Ημέρα 9η, Veliko Tarnovo – Plovdiv (216 χλμ)
Βαλκανιζατέρ, χωρίς αμορτισέρ…
Η κοπέλα που γεμίζει τον πρωινό μπουφέ με το ζόρι μας προλαβαίνει και αφού έχουμε καταβροχθίσει μέχρι και μερικά διακοσμητικά του χώρου (εμένα μου άρεσε ο κάκτος στα γλαστράκια των τραπεζιών, πολύ νόστιμος), φορτώνουμε και αναχωρούμε με πορεία και πάλι νότια.
Όσο εσείς κοιμόσασταν πήγα και επισκέφθηκα το κάστρο στο λόφο πίσω από ξενοδοχείο. Είχε πολύ ανηφόρα αλλά χαλάλι τον κόπο και το πρωινό ξύπνημα. Η πλάκα ήταν που δεν μου έκαναν λέβα όταν έδινα ευρώ και δεν μπορούσα να πληρώσω το αντίτιμο για να μπω. Τελικά αναγκάστηκα να πάρω μερικά σουβενίρ για να καταφέρω να μπω. Πολύ ωραία η θεά του χωριού από το κάστρο, όπως επίσης και η πέτρινη εκκλησία με το μίνιμαλ και σύγχρονο εσωτερικό. Ώρα να κατέβω όμως γιατί οι άλλοι θα έχουν φορτώσει και θα είναι έτοιμοι να φύγουν.
Η πρώτη μας στάση πραγματοποιείται μετά από πενήντα περίπου χιλιόμετρα, στο παραδοσιακό χωριό Etara, στο οποίο όλα κινούνται με την δύναμη του νερού.
Με ξεναγό τον Σωτήρη, ο οποίος έχει ρίζες από την Πίνδο και γνωρίζει πολύ καλά όλες αυτές τις τεχνικές, περιπλανόμαστε σε μια έκταση 7 στρεμμάτων, όπου περιλαμβάνει περίπου 50 διαφορετικά παραδοσιακά κτίρια. Χρησιμοποιώντας αυθεντικά εργαλεία και ακολουθώντας τις παλιές παραδόσεις, οι ντόπιοι παρουσιάζουν περίπου 20 τέχνες, όπως ξυλογλυπτική, κεραμική, χειροτεχνία, γουναρική, κέντημα κτλπ.
Εντυπωσιακές είναι οι κτιριακές εγκαταστάσεις με τους μύλους νερού οι οποίοι είναι εν πλήρη λειτουργία και χρησιμεύουν για άλεση σιτηρών, πλύσιμο παραδοσιακών χαλιών, κίνηση αργαλειού και για διάφορες ακόμα εργασίες.
Μαρκάκη είδες ότι το σύστημα με το “γκρικ τζούρναλιστ” πιάνει και αλλού; Με την παλιά δημοσιογραφική ταυτότητα του ΜΟΤΟ ανοίγουν όλες οι πόρτες τζάμπα!
Επιστροφή στις μοτοσυκλέτες και πορεία προς το Shipka pass. Η όμορφη στριφτερή διαδρομή θα μας οδηγήσει σύντομα στην 2η στάση της ημέρας, στο ομώνυμο μνημείο το οποίο είναι αφιερωμένο σε όσους έχασαν τη ζωή τους για την απελευθέρωση της Βουλγαρίας κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-78).
Το μνημείο αυτό έμελλε να ήταν και το τελευταίο κάδρο της φωτογραφικής μου μηχανής, καθώς μου γλίστρησε από το χέρι και απόκτησε στενές σχέσεις με το έδαφος (Να το κοιτάξεις λίγο αυτό το Parkinson με τα τικ σε παρακαλώ μην σπάσεις και την καινούργια σου). Το τελευταίο της πλάνο έμελλε να ήταν το παρακάτω:
Στη συνέχεια κάνουμε μια μικρή παράκαμψη (12 χιλ) για να επισκεφτούμε το Buzludzha, ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο, άλλοτε σύμβολο του κομμουνισμού, το οποίο βρίσκεται στην κορυφή του βουνού Stara Planina (παλαιό βουνό) στα 1441μ.
Η διαδρομή μέχρι εκεί δεν περιγράφεται. Η άσφαλτος σχεδόν απουσιάζει αλλά πραγματικά δεν νομίζω να νοιάζει κανέναν.
Λίγο πριν φτάσουμε στην κορυφή, συναντάμε το παρακάτω μνημείο το οποίο είναι αφιερωμένο στην Βουλγαρική-Ρώσικη φιλία. Το μνημείο αυτό σηματοδοτεί και την αρχή του πεζοπορικού μονοπατιού που οδηγεί στο Buzludzha.
Το κτίριο που μοιάζει με UFO, χτίστηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς της Βουλγαρίας για να τιμήσει τα γεγονότα του 1891, όταν οι σοσιαλιστές με επικεφαλής τον Dimitar Blagoev συγκεντρώθηκαν κρυφά στην περιοχή για να σχηματίσουν ένα οργανωμένο σοσιαλιστικό κίνημα.
Το μνημείο έχει εγκαταλειφθεί, λεηλατηθεί, βανδαλιστεί και η είσοδος του παραμένει κλειδωμένη. Υπάρχει όμως ένα μικρό άνοιγμα στην δεξιά πλευρά του μνημείου (όπως κοιτάς την πόρτα) από το οποίο μπορεί κανείς να μπει στο εσωτερικό του.
Όπως βλέπετε και στις φωτογραφίες, η κατάσταση του εσωτερικά δεν απέχει από αυτήν εξωτερικά. Έχει λεηλατηθεί και η στέγη του στέκει μετέωρα και επικίνδυνα θα έλεγα. Υπάρχει αρκετός κόσμος εντός και σε κάποια τυχαία συζήτηση που είχα με ένα από αυτούς μου ανέφερε ότι η Βουλγαρική τηλεόραση πρόβαλε ένα ντοκιμαντέρ όπου αναφερόταν στην αναστύλωση του μνημείου στην αρχική του μορφή. Στην ανησυχία μου αν τα καταφέρει να μείνει όρθιο μέχρι τότε, ο συνομιλητής μου μου απάντησε ότι σύμφωνα με την μελέτη που παρουσιάστηκε στο ντοκιμαντέρ, έχουν πέσει τόσοι πολλοί τόνοι τσιμέντο που δεν έχει να φοβηθεί τίποτα…
Βγαίνοντας από το μνημείο έχουμε και μια δεύτερη τυχαία συνάντηση με ένα Αυστραλό, τον Cam Tracey, ο οποίος πραγματοποίησε άλμα με παρά πέντε από την κορυφή του μνημείου.
Ο τρελάρας έχει ζήσει στην Κω -αν θυμάμαι καλά- για αρκετά χρόνια και μιλάει αρκετά καλά ελληνικά. Στην σελίδα του μάλιστα, φιλοξενεί βιντεάκια από base jump στην Ζάκυνθο αλλά και στα Μετέωρα. Από το Buzludzha δεν βρήκα κάποιο, εκτός από ένα μικρό preview στα best of (δείτε στο 2:46):
Ανταλλάσσουμε μερικές κουβέντες και συνεχίζουμε την πορεία μας προς την Φιλιππούπολη (Plovdiv). Το θερμόμετρο χτυπάει κόκκινα και αν και η διαδρομή είναι απολαυστική, η οδήγηση είναι μαρτύριο…
Ε όχι και πολύ απολαυστική. Καλό το σφιχτό στροφιλικάκι αλλά με εκπλήξεις όπως χώματα στις στροφές και …τρύπες! Έχεις ένα δίκιο αλλά και αυτά είναι μέρος της απόλαυσης… προτιμάς δηλαδή τα ανιερά στροφιλίκια της Αυστρίας που δεν κρύβουν καμία παγίδα, κανένα κατσίκι, ούτε καν μια ανάποδη κλήση;
Φτάνουμε νωρίς το απόγευμα στο Expo Hotel της Φιλιππούπολης και μέχρι να τακτοποιηθούμε στριμωχνόμαστε κάτω από το κλιματιστικό της ρεσεψιόν. Μπανάκι-μανάκι και βουρ για εξερεύνηση της πόλης.
Η Βικιπαίδεια λέει ότι η ιστορία της Φιλιππούπολης αρχίζει πριν 6.000 χρόνια, με ίχνη Νεολιθικού οικισμού που χρονολογούνται από το 4.000 π.Χ. περίπου, που την κατατάσσουν μεταξύ των αρχαιότερων πόλεων του κόσμου. Η πόλη ήταν γνωστή για το μεγαλύτερο μέρος της καταγεγραμμένης ιστορίας με το Ελληνικό της όνομα (Φιλιππούπολις) που καθιερώθηκε το 340 π.Χ. Ήταν αρχικά Θρακικός οικισμός, που δέχθηκε αργότερα εισβολές Περσών, Μακεδόνων, Κελτών, Ρωμαίων, Γότθων, Ούννων, Βουλγάρων, Σταυροφόρων, Ρώσων και Οθωμανών. Στις 4 Ιανουαρίου 1878 η Φιλιππούπολη απελευθερώθηκε από την Οθωμανική κυριαρχία από το Ρωσικό στρατό. Παρέμεινε εντός των συνόρων της Βουλγαρίας μέχρι τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου, οπότε έγινε πρωτεύουσα της αυτόνομης Οθωμανικής περιοχής της Ανατολικής Ρωμυλίας. Το 1885 η Φιλιππούπολη και η ίδια η Ανατολική Ρωμυλία έγιναν τμήμα της Βουλγαρίας.
Πρώτη μας στάση στο αρχαίο Στάδιο το οποίο χτίστηκε το 2ο αιώνα επί της βασιλείας του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Αδριανού και σήμερα βρίσκεται κάτω από τον κεντρικό πεζόδρομο!
Χτίστηκε με πρότυπο το στάδιο των Δελφών, είχε μήκος ~240 μέτρων και πλάτος 50 και μπορούσε να χωρέσει 30.000 θεατές. Σήμερα μπορούμε να δούμε μονό ένα μικρό μέρος του βόρειου τμήματος με 14 σειρές καθισμάτων.
Επόμενος μας σταθμός το αρχαίο θέατρο το οποίο κατασκευάσθηκε στις αρχές του 2ου αιώνα επί της βασιλείας του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Τραιανού.
Χωρίζεται σε δύο διαζώματα με 14 σειρές το καθένα και μπορεί να φιλοξενήσει 7.000 άτομα. Η τριώροφη σκηνή είναι στο νότιο τμήμα και είναι διακοσμημένη με αγάλματα. Το θέατρο μελετήθηκε, συντηρήθηκε και αποκαταστάθηκε μεταξύ 1968 και 1984. Πολλές εκδηλώσεις γίνονται ακόμη στη σκηνή του, όπως το Φεστιβάλ Βέρντι και το International Folklore Festival.
Στη συνέχεια περπατάμε τα γραφικά σοκάκια της παλιάς πόλης…
…και επιστρέφουμε στον κεντρικό πεζόδρομο.
Στα μέσα του πεζόδρομου υπήρχε ένας διαμορφωμένος χώρος όπου διαφήμιζε την υποψηφιότητα της πόλης ως πολιτιστικής πρωτεύουσα της Ευρώπης το 2019.
Ένα ακόμα πράγμα που μας έκανε εντύπωση ήταν η τεράστια παρουσία τσιγγάνων στην πόλη. Τα δε ντυσίματα τους εντυπωσίασαν μέχρι και μένα που λένε ότι ντύνομαι κάτι μεταξύ Γιώργου Μάγκα και Μάκη Χριστοδουλόπουλου.
Αλήθεια λέει, το επιβεβαιώνω. Αν υπήρχε Αστυνομία Μόδας θα έπρεπε να τους συλλάβει για προσβολή της δημοσίας αιδούς. Και τους αθίγγανους στη Φιλιππούπολη και τον δικό μας αθίγγανο με το Explorer.
Η περπατάδα μας καταλήγει στο προτεινόμενο εστιατόριο Diana. Χαοτικό σε μέγεθος, με καλούτσικη εξυπηρέτηση και νοστιμότατα πιάτα. Για τις τιμές έχουμε ξαναπεί… εβίβα Βουλγαρία!
Μετά την μάσα περιπλανόμαστε και πάλι στα σοκάκια της πόλης για να καταλήξουμε σε ένα υπαίθριο μπαρ που είχε μπανίσει νωρίτερα ο Ιάκωβος.
Τρελαίνομαι για live μουσική (και σουπιές κοκκινιστές με πατάτες για αχνί). Εκεί που περπατούσαμε στην πολύ ενδιαφέρουσα ποικιλοτρόπως Φιλιππούπολη, εντοπίζω μία στενή ψηλή καγκελόπορτα που οδηγούσε σε μία αυλή με δέντρα, γρασίδι, άνετους καναπέδες με καλόγουστες μαξιλάρες. Επρόκειτο για ένα πολύ καλόγουστο και χαλαρό υπαίθριο μπαρ, με κόσμο απολύτως του γούστου μου: αλτέρνατιβ τύπους και τύπισσες, από φοιτητές μέχρι καλλιτέχνες, ράσταφαραϊ και τύπισσες, μόρτες και καραμπουζουκλούδες. Καμία σχέση με οτιδήποτε ντεμέκ μοντερνο-εκλεπτυσμένο, αλλά καλόγουστο με χαρακτήρα χαλαρό και άνετο. Και είχε και αφίσα “Live Reggae at 22:00”! “Μαντέψτε που θα περάσουμε το βράδυ μας” ανακοίνωσα δημοκρατικότατα στα συνταξιδιωτάκια μου, τα οποία όμως είναι κομάντο παντός καιρού και δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Εκτός από τον Νίκο που έφαγε ένα αρνί, δύο χοίρους, μισό μοσχάρι και ένα στρέμμα πατάτες και πήγε στο ξενοδοχείο να πέσει σε χειμερία νάρκη.
Αν μου έλεγε κάποιος μερικούς μήνες πριν ότι την Παρασκευή 17 Ιουλίου θα βρισκόμουν σε ένα μπαρ της Φιλιππούπολης να ακούω βουλγάρικη ακούστικ ρέγγε και να γουστάρω τρελά, θα του έλεγα να μην τρώει βαριά το βράδυ γιατί τον πειράζει. Και όμως αυτή είναι η δεύτερη πιο όμορφη ανάμνηση που μου έρχεται συχνότερα στο μυαλό (μετά την Transalpina). Στο τέλος που είχαμε απομείνει οι τρεις μας, με τον Κώστα και τον Γιώργη, η υπέροχη ατμόσφαιρα, η ανεβασμένη διάθεση και ασφαλώς η επήρεια της Kamenitza (ντόπια μπίρα) και της βότκα, μας οδήγησαν σε συζητήσεις άλλου επιπέδου. Αναλύσαμε τις σχέσεις των ανθρώπων – ερωτικές και φιλικές, τη σημασία των παιδικών εμπειριών στον μετέπειτα χαρακτήρα, πως μεγαλώσαμε, τις τούμπες μας, τα ταξίδια μας, τις εντυπώσεις μας… Γκαρσόν, φέρε ένα γύρο ποτά ακόμα γιατί εδώ έχει ψωμί το πράμα. Ο Κώστας, κλασικός γεροπαράξενος (α ρε Ευτυχία τι τραβάς καημένη…) σχολιάζει στραβομουτσουνιασμένος μία κοπέλα που χόρευε με δύο σχοινιά-φωτιές: “Δεν μου αρέσει ούτε αυτή, ούτε οι φωτιές γιατί μυρίζουν πετρελαιΐλα”. Το πόσο απόλαυσα εκείνο το βράδυ δεν μπορώ να σας το περιγράψω.
Μέχρι που ήρθε η ώρα να φύγουμε, αργάμισι το πρωί. Δεν ξέρω πως, αλλά είχαμε μείνει οι δυο μας με το σωτήρα μου τον Γιώργη. “Να βρούμε ένα ταξί να μας πάει πρωθυπουργούς” του λέω, “όοοοχι” λέει αυτός, “κοντά είναι και θα πάμε με τα πόδια, το έχω”. “Ρε δε θυμάμαι καθόλου εγώ, είσαι σίγουρος;” “Μην ανησυχείς, σε είκοσι λεπτά θα σε έχω πάει καρφί.”
Εάν συναντήσετε ποτέ τον Γιώργο στη Φιλιππούπολη και σας πει ότι θα σας πάει καρφί σε είκοσι λεπτά στο ξενοδοχείο, παραγγείλτε του δυο βότκες σκέτες και όπως τις πίνει τρέξτε γερά να ξεφύγετε και πάρτε το πρώτο ταξί που θα συναντήσετε. Είχαμε πιει και τα ποτάκια μας, τραγουδούσαμε στο δρόμο, χαμογελάκια, χαχαχούχα, ρε που είναι το ξενοδοχείο, από εδώ σα να μου φαίνεται να ξαναπεράσαμε και πριν από λίγο, μη φοβάσαι θα το βρούμε. Καμιά ώρα μετά σταματήσαμε σε ένα παγκάκι να ξεκουραστούμε, ανοίγουμε το χάρτη και μας πιάνουν κάτι νευρικά γέλια που σταματημό δεν είχανε. “Κάτσε” του λέω “να ρωτήσουμε κανέναν περαστικό.” Ευτυχώς πέρασε ένας φοιτητής μετά από λίγο, τον ρώτησα ευγενικά πως θα βγούμε στη λεωφόρο του ξενοδοχείου μας, σηκώνουμε τον χάρτη να δει και να μας δείξει αλλά τον κρατούσαμε ανάποδα και μας πιάνουν τα νευρικά γέλια νούμερο δύο. Μιλάμε κλαίγαμε διπλωμένοι από τα γέλια, δεν μπορούσαμε να αρθρώσουμε λέξη, πάμε να γυρίσουμε ίσια τον χάρτη και τον σκίζουμε με αποτέλεσμα πλέον να μην μπορώ να αναπνεύσω από τα χάχανα. Κάπου εκεί τρόμαξε το παλικάρι: “μήπως έχετε πιει τίποτα παράξενο;” Άντε να πιστέψει ότι είχαμε πιει δυο ποτά βαλμένα με τη μεζούρα ο καθένας. Πως φτάσαμε άλλη μία ώρα μετά ακόμα δεν έχω καταλάβει αλλά από τότε κάθε Παρασκευή ονειρεύομαι ότι χαιρετάω χαμογελαστός μέσα από ταξί έναν κάθιδρο Γιώργο που περπατάει με γύπες να πετούν από πάνω του…
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |