Ημέρα 3η: Κυριακή 14 Αυγούστου 2016 & Ημέρα 4η: Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016, Ancona – Roses (1.424,2 km)
Κυνηγώντας τους πρώτους ανεμόμυλους
Ο ύπνος κατά τη διάρκεια του πλου, ήταν μεγάλης διάρκειας καθώς άραξα στην καμπίνα από τις 22:00 και τώρα που ξύπνησα η ώρα δείχνει 09:00. Αλλά ο αχόρταγος θέλω κι άλλο! Έτσι λοιπόν βρίσκομαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι μέχρι να βαρεθώ και τελικά σηκώνομαι κατά τις 12:00. Με τα ψυχικά τραύματα της ταλαιπωρίας των προηγούμενων ημερών που δείχνουν να επουλώνονται σιγά – σιγά, κατευθύνομαι στο εξωτερικό μπαρ του πλοίου. Πίνω έναν χρυσοπληρωμένο frappe στην προσπάθεια ν’ ανοίξω τα μάτια και να αποκτήσω επαφή με την πραγματικότητα.
Δεν σκέφτομαι τίποτα άλλο παρά μόνο τη στιγμή που το πλοίο θ’ αράξει στο λιμάνι και θα πάρω τους δρόμους. Αγωνιώ λες και με περιμένει η Nina Senicar για ραντεβού και τα λεπτά σ’ αυτές τις περιπτώσεις (λες και έχω ξαναβγεί ραντεβού με τη Nina) μου φαντάζουν ώρες ατελείωτες. Το πλοίο κανονικά φτάνει στην Ancona στις 14:30 ώρα Ελλάδας, ήτοι 13:30 ώρα Ιταλίας.
Είμαι γεμάτος θετική ενέργεια και περιμένω πώς και πώς τη στιγμή που το πλοίο θα δέσει τους κάβους του. Δεν μπορώ να καθίσω κάπου σαν άνθρωπος, μόνο είμαι όρθιος και πηγαινοέρχομαι σε διάφορα σημεία του πλοίου. Μοιάζω σαν κάποιος που έχει χάσει τα λογικά του ή σαν φαντάρος που του κάνουν καψώνια με το να περιφέρεται γύρω από το πλοίο μέχρι αυτό να βυθιστεί. Έχω τόση θετική ενέργεια που τραγουδώ ένα δυνατό ταξιδιάρικο κομμάτι που μου ανεβάζει τη διάθεση στα ύψη, το Donesi του συγκροτήματος Lexington Band από την Σερβία. Την Σερβία που τόσο μου λείπει και θα μου λείψει αυτές τις ημέρες. Και πόσω μάλλον φέτος που αποφάσισα πως δεν θα περάσω από εκεί, τόσο στο “πήγαινε” όσο και στο “έλα” …
Το λιμάνι της Ancona κάνει την εμφάνισή του και το πλοίο το καλωσορίζουν σμήνη γλάρων.
Κατά τις 15:30 ώρα Ιταλίας, το πλοίο δένει στο λιμάνι. Σταματώ σε μια άκρη κοιτώντας ανάμεσα στα οχήματα και το πλήθος, αλλά πουθενά η Nina Senicar – μάλλον θα το μετάνιωσε! Αλλά δεν πειράζει, αυτή θα χάσει …
Πριν λίγες ώρες μίλησα στο τηλέφωνο με τον Μανώλη Κυριακόπουλο από το Moto Riders Club, καθώς βρίσκεται και αυτός στο λιμάνι της Ancona περιμένοντας το πλοίο για την επιστροφή του στην Ελλάδα. Ξαναμιλώ μαζί του και μου λέει πως βρίσκεται λίγο παραπέρα στον χώρο αναμονής του πλοίου. Μετά από λίγα λεπτά τον βλέπω μαζί με το άλλο μέλος του Moto Riders Club, τον Στράτο Τσαρούχη. Ένας ένστολος δεν μου επιτρέπει να μπω μέσα και ο Μανώλης με τον Στράτο κατευθύνονται προς το μέρος μου. Ο ένστολος επιτρέπει μόνο στον Μανώλη να με πλησιάσει, μόνο για λίγα δευτερόλεπτα. Δεν προλαβαίνουμε να πούμε σχεδόν τίποτα. Μόνο να ανταλλάξουμε δυο σταυρωτά φιλιά, ένα της συνάντησης κι ένα του αποχωρισμού. Την ίδια στιγμή ο Στράτος βιντεοσκοπεί το γεγονός και ο ένστολος που τον αντιλήφθηκε του κάνει παρατηρήσεις σε έντονο ύφος. Γαμώτο μου, ήθελα πολύ να τα πω έστω για λίγα λεπτά με τον Μανώλη αλλά και να γνωρίσω τον Στράτο. Απογοητεύομαι καθώς ο Μανώλης αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης αυτού του ταξιδιωτικού και μη έχοντας άλλη επιλογή, συνεχίζω τον μοναχικό μου δρόμο.
Το ταξίδι αρχίζει επί της ουσίας από αυτή τη στιγμή. Έχω βάλει σκοπό να φτάσω Ισπανία σε δυο ημέρες κινούμενος σε αυτοκινητόδρομους. Για σήμερα το πλάνο περιλαμβάνει μια μικρή επίσκεψη στο κρατίδιο του San Marino και διανυκτέρευση κάπου κοντά στην εντυπωσιακή μικρή ιταλική πόλη Manarola. Με περιμένουν περίπου 500 km και υποθέτω πως θα φτάσω στην Manarola το βράδυ, ένεκα της δίωρης καθυστέρησης του πλοίου. Αφήνω στην άκρη τη θεωρία και προχωρώ κατευθείαν στην πράξη, χαράσσοντας πορεία για το San Marino που απέχει περίπου 120 km από το λιμάνι της Ancona.
Έχω μόνο μία γραμμή στο ντεπόζιτο και προσπαθώ να βρω βενζινάδικο. Όσα βενζινάδικα συναντώ στον δρόμο, είναι όλα κλειστά λόγω του ότι σήμερα είναι Κυριακή. Μπαίνω σε δυο τα οποία είναι κλειστά αλλά έχουν αυτόματο πωλητή. Και επειδή σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις με φοβάμαι και δεν με εμπιστεύομαι, συνεχίζω με την ελπίδα να βρω βενζινάδικο στην autostrada. Μπαίνω σ’ αυτήν και σταματώ στο πρώτο που εμφανίζεται στα δεξιά μου.
Στη συνέχεια βγαίνω από την autostrada και κατευθύνομαι προς την Γαληνοτάτη Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου. Το μικροσκοπικό κρατίδιο του Αγίου Μαρίνου ή San Marino, με έκταση μόλις 61 km2 και πληθυσμό 32.789 κατοίκους (επίσημη εκτίμηση 2014) θεωρείται ένα από τα πιο μικρά κράτη στον κόσμο και το 3ο μικρότερο κράτος της Ευρώπης μετά το Βατικανό και το Μονακό. Συχνά αναφέρεται ως το παλαιότερο δημοκρατικό κράτος στον κόσμο! Δεν ανήκει στην ΕΕ αλλά χρησιμοποιεί ως νόμισμά του το ευρώ και επίσημη γλώσσα θεωρείται η ιταλική.
Η κίνηση στον δρόμο είναι αρκετή και σε συνδυασμό με τα πολλά φανάρια καθίσταται εκνευριστική. Στο βάθος φαίνεται το βουνό Monte Titano ύψους 749 m που περιβάλλεται από τείχη και στο οποίο υπάρχουν τρεις πύργοι, οι οποίοι απεικονίζονται τόσο στο εθνόσημο όσο και στη σημαία της χώρας.
Περνώ τα ανύπαρκτα σύνορα και σύντομα ανεβαίνω το Monte Titano μέσω μιας όμορφης διαδρομής. Χωρίς να έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό, ακολουθώ στην τύχη κάποιες ταμπέλες που οδηγούν σε κάποια κεντρικά σημεία. Βρίσκομαι στην Porta del Loco όπου και περπατώ για λίγα λεπτά της ώρας.
Στα στενά σοκάκια κυκλοφορεί αρκετός κόσμος και η αρχιτεκτονική των κτιρίων σε παραπέμπει σε άλλη εποχή και δη μεσαιωνική.
Η θέα από ψηλά είναι εντυπωσιακή.
