Ημέρα 3η, Μελένικο – Koprivshtitsa (344 χλμ)
Εδώ είναι ο παράδεισος και η κόλαση εδώ
Κατέβηκα για πρωινό λίγο αργότερα από τους άλλους και καθώς επέλεγα τα φρούτα μου και τα δημητριακά για το ορθομοριακό πρωινό μου, είδα με έκπληξη τρεις τουρίστες να τρώνε σε ένα άλλο τραπέζι. Ήταν ένα ζευγάρι με μια φίλη του, η οποία έμοιαζε με μοντέλο του Κοσμοπόλιταν. Προς μεγάλη μου έκπληξη τους άκουσα να μιλάνε αγγλικά εξ Αμερικής, με προφορά στρέητ φρομ Ματσατσούσες. Κάθομαι δίπλα στον Κώστα και με τα μάτια μας είπαμε φιλοσοφημένα και σιωπηλά ο ένας στον άλλο “τι εργαλείο είναι αυτό”. “Να τη γνωρίσουμε,” του είπα, αλλά αυτός με κοίταξε σα να του είπα ότι έτρεχα στα MotoGP με BMW παλιά αλλά τους κέρδιζα όλους και τα παράτησα γιατί βαριόμουν να περνάω τον Ρόσι και τις άλλες κουλομαρίες. “Αποκλείεται” μου λέει, “δεν γίνονται αυτά”. Ξέρετε ε, τρελαίνομαι για τέτοιες δηλώσεις. Σηκώνομαι όρθιος, πηγαίνω στο τραπέζι τους και τους εξήγησα με άπταιστη προφορά Σικάγου, σαν του Γκιωνάκη στην ελληνική ταινία, ότι είμαι ένας έλληνας δημοσιογράφος (γκρικ τζούρναλιστ) που συνταξιδεύει με ένα γκρουπ μοτοσυκλετιστών και έκανα έρευνα για τους ταξιδιώτες που επισκέπτονται τη Βουλγαρία και το Μέλνικ. Άρχισαν τα κλασικά “ουάαου, δις ις γκρέητ, χάου γουόντερφουλ” και τέτοιες αμερικανιές και μου είπαν να κάτσω στο τραπέζι τους για να μου πουν την ιστορία τους. Εκείνος ήταν βουλγαρικής καταγωγής στην Αμερική και πήρε τη γυναίκα του μαζί αλλά και τη φίλη τους από το Τέξας (το δίμετρο εργαλείο που λέγαμε). Μου είπαν και άλλα που δεν θυμάμαι γιατί κοίταζα στα μάτια το εργαλείο, αλλά παιδιά έπρεπε να δείτε τη φάτσα του Κώστα όταν γύρισα στο τραπέζι – ακόμα με έχει για πιο λεβέντη και από τον Λεωνίδα και τους τριακόσιους του μαζί. Όχι παίζουμε. Από εκεί βγήκε και το δικό μας αστείο “γκρικ τζούρναλιστ” που δεν είναι δικό μας πλέον γιατί το ξέρετε όλοι. Να μείνει μεταξύ μας εε;
Η επίθεση στο μπουφέ τελειώνει, ο “γκρικ τζούρναλιστ” επιστρέφει με ύφος θριαμβευτή πάνω στο μπλε άλογο του… και φορτώνουμε τις μοτοσυκλέτες ετοιμαζόμενοι για αναχώρηση.
Αρχικά ακολουθούμε ένα στενό γραφικό δρόμο κάτω από τις γνωστές “πυραμίδες” της περιοχής, με τελικό σταθμό την Μονή Ροζινού.
Ένα μεγάλο τσοπανόσκυλο που πετάχτηκε από μια αυλή, παραλίγο να κόψει απότομα την πορεία μου. Λίγο η παρατιμονιά μου, λίγο ότι κώλωσε την τελευταία στιγμή ο σκύλος… την βγάλαμε στη μπαμπακερή κλωστή. Ο Μήτσος που με ακολουθούσε, έπιασε όλη την φάση on camera όπως θα έλεγε και ο “γκρικ τζούρναλιστ” από το Σικάγο:
Η Ιερά Μονή Ροζινού είναι το μεγαλύτερο μοναστήρι και ένα από τα λίγα μεσαιωνικά μοναστήρια της Βουλγαρίας. Αποτελείται από καθολικό, κοιμητηριακό ναό με οστεοφυλάκιο, πτέρυγες κατοικίας και βοηθητικά κτίσματα. Η αυλή της έχει σχήμα ακανόνιστου εξαγώνου και περιβάλλεται από τις πέντε πλευρές από τις κόρδες με τα κελιά των μοναχών.
Η προφορική παράδοση συνδέει την ίδρυσή της -στις αρχές του ΙΓ’ αιώνα- με το όνομα του δεσπότη Αλεξίου Σλάβου, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες που να την επιβεβαιώνουν. Το 1597 το μοναστήρι ανακαινίσθηκε ως μετόχι της Μονής Ιβήρων. Μετά το 1912 πέρασε στη δικαιοδοσία της Βουλγαρικής Εξαρχίας, αλλά η αντιδικία σχετικά με την υπαγωγή της έληξε μόλις το 1921, όταν το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης την επιδίκασε στη Βουλγαρία.
“Μα πόσα ξέρει αυτός ο απίστευτος τύπος;” σκεφτόμουν ακούγοντάς τον με ευλάβεια μέσα από την ενδοσυνεννόηση. Ώρες ώρες με καθηλώνει, χρρρ… ζζζζ…
ΞΥΠΝΑ! συνεχίζουμε…
Κοντά στο μοναστήρι βρίσκεται η εκκλησία των αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου που κτίσθηκε το 1914 για να εξυπηρετεί τους Βουλγάρους, στους οποίους οι Έλληνες μοναχοί δεν επέτρεπαν να λειτουργούνται στο μοναστήρι. Η πρωτοβουλία για την ανέγερσή της ανήκε στο γνωστό Βούλγαρο μακεδονομάχο Yane Sandanski, ο οποίος, μετά τη δολοφονία του, ετάφη δίπλα στην εν λόγω εκκλησία.
Επιστροφή και πάλι προς το Μελένικο και πορεία αρχικά νότια και στη συνέχεια δυτικά προς Πιρίν. Η φιδίσιος δρόμος που διασχίζει το όρος Πιρίν είναι σε άριστη κατάσταση με πολύ γλυκό στροφιλίκι. Το τοπίο δίπλα μας… σολάρει…
Τα χωριά που συναντάμε μας γεμίζουν με “διαφορετικές” εικόνες…
Στο Πιρίν ο Ιάκωβος ήθελε να κάνουμε μια παράκαμψη (ο κεντρικός δρόμος περνούσε εκτός χωριού), καθώς το είχε επισκεφτεί παλιότερα σε κάποιο mega test του Moto και μου το είχε περιγράψει με πολύ ωραίες εικόνες.
Ε τι να σου πω τώρα, γιατί μου το θύμησες; Πενήντα φορές σου είπα να σταματήσουμε, τίποτα εσύ. Κρίμα γιατί χάσατε ένα πολύ μικρό φτωχό χωριό, χτισμένο μέσα σε μια χαράδρα που δεν βλέπει ποτέ ο ήλιος. Στην κεντρική πλατεία, η οποία έχει μέγεθος κατάλληλο για παρελάσεις αρμάτων μάχης του Σοβιετικού στρατού, υπάρχει ένα ψυχρό τετράγωνο κρατικό κτίριο, απομεινάρι του κομμουνισμού, χωρίς σοβάδες, μόνο τσιμέντο και τούβλα. Τα υπόλοιπα σπίτια γύρω του είναι μισογκρεμισμένα πέτρινα κτίσματα που έχουν επισκευαστεί και επεκταθεί με σάπια ξύλα και λαμαρίνες. Το απίστευτο δεν είναι τα υλικά αλλά ο τρόπος με τον οποίο έχουν τοποθετηθεί. Ακόμα και η τρίχρονη βαφτιστήρα μου θα το έκανε με περισσότερη τέχνη. Άλλα τέτοια “σπίτια” είναι χτισμένα, ή μάλλον συναρμολογημένα, αριστερά και δεξιά ενός μικρού ποταμού που διασχίζει το χωριό και ο λιγοστός κόσμος του έχει ιδιαίτερο κοινωνικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον. Καθισμένοι οι άντρες στην πλατεία έβλεπαν βλοσυρά τα πιτσιρίκια που χάζευαν τα μηχανάκια του τότε Mega Test, ενώ οι γυναίκες τους φορτωμένες σαν μουλάρια με σανό ή ξύλα στην πλάτη πήγαιναν στο σπίτι. Δεν πειράζει, θα τα δείτε όλα αυτά και άλλα πολλά την άλλη φορά (το 2048).
Το γκρουπάκι όμως είχε ακροβολιστεί, άλλοι μπροστά, άλλοι πίσω και δυστυχώς προσπεράσαμε την παραπάνω εικόνα.
Η όμορφη διαδρομή συνεχίζεται μέχρι και το Dospat όπου κάνουμε μια μικρή στάση για ανασυγκρότηση.
Σε κάποια στροφή γλίστρησε αρκετά το πίσω μου ελαστικό και το traction δούλεψε πολύ περίεργα, κάνοντας την μοτοσυκλέτα να χοροπηδήσει και εμένα να βρεθώ ξαπλωμένος πάνω στο ντεπόζιτο. Συμπτωματικά ο Θοδωρής με πέτυχε με το φακό του να κάνω τα ζογκλερικά μου…
Σκύλος, γλίστρημα… ελπίζω να μην τριτώσει το κακό, σκέφτηκα…
Από το Dospat λοιπόν, κάνουμε ακόμα μια μικρή παράκαμψη (26 χιλ) για να επισκεφτούμε το φαράγγι Buynovsko και την σπηλιά Yagodina.
Το στενό φαράγγι διασχίζεται από ένα επίσης στενό δρόμο όπου δίπλα του ρέει ο ομώνυμος ποταμός. Το μέρος είναι αρκετά τουριστικό και ο δρόμος θέλει προσοχή καθώς έχει αρκετή κίνηση.
Είχα ξαναπεράσει από εκεί το 2011 σε Mega Test του ΜΟΤΟ και θυμάμαι που είχα πάθει ντουβρουτζά από την ομορφιά του τοπίου. Η διαδρομή είναι όλα τα λεφτά. Δεν είναι για να ευχαριστηθείς οδήγηση, επειδή η ποιότητα της ασφάλτου είναι μέτρια και έχει πάντα κίνηση, όμως χαζεύεις μοναδικό τοπίο. Ο ιδιαίτερα στενός δρόμος περνά μέσα και κάτω από βράχους παράλληλα με τα νερά του ποταμού. Απίστευτη ομορφιά και εντελώς παραμυθένιο σκηνικό με το νερό, τα βράχια και την βλάστηση να φτιάχνουν ένα ντεκόρ που δύσκολα θα ξεχάσει κανείς.
Κάπου στα μέσα της διαδρομή παρατηρήσαμε κάτι στο απέναντι βουνό. Το μάτι δεν βοηθούσε αλλά το ζουμ των φωτογραφικών μηχανών μας αποκάλυψε το εξής:
Eagle’s eye ονομάζεται η εξέδρα που έχει κατασκευαστεί πάνω από το φαράγγι στα 1.563μ. Ένας κακός χωματόδρομος -από όσο γνωρίζω- οδηγεί προς αυτήν. Εμείς θα την θαυμάσουμε από κάτω μόνο.
Δέκα χιλιόμετρα μετά την είσοδο του φαραγγιού βρίσκεται η σπηλιά Yagodina. Πρόκειται για το πιο διάσημο σπήλαιο της χώρας με μήκος περίπου 10 χιλιόμετρα! Η θερμοκρασία εντός της κυμαίνεται από 6-8 βαθμούς Κελσίου πράγμα που το συνειδητοποιείς αν απλά σταθείς μπροστά στην είσοδο της. Φυσικό έρ κοντίσιον σας λέω:
Η είσοδος γίνεται μόνο με γκρουπ, ανά μισάωρο και η ξενάγηση διαρκεί μία ώρα. Για κακή μας τύχη χάνουμε το γκρουπάκι για μερικά λεπτά και η αναμονή συν την ξενάγηση μάλλον θα μας καθυστερήσει αρκετά. Έτσι αποφασίζουμε να χαζέψουμε τον χώρο απ’ έξω, να τσιμπήσουμε κατιτίς και να την κάνουμε. Φωτο-ρομάντζο απ’ τον χώρο λοιπόν:
Ξανά πίσω στο Dospat και πορεία βόρεια ακολουθώντας τον “δρόμο των λιμνών” όπως μου τον ανέφερε -κατά τη σχεδίαση του ταξιδιού- ένας ντόπιος μοτοσυκλετιστής. Η διαδρομή αυτή περνάει δίπλα από τέσσερις μεγάλες και κάμποσες μικρότερες λίμνες και καταλήγει στο Pazardzhik.
Η διαδρομή ήταν πολύ ωραία με καλό στροφιλίκι και αξιοπρεπέστατη πρόσφυση – παίξαμε ένα κυνήγι τα δυο μας με τον Δάσκαλο αλλά μας ξενέρωναν που και που διάφορες παγίδες: λακκουβίτσες, χώματα σε στροφές και τέτοια. Μια χαρά το διασκεδάσαμε αλλά το νου σας αν περάσετε σβέλτα από εκεί.
Στο Pazardzhik σταματάμε για βενζίνη και συνεχίζουμε προς τον τελικό μας προορισμό. Η πανέμορφη διαδρομή ανάμεσα σε ψηλά δέντρα και με γλυκό στροφιλίκι μας παρασύρει σε ένα όμορφο παιχνίδι.
Είμαι “μηχανοδηγός” στο τραινάκι που πηγαίνει με καλό ρυθμό όταν…σε μια δεξιά τυφλή στροφή, ο μπροστινός τροχός της μοτοσυκλέτας έρχεται σε επαφή με χαλίκι… Την συνέχεια μπορείτε να την φανταστείτε…
Φαρδύς πλατύς στην άσφαλτο, συνειδητοποιώ ότι κάτι δεν πήγε καλά… Γρήγορος έλεγχος προσωπικών αξεσουάρ (πόδια-χέρια στη θέση τους) και τρέξιμο προς την μοτοσυκλέτα η οποία κείτονταν απέναντι μου (ααα ωραία, περπατάω κιόλας). Με τη βοήθεια του κοινού -σιγά μην την σήκωνα μόνος μου- η μοτοσυκλέτα επιστρέφει στην κανονική της θέση. Ο πρώτος έλεγχος -ο οποίος έμελλε να είναι σωστός- δεν δείχνει κάτι ανησυχητικό. Τα κάγκελα -τα οποία απεχθάνομαι- κάνανε σωτήρια την δουλειά τους. Μας άφησαν χρόνους: μία χούφτα, ένα φλας το οποίο επισκευάστηκε με λίγη μαγική μαύρη -μονωτική ντε- ταινία, ένα γδαρμένο καπάκι βαλίτσας και ένας πληγωμένος εγωισμός (μη επισκευάσιμος).
Το κακό που λέγαμε θυμάστε; Τρίτωσε σήμερα, μόλις 8 χιλ. πριν τον τελικό μας προορισμό.
Κι εκεί που τα λέγαμε ρε παιδιά στην ενδοσυνεννόηση και αναλύαμε την γυναικεία συμπεριφορά καταλήγοντας σε ριζοσπαστικά συμπεράσματα, ξαφνικά τον έχασα. Δεν φαντάστηκα τίποτα κακό, συνέβαινε συχνά όταν βγαίναμε εκτός εμβέλειας. Κι εκεί που τον πινελίκωνα ελαφρά διότι με άφηνε να μιλάω τζάμπα και βερεσέ χωρίς να με ακούει, ξαφνικά τον βλέπω κάτω να μετράει με τις παλάμες το βουλγάρικο οικοπεδάκι. Δεν είχε πάθει τίποτα ευτυχώς αλλά ήταν απλώς ξενερωμένος. Ε μα άδικο είχε; Ήταν ανάγκη να συμβεί αυτό πάνω που περνούσαμε τόσο τέλεια; Δεν πειράζει όμως, τώρα το θυμόμαστε και γελάμε, συν το ότι έμαθε προχθές ότι το οικόπεδο ήταν εντός οικισμού και μπορεί να χτίσει και μεγάλο εξοχικό. Τέλος καλό, όλα καλά. Όποτε θέλετε να μαζευτούμε να πάμε, μας περιμένει λέει… 🙂
Ευτυχώς ο εξοπλισμός αναβάτη και μοτοσυκλέτας έκανε την δουλειά του και το ταξίδι μου δεν τελειώνει άδοξα πριν καλά-καλά ξεκινήσει. Καβάλα και πάλι και σύντομα βρισκόμαστε έξω από το σημερινό μας κατάλυμα (Gozbarov’s Guest House).
Στον πανέμορφο ξενώνα μας καλωσορίζει ο φιλικότατος ιδιοκτήτης και μας οδηγεί σε διπλανό κλειστό οικόπεδο για να παρκάρουμε τις μοτοσυκλέτες.
Τακτοποιηθήκαμε γρήγορα, έκανα ένα δεύτερο έλεγχο στην μοτοσυκλέτα επιβεβαιώνοντας τις μικρές ζημιές και τραβήξαμε προς το κέντρο της πόλης.
Η πόλη είναι γνωστή για την παραδοσιακή της αρχιτεκτονική αλλά και για τα φεστιβάλ παραδοσιακής μουσικής που φιλοξενεί, ενώ είναι ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός, κυρίως για τους κατοίκους της Σόφιας, η οποία απέχει μόλις 110 χιλιόμετρα.
Διαθέτει ένα μεγάλο αριθμό αρχιτεκτονικών μνημείων από την περίοδο του 19ου αιώνα, τα περισσότερα από τα οποία έχουν αποκατασταθεί στην αρχική τους μορφή. Σε αυτά φιλοξενούνται συλλογές εθνογραφικών θησαυρών, παλιά όπλα, αναγεννησιακά έργα τέχνης, ξυλόγλυπτα, υφαντά και κεντήματα, εθνικές ενδυμασίες και παραδοσιακά βουλγαρικά κοσμήματα.
Εμείς θα ρίξουμε μια εξωτερική γρήγορη ματιά, καθώς τα στομάχια διαμαρτύρονται δυναμικά.
Καθόμαστε στο εστιατόριο Chuchura, όπου μπαίνοντας μας τράβηξαν το μάτι κάτι τεράστιες πήλινες πιατέλες τις οποίες αποκαλούν Sach. Ο κατάλογος περιείχε μια ποικιλία απ’ αυτές: λαχανικών, κοτόπουλο, πικάντικες κλπ.
Επί εννιά λοιπόν, συν κάμποσες σαλάτες, συν μερικές τοπικές λιχουδιές, συν κάτι μπύρες και χτίστε και ένα δεύτερο όροφο στο τραπέζι γιατί δεν χωράνε με τίποτα όλα αυτά.
Κόβουμε ένα δελτίο αποστολής από το το τραπέζι προς τα στομάχια μας και με δυσκολία σερνόμαστε πίσω στο ξενοδοχείο για ξεκούραση.
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |