Ημέρα 6η, Sibiu – Brasov (210 χλμ)
Όταν οι ρόδες χορεύουν…
Μετά από αρκετή σκέψη, η αναπροσαρμογή προγράμματος είναι εφικτή με ελάχιστες “απώλειες” από το αρχικό πρόγραμμα. Σήμερα λοιπόν θα πάρουμε μια καλή γεύση από το Romaniacs και στη συνέχεια θα επισκεφτούμε την Sighisoara, πριν καταλήξουμε στην Brasov.
Για αυτό γουστάρω Οικονομάκη και δεν το κουνάω ρούπι χωρίς αυτόν, διότι είναι ευέλικτος και παντός καιρού. Προσαρμόζεται και προσαρμόζει τα πάντα σε κάθε απρόοπτο και βρίσκει λύσεις για όλους και για όλα. Το πως τα μαγείρεψε έτσι με Romaniacs, αρχικά πλάνα και ιδιοτροπίες καιρού χωρίς να χάσουμε τίποτα δεν το έχω πολυκαταλάβει ακόμα, κάνει όμως το μαγικό κόλπο του David Copperfield που εξαφάνισε το άγαλμα της Ελευθερίας, να μοιάζει με το μπαστούνι του Μάικ Λαμάρ.
Κατεβαίνουμε για γρήγορο πρωινό λοιπόν και βουρ για την εκκίνηση του αγώνα:
Στον “Πρόλογο” του αγώνα, ο οποίος διεξάγεται στην κεντρική λεωφόρο της πόλης, οι οδηγοί πρέπει να δείξουν την αντοχή τους, την δεξιοτεχνία τους και την εμπειρία τους μπροστά σε χιλιάδες οπαδούς, τηλεοπτικά συνεργεία, δημοσιογράφους και μέσων ενημέρωσης.
Υπάρχουν τέσσερις κατηγορίες για όλα τα γούστα και τις δυνατότητες:
– Η Iron, η οποία είναι και η πιο εύκολη. Σε αυτήν και μόνο την κατηγορία, ο αγώνας την πρώτης μέρας είναι προαιρετικός, με την συμμετοχή να σου δίνει καλύτερη θέση εκκίνησης στην κούρσα της επόμενης ημέρας.
– Η Bronze που απευθύνεται κυρίως σε χομπίστες (δηλαδή η Iron που απευθύνεται;)
– Η Silver που απευθύνεται σε “ανώμαλους” που δεν τα καταφέρνουν στην Gold.
– Και η Gold που είναι αυτή που συνήθως βλέπετε στα βίντεο που κυκλοφορούν.
Τα εμπόδια αλλάζουν από κατηγορία σε κατηγορία αυξάνοντας τον βαθμό δυσκολίας. Εμείς είδαμε την Bronze και τα εμπόδια που υπήρχαν ήταν τα εξής:
First Jump… έτσι για ζέσταμα… μετά ακολουθεί το πραγματικό πήδημα…
Concrete Ride… κάτι τσιμεντόλιθοι… ή μάλλον ήταν ότι περίσσεψε από τα μακαρόνια που φάγαμε προχτές…
Ladder… ότι ανεβαίνει κατεβαίνει… λίγο απότομα όμως…
Opening Brides… και καλά γαμ…
Guillotine… όνομα και πράμα… παίρνει πάνω και κάτω κεφάλια…
Afrika Memories… αυτές οι αναμνήσεις μας έχουν φάει…
Rubber Sea… καμουτσίκι η υπόθεση, πολύ πόνος…
Sibiu… ένα απλό διπλό αλματάκι, το οποίο από την βρόχα δεν μπορούσες ούτε να το περπατήσεις…
Mitas… εύκολο, αν έχεις συγγένεια με τον Frodo Baggins…
After Storm… after shave και after γενικώς…
Railroad… αντί τουτ-τουτ έκανε ωχ-ωχ… τι παράξενο τρένο…
HLV… High Level Vrontos… ένα ψηλό άλμα που έτρωγες τα μούτρα σου πέφτοντας…
Trash Ride… νταξ, ούτε ο Μαρκήσιος ντε Σαντ δε θα σκεφτόταν κάτι τέτοιο…
Small People Track… Frodo Baggins strikes again… κόλλημα με τα hobbit έχουν μάλλον…
Arena Platos… μάντεψε ποια πόρτα ανοίγει, αλλιώς φάε τα μούτρα σου…
Bridge… αν ποτέ φτάσεις μέχρι εκεί…
Η γέφυρα οδηγούσε στο πίσω κομμάτι της πίστας το οποίο ήταν σαφώς πιο εύκολο και φιλοξενούσε και το εντυπωσιακό εμπόδιο Wallride. Λόγω του ψιλόβροχου όμως, το εμπόδιο αυτό ήταν κλειστό και οι αγωνιζόμενοι το παρέκαμπταν από ένα μικρό τούνελ.
Δηλώνω ανεύθυνα (όλο υπεύθυνα θα δηλώνουμε;) ότι είμαι φανατικός του Romaniacs, έχοντας παρακολουθήσει αρκετά από αυτά σε DVD. Φυσικά εκεί πρωταγωνιστούν οι καλοί του αθλήματος, που κάνουν τα δύσκολα να φαίνονται εύκολα. Αυτό που παρακολουθήσαμε ούτε που το φανταζόμουν ποτέ στην ζωή μου. Η φράση ενός πατριώτη εντουρά, όταν μερικές μέρες αργότερα μας συνάντησε να φοράμε το αναμνηστικό μπλουζάκι του αγώνα, τα λέει όλα: “Αυτοί έχουν κάποιο θέμα με την γυναίκα τους”.
Ποια γυναίκα τους; Άστοχη η παρατήρηση. Αυτοί έχουν κάποιο θέμα με τη σχιζοφρένειά τους για να είμαστε πιο ακριβείς, και μάλιστα θέλουν χωρίς κανένα προφανή λόγο και όφελος, να βασανιστούν, να τραυματιστούν, να υποφέρουν, να χαροπαλέψουν αλλά προσοχή: να μην πεθάνουν για να μπορούν να ξανα-αυτομαστιγωθούν χωρίς έλεος του χρόνου πάλι. Το δίχως άλλο,η τελευταία εγχείρηση εγκεφάλου τους δεν πήγε και πάρα πολύ καλά.
Πάρτε μια γεύση από τον πρόλογο…
Ένα από τα ωραία του αγώνα ήταν όταν μπήκε στον αγώνα η 22χρονη Ισπανίδα Sandra Gomez Cantero και πέρασε τους πάντες και τα πάντα, σχεδόν σαν να μην υπήρχαν. Ξεσήκωσε το πλήθος και ο εκφωνητής ωρυόταν: “Sandra, show the boys how to do it”.
Δυστυχώς ήρθε η ώρα να αναχωρήσουμε. Πορεία προς Sighisoara, την γενέτειρα του Ιάκωβου… εεε του Δράκουλα ήθελα να πω.
Ο καιρός είναι μουντός και ρίχνει που και που μερικές σταγόνες. Η διαδρομή έχει αρκετή κίνηση αλλά παραμένει γραφική και όμορφη κατά το μέγιστο. Κάνουμε κίνηση ματ και σταματάμε στο πιο κατάλληλο σημείο για να βάλουμε αδιάβροχα, καθώς στην επόμενη στροφή άνοιξαν οι ουρανοί για περίπου 20 λεπτά.
Φτάνοντας στη Sighisoara ο καιρός ανοίγει και πάλι. Παρκάρουμε κάτω από το κάστρο της παλαιάς πόλης και τραβάμε εντός αυτής.
Η μεσαιωνική πόλη η οποία είναι χτισμένη από τους Σάξονες στους λόφους της Τρανσυλβανίας, είναι γνωστή περισσότερο ως γενέτειρα του Δράκουλα, Vlad Tepes, και λιγότερο για όλα τα υπόλοιπα αξιοθέατά της.
Ο Vlad (1436-1476) διατέλεσε τρεις φορές κυβερνήτης της τότε Βλαχίας. Οργάνωσε άριστα τα στρατεύματά του ενάντια στις επιθέσεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τιμώρησε βάναυσα τους αιχμαλώτους του πολέμου. Τα βασανιστήρια αυτά σε συνδυασμό με το βιβλίο του Bram Stocker «Dracula» που εκδόθηκε το 1897, ήταν η αφορμή να του αποδοθεί το όνομα «Δράκουλας».
Κατά τα άλλα η πόλη είναι γεμάτη με πανέμορφα πλακόστρωτα στενάκια, μικροσκοπικά σπίτια, αρχαίες εκκλησίες, πύργους και αψίδες όπου δίνουν μια ξεχωριστή ομορφιά που μαγνητίζει τον επισκέπτη. Εντυπωσιακός και ο πύργος-ρολόι με την καταπληκτική θέα, ο οποίος φιλοξενεί ένα μικρό μουσείο ιστορίας.
Επιστροφή στις μοτοσυκλέτες και πορεία για Brasov. Η αρκετή κίνηση δεν μας αφήνει να απολαύσουμε τα απέραντα λιβάδια που απλώνονται δεξιά και αριστερά του δρόμου.
Απογευματάκι, φτάνουμε στην πόλη και τραβάμε προς το ξενοδοχείο μας, το Coroana Brasovului. Γρήγορη τακτοποίηση και βουρ να δούμε την παλιά πόλη αλλά και τον φίλο Mihai. Γαμώ τα παιδιά ο Mihai. Να τα λέμε κι αυτά. Όταν ξανάρθει Χανιά να το κεράσουμε πράμα το κοπέλι.
Η ιστορία της πόλης πάει πίσω στη νεολιθική εποχή, αλλά οι Σάξωνες ήταν οι υπεύθυνοι για την ανάπτυξη της μεταξύ του 1141 και του 1300. Αρχικά οχυρώθηκε το 1211, μετά από διαταγή του βασιλιά Αντρέα του δεύτερου της Ουγγαρίας, από τους Τεύτονες Ιππότες με σκοπό να προστατευτούν τα σύνορα του τότε Βασιλείου της Ουγγαρίας.
Οι κατακτητές εκδιώχθηκαν το 1225 και οι κάτοικοι της πόλης ασχολήθηκαν επιτυχώς με το εμπόριο, κάνοντας την πόλη σταθμό στο εμπορικό δρόμο που ένωνε της χώρες της Δυτικής Ευρώπης με την Οθωμανική αυτοκρατορία. Η καίρια θέση έφερε γρήγορα την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία στην πόλη.
Πορεία προς το κέντρο της πόλης λοιπόν, διασχίζοντας την πύλη Schei, χτισμένη μεταξύ του 1827 και 1828. Η πύλη χτίστηκε κατά εντολή του αυτοκράτορα της Αυστρίας, Francis του 1ου, με σκοπό την κυκλοφοριακή αποφόρτιση της πόλης.
Παιδιά να ξέρετε ότι ο Οικονομάκης τα ξέρει απέξω αυτά που λέει, δεν τα παίρνει από γουικιπόντιους και σαχλαμάρες. Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα λέμε, του λες ένα γράμμα και σου λέει όλα τα λήμματα. Θυμάται τα πάντα εκτός από ονόματα, φαγητά, τηλέφωνα, ημερομηνίες, βιβλία, συγγενείς, φίλους, εξισώσεις, γεωμετρία, διευθύνσεις, την προπαίδεια και πόσες μπίρες ήπιε. Ο Στίβεν Χόκινγκ είναι Ραντανπλάν μπροστά του.
Σκάσε… μην με διακόπτεις για να πετάξεις την μπαρούφα σου. Αγαπητοί αναγνώστες, αγνοείστε τον παραπάνω κύριο και ας επανέλθουμε στην αναπαραγωγή της πράσινης κάμπιας… εεεε… στο όμορφο Brasov ήθελα να πω…
Πρώτος μας σταθμός ο Rope Street ή Strada Sforii, ο στενότερος δρόμος της χώρας και ένας από τους στενότερους της Ευρώπης. Χτίσθηκε αρχικά ως διάδρομος για χρήση από την πυροσβεστική υπηρεσία και έχει μήκος 80 μέτρα και πλάτος από 111 έως 135 εκατοστά.
Λίγο παραδίπλα βρίσκεται η γοτθικού ρυθμού Μαύρη εκκλησία, η οποία αρχικά ήταν αφιερωμένη στην κοίμηση της Θεοτόκου για παραπάνω από ένα αιώνα, ενώ στη συνέχεια έγινε Λουθηρανική. Η πολυτάραχη ιστορία της αναφέρει ότι χτίστηκε μεταξύ του 1385 και του 1477 στη θέση παλαιότερου ναού ο οποίος καταστράφηκε από την εισβολή των Μογγόλων το 1242.
Καταστράφηκε σε μεγάλο βαθμό και πάλι το 1689 από μια μεγάλη πυρκαγιά η οποία ισοπέδωσε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης. Η πυρκαγιά μαύρισε τους τοίχους της εκκλησίας και ήταν η αιτία που πήρε το όνομα “Μαύρη Εκκλησία”.
Λόγω του περασμένου της ώρας η εκκλησία είναι κλειστή. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να ρίξει μια ματιά εσωτερικά εδώ. Για να δω κι εγώ… ααα, ωραία είναι! Να στείλουμε τον Μερκούρη να ανάψει ένα κεράκι.
Εξωτερικά, σε ένα από τους πύργους της εκκλησίας φιλοξενείται ένα ασυνήθιστο γλυπτό. Πρόκειται για την αναπαράσταση ενός παιδιού που φαίνεται να είναι έτοιμο να πέσει. Ο θρύλος λέει ότι όταν έκτιζαν την εκκλησία, ένας από τους τεχνίτες ζήλεψε το ταλέντο ενός μαθητευόμενου και τον έσπρωξε από τον πύργο σκοτώνοντας τον. Το γλυπτό έγινε από τους άλλους εργαζόμενους στη μνήμη του ταλαντούχου νεαρού μαθητευόμενου.
Τα ίδια λέγανε και σ’ ένα ξωκλήσσι στη Σκωτία, το ‘χω ξανακούσει και αλλού. Κάτι τέτοιες παπαριές λένε οι θρύλοι και γελάνε και τα πιτσιρίκια.
Δίπλα απ’ την εκκλησία βρίσκεται η πανέμορφη κεντρική πλατεία της πόλης, η Piata Sfatului. Κυριότερο της αξιοθέατο το παλαιό Δημαρχείο το οποίο κτίσθηκε το 1420.
Ο πεζόδρομος μας οδηγεί… στο φίλο Mihai. (Ρε καλώς το Μιχαλιό! Ίντα κάνεις μπρε κοπέλι;) Εγκάρδια υποδοχή και παρέα με την γυναίκα του την Χριστίνα τραβάμε για μασαμπούκα σε ένα παλιό γνώριμο μου εστιατόριο, το Ceasu’ Rau. Πανέμορφος χώρος, πεντανόστιμο φαγητό…
Η βραδιά κυλά φυσικά ευχάριστα με συζητήσεις, αναμνήσεις αλλά και σχέδια για το μέλλον. Αργά το βράδυ -ή νωρίς το πρωί, όπως θέλετε πέστε το- επιστρέφουμε στο ξενοδοχείο μας. Αύριο το πρωί ο Mihai θα μας ξεναγήσει στην “γειτονιά του”…
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |