Ημέρα 11η: Σάββατο 30 Αυγούστου 2014, Plitvice – Bled (417,9 km)
Δεν θέλω να γλυτώσω από τα όμορφα
Ξύπνησα και αφού έφτιαξα καφέ, ρίχνω μερικές ματιές στον χάρτη, μιας και δεν έχω κατασταλάξει ακόμα ποια διαδρομή θα ακολουθήσω. Δε βαριέσαι βρε αδερφέ, θα ακολουθήσω μια στο περίπου κι όπου με βγάλει…
Κάθε φορά που σκέφτομαι έτσι, αφήνοντας τα πάντα στην τύχη, πάντα εκπλήσσομαι μιας και το απρόσμενο είναι πάντα και το πιο γλυκό. Έχω ένα καλό προαίσθημα για σήμερα…
Στη συνέχεια μαζεύω τη σκηνή και φορτώνω την πραμάτεια μου. Κατά τις 09:30 είμαι στον δρόμο, ακολουθώντας τον 1 προς Karlovac. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, το τοπίο εναλλάσσεται ποικιλοτρόπως. Από τη μια με σκεπάζουν πανύψηλα δέντρα που κρύβουν τον ήλιο (λογικό μιας και βρίσκομαι σε Νacionalni Park) και από την άλλη, βλέπω την κροατική ύπαιθρο με τα αγροτόσπιτα στην άκρη του δρόμου.
Σπίτια χαρακτηριστικής σλαβικής αρχιτεκτονικής, νοικοκυρεμένα και καθαρά. Εν αντιθέσει με τις άλλες χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, στην Κροατία βλέπεις ελάχιστα αυτοκίνητα ή φορτηγά παλαιότερων δεκαετιών που η κατασκευή τους χρονολογείται από την εποχή του Τίτο. Το όλο κλίμα των κροατικών χωριών, είναι ελαφρώς πιο σύγχρονο ή πιο μοντέρνο αν θες.
Συνειδητοποιώ πως είναι η πρώτη μου επαφή με την κροατική ενδοχώρα, μιας και πριν δυο χρόνια, είχα οδηγήσει μόνο στην κοσμοπολίτικη ακτογραμμή της. Η εντύπωση που μου δίνει αυτή τη στιγμή η Κροατία, είναι πως βρίσκεται με το ένα πόδι στα Βαλκάνια και με το άλλο πόδι στην Ευρώπη. Ίσως και να αιθεροβατεί μεταξύ αυτών των δυο. Σίγουρα πάντως προσπαθεί να πατήσει και τα δυο της πόδια στην Γηραιά Ήπειρο. Αυτό θα έρθει κάποια στιγμή αναμφίβολα, μιας και έχω την αίσθηση πως αυτή η χώρα θέλει να αποτινάξει το γιουγκοσλαβικό παρελθόν της. Είναι όμως τόσο εύκολο γι’ αυτήν;
Στο μεγαλύτερο κομμάτι της διαδρομής, κινούμαι πλησίον του ποταμού Korana, όπου σε μια γέφυρα θα κάνω την πρώτη στάση, μιας και ο οργανισμός μου, ζητάει επειγόντως δόσεις καφεΐνης και νικοτίνης.
Φτάνω στη μεγάλη πόλη Karlovac, όπου το ηλίθιο μηχάνημα αναλαμβάνει δράση καθοδηγώντας με, στα φανάρια και στις διασταυρώσεις για να βρω τον 6, ο οποίος οδηγεί στα σύνορα με την Σλοβενία. Και μετά το Karlovac, αρχίζουν τα ωραία! Κινούμαι σε μια ορεινή διαδρομή με πολύ καλή άσφαλτο και γεμάτη στροφές. Τα δε όμορφα χωριά, δίνουν μια όμορφη πινελιά στο ήδη όμορφο τοπίο. Οπότε λοιπόν, βρίσκω αφορμή να στείλω μια και καλή στον αγύριστο, τον πρωινό λήθαργο των ευθειών.
Αυτό το σκηνικό διακόπτεται για λίγο, μέχρι να ξαναεμφανιστεί. Έχοντας ξαναοδηγήσει στην Σλοβενία, τολμώ να πω, πως όσο πλησιάζω σε αυτήν, το κροατικό τοπίο, όλο και “σλοβενίζει”. Το μόνο που με χαλάει είναι ότι έχει ζέστη και δεν βρίσκω έναν ίσκιο για να κάνω μια απαραίτητα στάση. Η ανάγκη μου είναι τόσο μεγάλη που αρχίζω να σιγοτραγουδώ το λαϊκό άσμα “φέρτε μου νερό να ξεδιψάσω και μια πέτρα για να ξαποστάσω”.
Σ’ ένα πλάτωμα βρίσκω έναν ασκιανό (που λένε και στην Κρήτη) όπου και θα εφαρμόσω τους στίχους του λαϊκού άσματος επί του πρακτέου. Αφού ήπια νερό από το μεγάλο μπουκάλι με ύφος διψασμένου οδοιπόρου της Σαχάρας, δοκιμάζω τη σπεσιαλιτέ “χθεσινά χειροποίητα άψητα τοστάκια” και χαλαρώνω για λίγες στιγμές.
Μετά από λίγα λεπτά βρίσκομαι στα σύνορα Κροατίας και Σλοβενίας. Οι γκισέδες βρίσκονται δίπλα-δίπλα και αφού υποστώ έναν τυπικό έλεγχο εκατέρωθεν από τους βαριεστημένους τελωνειακούς, σταματώ στο πρώτο βενζινάδικο. Όχι για να βάλω βενζίνη, αλλά για να αγοράσω την Tool Vignette, η οποία είναι απαραίτητη στην Σλοβενία, για την κίνηση στον αυτοκινητόδρομο. Βέβαια, εγώ έχω σκοπό να γράψω τα απολύτως αναγκαία χιλιόμετρα στις οτοστράντες, τα οποία είναι ελάχιστα, μιας και έχω επιλέξει να κινηθώ από επαρχιακούς.
Κι εκεί που περίμενα η στάση στο βενζινάδικο, να ήταν χωρίς κανένα ενδιαφέρον, το τοπίο με κάνει να βγάλω τη φωτογραφική και να αρχίσω να πυροβολώ κατά ριπάς, σαν Σερβοκροατοβόσνιος παραστρατιωτικός κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ακόμα και στα βενζινάδικα, η θέα είναι εκπληκτική σ’ αυτή τη χώρα. Ολόκληρη η Σλοβενία, μοιάζει σαν πίνακας ζωγραφικής…
Από την πρώτη στιγμή που κυλάς τις ρόδες σου στην Σλοβενία, έχεις την εντύπωση πως αφήνεις τα Βαλκάνια και μπαίνεις στην Ευρώπη. Η διαφορά είναι τόσο εμφανής που χάριν αστεϊσμού, απορώ πως στα σύνορα δεν έχουν βάλει μια ταμπέλα που να αναγράφει “καλωσορίσατε στην Ευρώπη”…
Η Σλοβενία ήταν η πρώτη χώρα από αυτές της πρώην Γιουγκοσλαβίας που κήρυξε την ανεξαρτησία της, στις 25 Ιουνίου 1991. Δυο ημέρες μετά, ο Γιουγκοσλαβικός Λαϊκός Στρατός έστειλε τις δυνάμεις του στην νεοϊδρυθείσα χώρα για να αποτρέψει περαιτέρω εξελίξεις, όπου έλαβε χώρα ένας δεκαήμερος πόλεμος, γνωστός και ως Πόλεμος των Δέκα Ημερών. Από ‘κει και πέρα, η Σλοβενία έμεινε αμέτοχη σε όλες τις πολεμικές εξελίξεις, αποφεύγοντας οξύνσεις και διεκδικήσεις. Κι όπως είχα γράψει σε παλαιότερο ταξιδιωτικό:
Η Σλοβενία δεν θεωρεί των εαυτό της χώρα των Βαλκανίων, αλλά χώρα της κεντρικής Ευρώπης. Δεν ξέρω αν το υποστηρίζει γεωγραφικά ή ως ένδειξη σνομπισμού και ελιτισμού, αλλά η αλήθεια είναι πως το βαλκανικό στοιχείο, δεν είναι και ιδιαίτερα έντονο. Χαρακτηρίζεται όμως από πολλούς, ως η πύλη των Βαλκανίων στην Ευρώπη. Στα πρώτα χιλιόμετρα επί σλοβενικού εδάφους, έχω την αίσθηση πως απομακρύνομαι από τα Βαλκάνια και πλέον βρίσκομαι σε μια ευρωπαϊκή χώρα. Το τοπίο, τα σπίτια, η φύση μου θυμίζουν έντονα Αυστρία. Λογικό, καθώς αποτελούσε τμήμα του Ιλλυρικού Βασιλείου και μάλιστα την περίοδο 1816-1849, η τωρινή πρωτεύουσά της Ljubljana, αποτελούσε την πρωτεύουσα αυτού του βασιλείου που ανήκε στην αυστριακή αυτοκρατορία.
Αξίζει να σημειωθεί πως η Σλοβενία, είναι μια καταπράσινη κυριολεκτικά χώρα και θεωρείται τρίτη στην Ευρώπη σε κάλυψη πρασίνου, μετά την Φιλανδία και την Νορβηγία, με ποσοστό μάλιστα 65%.
Φεύγοντας από το βενζινάδικο, ακολουθώ τον 6 προς Novo Mesto. Τα πάντα είναι καταπληκτικά! Η φύση, ο δρόμος, τα σπίτια… τα πάντα όλα!
Όταν ταξιδεύω κινούμαι με ιδιαίτερα χαμηλές ταχύτητες, για πολλούς και διάφορους λόγους, οι οποίοι δεν χρήζουν περαιτέρω ανάλυσης σ’ αυτό το σημείο. Η Σλοβενία όμως, έχει την ικανότητα από ήρεμο και χαλαρό ταξιδευτή να με μετατρέπει σ’ έναν κάγκουρα των δρόμων, σ’ έναν ινδιάνο που σαρώνει τα πάντα καβάλα στο άλογο και παράλληλα σ’ έναν αιμοδιψή ταλιμπάν. Μου βγάζει από μέσα μου την αλητεία. Όμως οι ταμπέλες σε αρκετά σημεία του δρόμου, θα φροντίζουν να κατευνάσουν τον ρυθμό μου και να τιθασεύσουν τον ενθουσιασμό μου. Ένας απλός ταξιδιώτης είμαι άλλωστε, με χείριστες έως μέτριες ικανότητες – κουλάδι δηλαδή! Δεν είμαι δα και o Βαλεντίνος για να οδηγώ πέρα από τα όριά μου…
Είμαι απόλυτα βέβαιος, πως όπου και να σταματήσεις σ’ αυτή τη χώρα είναι πανέμορφα. Ακόμα και σ’ ένα αδιάφορο σημείο να κάνεις στάση, θα βγάλεις όμορφες φωτογραφίες, με τις οποίες θα γεμίσεις μπόλικα κάδρα που θα διακοσμούν τους τοίχους του σπιτιού σου. Όμως, αυτή τη στιγμή είμαι πάνω στη μοτοσυκλέτα και συνεπαρμένος από την οδήγηση, έχω συνειδητοποιήσει πως αν είναι να κάνω κάθε τρεις και λίγο στάση, τότε καληνύχτα!
Η Σλοβενία στο φωνάζει: “εδώ δεν είναι πια Βαλκάνια”. Eίναι Άλπεις και ιδίως αυστριακές. Όχι τόσο από τα πανέμορφα χωριουδάκια με τις καθολικές εκκλησίες, αλλά και από την ίδια τη φύση. Ακόμα και αυτή, φαίνεται να είναι κάπως πιο περιποιημένη και όχι ατημέλητη. Κάπως πιο σουλουπωμένη, κάπως πιο ιλουστρασιόν. Άλλος κόσμος, άλλος πλανήτης θα έλεγα, με μια δόση υπερβολής. Και το πρώτο πράγμα που αναρωτιέμαι στην Σλοβενία είναι, πώς άραγε αυτή η χώρα αποτελούσε μέλος της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο; Τίποτα, μα τίποτα δεν υπάρχει που να θυμίζει την τιτοϊκή γιουγκοσλαβική εποχή.
Οι δε κάτοικοι της Σλοβενίας, ξέρω από την πρότερη εμπειρία πως είναι ευρωπαϊκής νοοτροπίας. Ακόμα θυμάμαι εκείνο το πολιτισμικό σοκ που υπέστη, όταν έφτασα στην πρωτεύουσά της. Πουθενά δεν άκουγα “κιχ”, λόγω του ότι οι κάτοικοί της μιλούν χαμηλόφωνα και σε καμία περίπτωση δεν θυμίζουν τους φωνασκούντες Βαλκάνιους γείτονές τους.
Αυτό δε που σήμερα μου έκανε μεγάλη εντύπωση, είναι πως στα μικρά χωριά, όταν οι κάτοικοι ασχολούνται με αγροτικές εργασίες, τοποθετούν ένα προειδοποιητικό τρίγωνο στο δρόμο, ανάλογο αυτού που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα, όταν σταματούν λόγω κάποιου προβλήματος. Πόσο μπροστά είναι αυτός ο λαός…
Στην πανέμορφη πόλη (τι άλλο θα ήτανε) Novo Mesto, ακολουθώ τον επαρχιακό 419 και μετά τον 216 προς Krka, o οποίος στον χάρτη είναι σημειωμένος ως γραφικός. Αλλά τι μας λέει μωρέ κι αυτός! Όπου και να οδηγήσεις σ’ αυτή τη χώρα είναι γραφικά. Ακόμα και στους αυτοκινητόδρομους.
Κι εδώ πάλι τα ίδια, καταπληκτικά τα πάντα όλα κι ακόμα καλύτερα! Καταβάλλω υπεράνθρωπη προσπάθεια να μη σταματώ κάθε τρεις και λίγο για να βγάζω φωτογραφίες με την DSLR ή να βγάζω εν κινήσει την compact από την τσέπη. Όμως, αραιά και που, μπαίνω στον πειρασμό…
Βρίσκομαι σε μια γέφυρα του ποταμού Krka, και φωτογραφίζω.
Την ίδια ώρα, μια παρέα παιδιών κωπηλατούν με τη φουσκωτή βάρκα τους και φτάνοντας στο σημείο που βρίσκομαι, πιάνουμε την κουβέντα. Δείχνουν ενθουσιασμένοι που ταξιδεύω με τη μοτοσυκλέτα μου από την Ελλάδα.
Μαγεμένος από την σλοβενική επαρχία, συνεχίζω τον δρόμο μου.
Φτάνοντας στο Zuzemberk, η θέα ενός κάστρου το οποίο μου θυμίζει αυτό στο Trakai της Λιθουανίας, θα μου χαρίσει μια ολιγόλεπτη στάση. Δεν έχω όμως την ευχέρεια να του αφιερώσω το χρόνο που θα του άξιζε, μιας και ο δρόμος με έλκει σαν μαγνήτης.
Όση ώρα φωτογραφίζω, η αγαπημένη μου συνάντησε μια φιλενάδα της από την Σλοβενία και τα λένε για λίγη ώρα. Tι να συζητούν άραγε; Για τα ταξίδια τους; Ή μήπως η μελαχρινή Ελληνίδα ζητά πληροφορίες από την ασημί Σλοβένα;
Πάντως, το TDM μπορεί πλέον να μην μετράει στην Ευρώπη, όμως τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Σλοβενία, παραμένει ιδιαίτερα δημοφιλές, ακόμα και μετά από τόσα χρόνια. Αμέσως φέρνω στο μυαλό μου, το ζευγάρι των Σλοβένων με το άσπρο TDM που συνάντησα πριν δυο χρόνια στη λίμνη του Bled.
Συνεχίζοντας, σκέφτομαι να κάνω μια παράκαμψη στο χωριό Krka. Δεν έχω κάποιον ιδιαίτερο λόγο, αλλά το όνομα μου φέρνει συνειρμικά στο μυαλό, το ομώνυμο εθνικό πάρκο της Κροατίας, με τους καταρράκτες. Χωρίς λόγο και αιτία λοιπόν, βρίσκομαι στο Krka. Όχι τίποτα άλλο δηλαδή, αλλά να μην νομίζεις ότι χάθηκα πάλι…
Παρκάρω σ’ έναν ίσκιο ακριβώς έξω από την εκκλησία του χωριού. Αισθάνομαι γαλήνια και είναι ό,τι πρέπει για μια ολιγόλεπτη στάση, μέχρι να συνεχίσω…
Ξαναγυρίζω πίσω και σχεδόν αμέσως βρίσκομαι να οδηγώ στον αυτοκινητόδρομο Α2-Ε70, όπου αναπόφευκτα θα οδηγήσω με κατεύθυνση την Ljubljana και το Logatec. Πλέον θα αποχωριστώ τις Δειναρικές Άλπεις και θα μπω στις Ιουλιανές και τον εθνικό δρυμό του Triglav, ο οποίος καλύπτει μεγάλο μέρος της χώρας.
Κι αυτήν την Σλοβενία ρε παιδί μου, ακόμα και στους αυτοκινητόδρομους, χαίρεσαι να την οδηγείς. Ευκαιρίας δοθείσης, σταματώ σ’ ένα βενζινάδικο να φουλάρω ρεζερβουάρ.
Καθώς πλησιάζω στην πρωτεύουσα Ljubljana, συναντώ μια τεράστια ουρά από αυτοκίνητα. Σχεδόν ακινητοποιημένα, κινούνται με χαμηλές ταχύτητες. Πιάνουν όλες τις λωρίδες του ρεύματος και δεν χωράει ούτε κουνούπι! Πόσω μάλλον η μοτοσυκλέτα μου με τις πλαϊνές βαλίτσες οι οποίες τις προσδίδουν όγκο, εφάμιλλο ενός Yugo.
Μη έχοντας άλλη επιλογή, κινούμαι στη λωρίδα έκτακτης ανάγκης με χαμηλή ταχύτητα και τα μάτια μου είναι όχι απλά 14, αλλά 114! Tόσο για να μην αποκτήσω στενές σχέσεις με καμιά πόρτα, όσο και να μην πατήσω κάτι αιχμηρό και βρεθώ να τρώω μεσημεριάτικο σπαγγέτι λαστιχί. Do you know what I mean…
Οδήγησα για περίπου 20 km υπό αυτές τις συνθήκες και μετά από λίγα λεπτά, κάνω δεξιά και αποχαιρετώ τον αυτοκινητόδρομο. Και τι λέει τώρα το πρόγραμμα; Ιουλιανές Άλπεις και Triglav! Ω, ρε δικέ μου, λιώνω σου λέω…
Κινούμαι στον 102 με πορεία από Logatec προς Idrija, όπου το τοπίο γίνεται ακόμα καλύτερο. Στροφές και άγιος ο θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον υμάς!
Η πόλη Idrija είναι γραφική και πανέμορφη, με τον ποταμό Idrijca να τη διαρρέει. Και πώς να μην είναι τέτοια, αφού από το 2012 ανήκει στα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Στάση; Ασφαλώς απαραίτητη!
Δεν περνάνε παρά μόνο μερικά λεπτά από τότε που ξαναπήρα τους δρόμους και σταματώ στο χωριό Spodnja Idrija. Αχ, πόσο όμορφη είναι αυτή η Σλοβενία…
Εξακολουθώ να είμαι ακόμα στον 102, με πορεία προς Tolmin. Είναι Σάββατο σήμερα και συναντώ πολλές μοτοσυκλέτες στον δρόμο. Συνειδητοποιώ πως αυτή η διαδρομή είναι μια από τις πιο αγαπημένες των Σλοβένων μοτοσυκλετιστών, λόγω της άριστης ποιότητας του δρόμου και των πολλών στροφών. Σε πολλά σημεία υπάρχουν πολλές πινακίδες οι οποίες προειδοποιούν συγκεκριμένα τον μοτοσυκλετιστή για επερχόμενο κίνδυνο ατυχήματος στα επόμενα χιλιόμετρα. Σε μια στροφή, βλέπω στην άκρη μια μπλε Kawasaki (δεν ξεχώρισα ποιο ακριβώς Ninja ήτανε) η οποία έχει πέσει. O αναβάτης της είναι όρθιος και δείχνει να είναι σε καλή κατάσταση. Γύρω του έχει μαζευτεί η παρέα του, προκειμένου να του παράσχει βοήθεια.
Καθόλη τη διάρκεια της διαδρομής, κινούμαι δίπλα στον ποταμό Idrijca και το τοπίο είναι μαγευτικό, απίστευτο θα έλεγα. Γέφυρες σύγχρονες, αλλά και αυτοσχέδιες παλιές από ξύλο ξεχωρίζουν. Αρκετά χιλιόμετρα πριν το Tolmin, γίνονται έργα στον δρόμο και αυτό θα ελαττώσει τον ρυθμό μου. Λόγω των έργων, η κατάσταση του δρόμου θυμίζει ειδική του Paris – Dakar και τα φανάρια που έχουν τοποθετηθεί για να ρυθμίζουν την κίνηση, κλονίζουν το νευρικό μου σύστημα. Να πω ότι παραμένω ήρεμος, ψέματα θα πω! Και τα γ@μημ€να, όλο τελειώνουν και τον τελειωμό δεν έχουν. Κάθε τρεις και λίγο ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Είμαι όμως βέβαιος πως όταν τελειώσουν τα έργα, θα γίνει το έλα να δεις. Και ελπίζω κάποια στιγμή στο μέλλον, να την ξανακάνω αυτή τη διαδρομή. Η Σλοβενία μ’ έχει κερδίσει σαν χώρα…
Λίγο πριν το Tolmin, στρίβω δεξιά και ακολουθώ τον 403 προς Podbrdo. Από το σημείο αυτό και μετά, ο δρόμος στενεύει κατά πολύ και πλέον μπορώ να πω ότι βρήκα ένα ψεγάδι στους καταπληκτικούς σλοβενικούς δρόμους. Και ποιο είναι αυτό το ψεγάδι; Κάτι ψιλοανωμαλίες στον δρόμο που απλά σε ταρακουνούν ελάχιστα για να μη σε πάρει ο ύπνος! Αλλά πώς να σε πάρει, όταν το τοπίο είναι επίσης καταπληκτικό! Ανηφορίζεις ένα βουνό γεμάτο στροφές, βλέπεις φτωχικά αλλά πανέμορφα και νοικοκυρεμένα σπιτάκια στα χωριά με το πράσινο χρώμα να κυριαρχεί παντού. Kι αν μέσα σ’ όλα αυτά, προσθέσεις και τον ποταμό Βaca να σου κάνει παρέα σε όλη σχεδόν τη διαδρομή, δεν θέλεις μετά τίποτα άλλο!
Αυτό που μου κάνει μεγάλη εντύπωση, πέραν από τις γραμμές και τα τούνελ του τρένου, είναι οι γέφυρες που ενώνουν τις απέναντι όχθες του ποταμού. Κάποιες είναι τσιμεντένιες και κάποιες άλλες ξύλινες. Και είναι πάρα πολλές…
Φτάνοντας στο Podbrdo, μπερδεύομαι από τη σήμανση και σταματώ δίπλα σε μια γέφυρα να ξεκαθαρίσω τι γίνεται, με τη συνδρομή του χάρτη και του GPS. Θέλω να πάρω τον 909 προς Βohinjska Bistrica, όπου εκεί κοντά βρίσκεται η λίμνη Βohinjsko Jezero. Aρχίζω να πληκτρολογώ διάφορα στο ηλίθιο μηχάνημα που ανάθεμά με, αν καταλαβαίνω κι εγώ ο ίδιος τι πληκτρολογώ! Τι να κάνω ο έρμος, είμαι παλαιολιθικός σ’ αυτά, όπως λέει και ο φίλος μου ο Παπασούζας – την ευλογία σου πάτερ μου! Μου βγάζει το ρημάδι κάτι διαδρομές κι επιλέγω μια στην τύχη που ανάθεμά με, αν ξέρω που στο διάολο θα με πάει! Και η πλάκα είναι ότι, είμαι σίγουρος για την επιλογή μου. Ξανά πάλι, ανάθεμά με!
Περνώ τη γέφυρα και μετά από λίγα μέτρα βρίσκομαι σ’ έναν σιδηροδρομικό σταθμό περιμένοντας πότε θα σφυρίξει το τρένο. Ρε, ίντα διάολο γίνεται;
Με τα πολλά με τα λίγα, με ανεβάζει από κάτι χωριά, στα οποία γίνονται έργα επί του δρόμου. Απότομες ανηφόρες με λάσπη, χώμα και χαλίκι. Ενίοτε υπάρχουν και κομμάτια από άσφαλτο, προκειμένου να μου θυμίσουν ότι αυτός ο δρόμος είναι κανονικός! Και μετά από λίγο, πατώ πλέον κανονική άσφαλτο. Ωραία αυτό ήταν, τελείωσε σκέφτηκα. Έλα όμως που μετά από μερικά μέτρα εμφανίζεται ένας χωματόδρομος μπροστά μου, ο οποίος ανεβαίνει ένα βουνό! Ρε Οικονομάκη, τι μ@λακίες ρυθμίσεις έχεις κάνει στο GPS; Επίτηδες τα κάνεις όλα αυτά και χάκαρες το κινητό μου, όταν μου φόρτωνες τους χάρτες; Kαι όλα αυτά γιατί; Επειδή ετότεσας στις Άλπεις, είχα αργήσει μια φορά όλη κι όλη στην πρωινή αναφορά για μόλις 8 δευτερόλεπτα; Δείξε λίγο όικτο ρε Εκόνομι, πληζζζ…
Έχω μπει στην πρίζα και είμαι έτοιμος να τον διασχίσω. Νομίζω ότι κάπου είδα μια ταμπέλα που έλεγε ότι αυτός ο χωματόδρομος συνεχίζει για 23 km! Κατεβαίνω από το μοτοσακό, να κάνω ένα τσιγάρο, να ξεχαρμανιάσω και να σκεφτώ τι θα κάνω. Πού και πού ένα τσιγαράκι κάνει καλό, όχι στην υγεία αλλά στη σκέψη. Σκέφτομαι ότι αυτού του είδους η μοτοσυκλέτα με πλαϊνές βαλίτσες, σακ βουαγιάζ, tang bag και με έναν αναβάτη που θυμίζει παλαιστή του σούμο, θα τα βρει σκούρα. Έτσι λοιπόν, ακούω τη φωνή της λογικής, πληκτρολογώ κάτι ακαταλαβίστικα στο ηλίθιο πολυμηχάνημα (μόνο μίξερ που δεν είναι) και επιστρέφω στον κεντρικό δρόμο. Ουφ!
Συνεχίζω για λίγα χιλιόμετρα στον 403, όπου στο Petrovo Βrdo, βρίσκω τον 909 που με πηγαίνει στον προορισμό που του είχα θέσει. Ανεβαίνω ένα βουνό μέσω ενός στενού και φιδίσιου δρόμου. Τα πυκνά δέντρα σε συνδυασμό με την περασμένη απογευματινή ώρα, σκοτεινιάζουν τη διαδρομή η οποία φαντάζει σαν στοιχειωμένη. Για λίγα λεπτά κινούμαι παρέα με δυο ντόπιους μοτοσυκλετιστές κι ένα πολυτελές SUV.
To τοπίο είναι πλέον ερημικό, απόκοσμο θα έλεγα. Τα μόνα σπίτια τα οποία βλέπω, βρίσκονται μακριά και χαμηλά, μιας κι έχω ανεβεί υψόμετρο. Η θερμοκρασία είναι σε ανεκτά επίπεδα και δεν μου δημιουργεί κανένα απολύτως πρόβλημα. Είμαι ολομόναχος στη μέση του πουθενά και δεν βλέπω κάποιο σημάδι ζωής. Ένας ενδόμυχος φόβος με κυριεύει, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις. Απλά ακολουθώ τις υποδείξεις του GPS, ξέροντας πως μετά από κάποια ώρα, θα βρεθώ και πάλι στον πολιτισμό.
Και να που έφτασε αυτή η ώρα. Βρίσκομαι στο Bohinjska Bistrica όπου και ακολουθώ τις ταμπέλες για τη λίμνη Βοhinjsko Jezero, για να βρεθώ μετά από λίγη ώρα σε αυτήν. Και τι ιδιαίτερο έχει αυτή η λίμνη; Εκ πρώτης όψεως, τίποτα απολύτως. Απλά όταν χάζευα έντυπους και ψηφιακούς χάρτες, έπεσε στο μάτι μου σ’ αυτήν, όντας σχεδόν δίπλα στο Bled. Eίδα και μερικές φωτογραφίες στο google maps και είπα χωρίς πολλά-πολλά “εδώ είμαστε, θα πάω”. Πολλές φορές, αρκεί μια τυχαία φωτογραφία ενός μέρους για να με στείλει σ’ αυτό.
Το μέρος είναι ιδιαίτερα γραφικό και σφύζει από ζωή, τουρίστες και πολλές τουριστικές εγκαταστάσεις. Παρκάρω τη μοτοσυκλέτα και αρχίζω να περπατώ, προκειμένου να το χαζέψω.
Η λίμνη Bohinjsko Jezero ή σκέτο Bohinj, είναι η μεγαλύτερη σε έκταση λίμνη της Σλοβενίας, η οποία έχει μήκος 4,2 km και μέγιστο πλάτος 1 km.
Στην περιοχή υπάρχουν πάρα πολλές εκκλησίες. Αυτή όμως που ξεχωρίζει και αποτελεί το σύμβολο του Bohinj, είναι η εκκλησία Cerkev Svetega Janeza Krstrika (Ribcev Laz) με την πανέμορφη γέφυρα πάνω από τη λίμνη. Χτίστηκε το 1300, αρχικά ως ρωμανική εκκλησία και τον 16ο αιώνα ανακατασκευάστηκε σε μπαρόκ ρυθμό. Αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής σε όλη την Σλοβενία.
Σκέφτομαι πολύ σοβαρά να βρω ένα camping και να διανυκτερεύσω στη λίμνη. Όμως η λίμνη Bled, είναι σχεδόν δίπλα, μια γκαζιά δρόμος από ‘δω. Τελικά αποφασίζω να γράψω τα τελευταία χιλιόμετρα της ημέρας, ακολουθώντας τον γραφικό 209 και όχι τον α-γραφικό 633, σύμφωνα με τον χάρτη που οδηγεί στη λίμνη του Βled.
Xωρίς να το καταλάβω, σύντομα βρίσκομαι σε αυτή. Είναι η δεύτερη φορά που την επισκέπτομαι. Θυμάμαι την πρώτη φορά που πέρασα από εδώ και έμεινα για λίγη ώρα, υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως αν με ξαναβγάλει ο δρόμος από αυτά τα μέρη, θα μείνω ένα βράδυ. Και να που με ξανάβγαλε λοιπόν.
Η κίνηση στο ένα ρεύμα του δρόμου πέριξ της λίμνης, έχει κοπεί προσωρινά, άγνωστο για ποιο λόγο. Και εκτός αυτού έχει πολύ λίγο κόσμο, επίσης άγνωστο για ποιο λόγο.
Βρίσκω το camping, όπου η όμορφη και συμπαθητική νεαρά κορασίδα με κατατοπίζει. Όταν κάνουμε το check in, μου λέει πως είμαι ο πρώτος Έλληνας που μένει στο camping. Στο camping υπάρχει αρκετός κόσμος. Στήνω τη σκηνή και κάνω ένα ντους. Μόλις έχει βραδιάσει και οδηγούμαι στο εστιατόριο της κατασκήνωσης για να χτυπήσω μια μακαρονάδα με κιμά, συνοδεία σλοβενικού ζύθου. Έχει αρκετό κόσμο και ένα συγκρότημα παίζει παραδοσιακή μουσική. Δεν θυμίζει βαλκανική μουσική, αλλά κάτι ανάμεσα σε καντάδα και συμφωνία του Μπετόβεν. Χαμηλή και απαλή μουσική, δεν έχει τη ζωντάνια ή την εκρηκτικότητα του βαλκανικού ήχου. Ο μόνος λόγος για να καταλάβεις ότι οι Σλοβένοι αποτελούν ένα σλαβικό έθνος, είναι η γλώσσα. Σ’ όλα τα υπόλοιπα, είναι καθαρόαιμοι Ευρωπαίοι.
Πριν προλάβω να βάλω την πρώτη μπουκιά στο στόμα μου, χτυπάει το κινητό. Ωχ, η μάνα μου θα είναι…
– Έλα ρε μάνα, χάου ντο γιου ντου; Φάιν; Έβριθινκ ιζ γκουντ;
– Τι κάνεις;
– Τρώω!
– Kαλά θα σε πάρω πιο μετά…
– Όχι ρε μάνα, πες μου! Ρώτα με ό,τι θες εκτός από το τι τρώω και πόσες φορές τη μέρα τρώω!
– Πάλι καλά που το κατάλαβες, αυτό ήθελα να σε ρωτήσω!
– Μη μου αγχώνεσαι μάδερ! Δεν είναι σαν και πέρσι που έτρωγα κονσέρβες και πατατάκια!
– Δεν πιστεύω να τρως τα ίδια και φέτος, ε;
– Όχι μαμά! Στα Βαλκάνια, τα πάντα είναι φθηνά σε σχέση με την Ελλάδα! Τρώω όσο θέλω και όποτε θέλω!
– Μπράβο παιδί μου…
– Και πίνω όσο θέλω!
– Tιιιιιί; Πίνεις;
– Όταν δεν οδηγώ ρε μάνα! Όταν οδηγώ πίνω μόνο νερό και καφέ! Ανστερνστέντ ή να στο ξαναπώ;
– Mπράβο αγόρι μου και να προσέχεις! Να κάνεις συνέχεια το σταυρό σου και να προσεύχεσαι στο θεό να σ’ έχει καλά, ακούς;
– H κλήση σας προωθείται, παρακαλώ περιμένετε… γκουντνάιτ μάδερ!
Μόλις έφαγα, κατευθύνθηκα στη λίμνη, όπου από μια καφετέρια αγοράζω χύμα παγωτό. Ακόμα και η Σλοβενία που θεωρείται σχετικά ακριβή χώρα για τα Βαλκάνια, μου φαίνεται πάμφθηνη συγκριτικά με την Ελλάδα.
Περπατώ στη λίμνη, προσπαθώντας να βγάλω μια φωτογραφία της προκοπής που θα κάνει τον Πετράκη και τον Παπασούζα να πουν με το ζόρι “έλα μωρέ, καλή είναι”. Bέβαια στα μάτια τα δικά τους, οι φωτογραφίες μου είναι για τον π#ύτ$ο, άσχετα αν εγώ νομίζω ότι έβγαλα πάλι αριστουργήματα! Μα είδες τι μεγάλη ιδέα έχω για τον εαυτό μου;
Η βραδινή ατμόσφαιρα είναι μαγευτική και συνάμα ήσυχη. Τόσο ήσυχη που δεν ακούγεται ούτε “κιχ” αλλά ούτε “αχ” και “βαχ” από τα ζευγαράκια που βρίσκονται στα παγκάκια και απολαμβάνουν τη θέα.
Το εντυπωσιακό με αυτή τη λίμνη είναι, πως όσο περπατώ το εκκλησάκι στο νησί και το κάστρο, μοιάζουν σαν να αλλάζουν συνεχώς θέσεις μεταξύ τους, λες και παίζουνε κρυφτό ή αγώνα μπάσκετ και μαρκάρει στενά το ένα το άλλο, με πλάτη στο καλάθι.
Eίναι περασμένα μεσάνυχτα και παίρνω την άγουσα για το camping. Σήμερα οδήγησα σε μια από τις καλύτερες διαδρομές που έχω κάνει ποτέ. Έχω την αίσθηση πως, όσο βρίσκομαι στην Σλοβενία, δεν θέλω να γλυτώσω από τα όμορφα…
Laku noc!
Έξοδα – Σημειώσεις:
Βενζίνη: 18 €
Διόδια: Τool Vignette Σλοβενία (7,50 €)
Διαμονή: Camping Bled (10,60 €)
Λοιπά: 13,10 €
Σύνολο: 49,20 €
Γενικό Σύνολο: 572,40 €
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Μία μικρή διόρθωση το Cetinje προφέρετε Τσετινιε διότι n+j = νιε δηλαδή nja= νια. Όσο για την Λατινική γραφή δεν αποτελούσε ποτέ γραφή του Μαυροβουνίου ιστορικά, μόνο τα Κυριλλικά ήταν η μία και μόνη ιστορική γραφή. Θεωρήθηκε παράλογο που μετά την ανεξαρτησία δεν κράτησε η χώρα το Κιριλλικό αλφάβητο αλλά το λατινικό ,ένα ζήτημα το οποίο αποτελεί πεδίο διαμάχης μέχρι και σήμερα μεταξύ των Μαυροβουνίων, όπως παράλογο είναι που δεν ξαναέκοψαν το παλιό ιστορικό τους νόμισμα την “Περπέρα”. Κανονικά είναι Црна Гора.
Ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον σχόλιο. Το εκτιμώ ιδιαίτερα …
Φίλε μας ταξίδεψες πάλι σε όμορφες γωνιές του πλανήτη και του μυαλού
και σε ευχαριστώ πολύ για αυτό!
Eγώ ευχαριστώ που συνταξιδέψαμε για άλλη μια φορά, φίλε μου Τάσο! Να είσαι καλά!
Ακομα ενα ευχαριστο ταξιδι διαδυκτιακε φιλε Μερκουρη .θα ερθω χανια την παρασκευη για μια βδομαδα εαν μπορεις κερναω καφε να γνωριμια.
Φίλε Κώστα, με πέτυχες σε φάση που τρέχω πανικόβλητος από το πρωί ως το βράδυ. Μένω στο Ηράκλειο και το κόβω εξαιρετικά δύσκολο να πεταχτώ στα Χανιά, ιδίως αυτή την περίοδο. Αν καταφέρω να ξεκλέψω αρκετό χρόνο, θα επιδιώξω να συναντηθούμε. Κι αν συναντηθούμε, ο καφές θα είναι κερασμένος από ‘μενα!
Στείλε μου σε παρακαλώ το τηλέφωνό σου, στο [email protected].
Γιγαντα Μερκουρη, ετσι π τα λες σαν να ηρθα και γω μαζι. Ενα μπραβο σε ολους εδω στο site καθως βαζετε και σε αλλους το μικροβιο του ταξιδιου με το μηχανακι.Ετσι και γω το τολμησα φετος το καλοκαιρι 1η φορα.Σερβια παιδια, οπως ακριβως τα λεει ο Μερκουρης.. Να σαι καλα φιλε.
Xαίρομαι που προσβλήθηκες από αυτό το μικρόβιο, φίλε Σταύρο. Και τώρα που έκανες την αρχή, σου εύχομαι να το ξανατολμήσεις αμέτρητες φορές …