Ημέρα 27η: Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016, Viveiro – Arriondas (545,5 km)
PicosdeEuropa: παραιτούμαι, δεν ξαναταξιδεύω!
Στις 07:00 ανοίγω τα μάτια μου και είναι ακόμα βράδυ – περίεργο! Στις 07:45 σηκώνομαι κι αρχίζει να ψιχαλίζει. Ανοίγω τη σκηνή κι έξω έχει ομίχλη. Τελικά οι ψιχάλες που με φόβισαν για βροχή, ήταν από το δέντρο που βρισκόταν πάνω από τη σκηνή μου …
Για τη σημερινή ημέρα έχω μεγάλες προσδοκίες καθώς θα περιηγηθώ στα Picos de Europa. Kαι τον καιρό τον θέλω σύμμαχό μου, τουλάχιστον για σήμερα. Τις επόμενες ημέρες ας κάνει ό,τι θέλει …
Πρώτη μου δουλειά είναι να βάλω την επένδυση και ν’ αντικαταστήσω τη μαύρη ζελατίνα με τη λευκή. Στις 09:20 μόλις είμαι έτοιμος να την κάνω από το camping, ο ήλιος βγαίνει. Τέλεια! Ξαναβάζω τη μαύρη ζελατίνα, κουμπώνω πρώτη και φεύγω …
Θα ήταν ευχής έργο να συνεχίσω να κινούμαι στην ακτογραμμή της Βορειοδυτικής Ισπανίας, αλλά δεν γίνεται, μιας και δεν κρατιέμαι να οδηγήσω στα Picos de Europa, τα οποία απέχουν από ‘δω περίπου 250 km και πρέπει να τα ξεπετάξω στα γρήγορα, κινούμενος στην autovia.
Από την autovia A-8 με χωρίζουν περίπου 50 km που πρέπει να διασχίσω στον επαρχιακό Ν-632. Από τα πρώτα χιλιόμετρα συνειδητοποιώ πως ο πρωινός ήλιος με ξεγέλασε, καθώς δεν κράτησε για πολύ. Πλέον έχω ν’ αντιμετωπίσω τη συννεφιά η οποία εναλλάσσεται συνεχώς με ομίχλη, η οποία σε πολλές περιπτώσεις σε κάνει να βλέπεις μόνο ελάχιστα μέτρα μπροστά σου. Η δε αυξημένη κίνηση, δυσχεραίνει την κατάσταση. Και να ήταν μόνο αυτό …
Φορώ τη μαύρη ζελατίνα και είναι σαν να μην τη φορώ, όπως θα ‘λεγε κι ο γέροντας, καθώς την έχω ανοιχτή και το πρόσωπό μου δέχεται αμέτρητες βελονιές. Η θερμοκρασία έχει κατεβεί αισθητά και τα θερμαινόμενα χερούλια δεν λειτουργούν. Η οδήγηση υπό αυτές τις συνθήκες είναι μαρτυρική. Τα χέρια μου δεν τα αισθάνομαι από την παγωνιά, καθώς έχω μαζί μου μόνο τα καλοκαιρινά γάντια, γιατί όπως έχω ξαναπεί, τα χειμερινά τα άφησα κακώς στο σπίτι μου.
Μπαίνω στην autovia ελπίζοντας να βελτιωθεί η ορατότητα αλλά φευ! Με την πάροδο των χιλιομέτρων όμως βελτιώνεται, ανεβάζοντάς μου τη διάθεση αλλά και τον ρυθμό οδήγησης.
Καθώς κινούμαι με ταχύτητες της τάξεως 120 – 150 km/h συνειδητοποιώ πως αναβοσβήνει η ένδειξη της ρεζέρβας. Θέτω στο GPS να με πάει στο κοντινότερο βενζινάδικο και αυτό αποφαίνεται πως πρέπει να κάνω μια παράκαμψη 15 km – να μου λείπει! Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω με στέλνει σ’ ένα άλλο το οποίο απαιτεί μια παράκαμψη μόλις 4 km από την autovia και μετά από λίγα λεπτά βρίσκομαι εκεί.
Εντυπωσιάζομαι από την μελαχρινή υπάλληλο η οποία είναι γλυκιά και ευγενέστατη. Σταματώ για μερικά λεπτά της ώρας για τις αναγκαίες δόσεις καφεΐνης και νικοτίνης κι ενώ είμαι με το μπουκάλι στο στόμα, με πλησιάζει ένα αυτοκίνητο στο οποίο βρίσκονται μέσα ένας άντρας και μια γυναίκα και ακούω να μου λένε:
-Πού πας;
Tην ίδια στιγμή διπλώνει ο σβέρκος μου από την έκπληξη. Άκουσα καλά; Mήπως είναι μια ισπανική έκφραση που ηχητικά ακούγεται σαν ελληνική; Όχι, σωστά άκουσα! Άκουσα ελληνικά, καθώς η γυναίκα μαθαίνει ελληνικά και τον προηγούμενο μήνα ήταν στα Χανιά! Σταμάτησαν καθώς είδαν το “GR” στην πινακίδα και ήθελαν απλά να μου μιλήσουν. Τελικά η τύχη μπορεί να σου παίξει πολλά παιχνίδια. Βρέθηκα τυχαία σ’ αυτό το βενζινάδικο και γνώρισα αυτούς τους ανθρώπους, όπου η ολιγόλεπτη συνομιλία μαζί τους, ζωγράφισε στα χείλη μου ένα τεράστιο χαμόγελο.
Πλέον βρίσκομαι στην αυτόνομη περιφέρεια των Αστούριας και στην πόλη Quintana. Αποχωρώ από το βενζινάδικο και μπαίνω πάλι στην autovia καταβροχθίζοντας χιλιόμετρα. Πλέον ο μουντός καιρός παραχωρεί τη θέση του στον ήλιο …
Μετά από ώρα αφήνω επιτέλους τον Α-8 και ακολουθώ τον ΑS-260 προς Arriondas, με μόλις λίγα χιλιόμετρα να με χωρίζουν από τα Picos de Europa. O AS-260 είναι ένας καταπληκτικός δρόμος που με κάνει να πιστεύω πως σε πιο καταπράσινη και πιο στριφτερή διαδρομή, δεν πρέπει να έχω οδηγήσει ποτέ! Σταματώ σ’ ένα σημείο όπου στο βάθος δεσπόζει μια βουνοκορφή και στην απέναντι πλευρά υπάρχει θέα του Βισκαϊκού Κόλπου.
Συνεχίζω τον δρόμο μου και παρατηρώ ένα σημείο θέας το οποίο μαζεύει αρκετό κόσμο.
Η διαδρομή όλο και ομορφαίνει κι ακόμα είμαι στην αρχή.
Μετά το Arriondas ακολουθώ τον N-625 προς Cangas de Onís, όπου η θέα της ρωμαϊκής γέφυρας θα αποσπάσει τον θαυμασμό μου. Η πόλη, μέχρι το 774 αποτελούσε την πρωτεύουσα του Βασιλείου των Αστούριας και με κερδίζει από την πρώτη στιγμή, ένεκα του γεφυριού και της αδυναμίας που έχω σ’ αυτά.
Η Puente Romano είναι μια ρωμαϊκού τύπου τρίτοξη γέφυρα και ενώνει τις όχθες του ποταμού Sella. Kατασκευάστηκε στα τέλη του 13ου αιώνα και θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα σύμβολα των Αστούριας. Στη μεσαία καμάρα της κρέμεται ένας μεταλλικός σταυρός, αντίγραφο του Cruz de la Victoria (Ο Σταυρός της Νίκης) που αποτελεί το σύμβολο των Αστούριας και συμβολίζει τη νίκη του βασιλιά Pelayo απέναντι στους Άραβες στη μάχη της Covadogna που έλαβε χώρα το 718 ή το 722, την περίοδο δηλαδή που άρχισαν οι Άραβες να κατακτούν την Ιβηρική.
Αποχωρώ από το Cangas de Onís ακολουθώντας τον Ν-625, ο οποίος με μπάζει για τα καλά στην καρδιά των Picos de Europa. Και επί της ουσίας τώρα αρχίζουν τα ωραία ή τα πιο ωραία αν προτιμάς …
Όμως ας πούμε για αρχή κάποια πραγματάκια για τα βουνά Picos de Europa, τα οποία αποτελούν τμήμα των Κανταβρικών Όρεων. Τα Κανταβρικά Όρη (Cordillera Cantábrica) αποτελούν κατά κάποιον τρόπο τη συνέχεια των Πυρηναίων προς δυσμάς παράλληλα στον Βισκαϊκό Κόλπο και η ονομασία τους οφείλεται στον αρχαίο ισπανικό λαό των Κανταβρών που ζούσαν στην περιοχή. Η ψηλότερή τους κορυφή είναι η Torre de Cerredo (2.650 m) και βρίσκεται στα Picos de Europa.
Τo εντυπωσιακό με τα Picos de Europa είναι πως απέχουν μόλις 20 km από τη θάλασσα! Κάποιες μέρες του χρόνου δηλαδή, μπορείς να κάνεις σκι στο βουνό και μετά από λίγη ώρα να κάνεις σκι στη θάλασσα! Βρίσκονται μεταξύ τριών αυτόνομων περιφερειών της χώρας: των Αστούριας, της Καστίλης και Λεόν και της Κανταβρίας.
Picos de Europa σημαίνει “Κορυφή της Ευρώπης”, μια ονομασία που προήλθε από τους ναυτικούς επειδή είναι το πρώτο πράγμα που αντίκριζαν όταν έφταναν με το πλοίο από τον Ατλαντικό στην Ευρώπη! Αποτελούνται από τρεις μεγάλες οροσειρές, την Κεντρική, την Ανατολική και την Δυτική. Υπάρχουν πολλές κορυφές που ξεπερνούν τα 2.600 m υψόμετρο και τέλος, κάτω από την επιφάνεια της γης υπάρχουν πολλά σπήλαια όπου το πιο βαθύ από τα ήδη γνωστά φτάνει τα 1.589 m!
Οδηγώ σ’ ένα φαράγγι που το διασχίζει ένας ποταμός, σ’ έναν καταπράσινο και γεμάτο στροφές στενό δρόμο. Οργασμός ομορφιάς! Ασύλληπτη ομορφιά! Επιβλητικές κορυφές με περίεργους σχηματισμούς ορθώνονται μπροστά μου, πίσω μου και από πάνω μου. Ή εντός, εκτός και επί τα αυτά για να το πω μαθηματικά …
Συνεχώς σταματώ για φωτογραφίες, όμως ξέρω πως όσες φωτογραφίες και να βγάλω, αυτές αδυνατούν να περιγράψουν την ομορφιά του τοπίου. Ίσως ένας με περισσότερο ταλέντο από το δικό μου, να καταφέρει να αποδώσει και με το παραπάνω αυτή την ομορφιά. Προσωπικά αισθάνομαι πολύ λίγος, όχι ως φωτογράφος (εδώ γελάμε και κλαίμε ταυτόχρονα) αλλά ως ένας κοινός θνητός. Μια ομορφιά που δεν μπορώ να τη συλλάβω παρόλο που έχω ταξιδιωτικές παραστάσεις από αρκετές χώρες.
Είμαι στην αρχή ακόμα των Picos de Europa και αποφαίνομαι πως είναι η καλύτερη διαδρομή που έχω κάνει μέχρι τώρα στη ζωή μου. Αν όχι, σίγουρα από τις καλύτερες. Κάθε μέτρο, κάθε στροφή, κάθε χιλιόμετρο έχει κάτι να μου πει. Έχει κάτι διαφορετικό να μου δείξει, κάτι διαφορετικό να με εκπλήξει. Πραγματικά έχω χάσει την μπάλα …
Σε κάποια φάση σταματώ απεγνωσμένος σε μια άκρη του δρόμου και αφήνω με δύναμη το κράνος στη σέλα της μοτοσυκλέτας μου. Παραιτούμαι, λέω, δεν ξαναταξιδεύω. Δεν μπορώ να αντέξω τόση ομορφιά διάολε!
Το μέρος το τιμούν πολλοί μοτοσυκλετιστές, τόσο Ισπανοί για την ημερήσια βόλτα τους, όσο και ταξιδιώτες από άλλες χώρες, όπως μια παρέα Βρετανών που συναντώ πολλές φορές καθ’ οδόν. Βρίσκομαι στο φράγμα Εmbalse de Riaño, το οποίο περιβάλλεται στο βάθος από επιβλητικές κορυφές.
Περνώ την γέφυρα του φράγματος και λίγα χιλιόμετρα μετά μου πέφτει κάτω το σαγόνι από το θέαμα που αντικρίζω …
Μια εικόνα που ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα δεν έχω δει. Ή μάλλον μου φαίνεται πως έχω ξαναδεί, όχι στα όνειρα αλλά στην πραγματικότητα. Πριν από περίπου 3 χρόνια στα νησιά Lofoten της Νορβηγίας. Εκεί το μέρος λέγεται Reine κι εδώ Riaño! Ω, τι σύμπτωσις! Πόσο μοιάζουν τόσο στη θέα όσο και στην ονομασία κι ας απέχουν μεταξύ τους χιλιάδες χιλιόμετρα …
Σταματώ σ’ ένα σημείο για αρκετά λεπτά της ώρας προκειμένου να οργιάσω φωτογραφικά. Ή για να το πω πιο εύστοχα, προκειμένου ν’ αφήσω τη φύση να οργιάσει στον φακό μου που βρίσκεται σε λάθος χέρια …
Σταματώ σ’ ένα βενζινάδικο για ανεφοδιασμό και μένω για λίγα λεπτά προκειμένου να πιστέψω αυτό που βλέπουν τα μάτια μου. Σαν να μη θέλω να φύγω από ‘δω …
Εδώ και αρκετά χιλιόμετρα βρίσκομαι στην αυτόνομη κοινότητα της Καστίλης και Λεόν και φεύγοντας από το Riaño ακολουθώ τον Ν-621. Συνεχώς κοιτώ πίσω μου είτε μέσω του καθρέπτη είτε γυρίζοντας το κεφάλι. Πραγματικά η θέα του Riaño είναι απίστευτη …
Η διαδρομή εξακολουθεί να είναι εξωπραγματική. Αποφασίζω να κόψω τις πολλές στάσεις για φωτογραφίες, καθώς θα χάσω τη μαγεία της οδήγησης κι έτσι περιορίζομαι στις on board λήψεις.
</center.
Kάθε στροφή και κάτι διαφορετικό που δεν με αφήνει να βαρεθώ, κρατώντας μου το ενδιαφέρον στα ύψη.
Βρίσκομαι στην αυτόνομη επαρχία της Κανταβρία και στο χωριό Potes (λες να είναι πότες οι κάτοικοί του;) αλλάζω κατεύθυνση και κινούμαι στον CA-185 προς Fuente Dé. Το Potes μου κάνει κλικ και επιφυλάσσομαι να κάνω μια στάση εκεί στην επιστροφή.
Μετά από καμιά 20αριά km, φτάνω στο Fuente Dé μέσω μιας διαδρομής που κάθε άλλο παρά ορεινή είναι.
Κι εκεί παθαίνω την πλάκα μου με την επιβλητική κορυφή που δεσπόζει εκεί. Υπάρχουν πολλοί τουρίστες και τελεφερίκ εκτελούν διαδρομές στην κορυφή του βουνού. Τα τελεφερίκ κινούνται σε μέγιστο ύψος 753 m από το έδαφος και καλύπτουν μια απόσταση μήκους 1.840 m.
Eπιστρέφω μέσω του ίδιου δρόμου και όπως υποσχέθηκα στον εαυτό μου, κάνω μια στάση στο Potes που τόσο με γοήτευσε. Πηγαίνω σε μια καφετέρια όπου απολαμβάνω έναν εσπρέσο, φυσικά μέσα όπου είναι και πιο δροσερά.
Στη συνέχεια παίρνω μια γεύση από το χωριό Potes το οποίο βρίσκεται στη συμβολή τεσσάρων κοιλάδων και δυο ποταμών. Η γεωγραφική του θέση το κατέστησε σημείο στρατηγικής σημασίας από τους Ρωμαίους οι οποίοι το ονόμασαν Pontes που σημαίνει “γέφυρες”. Πλέον το Potes σημαίνει “κατσαρόλες” (αν τα λέει σωστά ο google translate) και ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα μ.Χ. από τον βασιλιά Alfonso I των Αστούριας. Κατά την περίοδο του Ισπανικού Εμφυλίου η παλαιά πόλη καταστράφηκε από πυρκαγιά που προκάλεσαν οι δημοκρατικές δυνάμεις και ανοικοδομήθηκε στη συνέχεια. Έχει μεγάλη τουριστική ανάπτυξη ελέω των Picos de Europa και υπάρχουν ίχνη ζωής από τους προϊστορικούς χρόνους.
Φεύγοντας, κατευθύνομαι στη μοτοσυκλέτα όπου με πλησιάζουν δυο Ισπανοί μοτοσυκλετιστές και μιλάμε με ανάμικτα ισπανοαγγλικά. Και παθαίνουν πλάκα όταν τους λέω πως έρχομαι από την Ελλάδα …
Δρόμος Ν-621 ξανά λοιπόν, μεταξύ Αστούριας και Κανταβρία, σε μια καταπληκτική διαδρομή με τον ποταμό Deva να σκίζει ένα εκπληκτικό φαράγγι. Οι στροφές αμέτρητες και το φαράγγι με προφυλάσσει από τις ενοχλητικά καυτές ακτίνες του ήλιου.
Μετά από αρκετά λεπτά στον ελικοειδή δρόμο που διασχίζει το φαράγγι, κάνω μια στάση προκειμένου να συλλέξω κι άλλες εικόνες.
Μετά το Panes ακολουθώ τον AS-114 προς Cangas de Onís με την προοπτική να βρω ένα camping και να διανυκτερεύσω εκεί. Ανεβάζω ρυθμό μιας και στο βάθος τα σύννεφα είναι απειλητικά για βροχή και αν θυμάμαι καλά, απ’ ότι είδα στο διαδίκτυο, σήμερα το βράδυ δείχνει βροχή. Η θερμοκρασία αρχίζει να πέφτει, όμως αυτό δεν με ενοχλεί παρόλο που πριν το Arriondas έβγαλα την επένδυση από το μπουφάν. Τρέχω λοιπόν μπας και προλάβω τόσο τη βροχή όσο και το σκοτάδι.
Φτάνω στο Cangas de Onís και σταματώ στην άκρη του δρόμου έξω από ένα σπίτι προκειμένου να ψάξω camping τόσο στο GPS όσο και στις σημειώσεις μου. Μετά από λίγο περνάει μια όμορφη κοπελιά και την ρωτώ αν γνωρίζει κάποιο εδώ κοντά. Φιλική και ευγενική, μου λέει πως υπάρχει ένα camping 7 km πριν το Cangas de Onís κι άλλο ένα 7 km πιο μετά. Μπράβο ακρίβεια! Την ευχαριστώ και κατευθύνεται στο σπίτι της όπου σταμάτησα απ’ έξω. Κι εγώ ο “μπον βιβέρ – έχω φρέζα τεντέμ” περίμενα να με φιλοξενήσει εκεί το βράδυ …
Βρίσκω ένα Dia λίγα λεπτά πριν κλείσει και κάνω μερικά ψώνια.
Στη συνέχεια κατευθύνομαι στο Arriondas όπου αφού ρώτησα μια γυναίκα στην αρχή κι έναν άντρα στη συνέχεια, καταφέρνω να βρω το camping εν ονόματι Sella, του ποταμού που διασχίσει την περιοχή. Έχει σκοτεινιάσει εδώ και αρκετή ώρα και ο ρεσεψιονίστ που τον κόβω μάλλον για φύλακα, μιλάει μόνο ισπανικά. Τελικά με κατατοπίζει με άριστο τρόπο στα περί διαμονής μου, παρόλο που δεν μιλάει γρι αγγλικά. Φιλότιμος και εξυπηρετικός, μου δίνει τόσο ένα σφυρί για να καρφώσω τα πασαλάκια όσο και τον υπολογιστή του για να δω τον καιρό, μιας και το wi – fi στους χώρους του camping είναι άφαντο …
Το camping είναι άριστο, τόσο από τοποθεσία όσο και από αισθητική. Στήνω σκηνή και κατεβάζω αρκετή ποσότητα σανγκριάς λίγο πριν πάω για μπάνιο και κατευθυνθώ στη σκηνή μου για ύπνο.
Εκπληκτική ημέρα η σημερινή. Από τις καλύτερες, όχι μόνο σ’ αυτό το ταξίδι αλλά σε όλα μου τα ταξίδια. Για άλλη μια φορά αισθάνθηκα τόσο μικρός και τόσο μοναδικός που λέει κι ο φίλος μου ο Πάρτσι, μπροστά στο μεγαλείο της φύσης. Και κατάλαβα πως είμαι πολύ αδύνατος για να σηκώσω την ασύλληπτη ομορφιά ακόμα κι ενός μικρού μέρους αυτού του πλανήτη …
Βuenas noches!
Έξοδα – Σημειώσεις:
Διαμονή: Camping Sella (16,23 €)
Βενζίνη: 31,07 €
Λοιπά: 9,85 €
Σύνολο: 57,15 €
Γενικό σύνολο: 2266,02 €
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |