ΗΜΕΡΑ 4η [Τρίτη 29 Ιουνίου 2010 – 470.8 km]…the longest day of the war
Στην αρχή είπαμε πως στο θερινό σινεμά μας, η “μεγαλύτερη μέρα του πολέμου” δεν θα παίξει, όπως και το “platoon”. Που να φανταστούμε όμως οι αδαείς, το τι μας περίμενε στη Θράκη και στον Έβρο, όπου εξελίχθηκε η πιο περιπετειώδης μέρα της Οδύσσειας. Το πρωί μας βρήκε έξω από το δωμάτιο του ξενοδοχείου σε κεντρικό δρόμο των Σερρών να ετοιμάζουμε τις αποσκευές μας. Σκοπεύαμε πριν αναχωρήσουμε για Δράμα, να δοκιμάσουμε τη δημοφιλή Σερραϊκή μπουγάτσα και τον παραδοσιακό ακανέ. Ο ακανές είναι ένα είδος λουκουμιού που φτιάχνεται μόνο στις Σέρρες. Ρωτήσαμε τον υπάλληλο του ξενοδοχείου να μας πει που μπορούμε να τον βρούμε, κι εκείνος μας απάντησε πως τα πάντα είναι κλειστά μέχρι τις έντεκα το πρωί! Στη συνέχεια μας εξήγησε ότι κάθε χρόνο στις 29 Ιουνίου γιορτάζεται η απελευθέρωση των Σερρών από τον ελληνικό στρατό το 1913, όταν και η πόλη πυρπολήθηκε τη προηγούμενη μέρα από τους Βούλγαρους κατά τον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο. Δεν πέρασαν λίγα λεπτά και από τα μεγάφωνα της πόλης ακουγόταν η Μαρία Φαραντούρη να τραγουδάει το “γέρο νέγρο Τζιμ” από τα “νέγρικα” των Μάνου Λοΐζου – Γιάννη Νεγρεπόντη, ξυπνώντας τα επαναστατικά ένστικτά μας και βάζοντας μας στο εορταστικό κλίμα της ημέρας. Κι επειδή δε μπορούσαμε να περιμένουμε μέχρι τις έντεκα, ξεκινήσαμε για τη πόλη της Δράμας.
Φτάνοντας στη Δράμα μας επισκέφθηκαν για άλλη μια φορά οι πρώτες ψιχάλες. Το κόλπο πλέον το ξέρουμε, φοράμε αδιάβροχα και ακολουθούμε τη διαδρομή προς Ξάνθη, περνώντας από τα χωριά Νικηφόρος, Παρανέστι και Σταυρούπολη, πλησίον του ποταμού Νέστου. Τα σπίτια και το όλο κλίμα, μας έκαναν να καταλάβουμε ότι μπαίνουμε για τα καλά μέσα στη Θράκη. Η βροχή δυνάμωνε για τα καλά και λίγο πριν το Παρανέστι, άρχισε να κοπάζει. Φτάνοντας στη γέφυρα του Ποταμού Νέστου, κάναμε την απαραίτητη στάση για τσιγάρο και φωτογράφηση.
Περνώντας μέσα από τη πόλη της Ξάνθης, συνεχίσαμε νοτιοανατολικά προς τον όρμο της Βιστωνίας στο Πόρτο Λάγος. Στο χάρτη φαίνεται ως το πιο μικρό σε πλάτος τμήμα της Θράκης και της Ελλάδος γενικότερα.
Είδαμε τη Λίμνη Βιστωνίδα και επισκεφθήκαμε το μετόχιο του Αγίου Νικολάου της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου, το οποίο είναι προσβάσιμο από δυο πλωτές ξύλινες γέφυρες.
Η συνέχεια μας βρήκε στο δρόμο προς Κομοτηνή, να δοκιμάσουμε την παραδοσιακή μπουγάτσα της, αφού δεν το καταφέραμε στις Σέρρες. Περνώντας από τον κεντρικό δρόμο της Κομοτηνής μας περίμενε ένα πολιτισμικό σοκ. Είδαμε δυο νεαρές φοιτήτριες να μας χαμογελούν πονηρά, όταν και σταματήσαμε να τους παραχωρήσουμε προτεραιότητα για να περάσουν στο απέναντι πεζοδρόμιο. Λίγα μέτρα πιο κάτω, είδαμε μουσουλμάνες γυναίκες με τη παραδοσιακή ανατολική μαντίλα να σκεπάζει το κεφάλι τους, να περπατούν στο δρόμο συνοδεία φυσικά των αντρών τους.
Φτάνοντας σε μια παραδοσιακή μπουγατσερί, σβήσαμε τις μοτοσυκλέτες μας και χωρίς πλέον το θόρυβο των εξατμίσεων, ακούσαμε τον ιμάμη να καλεί για προσευχή τους πιστούς στο κοντινό μιναρέ της πόλης.
Απολαύσαμε φυσικά τη παραδοσιακή κομοτηναϊκή μπουγάτσα και κάναμε μια σύντομη περιήγηση στη κεντρική πλατεία της πόλης.
Στο φανάρι μάλιστα υπήρχε ένα χρονόμετρο με αντίστροφη μέτρηση μέχρις ότου ανάψει πράσινο. Για λίγα δευτερόλεπτα είχαμε την αίσθηση πως βρισκόμασταν στα pits μιας πίστας και περιμέναμε το πέσιμο της καρό σημαίας. Καρό σημαία βεβαίως δεν υπήρχε, αλλά λίγο πριν μηδενίσει ο χρονομετρητής ακούγαμε τα αυτοκίνητα δίπλα μας να παίρνουν μπροστά με τη μίζα. Προφανώς πολλοί σκέφτονται ως είθισται, οικονομικά σε περιόδους κρίσης, να κάνουν οικονομία στη βενζίνη, μιας και η τιμή της έχει ανεβεί σε δυσθεώρητα για την εποχή ύψη.
Αφήνοντας τη Κομοτηνή κατευθυνθήκαμε προς τις Σάπες, είδαμε μιναρέδες πλησίον σε χριστιανικές εκκλησίες, δείγμα των θρησκευτικών αντιθέσεων που υπάρχουν στη Θράκη. Είναι παρήγορο πως Έλληνες πολίτες καταφέρνουν και συμβιώνουν αρμονικά μεταξύ τους, ασχέτως θρησκευτικών πεποιθήσεων του καθενός. Παντού βέβαια υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, οι οποίες απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα, αλλά προσωπικά ένοιωθα ιδιαίτερα χαρούμενος, όταν έβλεπα χριστιανούς και μουσουλμάνους να καλαμπουρίζουν στο καφενείο του χωριού, πίνοντας τον καφέ τους.Έτσι παρατήρησα τουλάχιστον στο ταξίδι, αλλά δεν γνωρίζω αν αυτό ισχύει και στην πραγματικότητα.Φαντάζομαι πως όλοι είμαστε πάνω απ’ όλα άνθρωποι με αρχές και οφείλουμε να σεβόμαστε τις οποιεσδήποτε αντιλήψεις και πεποιθήσεις του συνανθρώπου μας.
Αμέσως μετά τις Σάπες, πήραμε το δρόμο προς Βόρειο Έβρο, ξεκινώντας από τη δυτική του πλευρά. Στη διασταύρωση της Νέας Σάντας είπαμε για πολλοστή φορά πως το κόλπο το ξέρουμε, φορέσαμε τα αδιάβροχά μας, γιατί τα σύννεφα στο βάθος μας προϊδέασαν για καταιγίδα. Από ντόπιους, μάλιστα ακούσαμε πως ακόμα και το καλοκαίρι, εκεί ψηλά έχουν συναντήσει χιόνια. Κι επειδή αντιολισθητικές αλυσίδες δε διαθέτει το κατάστημα, συνεχίσαμε απτόητοι με σκοπό να περάσουμε από το Μέγα Δέρειο και να βρεθούμε στο Ορμένι, περνώντας μέσα από τα Πομακοχώρια του Βόρειου Έβρου. Ανηφορίζοντας τα πρώτα 19 km, τα σύννεφα ήταν απειλητικά, αλλά η βροχή δεν έλεγε να κάνει την εμφάνισή της. Το οδόστρωμα ήταν βρεγμένο, δείγμα του ότι είχε βρέξει προ ολίγου εκείνη τη μέρα. Δειλά δειλά όσο ανεβαίναμε η ομίχλη μας καλοσώριζε.
Σε μια διασταύρωση δεν είδαμε πουθενά οδικές πινακίδες παρά μόνο μία πράσινη (!) η οποία έγραφε “προς γιορτή κυνηγιού Μέγα Δέρειου”. Κοίταξα πίσω μου το Γιώργο με απορία και είδα το βλέμμα του να συμφωνεί με το δικό μου. Το χρώμα της πινακίδας με προϊδέασε πως στην άλλη κατεύθυνση θα υπήρχε άλλη οδική πινακίδα.
Ενστικτωδώς ακολουθήσαμε τον πιο πλατύ δρόμο ο οποίος στη συνέχεια στένευε όλο και πιο πολύ. Μάταια περιμέναμε να εμφανιστεί έστω μια οδική πινακίδα μπλε χρώματος ως συνηθίζεται στο ελληνικό επαρχιακό δίκτυο. Ο δρόμος έδειχνε κατηφορικός και κοπάδια αγελάδων και ταύρων ελευθέρας βοσκής έκαναν την εμφάνισή τους στις άκρες του δρόμου. Αυτό μας έκανε να ελαττώσουμε ταχύτητα σε συνδυασμό με την ομίχλη που γινόταν όλο και πιο έντονη. Σε ορισμένα σημεία δεν μπορούσαμε να δούμε σε απόσταση μεγαλύτερη των δέκα μέτρων. Μετά από 25 km σε τέτοιες συνθήκες, συναντήσαμε το πρώτο χωριό και την πρώτη οδική πινακίδα που υποδήλωνε το όνομα του χωριού.
Και το όνομα αυτού…Αισύμη! Αν δεν υπήρχε η πρόθεση “Αι”, ενδεχομένως να νόμιζα πως δεν οδηγούσα τη μοτοσυκλέτα μου, αλλά το αντιτορπιλικό “Λέων”, αυτό που συμμετείχε στο πείραμα της Φιλαδέλφειας και μας το δώρισαν μετά οι Αμερικανοί. Ευτυχώς πλέον είναι παροπλισμένο και προσγειώθηκα στην πραγματικότητα. Αφήστε δε, που τα δάκρυα συγκίνησης θα ήταν ικανά να θολώσουν το…pinlock της ζελατίνας του κράνους μου! Για όσους δε γνωρίζουν η Σύμη είναι η ιδιαίτερη πατρίδα μου, ένα πανέμορφο νησί των Δωδεκανήσων και ένας από τους μεγαλύτερους παραδοσιακούς οικισμούς της Ελλάδος.”Mα πως βρέθηκε η Σύμη εδώ στον Έβρο και μάλιστα με ένα αλφαγιώτα μπροστά”, διερωτήθηκα αμέσως. Oι σκέψεις και οι συνειρμοί με περικύκλωσαν.”Για κάτσε ρε γαμώτο, όταν έφτιαχνα ο μαλάκας το road book δεν είδα την Αισύμη; Αν την έβλεπα θα τη θυμόμουνα και στο χάρτη και στο road book!”
Κάνω νόημα στο Γιώργο να μπούμε μέσα στο χωριό κι εκείνος μου γνέφει καταφατικά. Βλέπουμε μια πινακίδα να γράφει “Αλεξανδρούπολη 23”! – “Γαμώ τη τρελά μου, πως βρεθήκαμε από τη μια άκρη του Έβρου, εικοσιτρία χιλιόμετρα πριν την άλλη”, διερωτήθηκα φωνάζοντας δυνατά. Εκείνη τη στιγμή, είπα και κάτι άλλα γαλλικά, τα οποία δεν γράφονται.Σταματάμε και ρωτάω ένα χωριανό: – Από πού πάμε για Μεταξάδες; τον ρωτάω – Τι, για Μεταξάδες; Χαχαχα… από ‘κει που ήρθατε! μας απάντησε.
Και η…γαλλική λεκτική διάρροια έρρεε ασταμάτητα, από μέσα μου αυτή τη φορά, μη με περάσουν οι κάτοικοι του χωριού κανέναν παρανοϊκό!Και πριν αρχίζω να βρίζω θεούς και δαίμονες μας πλησιάζουν δυο γυναίκες από το καφενείο του πολιτιστικού συλλόγου γυναικών Αισύμης, πρόθυμες να μας βοηθήσουν να βρούμε τον προσανατολισμό μας. Αφού μας πρόσφεραν αναψυκτικά και νερό στο καφενείο του συλλόγου, μας εξήγησαν λεπτομερώς το δρόμο που έπρεπε να πάρουμε για να φτάσουμε στον προορισμό μας. Γρήγορα μας έκαναν να καταλάβουμε ότι η σήμανση είναι ανύπαρκτη και μόνο αν είσαι ντόπιος ή…πολύ τυχερός μπορείς να βρεθείς από τη Νέα Σάντα στην Αισύμη, η οποία απέχει μόλις 23 km από την Αλεξανδρούπολη. Μάλιστα η μία από τις δυο κυρίες είχε επισκεφτεί στο παρελθόν τη Σύμη και μου μιλούσε για τα θαύματα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ του Πανορμίτη, πολιούχου Άγιου της Σύμης. Τότε το πατριωτικό μου φρόνημα ανέβηκε στα ύψη καθώς η συγκίνηση που ένοιωθα όταν κάποιοι άνθρωποι εκεί στον Έβρο μου μιλούσαν για το νησί μου ήταν απερίγραπτη…
Στη συνέχεια αφού χαιρετήσαμε και ευχαριστήσαμε τις κυρίες και τους κυρίους, ανεβήκαμε στα μοτοσακό, καθώς έπρεπε να διανύσουμε ξανά τα σχεδόν 25 km του λανθασμένου δρόμου που πήραμε. Κι όμως αισθανόμουνα πολύ χαρούμενος που έκανα αυτό το λάθος που μας έβγαλε στην Αισύμη, καθώς γνωρίσαμε τους φιλόξενους κάτοικους του χωριού οι οποίοι μας υποδέχθηκαν και μας σκλάβωσαν με την καλοσύνη, την ευγένεια και τη φιλοξενία τους. Ευτυχώς, το ελληνικό φιλότιμο ρέει άφθονο εκεί στον Έβρο και την Αισύμη.
Ανηφορίζοντας από την Αισύμη, όλως παραδόξως η ομίχλη εξαφανίστηκε ως δια μαγείας, κάνοντας το ρυθμό οδήγησης να ανεβεί αισθητά σε σύγκριση με πριν. Φτάσαμε στη διασταύρωση της Νέας Σάντας – Μέγα Δέρειου και ακολουθήσαμε το σωστό δρόμο. Δεν πρόλαβαν να περάσουν λίγα λεπτά και η βροχή έκανε πάλι την εμφάνιση της. Αυτή τη φορά η βρόχα έπεφτε στρέητ θρου, όπως έλεγε κάποτε ο Ζαμπέτας.
Και μιλάμε για πολύ βροχή, η οποία σταμάτησε μόλις φάνηκε το Μέγα Δέρειο από κοντά. Ανεφοδιαστήκαμε με βενζίνη καθώς μας περίμενε ακόμα αρκετός δρόμος μέχρι το Ορμένι. Αμέσως μετά, συναντήσαμε το Μικρό Δέρειο, το πρώτο χριστιανικό Πομακοχώρι προς Βόρειο Έβρο, καθώς το Μέγα Δέρειο είναι το τελευταίο μουσουλμανικό. Περνώντας από την κεντρική πλατεία των Μεταξάδων ρωτήσαμε για σιγουριά τους κατοίκους στο καφενείο του χωριού, αν κατευθυνόμαστε σωστά. Εκεί μας περίμενε άλλο ένα ευχάριστο σοκ. Μόλις αντιλήφθηκαν δυο τύπους που έμοιαζαν με αστροναύτες πάνω σε κάτι μηχανήματα που κάνουν θόρυβο σε δυο ρόδες, τα πρόσωπά τους ήταν τόσο χαμογελαστά σαν να τους είχες διηγηθεί ανέκδοτο με τον Τοτό και την Ελενίτσα! Ο καθένας από αυτούς ήθελε να μας μιλήσει ξεχωριστά. Δυστηχώς ο χρόνος μας πίεζε και δεν είχαμε ευκαιρία να πιούμε ένα τσίπουρο με αυτούς τους ανθρώπους.
Περνώντας τη Γέφυρα του Ερυθροποτάμου, κατευθυνθήκαμε προς Ορμένι. Οι αχανείς κιτρινοπράσινες πεδιάδες έκαναν την εμφάνιση τους στα αριστερά μας.
Σταματήσαμε στη κεντρική καφετέρια του χωριού να αποσπάσουμε πληροφορίες από μια παρέα εκκολαπτόμενων μηχανόβιων οι οποίοι έπιναν τον καφέ τους, θαυμάζοντας τα εργαλεία τους, τα οποία έστεκαν πρώτη μούρη ακριβώς μπροστά τους. Μέχρι και ο ιδιοκτήτης της καφετέριας βγήκε από το μπαρ όπου έφτιαχνε τους καφέδες να μας υποδείξει το δρόμο που οδηγεί στα Μαράσια. Αφού τους φωτογραφίσαμε, τους ευχαριστήσαμε και τους χαιρετήσαμε, κάποιοι φώναξαν “σούζα φίλε, σούζα!” Καθώς δεν μπορούσα να τους αρνηθώ, τους αποχαιρέτησα με μια μεγαλοπρεπή ανόρθωση του εμπρόσθιου τροχού της μοτοσυκλέτας – κατά το κοινώς λεγόμενο σούζας – έτσι για να θυμηθώ κι εγώ τις αταξίες έκανα στη δική τους ηλικία.
Λίγο πριν τα Μαράσια άρχισε πάλι να βρέχει, ευτυχώς όχι δυνατά. Φτάνοντας στα Μαράσια, το τελευταίο χωριό της Ελλάδος ψηλά στον Έβρο, και λίγα μέτρα πιο πέρα ο ποταμός Έβρος, το φυσικό σύνορο Ελλάδος – Τουρκίας, σταματήσαμε στο καφενείο και ρωτήσαμε τους χωριανούς προς τα πού πάμε για Καστανιές διασχίζοντας τον ποταμό Άρδα.
Αμέσως πετάχτηκαν όλοι από τις καρέκλες τους και μιλούσαν ταυτόχρονα. Δεν μπορούσαμε να βγάλουμε άκρη από την οχλαγωγία που επικρατούσε. – Ένας, ένας τους λέω χαμογελώντας. Κι αυτοί το χαβά τους. Μιλούσαν πάλι όλοι ταυτόχρονα και ακατάπαυστα που δεν καταλάβαμε σχεδόν τίποτα. Η χαρά τους και η λαχτάρα τους που έβλεπαν δυο νέους ανθρώπους να περνάνε από το χωριό τους ήταν τόσο μεγάλη, που ήταν πρόθυμοι, ο καθένας ξεχωριστά, να μας βοηθήσει με τον δικό του τρόπο. – Και τι γυρεύετε εδώ πάνω, μας ρώτησαν. – Κάνουμε το γύρο όλης της Ελλάδας από τα Σύνορα, τους απαντήσαμε. Εκφράσεις θαυμασμού ζωγραφίστηκαν στα πρόσωπά τους. Το χαμόγελο που ήταν ζωγραφισμένο στο πρόσωπό τους, υποδήλωνε τη χαρά τους που μας έβλεπαν στα Μαράσια και όχι σε κάποιο δημοφιλή νησιωτικό προορισμό, Ιούλιο μήνα.
Κατευθυνόμενοι προς Καστανιές και αφού για άλλη μια φορά δεν είδαμε σήμανση και μπερδεμένοι από τη μαζική και ταυτόχρονη περιγραφή των χωριανών στρίψαμε ενστικτωδώς δεξιά. Οι σκέψεις με περιτριγύριζαν πάλι, καθώς ήταν πολύ συγκινητικό να βλέπεις τους κατοίκους αυτού του ακριτικού χωριού, να τσακώνονται για το ποιος θα σου μιλήσει πρώτος, υποδεικνύοντάς σου το σωστό δρόμο. Αυτή την εικόνα θα τη θυμάμαι για πάντα. Τη χαρά τους και τα χαμόγελά τους.
Σε μια μεγάλη ευθεία πριν το ποταμό Άρδα, κάνω σινιάλο σε διερχόμενο αυτοκίνητο να σταματήσει. Μέσα ήταν ένας άντρας και μια γυναίκα. – Καλησπέρα. Καλά πάμε για Καστανιές; ρώτησα. – Ναι, μας απάντησε ο άντρας. – Το ποτάμι περνιέται εύκολα; ξαναρώτησα. – Με αυτοκίνητο ναι, με μηχανή λίγο δύσκολο. Προσέχετε μόνο γιατί τώρα που βρέχει η στάθμη του νερού μπορεί να έχει ανεβεί… μας απάντησε, κάνοντάς μας πλάκα με τη στάθμη του νερού. Αμέσως μετά, πήρε το λόγο η γυναίκα και με ρώτησε: – Από πού έρχεστε; – Από Κρήτη, απάντησα. – Εγώ είμαι απ’ το Γεράπετρο, μας απάντησε με τη βαριά κρητική προφορά της.
Και αφού πιάσαμε τη κουβέντα για να διασταυρώσουμε φίλους και γνωστούς από την Ιεράπετρα, τους χαιρετήσαμε και ο άντρας μας κάλεσε το επόμενο πρωί για καφέ στη καντίνα που βρίσκεται δίπλα στον ποταμό από τη πλευρά των Μαρασιών. Δυστυχώς δεν την επισκεφθήκαμε, καθώς αύριο θα ακολουθούσαμε το δρόμο της επιστροφής από την Ορεστιάδα όπου και θα διανυκτερεύαμε. Αναρωτιέμαι πως αν διασχίζαμε όλο το Νομό Έβρου, χωρίς να μας πιέζει ο χρόνος, θα κάναμε ένα χρόνο να τον γυρίσουμε, καθώς η φιλοξενία των κατοίκων του είναι μοναδική. Η ελληνική φιλοξενία και το ελληνικό φιλότιμο σε όλο τους το μεγαλείο, έτσι απλά.
Λίγες μέρες πριν ξεκινήσει η Οδύσσεια των Συνόρων, είχα πεταχτεί στα Χανιά για καφέ στο μπαρ “Joe Bar Tem” που βρίσκεται μέσα στο GAS motosport culture.Συζητώντας με τον Ιάκωβο για τη διαδρομή και το ταξίδι, μου πρότεινε εφόσον περνάμε από Μαράσια και Καστανιές, να περάσουμε τον ποταμό Άρδα και θα βρεθούμε απέναντι στις Καστανιές, το χωριό του πατέρα του.
Οι μοτοσυκλέτες μας έστεκαν πριν το ποτάμι. Έβρεχε λίγο, αλλά αυτό δε μας εμπόδιζε. Δεν κρατιόμουνα και…βούτηξα πρώτος στα παγωμένα νερά του Άρδα. Το βάθος κυμαίνεται γύρω στους είκοσι πόντους και σε ορισμένα σημεία φτάνει μέχρι και τους σαράντα. Στο ποτάμι υπάρχει αρκετή γλίτσα που κάνει απαγορευτική τη χρήση φρένου και λοιπών άλλων συστημάτων, βοηθημάτων και υποβοηθημάτων πέδησης.
Αμέσως μετά πήρε σειρά ο Γιώργος και μετά από λίγα λεπτά απολαμβάναμε μούσκεμα παρόλο που φορούσαμε αδιάβροχα, τις παγωμένες μπύρες μας στη καφετέρια των Καστανιών δίπλα στο ποτάμι. Μάλιστα ένας εκ των θαμώνων μας απένειμε και…παράσημα ανδρείας λέγοντάς μας “μπράβο παλληκάρια!” Αμέσως έπεσε τηλεφώνημα στο GAS, με επιφωνήματα ευχαριστιών στον Ιάκωβο που μου πρότεινε τη διαδρομή.
Αργά το βράδυ, βρεθήκαμε σε ένα παρακμιακό ξενοδοχείο στην Ορεστιάδα, το πρώτο που βρήκαμε ρωτώντας. Τέτοια ώρα, με τέτοια κούραση και σε τέτοια κατάσταση, δεν είχαμε και πολύ διάθεση να ψάξουμε και καλύτερο ξενοδοχείο. Φαντάζομαι πως αν πηγαίναμε σε κάποιο καλύτερο, έτσι όπως ήμασταν, ενδεχομένως να τρώγαμε και πόρτα! Δεν νομίζω να έχω μείνει σε χειρότερο ξενοδοχείο, αλλά εκείνη τη στιγμή ήταν το τελευταίο που με απασχολούσε. Εν κατακλείδι ήταν η πιο περιπετειώδης μέρα του οδοιπορικού μας. Ο Έβρος και οι κάτοικοί του μας μάγεψαν. Λέμε να ξαναπάμε Έβρο, να τον εξερευνήσουμε καλύτερα, έχοντας όμως στη διάθεσή μας περισσότερο χρόνο. Το βράδυ μας βρήκε να κάνουμε μια σύντομη βόλτα στη σύγχρονη πόλη της Ορεστιάδας και στο να καταναλώνουμε αξιοσέβαστες ποσότητες κρέατος και ζύθου. Και λίγο πριν πάμε για ύπνο, το κοντέρ στο τέλος της μέρας έγραψε 471 km, σε στεριά, αέρα και θάλασσα!
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
πολυ καλη διαδρομη..μπραβο παιδια…και την περιγραφεται με τετοιο συναισθημα και ζωντανια που πραγματικα ταξιδεψα μαζι σας.!!!! παντα τετοια.
Χαίρομαι που σου άρεσε fazeremalo και ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια!
ωραιες διαδρομες… ως ”θραξ” καλά σας βγηκε που πηγατε Αισυμη… και φυσικα Δερειο.. ειναι απο τα ωραια μερη.. γενικώς εχω ακολουθησει και εγω μια φορα μονος αυτες τις διαδρομες.. Λίμνη…Λίμνη.α.χαχαχ και ειναι πολύ ωραιες…. ευχαριστω που μου τα ξανθυμισατε !!
Themis, ήταν η μοναδική φορά που χαθήκαμε σε τούτο το οδοιπορικό, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν εκείνη τη μέρα.Να φανταστείς πως δεν είχαμε GPS παρά μόνο καλούς χάρτες.Τελικά όπως πολύ σωστά αναφέρεις μας βγήκε σε καλό που βρεθήκαμε κατά λάθος στην Αισύμη.Ο Έβρος είχε αυτό το κάτι που μου έκανε κλικ, κι ελπίζω κάποια στιγμή στο μέλλον να τον εξερευνήσω κι άλλο.
Χαίρομαι ιδιαίτερα που σου ξαναθύμισα τις διαδρομές κι εύχομαι όμορφα και ασφαλή χιλιόμετρα.
Στο επόμενο…ρίχτε καμία φωνή…μπορεί να μεγαλώσει η παρέα…σύντεκνοι! 🙂
Να είσαι σίγουρος γι΄αυτό, σύντεκνε Κωστή!
Στελιο μπραβο για το ωραιο ταξιδι που εκανες και μπραβο που μας ταξιδεψες και μας μεσα απο το αρθρο σου….Ευχομαι παντα ασφαλη και απολαυστικα χιλιομετρα…..
Ευχαριστώ Θανάση.Χαίρομαι που κατάφερα να περάσω στο χαρτί (ή στην οθόνη πιο σωστά) έστω και ένα μικρό μέρος από αυτά που έζησα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.Να είσαι καλά, εύχομαι πολλά, όμορφα και προπάντων ασφαλή χιλιόμετρα.
Γειά σου Μερκούρη με τα ωραία σου! Οι Καστανιές είναι το ωραιότερο μέρος του πλανήτη εεε; Τα υπόλοιπα από κοντά τρελιάρη! Φιλούμπες
Γεια σου Ιάκωβε με τις ταξιδιωτικές προτάσεις σου!Άρδα ήθελα να διασχίσω κι εσύ με έστειλες στον…Αμαζόνιο!
Περιττό να σου πω, πως η διάσχιση του ποταμού Άρδα, από τα Μαράσια στις Καστανιές, ήταν το highlight της Οδύσσειας.Και χαίρομαι που ήταν δική σου πρόταση για τους λόγους που ανέφερα.
Και θέλω να ευχαριστήσω κι από ‘δω, τόσο εσένα, όσο και τον Γιώργο, που έχετε αφήσει την πένα σας στο αγαπημένο μου περιοδικό, για τις συμβουλές και τις προτάσεις σας, οι οποίες ήταν πολύτιμες για την πραγματοποίηση αυτού του οδοιπορικού.
Με μοτοσπορτκουλτουριάρικους χαιρετισμούς…
Μερκούρη τα έχουμε πει και σε πιο προσωπικό επίπεδο αλλά θα ήθελα και από εδώ να σου δώσω τα συγχαρητήριά μου για το ταξίδι σου. Θεωρώ πως ανήκεις στην μικρή κατηγορία μοτοσυκλετών που απολαμβάνεις την μοτοσυκλέτα σου με όλες σου τις αισθήσεις. Θα χαιρόμουν να έβλεπα και άλλα σου ταξιδιωτικά μέσα από το site του Στέλιου. Πάντα όρθιος και πάντα ταξιδιώτης φίλε.
Βαγγέλη, ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.Δεν ξέρω αν ανήκω σε αυτή την μικρή κατηγορία (τρομάρα μου!) αλλά σίγουρα προσπαθώ να απολαμβάνω όσο μπορώ, τα ποικίλα αισθήματα που προσφέρει η μοτοσυκλέτα και η χρήση της.
To ταξιδιωτικό κείμενο, ήταν έτοιμο λίγες μέρες μετά το πέρας της Οδύσσειας και ήταν έτοιμο να δημοσιευθεί σε blogs του είδους.Για πολλούς και διάφορους λόγους, δεν το έπραξα.Αργότερα, το ενδιαφέρον και η πρόταση του Στέλιου, ήταν ιδιαίτερα τιμητικά για εμένα, καθώς τον θεωρώ αξιοθαύμαστο, τόσο ως μοτοσυκλετιστή, όσο και ως άνθρωπο.Και φυσικά η χαρά μου ήταν ιδιαίτερη καθώς το ταξιδιωτικό μου, θα δημοσιευόταν στο αγαπημένο moto adventures.Μελλοντικά, όταν καταφέρω πρώτα ο θεός, να κάνω κι άλλα ταξίδια, φυσικά και θα τα δεις στο site του Στέλιου.Έχω ήδη ένα από το 2009, το οποίο είναι μισοτελειωμένο και ελπίζω όταν βρω χρόνο, να το τελειώσω.
Βαγγέλη και πάλι ευχαριστώ και ανταποδίδω τις ευχές.