαζε μετά από 2-3 ώρες στο μέρος αλλά χρονικά δεν μας έπαιρνε για περπάτημα. Ο δρόμος εν τω μεταξύ που οδηγεί πάνω είναι απαγορευτικός για τα συνηθισμένα αυτοκίνητα. Ακούγεται μάλιστα ότι παρόλο που χρησιμοποιείται ευρέως, δεν γίνονται έργα βελτίωσης κατ’ επιθυμία των ντόπιων, ώστε να μπορούν οι κάτοικοι της περιοχής να βρίσκουν δουλειές, μεταφέροντας τον κόσμο εκεί πάνω με τα 4×4 τζιπάκια τους. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η πλειοψηφία του ανδρικού πληθυσμού στο χωριό είναι οδηγοί. Βρήκαμε μια marshrutka με 50 GEL και ξεκινήσαμε τη διαδρομή των 6 χιλιομέτρων σε έναν από τους χειρότερους χωματόδρομους του ταξιδιού αυτού.
Φτάνοντας στον προορισμό μας, το θέαμα ήταν εντυπωσιακό. Με την κορυφή του όρους Kazbek πίσω μας, στο βάθος εμφανίστηκε η εκκλησία της Αγίας Τριάδας, γνωστή ως Gergeti Trinity. Χτισμένη τον 14ο αιώνα βρίσκεται σε υψόμετρο 2.170 μέτρων. Ο Γεωργιανός συγγραφέας Vakhushti Batonishvili του 18ου αιώνα αναφέρει ότι πολύτιμα λείψανα από τη Mtskheta, συμπεριλαμβανομένου του Σταυρού του Αγίου Νίνο, είχαν σταλεί εδώ για φύλαξη σε περιόδους που η χώρα κινδύνευε. Ακόμα και κατά την περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης, όπου όλες οι θρησκευτικές υπηρεσίες απαγορεύτηκαν, η εκκλησία παρέμεινε δημοφιλής τουριστικός προορισμός.
Απέναντι μας το πανέμορφο όρος Kazbek, ένα από τα σημαντικότερα βουνά του Καυκάσου, πάνω στα σύνορα Γεωργίας – Ρωσίας. Αποτελεί την τρίτη κατά σειρά ψηλότερη κορυφή στη χώρα (μετά τη Shkhara και το Janga) αλλά και τη δεύτερη ψηλότερη ηφαιστειακή κορυφή στον Καύκασο, μετά το όρος Elbrus. Στη γεωργιανή λαϊκή παράδοση υπάρχει ο μύθος του Amirani, η γεωργιανή έκδοση του δικού μας Προμηθέα. Σύμφωνα με αυτήν, ο Amirani αλυσοδέθηκε στο βουνό ως τιμωρία επειδή έκλεψε φωτιά από τους θεούς για να τη δώσει στους θνητούς.
Κατεβαίνοντας από το βανάκι, ο Θανάσης είχε μια γρήγορη συνάντηση με την Όλια και τον Φιλίπε που τον περίμεναν. Ένα ζευγάρι φίλων μας Ρώσων που έτυχε να είναι καλεσμένοι εκείνο το Σαββατοκύριακο σε γάμο, στην εκκλησία που επισκεπτόμασταν. Οι φίλοι τους που παντρευόντουσαν είχαν νοικιάσει ένα ολόκληρο ξενοδοχείο στο χωριό ενώ στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας είχαν ανέβει μια μέρα πριν, για το γάμο, με ελικόπτερο. Γιατί ως γνωστόν, όταν οι Ρώσοι γιορτάζουν δεν κάνουν οικονομία στα χρήματα.
Για τους Ρώσους, η Γεωργία είναι κοντινός και αγαπημένος προορισμός, ειδικά το Kazbegi όμως ήταν γεμάτο από αυτούς αφού απέχει μόλις 15 χλμ. από τα ρώσο-γεωργιανά σύνορα. Κι ενώ το όνομα του χωριού είναι Stepantsminda, λέγεται ότι έχει επικρατήσει η ονομασία Kazbegi γιατί οι Ρώσοι επισκέπτες δυσκολευόντουσαν να εκφέρουν το πρώτο.
Μοναδική παραφωνία στο πράσινο που οργίαζε τριγύρω ήταν το Kazbek, με την καφετί του απόχρωση και το λευκό του παγετώνα απλωμένο γύρω από την κορυφή. Στο ναό είχε αρκετό αέρα ενώ μέσα τελούνταν άλλος ένας γάμος (μα πόσοι γάμοι τέλος πάντων εδώ πάνω;).
Επιστρέφοντας στα πεδινά η ώρα είχε ήδη περάσει. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε την επιστροφή μας προς Τιφλίδα.
Η μία και μοναδική στάση που κάναμε έγινε στο μνημείο Φιλίας Ρωσίας – Γεωργίας. Είχαμε έρθει με Marta και πέρυσι από εδώ αλλά γινόντουσαν κάποια έργα και το μέρος ήταν κλειστό. Σήμερα ήμασταν πιο τυχεροί. Γύρω από το μνημείο μπόλικοι πάγκοι με μικροπωλητές, γεμάτοι με σουβενίρ και τοπικές λιχουδιές.
Το μνημείο ανεγέρθηκε το 1983 για να γιορτάσει τα διακόσια χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης του Georgievsk και τη συνεχιζόμενη φιλία μεταξύ Γεωργίας και Ρωσίας. Βρίσκεται μεταξύ του Gudauri και του πάσου Jvari. Πρόκειται για μια μεγάλη κυκλική δομή από σκυρόδεμα και καμάρες, με θέα την Κοιλάδα του Διαβόλου. Εσωτερικά υπάρχει ένα μεγάλο ψηφιδωτό που καλύπτει όλη την επιφάνεια και απεικονίζει σκηνές της ιστορίας της Γεωργίας και της Ρωσίας. Η ειρωνεία είναι ότι μερικά χρόνια μόνο μετά την ανέγερση του μνημείου ακολούθησαν οι πόλεμοι της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσσετίας, αποκαλύπτοντας ότι καμία “φιλία” μεταξύ κρατών δεν είναι αρκετή, όταν υπάρχουν συμφέροντα.
Αφού χορτάσαμε την υπέροχη θέα, με τους paragliders να κάνουν βόλτες από πάνω μας, ήρθε η ώρα να μπούμε και πάλι στο δρόμο. Στάση και πάλι για ανεφοδιασμό και ευκαιρία για ομαδική φωτογραφία.
Είχε αρχίσει να βραδιάζει όταν φτάσαμε στην Τιφλίδα. Ο Bachuki μας άφησε στο διαμέρισμα μας και έφυγε, αφού όμως προλάβαμε να ξαναδώσουμε ραντεβού για την επόμενη μέρα, όπου θα τον ξαναβλέπαμε μαζί με τη μητέρα της Marta αυτή τη φορά. Ο Master-Chef Θανάσης έφτιαξε μια γρήγορη μακαρονάδα που απολαύσαμε κάτω από την υπέροχη θέα που μας έδινε η βεράντα μας. Μέσα στη νύχτα έσκασαν και μερικά πυροτεχνήματα που χάλασαν για λίγο τον ύπνο μας, αλλά έκαναν το βράδυ μας λιγάκι πιο μαγικό.
Έξοδα:
Διαμονή σε Διαμέρισμα (40 €/4) | 10,00 € |
Paragliding (600 GEL/3) | 68,90 € |
Minibus Kazbegi (50 GEL/4) | 4,30 € |
Φαγητό Kazbegi (65 GEL/4) | 5,60 € |
Supermarket (13 GEL/4) | 1,20 € |
Σύνολο (έξοδα ανά άτομο) | 90,00 € |
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |