Τρίτη 27 Οκτωβρίου, Καστοριά – Πρέσπες – Καστοριά (χλμ. 190)
Οι καταπράσινες βουνοκορφές και η γαλάζια λίμνη
Πρωινό ξύπνημα για περίπατο στην πόλη. Υπό το φως της ημέρας όλα φαίνονται διαφορετικά. Παραδοσιακά αρχοντικά, άλλα εγκαταλελειμμένα στην μοίρα τους και άλλα όχι, δείγματα της λαμπρής άνθησης της βιοτεχνικής και εμπορικής δραστηριότητας των κατοίκων της Καστοριάς κατά τη διάρκεια ιδιαίτερα του 18ου αιώνα.
Η λίμνη μας προσφέρει απλόχερα όμορφες εικόνες με την πλούσια ορνιθοπανίδα της, καθώς στην περιοχή συναντώνται περισσότερα από 200 είδη πουλιών. Επίσης είναι ιδιαίτερα πλούσια σε ιχθυοπανίδα και θεωρείται η δεύτερη πλουσιότερη λίμνη σε αλιεύματα της Ελλάδας.
Χανόμαστε για αρκετή ώρα στα σοκάκια στα περίχωρα του ξενοδοχείου μας, απολαμβάνοντας εικόνες που μας ταξιδεύουν σε άλλη εποχή. Θέλουμε να επισκεφτούμε κάποιο παλιό αρχοντικό, αλλά δυστυχώς -όπως μάθαίνουμε αργότερα από τους ξενοδόχους μας- δεν είναι εφικτό.
Επιστρέφουμε στο ξενοδοχείο για πρωινό και αναχώρηση για να εξερευνήσουμε την γειτονική περιοχή των Πρεσπών.
Πιο πρώτα όμως κάνουμε ένα γύρο στην χερσόνησο της Καστοριάς, μέσω ενός πολύ όμορφου δρόμου που περικλείεται από τεράστια πλατάνια, των οποίων τα κλαδιά πολλές φορές εφάπτονται με τα νερά της λίμνης.
Συνεχίζουμε βόρεια παραλίμνια, αλλά σύντομα το σκηνικό θα αλλάξει μπαίνοντας στο δάσος της Οξυάς με πορεία προς το χιονοδρομικό κέντρο Βιτσίου. Πανέμορφη, κατάφυτη ορεινή διαδρομή…
Ανά τακτά διαστήματα συναντάμε βασιλικά σύμβολα βαμμένα με μπογιά στο δρόμο. Σύμβολα που μας υπενθυμίζουν την πιο μαύρη σελίδα της Ελληνικής ιστορίας, αυτής του εμφυλίου…
Προσπερνάμε το μικρό χιονοδρομικό και ανηφορίζουμε προς την κορυφή του όρους Βέρνο (ή Βίτσι). Εδώ -αλλά και στον γειτονικό Γράμμο- τον Αύγουστο του 1949, διεξήχθη η τελευταία πράξη στο δράμα του εμφυλίου πολέμου που σπάραζε την Ελλάδα από τις αρχές του 1946. Από το 1947 ο Γράμμος και το Βίτσι κατέχονταν από τους αντάρτες οι οποίοι τα είχαν οχυρώσει με ένα δαιδαλώδες δίκτυο πολυβολείων, συρματοπλεγμάτων, καταφύγιων, ναρκοπεδίων και κάθε είδους αμυντική κατασκευή η οποία μεγιστοποιούσε στο έπακρο τις φυσικές δυσκολίες του χώρου.
Το σχέδιο των επιχειρήσεων του Εθνικού Στρατού που ήταν εξοπλισμένος με σύγχρονο πολεμικό υλικό και κάθε είδους εφόδια από τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, προβλεπόταν να διεξαχθεί σε τρεις φάσεις:
«Πυρσός Α΄» (2-8 Αυγούστου): Στη φάση αυτή προβλέπονταν επιθέσεις στον Γράμμο, με σκοπό να δημιουργηθεί η αίσθηση στον Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδος ότι εκεί θα εκδηλωνόταν η κύρια επίθεση του αντιπάλου και να καθηλωθούν οι δυνάμεις του.
«Πυρσός Β΄»(10-16 Αυγούστου): Η φάση αυτή του σχεδίου προέβλεπε ότι η κύρια ενέργεια του Εθνικού Στρατού θα εξελισσόταν στην περιοχή του Βίτσι με σκοπό την κατάληψή της και την εξόντωση των ανταρτών.
Οι δύο πρώτες φάσεις πέτυχαν τους αντικειμενικούς σκοπούς τους. Το Βίτσι έπεσε και απέμενε η διεξαγωγή της τρίτης και τελευταίας φάσης, από τις 24 έως τις 30 Αυγούστου, η επιχείρηση «Πυρσός Γ΄», με την εξολόθρευση των ανταρτικών δυνάμεων, εκτός από ένα τμήμα του Δημοκρατικού Στρατού, που διέφυγε στην Αλβανία την τελευταία στιγμή. Με την κατάληψη του Κάμενιτς στις 30 Αυγούστου έληξε το πολεμικό σκέλος του Εμφυλίου. Σύμφωνα με το Γ.Ε.Σ., σκοτώθηκαν 256 άνδρες του «Εθνικού Στρατού» και 1.182 άνδρες και γυναίκες του «Δημοκρατικού Στρατού».
Στο ψηλότερο σημείο της διαδρομής υπάρχει ένα μνημείο που μας υπενθυμίζει την πιο μαύρη σελίδα της Ελληνική Ιστορίας. Την αδυναμία του λόγου μου, ίσως καλύψει ο αείμνηστος Θανάσης Βέγγος μέσα από την ταινία “Ψυχή Βαθιά” του Παντελή Βούλγαρη:
https://www.youtube.com/watch?v=RHOg-e7nlr4
Αν κάποτε καταφέρουμε να καταλάβουμε ότι τα μεγαλύτερα κακά στον πλανήτη μας έχουν προέλθει λόγω μιας σημαίας, μιας θρησκείας ή μιας ομάδας, τότε ο κόσμος μας θα γίνει πολύ καλύτερος…
Καμιά εκατοσταριά μέτρα πιο κάτω, μια πινακίδα μας ενημερώνει ότι ο δρόμος προς Φλώρινα είναι κλειστός…
Το μάτι μου πιάνει μια φιγούρα να μας κοιτάζει επίμονα, μέσα από τα συρματοπλέγματα του γειτονικού στρατοπέδου. Κινούμαστε προς αυτόν και τον ρωτάω αν περνάει ο δρόμος, για να πάρω την απάντηση ότι περνάει, αλλά με προσοχή. Τον ευχαριστούμε και φεύγουμε για να τον ακούσουμε να μας φωνάζει να μην τραβάμε φωτογραφίες. Κόλλημα και αυτό, σιγά μην με νοιάζει το στρατόπεδο σας που καταστρέφει την ομορφιά του τοπίου…
Κατηφορίζουμε μέσα από ένα στενό δρόμο καλυμμένο από τεράστιες οξιές. Η μόνη κίνηση που συναντάμε είναι από υλοτόμους, οι οποίοι σέρνουν βαγόνια τιγκαρισμένα με κορμούς, με τα τρακτέρ τους.
Το σκηνικό είναι πανέμορφο. Την καταπράσινη διαδρομή διακόπτουν μικρά παραδοσιακά χωριά τα οποία σου φωνάζουν να τα εξερευνήσεις…
Φτάνουμε Φλώρινα και συνεχίζουμε προς το χιονοδρομικό της Βίγλας Πισοδερίου, το οποίο βρίσκεται πάνω στον κεντρικό δρόμο που οδηγεί προς Πρέσπες. Η καταπληκτική φρεσκοστρωμένη διαδρομή μας οδηγεί σε ένα όμορφο στριφτερό παιχνίδι…
Οι στροφές μας οδηγούν σύντομα σε ένα διαμορφωμένο χώρο με θέα την Μικρή Πρέσπα.
Η επιφάνεια της είναι 48,5 τ.χλμ., από τα οποία τα 5 τ.χλμ. βρίσκονται στην Αλβανία. Δημιουργήθηκε από την κάποτε ενιαία Πρέσπα, εξαιτίας της απόθεσης υλικών από το ρυάκι-χείμαρρο του Αγίου Γερμανού. Αφότου δημιουργήθηκε μία στενή λωρίδα γης μεταξύ των δύο Πρεσπών, έγινε εκτροπή του χειμάρρου, την περίοδο 1936-1945, ώστε να εκβάλει στη Μεγάλη Πρέσπα.
Αφού χαζολογάμε για αρκετή ώρα, κατηφορίζουμε προς την λίμνη. Την προσπερνάμε αρχικά κινούμενη προς την Μεγάλη Πρέσπα και συγκεκριμένα προς τον ακριτικό οικισμό των Ψαράδων.
Είναι η τρίτη μεγαλύτερη λίμνη της Βαλκανικής χερσονήσου, μετά τη λίμνη Σκόδρα (σύνορα Αλβανίας-Μαυροβούνιου) και την Οχρίδα (ΠΓΔΜ). Η συνολική έκταση της λίμνης είναι 273 τ.χλμ.. Περίπου το 60% της λίμνης, ανήκει στην ΠΓΔΜ, ενώ στην Ελλάδα ανήκουν 39,4 τ.χλμ. (22%) και στην Αλβανία, το 18%.
Οι Ψαράδες είναι το μοναδικό Ελληνικό χωριό στις όχθες της Μεγάλης Πρέσπας. Η πεζοδρόμηση του σε συνδυασμό με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, συνθέτουν μια πολύ όμορφη εικόνα. Αρκετοί μικροπωλητές πουλούν τα φημισμένα φασόλια της περιοχής, ενώ στα μαγαζιά φιγουράρει το Γριβάδι, το ψάρι-σύμβολο των Πρεσπών.
Ο καιρός είναι καταπληκτικός και η βαρκάδα στην λίμνη κρίνεται απαραίτητη. Η ξενάγηση ξεκινά και σύντομα σταματάμε να θαυμάσουμε τις βραχογραφίες της Παναγίας Βλαχερνίτισας και της Παναγίας Ελεούσας ή Δεξιοκρατούσας.
Φιλοτεχνήθηκαν από μοναχούς τον 15ο και 14ο αιώνα αντίστοιχα. Δίπλα στην βραχογραφία της Παναγιάς της Ελεούσας, υπάρχει μια ξερολιθιά που προστατεύει το ασκηταριό που βρίσκεται στην κοιλότητα του βράχου.
Λίγο παρακάτω ο βαρκάρης-ξεναγός μας δείχνει το ασκηταριό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος. Χρονολογείται πίσω στο 13ο αιώνα και είναι το παλιότερο της περιοχής. Δίπλα στην μονή σώζονται απομεινάρια από τα κελιά των μοναχών που ασκήτευαν εκεί.
Στη συνέχεια πλησιάζουμε το τριεθνές χαζεύοντας τις υπέροχες εικόνες που μας χαρίζει η λίμνη. Η μηχανή της βάρκας σβήνει για λίγο και η απόλυτη γαλήνη μας κυριεύει. Χαζεύω τα πουλιά τα οποία δεν λογαριάζουν σύνορα και ταυτόχρονα σκέφτομαι εμάς που είμαστε καθηλωμένοι σε κάτι χαρακιές του πλανήτη. Γιατί άραγε;
Μεγάλη κουβέντα… ο βαρκάρης σπάει την ησυχία βάζοντας τον κινητήρα μπροστά και μας οδηγεί προς το ασκηταριό της Παναγίας Ελεούσας. Η βάρκα δένει στην μικρή προβλήτα και μια απότομη σκάλα με 176 σκαλιά, οδηγεί προς το ασκηταριό.
Είναι το καλύτερα διατηρημένο ασκηταριό, βρίσκεται μέσα σε ένα βαθύ σπήλαιο με σχεδόν κάθετους βράχους και ανάγεται στις αρχές του 15ου αιώνα. Ο ναός εντός είναι αφιερωμένος στην Παναγία Ελεούσα και σύμφωνα με την ιδρυτική επιγραφή, χτίστηκε το 1409, από τρεις μοναχούς, τον Σάββα, τον Ιάκωβο και τον Βαρλαάμ.
Το ατού του όμως είναι η θέα που προσφέρει προς την λίμνη αλλά και τα γύρω βουνά.
Επιστροφή στην βάρκα και πορεία πίσω στους Ψαράδες. Ο βαρκάρης κάνει μια τελευταία στάση για να μας δείξει ένα νησάκι που βρίσκεται στην περιοχή της Π.Γ.Δ.Μ. Όπως μας λέει, ανήκε στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους αλλά δωρήθηκε από τον Έλληνα Βασιλιά στον ομόλογο του της Σερβίας, Πέτρο. Το Ελληνικό του όνομα είναι Άγιος Πέτρος. Οι ντόπιοι το λένε και φιδονήσι λόγω των πολλών φιδιών που ζουν εκεί.
Πίσω στους Ψαράδες, αράζουμε σε μια καφετέρια για να απολαύσουμε το καφεδάκι μας κάτω από τον καυτό ήλιο.
Σύντομα όμως τραβάμε πίσω στις μοτοσυκλέτες, καθώς μας περιμένει η Μικρή Πρέσπα. Πορεία λοιπόν προς τον Άγιο Αχίλλειο, ο οποίος είναι κτισμένος σε ένα νησάκι της λίμνης και ενώνεται με τη στεριά με μία πλωτή πεζογέφυρα.
Διασχίζουμε την μήκους 650μ πεζογέφυρα, για να βρεθούμε στον παραδοσιακό οικισμό ο οποίος αποτελείται από 11 σπίτια. Ένας θρύλος λέει πως αν χτιστεί άλλο, θα πέσει.
Ένα μονοπάτι οδηγεί στα ερείπια της τρίκλιτης Βασιλικής του Αγίου Αχιλλείου, η οποία χρονολογείται από τα τέλη 10ου αιώνα μ.Χ.. Κτίστηκε από τον τσάρο Σαμουήλ της Βουλγαρίας ως επισκοπικός, προκειμένου να στεγάσει την έδρα του βουλγαρικού πατριαρχείου για ένα σύντομο διάστημα, μετά τη μεταφορά του από την Έδεσσα.
Ο Σαμουήλ, που μόλις κατέκτησε τη Λάρισα, έφερε εδώ το λείψανο του Αγίου Αχίλλειου και άλλων δύο Θεσσαλών Αγίων, του Αγίου Διόδωρου Τρίκκης και του Αγίου Ρηγίνου Σκοπέλου, τα οποία ανακαλύφθηκαν εδώ το 1963, σε ανασκαφές του καθηγητή Ν. Μουτσόπουλου.
Στην ίδια ανασκαφή, θαμμένο σε μια άλλη λάρνακα, ανακαλύφθηκε λείψανο σκεπασμένο με πορφυρό σεντόνι και χρυσοποίκιλτα υφάσματα και χιτώνες με κεντημένους αετούς. Το λείψανο εικάζεται πως ανήκει στον Βούλγαρο βασιλιά Σαμουήλ. Την εικασία αυτή επιβεβαιώνει και ένας Βούλγαρος επισκέπτης, φορτωμένος με μια σύγχρονη DSLR, φακούς και τρίποδα, ο οποίος τραβάει συνεχείς φωτογραφίες της εκκλησίας και επικεντρώνετε στον τάφο που εικάζεται πως βρέθηκαν τα λείψανα του βασιλιά της Βουλγαρίας.
Σε ένα λοφάκι πάνω από το χωρίο υπάρχει η σύγχρονη εκκλησία των Αγίων Αποστόλων. Η θέα που προσφέρει προς την γύρω περιοχή μας αφήνει με τα στόματα ανοιχτά…
Παρατηρώ τους συνταξιδευτές μου. Έχουν ακροβολιστεί σε κάθε γωνία του λόφου και απολαμβάνουν την γαλήνη που προσφέρει αυτός ο ακριτικός τόπος.
Ο ήλιος έχει αρχίσει να πέφτει και με αργά βήματα κατηφορίζουμε πίσω στις μοτοσυκλέτες. Θα ήθελα να είχα περισσότερο χρόνο για να εξερευνήσω αυτό το μέρος… ίσως κάποια άλλη στιγμή στο μέλλον…
Επιστροφή στην Καστοριά, μπανάκι και βουρ για μάσα γιατί τα στομάχια διαμαρτύρονται έντονα. Στην ίδια πλατεία με χτες, την Ντόλτσο, μας είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον ένα ακόμα εστιατόριο, το ομώνυμο Ντόλτσο. Όμορφη ατμόσφαιρα και πεντανόστιμο φαγητό…
Επιστροφή στο ξενοδοχείο για σχεδίαση της αυριανής διαδρομής. Το αρχικό μου πλάνο έλεγε Ζαγόρια, αλλά θα εξαρτιόταν από τον καιρό, ο οποίος δείχνει ότι θα μας κάνει την χάρη. Τα βλέφαρα έχουν βαρύνει και σιγά-σιγά κλείνουν, “αιχμαλωτίζοντας” όλες αυτές τις όμορφες εικόνες που συγκεντρώσαμε σήμερα…
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Στελιο εξαιρετικες φωτογραφιες και οδοιπορικο.Παντα τετοια!
Να ΄σαι καλά Τάσο… μακάρι να ταξιδεύουμε πάντα και να γεμίζουμε με όμορφες εικόνες και εμπειρίες το σκληρό του μυαλού μας 😉