Ο Άγιος Μαρίνος με εντυπωσίασε τόσο ταξιδιωτικά όσο και οδηγικά. Στην πρώτη περίπτωση λόγω του ότι με γύρισε αιώνες πίσω και στη δεύτερη λόγω της φυσικής τοποθεσίας του. Υπάρχει πιο όμορφο πράγμα για έναν μοτοσυκλετιστή από το να ανεβαίνει ένα βουνό γεμάτο στροφές;
Γνωρίζω πως σήμερα ο χρόνος δεν είναι σύμμαχός μου και αποφασίζω να φύγω από τον Άγιο Μαρίνο και να τραβήξω ντουγρού για την Manarola. Το GPS απεφάνθη πως θα βρίσκομαι στην Manarola στις 22:40, βράδυ δηλαδή. Με κατεβάζει από διαφορετική διαδρομή, μιας και η μνήμη μου δεν συγκράτησε το σημείο απ’ όπου ανέβηκα. Η διαδρομή είναι συμπαθητική αλλά ο δρόμος είναι στενός και με πολλές κακοτεχνίες.
Ακόμα δεν άρχισε το ταξίδι μου και κατάφερα πάλι να χαθώ και να χάσω αρκετή ώρα. Βρίσκομαι πάλι στην Ιταλία και στη συνέχεια μπαίνω πάλι στην autostrada με πορεία προς Parma.
Λίγο πριν αρχίσει να νυχτώνει, σταματώ σ’ ένα βενζινάδικο για ανεφοδιασμό και μερικά ψώνια για να κοροϊδέψω την πείνα μου. Και την ώρα του ανεφοδιασμού, η αμίλητη σήμερα Ροσινάντε βρίσκει την ευκαιρία να τα πει για λίγο με μια Ιταλίδα φιλενάδα της …
Φτιάχνω μια καραβίσια φραπεδιά στην προσπάθεια ανασυγκρότησης μυαλού, δυνάμεων και διάθεσης. Σκέφτομαι να μη στρίψω από Parma και να μην πάω στην Manarola, αλλά να συνεχίσω προς Milano στην προσπάθεια να κερδίσω χρόνο. Στον χάρτη όμως μου φαίνεται το ίδιο κι έτσι λοιπόν αποφασίζω να τραβήξω προς Manarola κι ό,τι βγει. Κι αν δεν προλάβω να τη δω σήμερα το βράδυ (που δεν θα προλάβω), θα τη δω αύριο το πρωί …
Έχει σκοτεινιάσει για τα καλά και μετά την Parma οι βαρετές ευθείες με 3 και 4 λωρίδες ανά κατεύθυνση, παραχωρούν τη θέση τους σ’ έναν στενότερο δρόμο με 2 λωρίδες. Οι τεράστιες ευθείες απουσιάζουν μιας και οι ανοιχτές στροφές κάνουν την οδήγηση απολαυστική. Ακόμα και το βράδυ, ακόμα και σε δρόμο χωρίς φωτισμό! Οι διαγραμμίσεις και οι πινακίδες που βρίσκονται επί των στροφών θα έλεγα με μια δόση υπερβολής πως κάνουν τη νύχτα μέρα. Ειλικρινά εκπλήσσομαι! Σε αντίστοιχες περιπτώσεις στην Ελλάδα όπου οδηγώντας σε δρόμο χωρίς φωτισμό, δεν έτυχε να αντιληφθώ σε τόσο μεγάλο βαθμό τη χρησιμότητα των διαγραμμίσεων και των πινακίδων, οι οποίες υπάρχουν αλλά είναι σαν να μην υπάρχουν, όπως θα ‘λεγε κι ο γέροντας.
Κάθε φορά που ταξιδεύω στην Ευρώπη, υφίσταμαι ένα πολιτισμικό σοκ, καθώς με μεγάλη μου θλίψη παρατηρώ πως η Ελλάδα βρίσκεται πολύ πίσω και σε πολλούς τομείς από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Φέτος, αυτό το σοκ μου ήρθε πιο απότομα, καθώς μπήκα κατευθείαν εις τας Ευρώπας χωρίς να περάσω από τα Βαλκάνια. Τα πάντα μου φαίνονται πιο τακτοποιημένα, πιο εξελιγμένα, πιο σύγχρονα.
Τα xenon δεν μου λείπουν μιας και οι μαμίσιες λάμπες του TDM κάνουν άριστη δουλειά. Ο δρόμος, οι σκιές των βουνών με τα φωτισμένα χωριά με κάνουν να φαντάζομαι πόσο όμορφη θα είναι η διαδρομή υπό το φως της ημέρας. Πωπώ τι χάνω, πωπώ, τι δεν βλέπω …
Είναι βράδυ και παρόλο που φοράω το καλοκαιρινό μπουφάν χωρίς την επένδυση, δεν κρυώνω! Σε μια στάση για ξεμούδιασμα παρατηρώ τη φωτεινή ένδειξη στο βενζινάδικο που δείχνει τη θερμοκρασία να κυμαίνεται στους 20 °C! Απίστευτο …
Εγκαταλείπω την autostrada και οδηγούμαι στο παραθαλάσσιο χωριό Levante, στο οποίο βρίσκονται τα κοντινότερα campings στην Manarola. Η κατηφορική διαδρομή είναι όμορφη με συνεχόμενες στροφές και μετά από λίγα λεπτά βρίσκομαι εκεί. Πηγαίνω στο πρώτο camping όπου ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος με τη ρεσεψιονίστ:
-Γεια σας, πόσο κοστίζει η διαμονή στο camping για ένα βράδυ, ένα άτομο και μια μοτοσυκλέτα;
-20 €.
-Ωχχχ … γκχμμμ … γκχχχ … ερμ … ωραία! Μπορώ να μείνω;
-Όχι!
-Γιατί;
-Γιατί το camping είναι γεμάτο.
-Δεν υπάρχει μια θέση, ένας μικρός χώρος ίσως, κάπου να στήσω τη σκηνή μου;
-Όχι!
Αντιλαμβάνομαι πως η υπάλληλος δεν μπορεί να κατανοήσει την ταλαιπωρία μου κι έτσι λοιπόν αποφασίζω να πάω στο 2ο camping της περιοχής, το οποίο απέχει ελάχιστα λεπτά από εδώ. Πηγαίνω και τρώω πόρτα και από εκεί! Πηγαίνω και στο 3ο όπου επίσης τρώω πόρτα!
Το GPS λέει πως το κοντινότερο camping απέχει μόλις 7,8 km από εδώ και μόλις ξεκινάει η πλοήγηση, ο αριθμός αυτός γίνεται 21 km! Tι να κάνω ο έρμος, κατευθύνομαι προς τα ‘κει, μιας και το μόνο που με νοιάζει είναι να βρω ένα camping να στήσω σκηνή και να ξεκουραστώ. Ο δρόμος ανηφορίζει ένα βουνό, είναι κακής ποιότητας και με συνεχόμενες κλειστές φουρκέτες. Οδηγώ ολομόναχος και τα περίπου 21 km που οδηγούν στο camping φαντάζουν ατελείωτα. Αυτός ο δρόμος μοιάζει να μην οδηγεί πουθενά μιας και δεν βλέπω το παραμικρό φως πουθενά. Η ατμόσφαιρα είναι κάπως τρομακτική, σαν να βρίσκεσαι μόνος νύχτα σ’ ένα κοιμητήριο ας πούμε …
Μετά από αρκετή ώρα, βρίσκομαι στο χωριό Deiva Marina. Πηγαίνω στο πρώτο camping και η είσοδος είναι κλειστή. Λίγα μέτρα πιο πέρα, πηγαίνω στο 2ο και τρώω πόρτα. Λίγα ακόμα μέτρα πιο πέρα πηγαίνω στο 3ο και τρώω πάλι πόρτα. Λίγα ακόμα μέτρα πιο πέρα πηγαίνω στο 4ο και τρώω πάλι πόρτα. Μέσα σε λίγα μέτρα βρίσκονται 4 campings όπου όλα είναι γεμάτα και σε όλα έφαγα πόρτα! Ειλικρινά έχω αγανακτήσει. Παρακάλεσα, ικέτεψα, αλλά τίποτα. Κανείς δεν καταλάβαινε την ταλαιπωρία και την ανάγκη μου για ύπνο. Σαν να μιλούσα σε τοίχους. Σε ντουβάρια …
Συνολικά έφαγα 7 πόρτες μέσα σ’ ένα βράδυ. Περασμένα μεσάνυχτα, παρκάρω τη μοτοσυκλέτα μου σε μια θεοσκότεινη γωνιά του δρόμου. Φως πουθενά και αναγκάζομαι να δω με τον φακό του κινητού στην προσπάθειά μου να ξεκουραστώ λίγα λεπτά και να αποφασίσω τι θα κάνω.
Aποφασίζω να βγάλω την Manarola από το πλάνο μου και να τη δω στην επιστροφή. Σκέφτομαι να πάρω την autostrada και να τραβήξω προς Γαλλία και Μonaco κι αν βρω κάποιο camping στον δρόμο, έχει καλώς.
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |