Ημέρα 6η, Λισαβόνα – Chucena (500 χλμ)
Ξημερώνει…
Πού… πού είμαι;
Πώς βρέθηκα εδώ;
Ποια είναι αυτή δίπλα μου;
Χμμ; Ουφ, η Κική…
Και εδώ είμαστε… α ναι, Πορτογαλία, ναι, νομίζω Πορτογαλία. Νέα μέρα, νέα χώρα πάλι. Τζάμπα πήγανε τα μαθήματα Ισπανικών της Μαροκινής μπαργούμαν, να ‘ναι καλά οι κοπελιές και τα παλικάρια που μου έκαναν εντατικά Πορτογαλέζικα μέχρι να βρω αυτόν τον ξενώνα.
Ανοίγω το παράθυρο και απολαμβάνω τη θέα…
«Ξύπνα Κική, πάμε να φάμε πρωινό και φεύγουμε, έχουμε πολλά πάλι να δούμε σήμερα!»
Τροχάδην κάτω στο πεζοδρόμιο όπου έχω ασφαλίσει τη καλή μου με ό,τι βρήκα εύκαιρο. Κλειδαριά δισκοφρένου, 3 σύρματα κλειδώματος ποδηλάτου (για τα κράνη τα είχα), βασκανίες, ό,τι μπορούσα είχα βάλει, δε ξέρω τι απ’ όλα ήταν αυτό που έπιασε, πάντως τη βρήκα στη θέση της ανέπαφη!
Η σπιτονοικοκυρά άφαντη, ακόμα θα χαίρεται τον ύπνο σπίτι της, ευκαιρία για εμάς να απολαύσουμε το μεγάλο σπίτι με όλες τις ανέσεις του. Η Κική τρέχει από εδώ και από εκεί σε όλα τα δωμάτια να βγάλει φωτογραφίες, να θαυμάσει τα διάφορα έργα τέχνης που κοσμούν τοίχους και πατώματα, όλα δεμένα με καλό γούστο. Αυτό δεν είναι ξενώνας, δεν είναι σπίτι, ένα μικρό μουσείο είναι θαρρώ!
Εγώ από την άλλη πέφτω να θαυμάσω άλλα έργα τέχνης που υπάρχουν στην κουζίνα. Πρωινό για 8-10 άτομα είχε διαθέσιμο, μας το ‘χε πει η κυρία, πάρτε φάτε ό,τι θέλετε, αυτό έκανα. Αυτές οι φουντουκοσταφίδες, πολύ θρεπτικές δε λέω, αφήνουν τελικά τραύματα.
Αφού μασαμπούκιασα ό,τι και όσα μπορούσα, ντυνόμαστε και ξεκινάμε. Κατεύθυνση, βόρεια, πρώτος στόχος ημέρας, Sintra, μία κωμόπολη αγαπητή από παλιά στην εύπορη τάξη της Λισαβόνας και γεμάτη ομορφιές.
Τι, δεν έχετε πάει ποτέ;
Μη βλέπετε το Google Earth που λέει πως είναι 30 λεπτά μόνο. Αν βάλεις την κίνηση για να βγεις από τη Λισσαβόνα, το κλασικό χάσιμο λόγω ανισόρροπου GPS, ε, μία ωρίτσα τη θέλουμε. Για την ώρα, απολαμβάνουμε την τέταρτη–πέμπτη φορά που περνάμε σουβλάκι την πόλη, από διαφορετικά κάθε φορά σημεία. Μπορεί να μην την περπατήσαμε, όμως σας δίνω το λόγο μου, σε αυτή την πόλη όποτε και αν ξαναβρεθώ, δε θα χρειαστώ πλέον GPS για να προσανατολιστώ!
Πολλά μου κάνουν εντύπωση, ειδικά με το τελευταίο πέρασμα από τη Λισσαβόνα που είναι και μέρα. Ένα είναι οι πολλές αφίσες ενάντια στη λιτότητα και την κρίση που έχει χτυπήσει ΚΑΙ αυτή τη χώρα.
Άλλο χαρακτηριστικό, από παλιά αυτό, είναι τα πολύχρωμα και όμορφα σπίτια και δημόσια κτίρια. Η Λισαβόνα καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς το 1755 από ένα μεγάλο σεισμό. Από τότε ξανακτίστηκε για να ξανακαταστραφεί σε μεγάλο βαθμό από διαδοχικούς σεισμούς το 1915, 1917, 1919 και 1927. Τα όσα παλιά κτίρια κοσμούν ακόμα το ιστορικό κέντρο της είναι νεότερα του 1755, όσα τουλάχιστον επέζησαν από τους επόμενους σεισμούς.
Αυτό όμως που είναι πολύ χαρακτηριστικό στη Λισαβόνα είναι τα μικρά τραμ που τη διασχίζουν απ’ άκρη σε άκρη, σε πεδινά και λόφους. Είναι παντού, είναι χαριτωμένα, είναι μικρά και ένα μαγνητάκι στο σχήμα τους κοσμεί πλέον το ψυγείο μου 🙂
Παράπλευρη απώλεια βέβαια των πολλών τραμ είναι τα σύρματα που καλύπτουν όλους τους κεντρικούς δρόμους.
Μία γέφυρα σηματοδοτεί την έξοδό μας από την πόλη με δεξιά μας να φαίνεται το τεράστιο υδραγωγείο του Diogo Alves, φτιαγμένο από Πορτογάλους το 1748 και…
…αριστερά μας η γέφυρα της 25ης Απριλίου να μας δείχνει το δρόμο νότια.
Δε συνεχίζουμε για πολύ από τον εθνικό. Μόλις βλέπουμε πινακίδα Sintra, αγνοούμε το ενοχλητικό GPS και χωνόμαστε σε μία καταπράσινη (αλλά και συννεφιασμένη και πολύ δροσερή, μπρρρρ) διαδρομή. Μη με ρωτάτε πού, πώς, τι. Ό,τι και όπως καθόταν πηγαίναμε, σε σωστή κατεύθυνση να βρισκόμαστε μόνο.
Αν εντυπωσιαζόμαστε μία από τη Λισαβόνα, εδώ δέκα. Κάθε σπίτι, κάθε μαγαζί και ένα μικρό καλλιτέχνημα.
Οδηγάμε πάνω στον κεντρικό δρόμο και κάθε μέτρο είναι ένας οπτικός οργασμός. Ίσως βοηθάει και το ότι έχει έντονη συννεφιά (λες να βρέξει καμιά ώρα;) και αναδεικνύονται τα χρώματα, όμως σίγουρα δεν είναι μόνο αυτό. Τι να πρωτοδεί κανείς; Τους πυκνά δασωμένους λόφους; Τις παλαιές βίλες και ανάκτορα σκορπισμένα στους γύρω λόφους; Ακόμα και στο «γυμνό» κομμάτι του κεντρικού δρόμου βρίσκει κανείς κάθε 10 μέτρα και από ένα σύγχρονο έργο τέχνης, άξιο να το χαζέψεις για λίγα λεπτά. Η κωμόπολη και τα τριγύρω χωρία βρίσκονται μέσα σε ένα πανέμορφο δάσος, γεμάτο με τοπικά και εξωτικά δέντρα. Από την εποχή των Μαυριτανών ακόμα, είχαν αρχίσει να κτίζονται εδώ οι πρώτες εξοχικές κατοικίες εύπορων της εποχής, ανταγωνιζόμενος ο ένας τον άλλον στην καλαισθησία και το μέγεθός τους. Αυτό το μέρος επέλεξαν και οι Πορτογάλοι βασιλιάδες ως θερινή κατοικία χτίζοντας συνολικά δύο εντυπωσιακά παλάτια και φέροντας με την παρουσία τους μία αίγλη σε όλο τον τόπο. Η ανάδειξη της Σίντρα σε μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO, είναι απλά μία επιβεβαίωση της ομορφιάς της.
Μπροστά μας το Palácio Nacional de Sintra, αρχικά κατασκευασμένο ως κάστρο για τους Μαυριτανούς τον 8ο αιώνα, κατακτήθηκε και με εκτεταμένες επεμβάσεις μετατράπηκε σε παλάτι γύρω στο 1415 από Πορτογάλους μονάρχες. Χαρακτηριστικό αυτού του παλατιού οι δύο μεγάλες άσπρες κωνικές καμινάδες.
Παντού πολύχρωμα σπίτια χαμένα σε καταπράσινα, μεγάλα δέντρα και όμορφα, λουλούδια να στολίζουν κάθε δρόμο, κάθε μονοπάτι.
Ψηλά στους λόφους, χαμένα στην ομίχλη αχνοφαίνονται το κάστρο των Μαυριτανών (Castelo dos Mouros) και το δεύτερο βασιλικό παλάτι στην περιοχή, το Palácio Nacional da Pena. Δυστυχώς, δεν είχαμε χρόνο να απολαύσουμε όλα τα κάλλη της Σίντρα και περιοριστήκαμε σε ένα που είχα δει μία φορά παλιά, στο καταπληκτικό ταξιδιωτικό ένθετο «ΓΕΩ» της Ελευθεροτυπίας (θύμα και αυτό της κρίσης).
Με λίγο ψάξιμο, βρίσκω αυτό που έψαχνα. Οι τουρίστες πολλοί, οι δρόμοι στενοί, με δυσκολία στριμώχνω τη μηχανή δίπλα στην πύλη μία εγκαταλελειμμένης έπαυλης αραβικής (;;;) εποχής. Κλειδώνω κράνη, ασφαλίζω ό,τι μπορώ, όμως τις επικαθήμενες αναγκαστικά τις αφήνω εκεί, στη διάθεση κάθε επίδοξου κλέφτη.
Πιστεύω πως αξίζει το ρίσκο. Πάμε λοιπόν μία βόλτα στη καταπληκτική Quinta da Regaleira!
Όλα ξεκίνησαν το 1840. Τότε, η βαρόνη da Regaleira αγόρασε μία βίλα με το όνομα “Quinta da Torre”. Προχώρησε σε πολλές προσθήκες και επεκτάσεις μετατρέποντάς την σε ένα στολίδι της εποχής και τη μετονόμασε σε “Quinta da Regaleira”. Αργότερα, το 1893, ο εύπορος καπιταλιστής εκείνης της εποχής Antonio Augusto de Carvalho αγοράζει τη βίλα και επεκτείνει το αγρόκτημα κατά μερικά ακόμα στρέμματα και προσλαμβάνει διάσημους αρχιτέκτονες τοπίου για να κατασκευάσει τον κήπο των ονείρων του. Από το 1898 έως και το 1912, αφιερώνει άπειρο χρόνο και χρήμα για να πραγματοποιήσει το όνειρό του. Το αν άξιζε, αυτό θα το δούμε. Πάντως, το κτήμα πωλείται πάλι το 1946 σε νέο ιδιοκτήτη (αρκετά αργότερα από το θάνατο του τελευταίου). Αυτός κάνει κάποιες μικρές αλλαγές με τη σειρά του σε κτήμα και σπίτι και όταν και αυτός πεθαίνει, το κτήμα πωλείται σε μία Ιαπωνική εταιρία (;;;) μέχρι να αγοραστεί εν τέλει από το Δήμο και να γίνει προσβάσιμο στο κοινό μόλις μετά το 1998.
Εμείς, αφού πληρώσουμε το λογικό εισιτήριο, αρχίζουμε τη βόλτα μας διστακτικά από αριστερά. Είχα δει μερικές εικόνες αλλά δεν ήμουν και τόσο σίγουρος τι να περιμένω.
Καταπληκτικά περιποιημένος κήπος, αγάλματα παντού, ένας όμορφος περίπατος λέω μέχρι που φτάνουμε σε αυτή τη μικρή λιμνούλα. Χμμ, τι είναι αυτά, σπηλιές; Υπόγειο τμήμα της λίμνης; Ωπ, το μονοπάτι οδηγεί σε αυτήν την τρύπα…
Χωνόμαστε σε ένα λαβύρινθο διαδρόμων που δεν είσαι σίγουρος αν είναι λαξευτοί ή φυσικοί. Σίγουρο πάντως είναι αποτελεσματικοί. Ανεβαίνουμε, κατεβαίνουμε, χάνουμε την αίσθηση προσανατολισμού και χωρίς να το καταλάβουμε…
…καταλήγουμε πάλι στην υπόγεια λίμνη! Γέλια, πειράγματα από την Κική, με τα πολλά καταλάβαμε πως δεν πάει πουθενά και τζάμπα το παλεύουμε.
Ξεχυνόμαστε στους κήπους πάλι. Τι καταπληκτικά χρώματα, τι καταπληκτικά αρώματα, σκιά, πραγματικά χάρμα οφθαλμών. Δε θέλω να σας κουράσω με άπειρες φωτογραφίες, όμως φοβάμαι πως πάλι πολλές θα βάλω. Ή μήπως είναι λίγες;
Πολλά λουλούδια, δέντρα και αγάλματα αργότερα, φτάνουμε μπροστά σε μία μεγάλη σπηλιά, την «ανατολική». Προσωπικά αρχίζω να ενθουσιάζομαι, τι καταπληκτικό μέρος είναι αυτό!
Νιώθω σα μικρό παιδί που παίζει κρυφτό με την Κική να με ψάχνει στις σκιές.
Κάθε διασταύρωση και ένας διάδρομος που μας εκπλήσσει. Εδώ, ένα όμορφο μονοπάτι από πέτρες στο νερό. Μόνο που αυτές οι πέτρες είναι στήλες ύψους 1+ μέτρου! Ουαί και αλλοίμονο σε όποιον παραπατήσει 🙂
Σε άλλο σημείο, βλέπεις μέσα από έναν καταρράκτη μία πέτρινη (;;;) γέφυρα, εντελώς σουρεαλιστικής εμπνεύσεως!
Σχεδόν κατά λάθος, φτάνουμε σε ένα άνοιγμα φανερά φτιαγμένο από ανθρώπινα χέρια.
Και ναι, είμαστε στη βάση ενός πύργου. Όχι όμως ενός κανονικού που εξυψώνεται προς τον ουρανό αλλά ενός ανεστραμμένου, ενός που χώνεται βαθιά, 27 μέτρα για την ακρίβεια, μέσα στη γη!
Απίστευτο; Και μάλιστα, αυτήν την ιδέα τη σκέφτηκε και τη πραγματοποίησε αρχιτέκτονας πριν 100+ χρόνια έτσι;
Αρκετά με τα τούνελ, πάμε και μια βόλτα στην επιφάνεια πάλι.
Ο ιδιοκτήτης μάλλον είχε ανεκπλήρωτες παιδικές φαντασιώσεις. Πώς αλλιώς εξηγείτε εσείς αυτό; Κρυφές πέτρινες πόρτες! Χρησιμότητα; Καμία! Μπήκαν σε σημεία όπου δε χρειαζόταν πόρτα, μόνο και μόνο για πλάκα!
Κι άλλη κρυφή πόρτα! Εγώ παίζω με τις πέτρινες πύλες…
…η Κική ξεκουράζεται στις πέτρινες πολυθρόνες.
Η περιήγηση γίνεται μέσα από τους κήπους που αγγίζουν συνεχώς το τέλειο όριο μεταξύ φτιαχτού και άγριου. Όλα είναι επιμελώς ατημέλητα στις θέσεις τους.
Από ένα από τα πολλά ανοίγματα, ξαναμπαίνουμε στα τούνελ, ψάχνοντας αυτή τη φορά το δεύτερο ανεστραμμένο πύργο.
Οπ, νάτος!
Λίγο μικρότερος, μισοτελειωμένος, παρόλα αυτά εντυπωσιακός.
Έχοντας εξερευνήσει τα τούνελ, περιπλανόμαστε πλέον μόνο υπέργεια.
Στον κήπο υπάρχουν δύο κανονικοί πύργοι, ο ένας μακριά από τον άλλον. Αμυντική αξία; Καμία! Όλα για την ικανοποίηση του παιδιού που έκρυβε μέσα του ο αγαπητός Carvalho.
Τι καταπληκτική θέα!
Pena National Palace, κρίμα, δεν έχουμε αρκετό χρόνο να το επισκεφτούμε ούτε αυτό…
…ούτε το…Castelo dos Mouros
Αντί τις σκάλας της επιστροφής, δοκιμάζουμε μία άλλη, πιο απότομη και πιο στενή.
…που μας οδηγεί σε άλλους, κρυφούς διαδρόμους…
…μυστήρια δωμάτια…
…με ακόμα πιο μυστήριους διάκοσμους!
Τελευταία στάση πριν την κυρίως βίλα, στο παρεκκλήσι.
Καλά, τα άπειρα σκαλίσματα πέτρας που είχε πάνω του, τα περίμενα.
Τα όμορφα βιτρό επίσης.
Άντε και το πατάρι…
Πείτε μου όμως, στο θεό σας, τα τρία (3) υπόγεια, τι τα ήθελε ο αρχιτέκτων;
Και το κρυφό υπόγειο διάδρομο που μας βγάζει μέσα στη βίλα από το δεύτερο υπόγειο; Εξωφρενικά πράγματα!
Η είσοδος στη βίλα… εντυπωσιακή! Σκαλιστές παραστάσεις απίστευτης ποιότητας και λεπτομέρειας σκεφτόμουν, μέχρι…
…που είδα το τζάκι! Δείτε λεπτομέρειες πάνω από το τζάκι! Και στις κολώνες! Και δεν ξέρω και εγώ πού αλλού! Απίστευτα πράγματα!
Όλη η οικία είναι αξιοθαύμαστη με μοναδικά γλυπτά και παραστάσεις σε κάθε κομμάτι του σπιτιού που δεν επαναλαμβάνονται σε κανένα σημείο και αξίζει μία προσεχτική επίσκεψη. Δε θέλω να σας ταλαιπωρήσω όμως άλλο, οπότε, παραθέτω δυο τρεις φωτογραφίες ακόμα και…
…και πάμε προς την έξοδο όπου…
…περιμένει η μηχανή χωρίς ευτυχώς να της λείπει το παραμικρό!
Πανέμορφη η Σίντρα, καταπληκτική η Quinta da Regaleira, έχει πλέον μεσημεριάσει για τα καλά και τρέχουμε ανατολικά μέσα από φιδίσιους δρόμος για τον επόμενο στόχο, το πρώτο ορόσημο του ταξιδιού μας, το Cabo da Roca, το δυτικότερο ηπειρωτικό σημείο της Ευρώπης!
Επιτέλους φτάσαμε! Στο δυτικότερο ηπειρωτικό σημείο της Ευρώπης. Η συγκίνηση υπάρχει μεν, αλλά ωχριά μπροστά στη Σίντρα που θαυμάσαμε νωρίτερα. Στο κάτω-κάτω της γραφής, ένα απλό σημείο είναι στο χάρτη εδώ, με έναν όμορφο φάρο. Κάπως έτσι σκεπτόμενοι, δεν τρέχουμε να βγάλουμε φωτογραφίες στην άκρη αλλά στρωνόμαστε στο φαγητό (εφοδιασμένοι από τοπικό σούπερ μάρκετ).
Τοπικός κοπρίτης που λαχταράει λίγο φαγητό. Δε νομίζω πως φαίνεται στη φωτογραφία αλλά είναι πραγματικά το πιο άθλιο, κακομοίρικο, κακάσχημο και κακόφωνο (!) σκυλί που έχω δει ποτέ στη ζωή μου! Τσίμπησε το μεζεδάκι του παρόλα αυτά 🙂
Την ώρα που λέμε να πάμε για φωτογραφίες, να ‘σου τα λεωφορεία, να ‘σου ο κόσμος, να ‘σου και μία αστυνομικίνα που μας απαγορεύει να πλησιάσουμε με τη μηχανή.
Τζίφος, δε θα βγω φωτογραφία στο μνημείο με τη μηχανή. Δεν έχει καμία σημασία όμως.
Σημασία έχει πως είμαστε εδώ!
Δύση; Δύση είχε προφανώς μόνο θάλασσα. Το μέρος έχει πολλά μονοπάτια δίπλα στο γκρεμό που αξίζει να περπατήσεις αλλά, αρκεί να μένεις εκεί κοντά. Εμείς όμως, χρόνο δεν έχουμε για πολλά-πολλά. Πάμε λοιπόν ολοταχώς πάλι νότια από διάφορους επαρχιακούς δρόμους μέχρι Λισαβόνα και περνάμε τη λιμνοθάλασσα από τη γέφυρα αφιερωμένη στην αναίμακτη επανάσταση των γαρυφάλλων της 25ης Απριλίου του 1974 που έδιωξε τη χούντα της εποχής.
Η γέφυρα είναι κρεμαστή και συνδέει την πόλη της Λισαβόνας με την Αλμάντα περνώντας πάνω από τη λιμνοθάλασσα που σχηματίζει ο ποταμός Τάγος. Πολλές ταινίες έχουν γυριστεί σε αυτήν τη γέφυρα. Μεταξύ άλλων γυρίστηκαν εκεί και ορισμένες σκηνές της ταινίας Τζέημς Μποντ: Στην υπηρεσία της Αυτού Μεγαλειότητας. Περισσότερες πληροφορίες, εδώ.
Στην ανατολική όχθη, στην κορυφή ενός λόφου φαίνεται το άγαλμα του Χριστού του Βασιλέως, αντίγραφο του αντίστοιχου αγάλματος στο Ρίο της Βραζιλίας. Ο Τοπικός Μητροπολίτης το έφτιαξε, αφού πήγε στο Ρίο και προφανώς ζήλεψε. Εγκαινιάστηκε το 1959.
Αργότερα, με το που κάναμε πάντως στάση στην άκρη του δρόμου για να αποφασίσουμε πορεία, τσούπ, να ‘σου ένας φιλικός Πορτογάλος να θέλει ντε και καλά να μας βοηθήσει ανοίγοντας και την ανάλογη ατελείωτη κουβέντα… στα Πορτογαλικά φυσικά! Πορτογαλικά αυτός, Ελληνικά εγώ (πλέον είχα εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια), συνεννόηση μούρλια. Πολλά γέλια πάντως όταν συνειδητοποιεί πως:
1. Δεν έχουμε χαθεί.
2. Δε καταλαβαίνει κανείς μας το τι λέει ο άλλος.
Και τώρα προς τα πού; Επόμενος στόχος είναι η πόλη Tarifa, το νοτιότερο σημείο της Ευρώπης. Νότια λοιπόν, και όσο πάει. Ξενοδοχείο; Θα δούμε. Μάλλον μυαλό δε βάλαμε θαρρώ. Βουρ από εθνικό πάλι, διόδια, και από δρόμους που περνάνε μέσα από εύφορες πεδιάδες αλλά είναι μάλλον βαρετοί.
Αν και το όριο ταχύτητας είναι 120, οι δρόμοι είναι άδειοι, με καλή άσφαλτο, καλή σήμανση και σαφείς προειδοποιήσεις όποτε πλησιάζουμε σε ραντάρ τροχαίας. Έτσι, τα ξεχνάμε λίγο τα όρια και με σταθερά 140-150 πορευόμαστε από βενζινάδικο σε βενζινάδικο.
Τρεισήμισι ώρες οδήγησης και 360 περίπου χιλιόμετρα από το Cabo da Roca, φτάνουμε στο Rio de Guadiana και στη γέφυρα που ενώνει τις δύο όχθες.
Και έτσι απλά, χωρίς καμία άλλη ένδειξη πέραν μίας απλής πινακίδας στην άκρη του δρόμου, μπαίνουμε στην Ισπανία! Και βεβαίως, επάξια μπορούμε να κολλήσουμε άλλο ένα αυτοκόλλητο…
Χμμμ, γράψε λάθος, εδώ έχουμε ξανάρθει. Τουλάχιστον κάτι θυμάμαι από τα Σπανιόλικα, δεν πάμε δα και σε ξένο τόπο. Βασικό καλό της Ισπανίας; Τέλος τα διόδια, για πολλά ακόμα χιλιόμετρα!
Η ώρα περνάει γρήγορα με τις ρόδες μας να γράφουν άφθονα χιλιόμετρα. Τώρα όμως δεν κυνηγάμε να προλάβουμε έναν ήλιο που δύοντας μας τυφλώνει με τις αχτίδες του αλλά… τη σκιά μας. Καλό το ότι ο ήλιος δε μας τυφλώνει, κακό το ότι όσο πιο γρήγορα κατευθυνόμαστε ανατολικά, τόσο πιο γρήγορα δύει ο ήλιος.
Με τη δύση του ήλιου λοιπόν αρχίζουμε εναγωνίως την αναζήτηση καταλύματος. Η επόμενη μέρα είχε στόχο Tarifa και Γιβραλτάρ, οπότε προτιμήσαμε να σταματήσουμε σε ένα Μοτέλ στην άκρη του εθνικού. Μόνο πρόβλημα; Το ξενοδοχείο βρίσκεται απέναντι, με είσοδο από το αντίθετο ρεύμα και στη μέση στηθαίο!
Τι κάνουμε; Πάντως όχι να πάμε δεν ξέρω και εγώ πόσα χλμ παρακάτω για ευκαιρία αναστροφής. Ύστερα από μικρή συζήτηση με τον βενζινά αυτής της πλευράς, περνάμε απέναντι… αντισυμβατικά!
Τελικά, το Μοτέλ AS Hoteles Chucena αποδεικνύεται πολύ καλή επιλογή και οικονομική (31 ευρώ η βραδιά). Σύντομα εξαφανίζονται και οι τελευταίες αχτίδες του ήλιου. Η μηχανή τριπλοκλειδωμένη κάτω από το παράθυρό μας και μπροστά από την 24ωρη ρεσεψιόν, εμείς μπανιαρισμένοι, κουρασμένοι αλλά και γεμάτοι από τις εικόνες που απολαύσαμε σήμερα. Πλησιάζουν τα μεσάνυχτα και παραδινόμαστε στην αγκαλιά του Μορφέα με προσμονή για το τι θα φέρει η επόμενη μέρα.
Αυτή η μέρα ήταν πραγματικά πλήρης! Πολλές ώρες περιήγησης στην καταπληκτική Sintra και τη φαντασμαγορική Quinta da Regaleira, κατάκτηση του Cabo da Roca, του δυτικότερου ηπειρωτικού σημείου της Ευρώπης και 500+ χιλιόμετρα οδήγησης.
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Απολαυστική περιγραφή, με ταξίδεψες, πολλά μπράβο από έναν συνάδελφο μοτοσυκλετιστή με μόλις δύο αυτοκόλλητα (S.Marino, Ita) στην πλαϊνή βαλίτσα του!Στα επόμενα …!!!
Πολυ ομορφο ταξιδι και ακομα πιο ομορφη περιγραφη!Παντα τετοια!
Μακάρι να υπήρχε μεγαλύτερη άνεση χρόνου γιατί μας βγήκε πολύ βιαστικό, αλλά η οικογένεια προηγείται. Δεδομένου του χρονικού περιορισμού, μια χαρά ήταν, ναι. Χαίρομαι που σου άρεσε φίλε Τάσο
Νέος χρόνος που ξεκινά διαβάζοντας “Μάρκα”, μόνο καλά μπορεί να πάει!!!
Ταξιδιωτικό ποδαρικό!
Πάντα καλά να πηγαίνουν όλα Νικολή και με το καλό ο νέος χρόνος να σου φέρει υγεία σε εσένα και στην πλουσιότερη πλέον οικογένειά σου!
Υπέροχο ταξίδι, ότι πρέπει για να αρχίσει η νέα χρονιά, καλή χρονιά να χουμε με ακόμα πιο όμορφα ταξίδια για όλους μας!!!
Νάσαι καλά φίλε Γιώργο, καλή χρονιά να έχουμε με υγεία και όρεξη για ταξίδια και μπελάδες.