Τετάρτη 28 Οκτωβρίου, Καστοριά – Κήποι (χλμ. 245)
Παρέα με τους λύκους…
Σηκωνόμαστε χαλαρά καθώς σήμερα θα συναντήσουμε το φίλο Δημήτρη (KTM Adventure 1190) -που ταξιδεύει από Χανιά- κοντά στα Γρεβενά. Έχει να καλύψει καμιά 400ρια χιλ, ενώ εμείς μόλις 80, έτσι δεν υπάρχει βιασύνη. Χαζολογάμε στο πρωινό, όταν χτυπάει το τηλέφωνο μου. Στην άλλη πλευρά της γραμμής ο Δημήτρης:
– Έλα καλημέρα, έφτασα Λάρισα…
– Ρε θηρίο, πότε πρόλαβες, ακόμα 9 το πρωί είναι…
Δίνουμε ραντεβού στο Σπήλαιο, σε ένα χωριουδάκι δυτικά των Γρεβενών και φορτώνουμε για άμεση αναχώρηση. Ρίχνουμε μια τελευταία ματιά προς την λίμνη την οποία σκεπάζει μια ελαφριά ομίχλη. Η φιγούρα του βαρκάρη με οδηγεί στο να ψάχνω βιαστικά την φωτογραφική μου…
Ο γρήγορος και ανοικτός δρόμος, μας οδηγεί τάχιστα στο ύψος των Γρεβενών όπου στρίβουμε δυτικά ακολουθώντας την επαρχιακή οδό προς Βοβούσα.
Σύντομα σταματάμε δίπλα στο γεφύρι του Ζιάκα, 4χλμ πριν το ομώνυμο χωριό. Ονομάζεται και “Τουρκογέφυρο” καθώς χτίστηκε με την χορηγία κάποιου Τούρκου της περιοχής. Το όνομα Ζιάκας, προέρχεται από τον οπλαρχηγό Θεόδωρο Ζιάκα (1798-1882), γόνο γνωστής οικογένειας οπλαρχηγών.
Είναι δίτοξο και χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα πάνω από παραπόταμο του Βενετικού ποταμού, στο δρόμο που παλιότερα διέσχιζαν εμπορικά καραβάνια από τη Μακεδονία προς τη Θεσσαλία ο οποίος ονομαζόταν “Βασιλική Στράτα”.
Σύμφωνα με τις ιστορικές παραδόσεις εκεί έγινε η μάχη μεταξύ του Γιαννούλα Ζιάκα, αδερφού του Θεόδωρου -ήρωα της εξόδου του Μεσολογγίου- και των Τούρκων. Μάλιστα οι τάφοι που έχουν βρεθεί σε μικρή απόσταση εικάζεται ότι ανήκουν στους νεκρούς εκείνης της μάχης.
Πάνω που ετοιμαζόμαστε να φύγουμε, βλέπουμε μια μοτοσυκλέτα από μακριά να μας πλησιάζει. Βρε λες;
Τρέχουμε προς το δρόμο, κουνάμε χέρια, πόδια, μαντήλια, μπαλακλάβες και… παραλίγο να μας προσπεράσει ο Μήτσος. Μικρό διάλειμμα για να ξεμουδιάσει και αυτός και συνέχεια προς το χωριό Σπήλαιο.
Η διαδρομή προς τα εκεί επιβλητική, λαξευμένη στις κατακόρυφες πλαγιές του όρους Όρλιακας.
Σύμφωνα με τον θρύλο, το βουνό Όρλιακας ονομάστηκε έτσι από τα ουρλιαχτά των λύκων που ακούγονταν τη νύχτα από τις κορφές του. Αν κανείς κοιτάξει ψηλά, στην ανατολική πλευρά του βουνού, διακρίνει την μορφή του Δία που ατενίζει τον Όλυμπο.
Στην κεντρική πλατεία του χωριού μας κοιτάνε ως εξωγήινους. Καθόμαστε στο μικρό καφέ για την απαραίτητη καφεΐνη μας, αλλά και να αποσπάσουμε κάποιες πληροφορίες για το γεφύρι την Πορτίτσας.
Ξέρω πως υπάρχουν 2 επιλογές, μονοπάτι και χωματόδρομος. Λόγω όμως των μοτοσυκλετών της παρέας πρέπει να μάθουμε και την κατάσταση του δρόμου. Piece of cake μας διαβεβαιώνει ο νεαρός καφετζής και σε σύντομο χρόνο βρισκόμαστε και πάλι στις σέλες των μοτοσυκλετών μας.
Όντως, η διαδρομή είναι πανεύκολη αφού δεν ζορίζεται ούτε ο Αντώνης με το Aprilia του. Το τοπίο δίνει τα ρέστα του…
Σύντομα ξεπροβάλλει το επιβλητικό φαράγγι της Πορτίτσας όπου στην είσοδο του στέκεται το ομώνυμο γεφύρι.
Το φαράγγι έχει μήκος περίπου 800 μέτρα και οι σχεδόν κάθετες πλευρές του ορθώνονται τουλάχιστον 220 μέτρα πάνω από τον ποταμό Βενέτικο (παραπόταμο του Αλιάκμονα) που το διασχίζει. Σημειωτέον ότι ο Βενέτικος ποταμός είναι ο μεγαλύτερος σε μήκος Ελληνικός ποταμός με μήκος 297 χιλιόμετρα!
Στην είσοδό του, υπάρχει το ομώνυμο δίτοξο γεφύρι το οποίο χτίστηκε το 1743 με χρήματα από το μοναστήρι του Σπηλαίου και έχει μήκος 34 μέτρα και ύψος 7.80 μέτρα.
Το μοναδικό τοπίο μας κάνει να αναχωρήσουμε με το ζόρι, αλλά μας περιμένει πολύς δρόμος μπροστά μας. Επιστροφή στο Σπήλαιο και από εκεί τραβάμε λίγο προς τα πίσω, στο χωριό Μαυραναναίοι, για να βρούμε βενζίνα. 28η Οκτωβρίου σήμερα και το μοναδικό βενζινάδικο είναι κλειστό. Έτσι αναγκαζόμαστε να πάμε έξω από τα Γρεβενά για να φουλάρουμε και να επιστρέψουμε προς τον Εθνικό Δρυμό της Πίνδου, την Βάλια Κάλντα. “Φάτε μάτια ψάρια”, καθώς δεν έχω λόγια για να περιγράψω την ομορφιά της διαδρομής…
<
p style=”text-align: justify;”>Σε κάποιο σημείο της διαδρομής εμφανίζεται το παρακάτω δέντρο-πηγή, το οποίο μας καλεί να κάνουμε μια ολιγόλεπτη στάση.
Σύντομα στρίβουμε προς το χωριό Περιβόλι, ακολουθώντας ακόμα μια πανέμορφη διαδρομή προς τον αυχένα της Βάλια Κάλντα.
Πεντακόσια περίπου μέτρα πριν τον αυχένα με προσπερνάει ο Μανώλης. Δεν βλέπει έγκαιρα το σαμαράκι μπροστά του και πέφτει μέσα με αρκετά χιλιόμετρα, αφήνοντας ένα άσπρο σύννεφο πίσω του. “Ωχ βρήκε” ήταν η πρώτη μου σκέψη και τον πλησιάζω καθώς είχε ήδη σταματήσει στο πλάι του δρόμου.
“Λάστιχο” μου λέει και κοιτάω για να δω ένα λάστιχο εντελώς πίτα. Με μια πιο προσεκτική ματιά βλέπουμε ότι έχει σπάσει το σίδερο της βάσης της πλαινής βαλίτσας και έχει γυρίσει προς τον τροχό, σκίζοντας το λάστιχο περιμετρικά…
Την κάτσαμε… είμαστε στην μέση του πουθενά και η λύση οδική βοήθεια είναι μονόδρομος. Ευτυχώς πιάνει το τηλέφωνο και λίγη ώρα αργότερα καταφέρνουμε να συνεννοηθούμε με τον αντιπρόσωπο της εταιρείας στα Γρεβενά. Θέλει πάνω από μια ώρα για να έρθει εδώ που είμαστε και καθώς ο ήλιος έχει αρχίσει να πέφτει, αποφασίζουμε να σπρώξουμε την μοτοσυκλέτα μέχρι τον αυχένα όπου ο ήλιος δεν χάνεται τόσο γρήγορα.
Αναθεωρούμε το πρόγραμμα μας. Ο Μανώλης και ο Αντώνης θα πάνε Γρεβενά, καθώς έτσι και αλλιώς είχαν σκοπό να πάνε σήμερα Ιωάννινα και αύριο να κατηφορίσουν προς Αθήνα να δουν κάποιους φίλους και εμείς θα συνεχίσουμε προς Κήπους, αφού σιγουρευτούμε ότι όλα βαίνουν καλώς.
Λίγο αργότερα, ο οδηγός της οδικής βοήθειας μας παίρνει τηλέφωνο επιβεβαιώνοντας ότι θα φτάσει σε κανά μισάωρο και έτσι αποφασίζουμε να ξεκινήσουμε προς Κήπους, καθώς έχει ήδη βραδιάσει και, έχοντας κάνει ξανά τη διαδρομή αυτή νύχτα, ξέρω πόσο ζόρικη είναι. Πορεία λοιπόν προς Βοβούσα…
και από εκεί προς Ελατοχώρι, Δολιανή, Φραγκάδες. Σε κάποιο σημείο της διαδρομής, τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος μας οδηγούν σε μια σύντομη στάση για ένα κλικ…
Ακολουθεί “σκοτάδι, πισσοσκόταδο, μαύρο σκοτάδι πίσσα” που λέει και το λαϊκό άσμα. Τα μεγάλα φώτα και οι προβολείς των μοτοσυκλετών μας με το ζόρι σκίζουν την μαυρίλα που επικρατεί. Λίγο ακόμα και θα έβαζα και τον φακό κεφαλής…
Μετά από αρκετή ώρα εμφανίζονται αχνά στο βάθος τα φώτα από τα σπίτια στους Κήπους κάνοντας να πανηγυρίζουμε μέσα από τις ζελατίνες των κράνων μας. Την φιλοξενία μας θα αναλάβει ο Μαχαλάς, “ένα μικρό χωριό μες του Κήπους” όπως αυτοδιαφημίζεται, στον οποίο είχαμε μείνει και σε παλαιότερο οδοιπορικό.
Τάχιστη τακτοποίηση και βουρ για την ταβέρνα “Στου Μιχάλη”, ακριβώς απέναντι. Παραγγέλνουμε όλα τα καλούδια του καταλόγου, τηλεφωνούμε στον Μανώλη για να δούμε ότι όλα είναι οκ και πέφτουμε με τα μούτρα στο πεντανόστιμο ομολογουμένως φαγητό. Απέναντι μας κάθεται ένας ιδιαίτερος επισκέπτης…
Με το ζόρι διανύουμε τα 50 βήματα που μας χωρίζουν από τα κρεβάτια μας και χωρίς κανένα ζόρι αποκοιμιόμαστε κάτω από τα βαριά παπλώματα…
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Στελιο εξαιρετικες φωτογραφιες και οδοιπορικο.Παντα τετοια!
Να ΄σαι καλά Τάσο… μακάρι να ταξιδεύουμε πάντα και να γεμίζουμε με όμορφες εικόνες και εμπειρίες το σκληρό του μυαλού μας 😉