Hμέρα 3η: Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014, Κalishta – Prizren (330,7 km)
Στο σταυρωμένο Κόσοβο
H εκκωφαντική φωνή του ιμάμη, χαλάει τον ύπνο μου, ξυπνώντας με στις 05:00 το πρωί! Σπάζομαι είναι η αλήθεια, γιατί είναι η δεύτερη φορά που με ξυπνάνε και χαλάνε τον ύπνο μου. Η πρώτη ήταν τα μεσάνυχτα, όπου μπετονιέρες εισέβαλαν στο χώρο του camping για να ρίξουν μπετά! Έτσι τουλάχιστον κατάλαβα…
Τι να κάνω ο έρμος, συνεχίζω τον ύπνο μου, μέχρι το ρολόι να δείξει 07:00. Ανοίγω τη σκηνή και τι βλέπω; Τις μπετονιέρες που έριχναν μπετά το βράδυ και χάλασαν τον ύπνο μου! Δεν έπεσα έξω, καθώς ήταν ένα τσούρμο από BMW GS, διαφόρων τύπων και κυβισμών. Μα ποιος είμαι ρε πού$τη μου και πέφτω πάντα μέσα; Ο μάντης Κάλχας;
Το να ξυπνάω και να βλέπω μοτοσυκλέτες της Άριας μπαβαρέζικης εταιρίας με σήμα την προπέλα, είναι σαν να ξυπνάω και βλέπω μπροστά μου την Ελένη Λουκά να συμμετέχει σε χριστιανική διαμαρτυρία κραδαίνοντας σταυρούς και εικονίσματα ορθόδοξων αγίων, παρέα με ευτραφείς καθηγήτριες θρησκευτικών με γυαλιά μυωπίας! Σε καμία περίπτωση πάντως, δεν αισθάνομαι σαν να βρίσκομαι στον διαγωνισμό ομορφιάς “Miss Serbia” με παρουσιάστρια την Nina Senicar…
Bγαίνοντας από τη σκηνή, με βλέπει ένας μπεμβεδάκιας και με χαιρετάει. Περίεργο έως σπάνιο να σε χαιρετάει ένας τέτοιος στην Ελλάδα, αλλά στο εξωτερικό είναι κάτι το συνηθισμένο. H παρέα αποτελείται από τέσσερις Σλοβάκους, οι οποίοι ταξιδεύουν στα Βαλκάνια. Έφτασαν στο camping χθες, μες τα μαύρα μεσάνυχτα και δεν έστησαν καν τις σκηνές τους! Απλά έβγαλαν τους υπνόσακους και τα υποστρώματα και ξάπλωσαν στο γρασίδι!
Βρίσκομαι σε διπλανό τραπέζι με τους Σλοβάκους, έχοντας μια σύντομη συνομιλία. Ο Πίμι μ’ έναν δίσκο, σερβίρει κερασμένο εσπρέσο σε όλους τους θαμώνες του camping. Κοίταξα για λίγο τον χάρτη με τη σημερινή διαδρομή (έτσι για να μπω πουρνό-πουρνό στην τσίτα) και μετά από λίγα λεπτά μάζεψα τη σκηνή και αποχαιρέτησα τους Σλοβάκους, τον Πίμι αλλά και τους ιδιαίτερα φιλόξενους Αλβανούς που έπιναν τον καφέ τους, στην καφετέρια του camping.
Σήμερα θα διασχίσω ένα μεγάλο κομμάτι της πΓΔΜ από επαρχιακούς δρόμους και στη συνέχεια θα μπω στο πολύπαθο Κόσοβο, όπου και θα διανυκτερεύσω. To GPS με οδηγεί από έναν παραλίμνιο δρόμο στην πόλη της Struga και όχι από τον κεντρικό. Του κόβει ώρες-ώρες αυτού του μαραφετιού…
To μόνο που μου κάνει “κλικ” στην Struga, είναι η θέα από τη γέφυρα του ποταμού Black Drim, ο οποίος διαρρέει την πόλη. Kαι μετά την Struga, το ίδιο σκηνικό με χθες. Πολλές αλβανικές σημαίες σε κάθε οικοδόμημα, είτε αυτό είναι σπίτι, είτε μαγαζί, είτε θρησκευτικός χώρος aka τζαμί. Aναρωτιέμαι μόνο δυο πράγματα: ή βρίσκομαι μέσα στην Αλβανία και δεν το έχω καταλάβει, ή οι Αλβανοί έχουν κάποια εθνική εορτή και βλέπεις παντού σημαίες! Βρε, λες να πήραν το μουντιάλ;
Παρατηρώ επίσης, ότι κατασκευάζονται πολλά τζαμιά, όπως και στην ευρύτερη περιοχή της Struga. Σίγουρα αυτοί που ασχολούνται με την κατασκευή τζαμιών, κάνουν χρυσές δουλειές…
Λίγα χιλιόμετρα μετά την Struga, στο δρόμο για Debar, αρχίζουν τα ωραία. Ένας γραφικός επαρχιακός δρόμος θα μου γνέψει πονηρά να στρίψω τη μοτοσυκλέτα μου χωρίς ενδοιασμούς, μιας και η άσφαλτος είναι σε πολύ καλό επίπεδο.
Κάποια στιγμή o ποταμός Black Drim θα εμφανιστεί στα δεξιά μου, δίνοντάς μου μια καλή αφορμή για την πρώτη στάση της ημέρας. Κι έτσι όπως το κόβω, μάλλον θα ακολουθήσουν πάρα πολλές, κατά τη διάρκειά της. Το τοπίο είναι μοναδικό και αρχίζω να παίρνω τα πάνω μου.
Η λίμνη Globochica με το φράγμα της, θα επαληθεύσει την εικασία μου περί πολλών στάσεων. H διάθεσή μου αρχίζει να εκτοξεύεται στα ύψη. Αιτία η απαράμιλλη ομορφιά του τοπίου και η στριφτερή διαδρομή, όπου σε συνδυασμό με τη λιγοστή κίνηση θα μου χαρίσουν αυτά που ζητά ένας μοτοσυκλετιστής.
Και εδώ καταλαβαίνω το πόσο έχουμε αδικήσει αυτή τη χώρα. Πολλοί ταξιδιώτες τη διασχίζουμε μόνο από αυτοκινητόδρομους, μιας και αποτελεί έναν από τους πολυσύχναστους οδικούς κόμβους που συνδέουν την Ελλάδα με τα Βαλκάνια και την Ευρώπη. Οι αιτίες και οι αφορμές πολλές, όπως το ξενέρωμα που τρώνε πολλοί, με την ονομασία της συγκεκριμένης χώρας.
Πολλοί έχουν αρκετές προκαταλήψεις γι’ αυτή τη χώρα. Άλλοι πάλι για παράδειγμα, μιλάνε με τα καλύτερα λόγια για την Αλβανία, έτσι, για να μην τους πουν και ρατσιστές και παράλληλα, απαξιώνουν την πΓΔΜ για να πουλήσουν εθνικοφροσύνη. Θέλω να πιστεύω, πως στόχος του ταξιδιώτη, είναι να εξερευνά και να ανακαλύπτει, χωρίς προκαταλήψεις. Να εκθειάζει τα καλά και τα όμορφα, αλλά και να καυτηριάζει τα κακώς κείμενα της κάθε χώρας. Τελοσπάντων, συνεχίζω…
Δεν το μετανιώνω καμία στιγμή που κυλώ τις ρόδες μου σε αυτή τη χώρα. Η ορεινή διαδρομή, ενίοτε περνάει από μικρά γραφικά χωριουδάκια, αλλά στο μεγαλύτερό της μέρος βλέπεις μόνο το πράσινο των δέντρων και το πράσινο νερό των ποταμών και των λιμνών.
Σε όλη τη διαδρομή μέχρι το Debar, με χαιρέτησαν δυο αυτοκίνητα. Συνειδητοποιώ πως ο αναβάτης πάνω στη μοτοσυκλέτα του, χαίρει της εκτίμησης μεγάλης μερίδας των ντόπιων, απ’ όποια χώρα κι αν προέρχεται. Γιατί έχει έρθει από μια “εχθρική” χώρα με αγνό σκοπό. Να ταξιδέψει, να εξερευνήσει, να γνωρίσει, να μάθει…
Στο φράγμα της λίμνης του Debar, σταματώ για να τραβήξω φωτογραφίες. Και την ώρα που είμαι έτοιμος να τοποθετήσω το προσοφθάλμιο της φωτογραφικής στο μάτι μου, ακούω απέναντι τον φύλακα του φράγματος να μου φωνάζει δυνατά στη γλώσσα του, κάνοντάς μου νόημα να ξεκουμπιστώ! Υπάκουσα, αλλά στράβωσα είναι η αλήθεια…
Το Debar απέχει μόλις 2 km από τα σύνορα με την Αλβανία, με τους Αλβανούς να αποτελούν τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα με ποσοστό 73,95% (απογραφή 2002). Φαίνεται ενδιαφέρουσα πόλη, όμως λόγω χρόνου περιορίζομαι σε μια βιαστική φωτογραφία.
Mετά το Debar, η κατάσταση του δρόμου χειροτερεύει. Ανωμαλίες και σαμαράκια θα μου σπάσουν τα νεύρα και θα με κάνουν να λικνίζομαι στους ρυθμούς του χορού του Ζαλόγγου. Τεράστια ουρά από λεωφορεία, φορτηγά και αυτοκίνητα θα με καθυστερήσει για λίγα λεπτά της ώρας, πριν από μια γέφυρα. Πάνω σ’ αυτή γίνονται έργα, όπου τα κομπρεσέρ με κάνουν να νομίζω πως η γέφυρα θα γκρεμιστεί. Τόσο τράνταγμα σε γέφυρα, δεν έτυχε ποτέ να έχω ξαναζήσει…
Η διαδρομή παραμένει εξίσου όμορφη και γραφική και μετά από λίγα χιλιόμετρα, βρίσκομαι στην είσοδο του Mavrovo Nacionalni Park.
Eλαττώνω ρυθμό, μιας και το απαιτεί η κατάσταση του δρόμου, ένεκα των κακοτεχνιών που υπάρχουν σε αρκετά σημεία. Στις ανωμαλίες και τα σαμαράκια, πλέον προστίθενται οι λακκούβες και η υγρασία. Τόση υγρασία που νόμισα ότι μόλις είχε βρέξει.
Πλέον με την απουσία του υγρού στοιχείου, το όμορφο σχετικά τοπίο, σε συνδυασμό με την απροειδοποίητη κατάσταση του δρόμου, κανονικά θα έπρεπε να με είχαν στην τσίτα. Όμως έχω ελαττώσει τόσο το ρυθμό μου που κοντεύει να με πάρει ο ύπνος. Είναι από τις στιγμές που αν είχα μουσική, θα έκανα αλλαγή Μελίνα Μποτέλη με Iron Maiden! Για τόση απελπισία μιλάμε…
Στη συνέχεια η λίμνη του Mavrovo θα κάνει την εμφάνισή της.
Εκεί βρίσκεται το μνημείο Mavrovi Anovi, το οποίο είναι αφιερωμένο στα θύματα μιας χιονοστιβάδας που έπληξε την περιοχή στις 2 Δεκεμβρίου 1956. Ήταν οι εργάτες της λίμνης, οι οποίοι έμεναν στις καλύβες τους, την ώρα που έπεφτε η χιονοστιβάδα.
Στο χωριό Mavrovi, θα κάνω στάση στο όμορφο εκκλησάκι των Κύριλλου και Μεθόδιου, όπου και θα χαζέψω τη θέα της λίμνης Mavrovsko.
Λίγα χιλιόμετρα παραπέρα τελειώνει το Εθνικό Πάρκο του Mavrovo
και στη συνέχεια μπαίνω στον αυτοκινητόδρομο “Μητέρα Τερέζα” με κατεύθυνση την πρωτεύουσα Skopje ή Σκόπια.
Σημειώνω εδώ, πως επειδή βρίσκομαι στο βόρειο τμήμα της χώρας, όπου κατοικείται από μεγάλο ποσοστό Αλβανών, οι οδικές πινακίδες είναι γραμμένες στα αγγλικά, στα “μακεδονικά” και στα αλβανικά, μιας και οι δυο τελευταίες αποτελούν επίσημες γλώσσες του κράτους.
Kαι να σου πάλι τα ίδια. Στο Gostivar και στο Tetovo, τεράστιες αλβανικές σημαίες σημαίες, δεσπόζουν πάνω στους μιναρέδες των τζαμιών και όπου αλλού μπορείς να φανταστείς. Στην πΓΔΜ υπάρχει ένας νόμος που επιτρέπει στις περιοχές που κατοικούνται από Αλβανούς σε ποσοστό άνω του 50%, μπορεί να τοποθετηθεί η αλβανική σημαία σε δημόσια κτίρια, αρκεί να είναι τρεις φορές μικρότερη σε μέγεθος από αυτήν της πΓΔΜ. Το γεγονός ότι οι Αλβανοί έχουν γεμίσει κάθε ιδιωτικό οικοδόμημα με σημαίες, είναι κάτι το οποίο δεν παραβιάζει τον νόμο.
Όμως, από ένα σημείο και μετά, αυτό το θέαμα με τις σημαίες, καταντάει τόσο κουραστικό, σε βαθμό που να γίνεται αποκρουστικό. Άλλο να βάλεις μια διακριτική σημαία σε ορισμένα σημεία και άλλο να βάζεις κατά κόρον όπου βρεις. Έχω την αίσθηση, πως οι αλβανόφωνοι κάτοικοι της πΓΔΜ έχουν ξεπεράσει κάθε μέτρο με τις σημαίες. Kαι μάλιστα, όταν το κάνεις στο έδαφος μιας ξένης χώρας, όσο κι αν είναι αναφαίρετο δικαίωμά σου, τότε προκαλείς το δημόσιο αίσθημα. Παρεμπιπτόντως, στα σλαβόφωνα χωριά, είδα μόνο ελάχιστες σημαίες της πΓΔΜ και αυτές ήταν τοποθετημένες διακριτικά. Και για να μην παρεξηγούμαι, το ίδια ακριβώς θα έλεγα αν έβλεπα για παράδειγμα, αμέτρητες ελληνικές σημαίες μέσα στην Τουρκία ή το αντίστροφο.
Και για να κλείσω μια και καλή το θέμα με τις σημαίες μιας χώρας στο έδαφος μιας άλλης, ίσως και να του έδωσα μεγάλη έμφαση, καθώς είναι ένα θέαμα πρωτόγνωρο για τα μάτια μου. Ο λόγος είναι ότι ζω σε μια χώρα, την Ελλάδα, η οποία έχει τεράστια εθνική ομοιογένεια, συγκριτικά με άλλες βαλκανικές χώρες και κατά συνέπεια τέτοια θεάματα είναι άγνωστα.
Λοιπόν, που είχα μείνει; Α, στον αυτοκινητόδρομο A2-E65 ή αλλιώς “Mητέρα Τερέζα”. Οι υπάλληλοι των διοδίων ευγενέστατοι και πάντα με το “sir”, το “thank you, sir” και το “goodbye, sir” στο στόμα. Και σημειώνω εδώ για τους καχύποπτους, πως έβλεπαν ότι είμαι Έλληνας, λόγω του αυτοκόλλητου με τη διακριτική ελληνική σημαία του περιοδικού ΜΟTO που έχω στο κράνος μου. Το οποίο κόλλησα μόλις πέρσι, απλά για να υποδηλώνω από ποιο σημείο της Γης ξεκινώ τα ταξίδια μου και για κανέναν άλλο λόγο.
Kάνω μια στάση αρκετών λεπτών, για ανεφοδιασμό και ανασυγκρότηση, λίγο πριν την πρωτεύουσα. Στον κόμβο του Saraj, στρίβω δεξιά και ακολουθώ τις ταμπέλες για τη λίμνη Treska και το φαράγγι Matka, δυο από τα πιο όμορφα αξιοθέατα της χώρας. Πρώτα φτάνω στη λίμνη, όπου αφήνω τη μοτοσυκλέτα στο parking και περπατώ λίγα μέτρα παραπέρα.
Προσωπικά πάντα, το θέαμα της λίμνης δεν με ενθουσίασε ιδιαίτερα. Αντιθέτως με ενθουσίασε η συνομιλία με δυο Σλαβομακεδόνες, οι οποίοι ψάρευαν λίγα μέτρα από το σημείο που φωτογράφιζα. Σε κάποια φάση με ρωτάνε:
– Εnglish?
– Νο.
– Where are you from?
– Greece!
Kι εκεί που περίμενα να κατεβάσουν και οι δυο τα μούτρα κάτω και να με κοιτάξουν καχύποπτα, χαμογέλασαν, με τον μεγαλύτερο σε ηλικία, να αναφωνεί:
– Οh! Greece!
Για να είμαι ειλικρινής, δεν το περίμενα λίγα μόλις χιλιόμετρα πριν τα Σκόπια. Χαμογελαστοί, είχαμε μια σύντομη και ευχάριστη συνομιλία. Μάλιστα μου έδωσαν πληροφορίες για τη λίμνη, αλλά και για το φαράγγι που βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα παραπέρα. Πόσο χαίρομαι ειλικρινά, να γνωρίζω τέτοιους ανθρώπους, έστω και για λίγες στιγμές. Ανθρώπους που στην Ελλάδα μου έμαθαν να τους θεωρώ “εχθρούς”. Γιατί;
Αποχωρώντας από τη λίμνη, βλέπω μια παρέα τεσσάρων ατόμων, οι οποίοι έχουν περικυκλώσει τη μοτοσυκλέτα μου. Με το που εμφανίζομαι, αμέσως σταματούν να την κοιτούν και με σπασμωδικές κινήσεις, κατευθύνονται προς τη λίμνη. Μιλούν αλβανικά και με κοιτούν με άγριο βλέμμα, λέγοντας διάφορα στη γλώσσα τους. Η όλη συμπεριφορά τους, μου φάνηκε ύποπτη και το πρώτο πράγμα που έκανα, ήταν να τσεκάρω αν η καλή μου, είναι στην ίδια κατάσταση που την άφησα. Όλα καλά…
Και για να μην παρεξηγούμαι: αυτό ήταν ένα τυχαίο περιστατικό και τίποτα παραπάνω. Γιατί, ας μην ξεχνάμε πως τη διαφορά δεν την κάνει ένας λαός, μια φυλή ή μια εθνότητα, αλλά ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά.
Μόλις 6 km γραφικής διαδρομής, χωρίζουν το φαράγγι Matka από τη λίμνη Treska. O δρόμος είναι ιδιαίτερα στενός και απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Εντύπωση μου έκανε σ’ ένα χωριουδάκι, ένα μεγαλοπρεπές και “πολυτελές” σε σημείο υπερβολής τζαμί, η ανέγερση του οποίου μαρτυρούσε πως κόστισε αρκετά χρήματα. Δίπλα σε αυτό, βρίσκονται σπίτια (παράγκες σκέτες) με εμφανή τα σημάδια της φτώχειας και της ένδειας. Σχήμα οξύμωρο αφενός και αφετέρου, φαινόμενο καθόλου παράδοξο. Το γιατί, δεν χρειάζεται να το αναλύσω ιδιαίτερα, μιας και όλες οι θρησκείες του ντουνιά, σπαταλούν υπερβολικά χρήματα για την ανέγερση ναών, την ίδια ώρα που αρκετοί άνθρωποι, αδυνατούν να καλύψουν τις στοιχειώδεις ανάγκες τους, σε διατροφή και διαμονή. Κι αυτές οι εκκλησίες, όλων ανεξαιρέτως των θρησκευτικών δογμάτων, ας φροντίσουν πρώτα να βοηθήσουν τους αναξιοπαθούντες και μετά ας φτιάξουν μεγαλοπρεπείς ναούς. Για λιτούς και απέριττους, ούτε λόγος να γίνεται…
Το κάθε χιλιόμετρο που οδηγεί στο φαράγγι Matka, είναι τόσο όμορφο που πίστεψέ με, δεν θα είχα κανένα απολύτως πρόβλημα, να το κάνω με τα πόδια! Βρίθει από επισκέπτες μιας και αποτελεί ένα δημοφιλές αξιοθέατο της χώρας που βρίσκεται μόλις 15 km από την πρωτεύουσα.
Ήθελα να ανεβώ με τα πόδια αλλά σκέφτηκα ότι η υπερβολική ζέστη σε συνδυασμό με την κούραση, θα δυσκολέψουν το περπάτημα. Για το φαράγγι δεν γνώριζα απολύτως τίποτα και αυτή τη στιγμή την έχω δει γελοίος ειδήμονας και γκουρού των ταξιδιωτικών που γεμάτος κομπορρημοσύνη προτείνει στο κοινό “must to see” προορισμούς. Έχω ακούσει πως, στοιχηματικές εταιρίες δίνουν απόδοση 1,03 ότι οι “Αφοί Παπαντωνίου & ΣΙΑ Ο.Ε.” θα είναι οι επόμενοι επισκέπτες που θα κουβαλήσουν τα γέρικα κορμιά τους, στο φαράγγι Matka…
Μετά τα Σκόπια, κατευθύνομαι στα σύνορα με το Κόσοβο, σε μια ενδιαφέρουσα διαδρομή. Συναντώ δυο πομπές γάμου, με τις αλβανικές σημαίες να κυματίζουν έξω από τα αυτοκίνητα. Ε, ρε πώρωση με τη σημαία…
Μετά τον σύντομο και τυπικό έλεγχο από την πλευρά της πΓΔΜ, εισέρχομαι στο Κόσοβο. Mια χώρα που δεν έχει αναγνωριστεί ακόμα από την Ελλάδα, όπως και από πολλές άλλες χώρες στον κόσμο. Το μέχρι πριν λίγα χρόνια “απρόσιτο” και “επικίνδυνο” Κόσοβο, μοιάζει σαν να έχει ανοίξει τις πύλες του στον ταξιδιώτη και τον καλεί να εξερευνήσει αυτό το πολύπαθο γεωγραφικό διαμέρισμα που τόσο ταλαιπωρήθηκε από τους πολέμους, τόσο παλαιότερα, όσο και τα τελευταία χρόνια.
Οι Κοσοβάροι τελωνειακοί, είναι ιδιαίτερα ευγενικοί και εξυπηρετικοί. Δεν δυσκολεύονται καθόλου να με πλησιάσουν και να μου πιάσουν την κουβέντα. Στον έλεγχο, μια γυναίκα με κοιτάει λέγοντας κάτι στον τελωνειακό. Κι απ’ ότι μου είπε μετά, τον ρώτησε αν ξέρω αγγλικά για να μπορέσει η ίδια να με βοηθήσει, δίνοντάς μου πληροφορίες.
Αφού έλεγξε τα στοιχεία μου ο τελωνειακός, μου εξήγησε πως πρέπει να αποκτήσω ασφάλεια για τη μοτοσυκλέτα, μιας και στο Κόσοβο η πράσινη κάρτα δεν ισχύει. Πηγαίνω σ’ ένα γραφείο λίγα μέτρα πιο πίσω, όπου και την αποκτώ με συνοπτικές διαδικασίες, πληρώνοντας το ποσό των 15 €. Η συγκεκριμένη ασφάλεια έχει διάρκεια 5 ημέρες και το διαβατήριο θεωρείται απαραίτητο για την είσοδο στη χώρα.
Σταματώ σε μια άκρη του σταθμού για να ξελαμπικάρω λίγο. Εκεί με πλησιάζει άλλος ένας ευδιάθετος Κοσοβάρος τελεωνειακός και μου πιάνει την κουβέντα, λέγοντάς μου πως δεν του αρέσουν οι μοτοσυκλέτες, γιατί τις θεωρεί επικίνδυνες. Σεβαστό…
Οι Κοσοβάροι τελεωνειακοί, όπως ανέφερα, είναι ευγενικοί, χαμογελαστοί, ιδιαίτερα ομιλητικοί, μιλούν άπταιστα αγγλικά όλοι και είναι ευπαρουσίαστοι. Χαρακτηριστικά που δεν τα βλέπεις συχνά, σε σύνορα άλλων βαλκανικών χωρών. Θέλουν ίσως να καλωσορίσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον επισκέπτη και να τον κάνουν να αισθανθεί άνετα και οικεία. Ίσως με αυτό τον τρόπο, ο επισκέπτης να αποτινάξει από το μυαλό του την “πολεμική” εικόνα που έχει πλάσει για τη χώρα. Πρώτο δείγμα λοιπόν στο Κόσοβο, κάτι παραπάνω από θετικό…
Κι εκεί που βρίσκομαι στον σταθμό, περιπλανώ το βλέμμα μου, προσπαθώντας να δω την μπλε – κίτρινη σημαία της χώρας. Δεν τη βλέπω πουθενά. Αντί της σημαίας του Κοσόβου, βλέπω μια τεράστια σημαία της… Αλβανίας!
Ε, όχι δεν το πιστεύω! Το Κόσοβο είναι η τρίτη ξένη χώρα που επισκέπτομαι σε αυτό το ταξίδι από χθες και έχω την αίσθηση πως βρίσκομαι ακόμα στην Αλβανία, μη έχοντας αλλάξει ούτε μια χώρα! Πρωτόγνωρα πράγματα…
Και στα πρώτα χιλιόμετρα μετά το τελωνείο, το πάρτι με τις σημαίες και τα σημαιάκια, συνεχίζεται. Πουθενά μια σημαία του Κοσόβου, μόνο της Αλβανίας! Σε κάθε στροφή, σε κάθε μαγαζί, σε κάθε σπίτι… παντού, δυο ημέρες τώρα!
Το τοπίο με συναρπάζει. Μόνο και μόνο ότι οδοιπορώ στο σταυρωμένο ανά τους αιώνες Κόσοβο, είναι κάτι που με ανατριχιάζει! Όσο και να θέλω να δω τουριστικά αυτό το μέρος, αδυνατώ. Πάντα κάτι θα υπάρχει μέσα μου που από άκρατη περιέργεια, θα με κάνει να εντρυφήσω στην πολύπαθη ιστορία του, από τα βάθη των αιώνων, μέχρι σήμερα. Να μάθω, να σκεφτώ, να αναλογιστώ. Αλλά και να ξέρω τι μου γίνεται και το τι παίζεται, με τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτό το νεοσύστατο κράτος.
Το Κόσοβο, αποτελεί σημείο τριβής μεταξύ των Σέρβων και Αλβανών που κατοικούν σε αυτό. Οι μεν Σέρβοι πιστεύουν πως αποτελεί το λίκνο του σερβικού πολιτισμού και οι δε Αλβανοί, πως τους ανήκει ακόμα και μετά από 15 αιώνες σερβικής παρουσίας, καθώς θεωρούν πως αποτελούν απόγονους των αρχαίων Ιλλυριών. Οπότε, άντε βγάλε άκρη τώρα…
Στο σημείο αυτό, θα παραθέσω κάποια αποσπάσματα σχετικά με την πολύπαθη ιστορία του Κοσόβου, από τους συγγραφείς Γιώργο Στάμκο και Mίλιτσα Κοσάνοβιτς και το βιβλίο τους Στοιχειωμένα Βαλκάνια:
Βρισκόμενο στο κέντρο της Βαλκανικής χερσονήσου, το Κόσοβο κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους. Στην αρχαιότητα κατοικούταν από Ιλλυριούς, έναν λαό που κάποτε κυριαρχούσε στα δυτικά Βαλκάνια. Το Κόσοβο υπήρξε πέρασμα λαών και πολιτισμών που άφησαν πίσω τους τα πνευματικά τους ίχνη. Η σημαντική γεωστρατηγική του θέση, τα εύφορα οροπέδια, τα πλούσια λιβάδια και ο μεγάλος ορυκτός του πλούτος προσέλκυσαν το ενδιαφέρον των Σέρβων, ενός σλαβικού λαού που εγκαταστάθηκε στα Βαλκάνια τον 8ο μ.Χ. αιώνα.
Μέχρι και τον 12ο μ.Χ. αιώνα το Κόσοβο, εκτός από ένα βόρειο τμήμα του που ήταν υπό σερβική κυριαρχία, αποτελούσε τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο ιδρυτής του πρώτου σερβικού βασιλείου, Στέφανος Νέμανια, και στη συνέχεια ο γιος του Στέφανος ο Πρωτοστέφανος, αφαίρεσαν το Κόσοβο από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και το κατέστησαν σταδιακά κέντρο ενός σερβικού κράτους, που έφθασε στην ακμή του στα μέσα στου 14ου μ.Χ. αιώνα επί Στέφανου Ντουσάν.
Οι πυκνοκατοικημένες κοιλάδες του Κοσόβου και της Μετόχιας δεν άργησαν ν’ αποκτήσουν ζωτική σημασία για το νεοϊδρυθέν σερβικό κράτος. Οι Σέρβοι άρχοντες και ευγενείς έκτισαν στο Κόσοβο οχυρωμένες πόλεις και κάστρα κι έγιναν κτήτορες πολλών μοναστηριών και άλλων θρησκευτικών κτισμάτων, όπου άνθησε μια εκπληκτικής ομορφιάς εκκλησιαστική τέχνη.
Εκεί, και συγκεκριμένα στους λόφους λίγο πιο έξω από την Πρίστινα, δόθηκε στις 28 Ιουνίου 1389, την ημέρα του Αγίου Βίτου (Βίτοβνταν), μια πολύνεκρη μάχη ανάμεσα στους Σέρβους και στους Οθωμανούς, που πέρασε στην ιστοριογραφία ως η μάχη που έκρινε και την τύχη της Βαλκανικής.
Η θυσία των Σέρβων στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου σφράγισε ανεξίτηλα την εθνική τους μνήμη κι απέτρεψε τον εξισλαμισμό τους. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της σημασίας αυτής της μάχης στην ιστορία του σερβικού λαού, σας λέμε απλώς ότι η Ιστορία τους χωρίζεται σε Προ και Μετά τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389). Πρόκειται, δηλαδή, για το σερβικό αντίστοιχο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης (1453).
Μέχρι και την κατάληψή της από τους Οθωμανούς στα μέσα του 15ου αιώνα, η Σερβία μαζί με το Κόσοβο αποτελούσε σημαντικό παράγοντα πολιτικής, οικονομικής και πνευματικής ισχύος, που δεν περιοριζόταν μόνον στην Βαλκανική χερσόνησο. Η οθωμανική κατάκτηση οδήγησε σε πρωτοφανείς λεηλασίες, καταστροφές και εκτοπίσεις των σερβικών πληθυσμών από το Κόσοβο. To 1868 όταν, ως αποτέλεσμα των Αυστρο-τουρκικών πολέμων, οι Σέρβοι του Κοσόβου αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν κατά χιλιάδες στα εδάφη της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας -μια μετακίνηση που έμεινε γνωστή στη σερβική ιστοριογραφία ως Μεγάλη Μετανάστευση ή Velika Seoda- οι Τούρκοι καταλήστεψαν τους εκκλησιαστικούς θησαυρούς του Σερβικού Πατριαρχείου στο Πετς.
Το πληθυσμιακό κενό στο Κόσοβο καλύφθηκε από μουσουλμανικούς πληθυσμούς του αλβανικού βορρά, που κατέλαβαν τα χωριά και τις περιουσίες των ορθόδοξων Σέρβων που μετανάστευσαν πέρα από τον Δούναβη.
Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κατοχής το Κόσοβο άρχισε σταδιακά ν’ αποσερβοποιείται και να εξαλβανίζεται και πολλές ορθόδοξες εκκλησίες γκρεμίστηκαν. Παρέμειναν ωστόσο αρκετές για να υπενθυμίζουν ότι το Κόσοβο, αυτό το ένδοξο κομμάτι της «Παλαιάς Σερβίας», ήταν η «Ιερή Γη» (terra sacra) των Σέρβων, που έπρεπε κάποτε ν’ απελευθερωθεί, κάτι που τελικά συνέβη το 1912 κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Όταν το 1912 ο σερβικός στρατός απελευθέρωσε το Κόσοβο, έπειτα από πέντε αιώνες τουρκικής κατάκτησης, Σέρβοι και Αλβανοί μοιράζονταν από ένα 45% του πληθυσμού της επαρχίας. Από το 1941 έως το 1944 το Κόσοβο γνώρισε μια σκληρή ιταλο-αλβανική κατοχή και χιλιάδες Σέρβοι κάτοικοι του δολοφονήθηκαν, ενώ δεκάδες χιλιάδες κατέφυγαν στην κυρίως Σερβία εγκαταλείποντας τις περιουσίες τους στους Αλβανούς καταπατητές. Ακόμα και μετά την απελευθέρωση της περιοχής ο Τίτο, που άσκησε εξαρχής μια αντισερβική πολιτική, απαγόρευσε την επιστροφή των Σέρβων προσφύγων από το Κόσοβο στα σπίτια τους, τα οποία και παραχώρησε στους Αλβανούς που τα κατέλαβαν. Άφησε μάλιστα ως το 1948 τα εκτεταμένα σύνορα με την Αλβανία αφύλακτα, διευκολύνοντας έτσι την παράνομη είσοδο 100.000 Αλβανών από τη φτωχή βόρεια Αλβανία στα πλούσια οροπέδια του Κοσόβου, οι οποίοι και προστέθηκαν στον ντόπιο αλβανικό πληθυσμό ανατρέποντας έτσι μοιραία τη δημογραφική ισορροπία σε βάρος των Σέρβων. Το 1948, έπειτα από εκδιώξεις χιλιάδων Σέρβων κατά τη διάρκει του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την εγκατάσταση τουλάχιστον 100.000 Αλβανών εποίκων από τη βόρεια Αλβανία, το αλβανικό στοιχείο στο Κόσοβο έφτασε στο 65% του συνολικού πληθυσμού. Τις επόμενες δεκαετίες ο Γιουγκοσλάβος ηγέτης Τίτο, δίνοντας στο Κόσοβο το καθεστώς της αυτόνομης επαρχίας (αλλά και την κρυφή υπόσχεση ότι μελλοντικά θα γίνει η 7η γιουγκοσλαβική δημοκρατία), επέδειξε μια αξιοζήλευτη εύνοια στους Αλβανοκοσοβάρους, οι οποίοι κυριολεκτικά προσκύνησαν τη βαλκανική «θεά της γονιμότητας»: από 500.000 το 1948 οι Αλβανοί του Κοσόβου εκτινάχθηκαν στα 1,6 εκατομμύρια το 1991. Την ίδια περίοδο ο σερβικός πληθυσμός της επαρχίας παρέμενε στάσιμος γύρω στις 250.00 (από 24% το 1961 έπεσαν στο 10% το 1991). Μάλιστα, μετά τους βομβαρδισμούς του 1999, την απομάκρυνση των σερβικών δυνάμεων και την εγκατάσταση της διεθνούς στρατιωτικής και αστυνομικής δύναμης (KFOR και UNMIK), οι περισσότεροι Σέρβοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους στο Κόσοβο. Απέμειναν γύρω στις 80.000-100.000, που αποτελούν πλέον μια μειονότητα της τάξεως του 5-8%, και μάλιστα περιορισμένη σε προστατευόμενους θύλακες στο βόρειο Κόσοβο.
Συγκεντρώθηκαν στις 28 Ιουνίου του 1989, στην επέτειο των 600 χρόνων από τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου, σχεδόν ένα εκατομμύριο Σέρβοι για να ακούσουν τον εκστασιασμένοι έναν πύρινο λόγο του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, που σηματοδότησε την έκρηξη του σερβικού εθνικισμού: «Έξι μήνες αργότερα, σήμερα, πάλι βρισκόμαστε σε μάχες. Αυτές δεν είναι ένοπλες, αλλά και τέτοιες δεν αποκλείονται».
Μετά το 1999 οι εναπομείναντες σερβικοί πληθυσμοί στο Κόσοβο έζησαν τις πιο δύσκολες στιγμές στην ιστορία τους. Ενώ κατά την περίοδο του πολέμου, αλλά και τα προηγούμενα χρόνια με το αυταρχικό καθεστώς του Μιλόσεβιτς, οι αλβανόφωνοι ήταν εκείνοι που υπέφεραν περισσότερο, πλέον οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Οι Αλβανοί εξαιτίας του εκδικητικού τους μένους κατέστησαν θύτες, και οι Σέρβοι τα θύματα.
Αμέσως μόλις οι γιουγκοσλαβικές στρατιωτικές δυνάμεις αποχώρησαν από το Κόσοβο, Αλβανοί εξτρεμιστές άρχισαν τις εγκληματικές δραστηριότητες σε βάρος του άμαχου σερβικού πληθυσμού που παρέμεινε στην περιοχή.
Ανάμεσα στα πρώτα θύματα ενός πολέμου είναι και ο ίδιος ο πολιτισμός.
Αφού σύντομα ολόκληρο σχεδόν το Κόσοβο εκκαθαρίστηκε από τους Σέρβους, που περιορίστηκαν σε μια γεωγραφική γωνία στα βορειοανατολικά και σε μερικούς διάσπαρτους και προστατευόμενους από την ΚFOR θύλακες, τα πολιτιστικά τους μνημεία ήταν ο επόμενος στόχος.
Στο Κόσοβο οι Αλβανοί ξεκίνησαν μια οργανωμένη επιχείρηση ολοκληρωτικής αλβανοποίησης αυτής της πρώην σερβικής επαρχίας. Στο πλαίσιο αυτής της εκστρατείας εντάσσεται η καταστροφή εκατοντάδων θρησκευτικών και πολιτιστικών μνημείων των Σέρβων, καθώς και η μετονομασία των τοπωνυμίων και των πόλεων του Κοσόβου.
Υπολογίζεται πως από το 1999, περισσότερες από από 150 σερβικές εκκλησίες και μονές έχουν καταστραφεί στο Κόσοβο από Αλβανούς ή το 90% της σερβοορθόδοξης πολιτιστικής κληρονομιάς.
Αυτή η «πολιτιστική γενοκτονία», που δεν έχει ακόμα τελειώσει, εκτυλίχθηκε κάτω από τα «άγρυπνα» βλέμματα των στρατιωτών της διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης. Το παράδοξο είναι ότι αυτά τα μνημεία επιβίωσαν τα 500 χρόνια της τουρκικής κατοχής, για να καταστραφούν κάτω από την πάνοπλη παρουσία των 40.000 στρατιωτών της KFOR!
Mετά από όλα αυτά τα ενδιαφέροντα από τα “Στοιχειωμένα Βαλκάνια”, θα ήθελα να επισημάνω ότι μετά τον θάνατο του Τίτο στις 4 Μαϊου 1980, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, μιας και αναζωπυρώθηκαν τα εθνικιστικά πάθη σε όλες τις ομόσπονδες δημοκρατίες που την αποτελούσαν. Ο σερβικός εθνικισμός δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση σ’ εκείνη την ιστορική καμπή και χρησιμοποίησε ως αφορμή, την ιδιαίτερη κατάσταση που επικρατούσε στο Κόσοβο. Oι σερβικοί εθνικιστικοί κύκλοι εκείνης της εποχής, τόνιζαν πως οι Σέρβοι κατάθεσαν στον Γιουγκοσλαβισμό όλα όσα είχαν και πήραν ελάχιστα πράγματα, με κίνδυνο να απολέσουν την ταυτότητά τους.
Μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, το καθεστώς Μιλόσεβιτς προσπάθησε να εκδιώξει τους Αλβανούς του Κοσόβου, με απολύσεις από τον δημόσιο τομέα, κατάργηση της διδασκαλίας της αλβανικής γλώσσας στα σχολεία, περιορισμούς, εκδιώξεις, δολοφονίες και άλλες απάνθρωπες πρακτικές. Ο Μιλόσεβιτς όξυνε τα πάθη και αναζοπύρωσε τον σερβικό εθνικισμό με ολέθρια αποτελέσματα για τους απλούς, αθώους και άμαχους Αλβανούς που κατοικούν στο Κόσοβο.
Αυτό είχε ως συνέπεια, το 1996 να αναλάβει δράση ο στρατός του UCK, ο οποίος ανέλαβε την υπεράσπιση των Αλβανών του Κοσόβου και ο οποίος επιτίθεντο κυρίως σε άμαχους Σέρβους. Η αλήθεια είναι πως, δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις Σερβικές Δυνάμεις Ασφαλείας που υπήρχαν στην περιοχή. Και για το λόγο αυτό, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, άρχισαν να εξοπλίζουν και να εκπαιδεύουν τον στρατό του UCK, μέχρι να αρχίσουν οι Νατοϊκοί βομβαρδισμοί το 1999, φυσικά κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Το παράδοξο είναι πως, εν έτει 1998 το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ είχε χαρακτηρίσει τον UCK ως “τρομοκρατική οργάνωση που χρηματοδοτείται από το εμπόριο ηρωίνης και τον Οσάμα Μπιν Λάντεν” και στη συνέχεια o UCK αποτέλεσε τον ισχυρότερο σύμμαχο του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Απλοί κανόνες αμερικανικής διπλωματίας στο κεφάλαιο περί ειρήνης…
Όμως, για να μιλήσουμε τη γλώσσα της αλήθειας, πρέπει να είσαι αφελής για να πιστεύεις ότι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ κόπτονται για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Απλά διασφαλίζουν τα συμφέροντά τους, ελέγχοντας τα Βαλκάνια, ευρισκόμενοι στο κεντρικότερο σημείο τους. Και πως τα διασφαλίζουν; Μα φυσικά ελέγχοντας ή έχοντας στην κατοχή τους τις πλουτοπαραγωγικές πηγές (που δεν είναι και λίγες), τον ορυκτό πλούτο, τα εργοστάσια ηρωίνης, το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων, αλλά και τα τεράστια ποσά από το μαφιόζικο μαύρο χρήμα που διακινείται στην περιοχή. Όπως καταλαβαίνεις, η μεγαλύτερη προτεραιότητα των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, ήταν η διασφάλιση της ειρήνης και της ομαλότητας στο Κοσσυφοπέδιo …
Mεγάλη επίσης προτεραιότητα των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, ήταν ένα υγιές και οικολογικό περιβάλλον στα Κοσσυφοπέδιο. Απόδειξη; Οι βόμβες απεμπλουτισμένου ουρανίου που χρησιμοποίησαν κατά τους βομβαρδισμούς, οι οποίες αύξησαν τα ποσοστά ραδιενέργειας στην ατμόσφαιρα αλλά και τα κρούσματα καρκίνου στους κατοίκους…
Οι Αμερικανοί θεωρούνται από τους Κοσοβάρους ως οι απελευθερωτές τους, γιατί είναι αυτοί που άνοιξαν τον δρόμο για την ανεξαρτησία τους. Μάλιστα στην πρωτεύουσα Πρίστινα, υπάρχει οδός Μπιλ Κλίντον αλλά και ένα τεράστιο άγαλμά του! Επίσης, σε πολλά κορίτσια δίδεται το όνομα Μαντλίν, προς τιμήν της Μαντλίν Ολμπράιτ!
Επί της ουσίας, το Κόσοβο, αποτελεί ένα προτεκτοράτο του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, με στρατιωτικές βάσεις. Αλλά και με τη μαφία να δρα ανεξέλεγκτα και το μαύρο χρήμα να ρέει άφθονο (ιδίως με το εμπόριο λευκής σαρκός και ηρωίνης), ένεκα της διακοσμητικής κυβέρνησης. Ο δε στρατός του UCK, είχε μια φιλοσοφία ανάλογη της Αλ Κάιντα, η οποία προάγει τον αλβανικό εθνικισμό και μεγαλοϊδεατισμό αλλά και τον θρησκευτικό φανατισμό. Πλέον ο UCK δεν υφίσταται, αλλά έχει παραδώσει τη σκυτάλη στη μαφία και τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Και πολλά πρώην μέλη του, κατέχουν καίριες θέσεις εξουσίας στο Κόσοβο. Τρανό παράδειγμα ο πρωθυπουργός του Κοσόβου, Χασίμ Θάτσι, πρώην ηγέτης του UCK και κατηγορούμενος για υπόθεση εμπορίας ανθρωπίνων οργάνων από Σέρβους άμαχους ή αιχμαλώτους πολέμου.
Επίσης, στο Κόσοβο υπάρχει ακόμα η πολυεθνική στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ, η KFOR, αλλά και η ειρηνευτική αποστολή του ΟΗΕ, η UNMIK, οι οποίες προσπαθούν να διασφαλίσουν την ασφάλεια και την τάξη στην περιοχή. Στο δε Urosevac, εδρεύει η Eλληνική Δύναμη Κοσόβου, αποτελούμενη από στελέχη του Ελληνικού Στρατού.
Από τις 17 Φεβρουαρίου 2007, το Κόσοβο ανακήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία του από την Σερβία και έχει αναγνωριστεί επίσημα από 108 χώρες – μέλη του ΟΗΕ. Η Ελλάδα δεν έχει αναγνωρίσει ακόμα το Κόσοβο ως ανεξάρτητο κράτος, όπως και άλλες χώρες στον κόσμο, μεταξύ των οποίων η Ρωσία και η Κίνα. Για την Σερβία, ούτε λόγος να γίνεται. Τώρα το πόσο “ανεξάρτητο” έγινε πλέον το Κόσοβο, είναι μια άλλη ιστορία…
H αλήθεια είναι πως επί γιουγκοσλαβικής εποχής στο Κόσοβο, το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων του βρισκόταν σε αξιοπρεπή επίπεδα. Πλέον αποτελεί τη φτωχότερη χώρα της Ευρώπης παρόλο που διαθέτει πλούσια γη…
(Παρένθεσις: για ταξιδιωτικές πληροφορίες με μοτοσυκλέτα στο Κόσοβο, μπορείς να ανατρέξεις στις Πληροφορίες Χωρών της ιστοσελίδας.)
Μπερδεύομαι κάπου στον δρόμο και μπαίνω κατά λάθος στο κέντρο μιας κωμόπολης, με εμφανές το μουσουλμανικό στοιχείο. Τα πράγματα μοιάζουν να είναι αρκετές δεκαετίες πίσω, με τη φτώχεια και την προχειρότητα στα κτίρια, αλλά και τη βρωμιά, κύρια χαρακτηριστικά της. Ξεχωρίζουν μόνο τα μεγαλοπρεπή τζαμιά.
(Παρένθεσις: όπως θα μάθω αρκετό καιρό αργότερα, το όνομα της πόλης είναι Kacanik, γνωστό και ως άντρο των τζιχανιστών στα Βαλκάνια, μιας και το διάστημα από 2012 μέχρι τα μέσα του 2015, έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 24 άτομα που έχουν ενταχθεί στο Ισλαμικό Κράτος και πολεμούν στις τάξεις των τζιχαντιστών στην Συρία και το Ιράκ.)
Βρίσκομαι ξανά ολομόναχος στον κεντρικό δρόμο, όπου κάνω μια στάση για νερό και μερικές γουλιές καφέ. Κοιτώ πίσω μου και βλέπω ένα τεράστιο μνημείο του Απελευθερωτικού Στρατού των Aλβανών του Κοσσυφοπεδίου (UCK). Αλλάζω φακό χάριν της πιο κοντινής λήψης και την ώρα που πάω να πατήσω το πρώτο κλικ, ένα αυτοκίνητο σταματάει στο parking. Δεν το κρύβω πως φοβήθηκα αρκετά, γιατί όπως και να το κάνουμε, είμαι ξένος και ολομόναχος, χωρίς να γνωρίζω τις ιδιαιτερότητες που επικρατούν σε αυτή τη χώρα. Και να φωτογραφίζω ένα νεκροταφείο του UCK, είναι κάτι που δεν γνωρίζω πως θα ερμηνευτεί από τον ντόπιο πληθυσμό.
Τελικά ο οδηγός του αυτοκινήτου σταμάτησε στο parking, γιατί απλά ήθελε να κάνει αναστροφή. Μήπως έγινα καχύποπτος ή φοβιτσιάρης;
Συνεχίζοντας με απενεργοποιημένο το GPS (γιατί ακόμα μου τη δίνει στα νεύρα, μόνο και μόνο που το βλέπω) λόγω ελλιπούς σήμανσης κάνω ένα λάθος σ’ έναν κόμβο και αντί να στρίψω αριστερά που πάει για Prizren, στρίβω δεξιά. Βέβαια, εγώ ξέρω να χάνομαι (και πολύ καλά μάλιστα), ακόμα και με άριστη σήμανση. Είπαμε, είμαι ο γίγαντας Μερκούρης…
Μια παρέα αρκετών εφήβων σηκώνεται όρθια και τινάζει γεμάτη χαρά τα χέρια της! Πόσο μου αρέσει αυτό το συναίσθημα! Να χαιρετούν τον μοτοσυκλετιστή…
Και κάθε φορά αναρωτιέμαι πως αν ήμουν με αυτοκίνητο, ίσως και να μη με χαιρετούσαν. Δεν ξέρω, απλά νιώθω ευτυχής που κυλάω τα όνειρά μου σε δυο ρόδες. Και η εικόνα των παιδιών να με χαιρετούν, επειδή καβαλάω απλά μια μοτοσυκλέτα, είναι ένα από τα πιο δυνατά συναισθήματα που μου προσφέρει, αυτός ο μαγικός κόσμος των δυο τροχών.
Παρατηρώ φτωχικά σπίτια, γκράφιτι με ήρωες του UCK και Ευρωπαίους ταξιδιώτες με αυτοκίνητα να εξερευνούν τη χώρα. Σταματώ για λίγο στην άκρη του δρόμου και βάζω ξανά το GPS σε λειτουργία, όπου με γυρίζει πίσω στη σωστή κατεύθυνση για την πόλη Prizren, όπου σκοπεύω να μείνω εκεί το βράδυ.
Η γραφική διαδρομή περνάει μέσα από το Sar Planina Nacionalni Park και είναι καταπληκτική. Πανύψηλα καταπράσινα δέντρα, σε πολλά σημεία εμποδίζουν τις ακτίνες του ήλιου να εισχωρήσουν στον δρόμο. Όπως και στο Galicica N.P. χθες…
Ο δρόμος είναι στενός, αλλά πιο πράσινος, δεν γίνεται! Περνάω από διάφορα χωριουδάκια με το σκηνικό να μου είναι γνώριμο. Φτωχικά σπίτια, άλλα εγκαταλελειμμένα και άλλα κατοικήσιμα και φυσικά παντού αλβανικές σημαίες και πολλά μνημεία του UCK.
Η έκπληξη ήταν στα χωριά Strpce και Βrezovica, όπου βλέπω το πρώτο ορθόδοξο εκκλησάκι στο Κόσοβο, με μια σερβική σημαία στο καμπαναριό του. Λίγα χιλιόμετρα παραπέρα, βλέπω έναν λόφο με μια τεράστια σερβική σημαία να κυματίζει στην κορυφή του. Συνθήματα στους τοίχους, άλλα σβησμένα και άλλα διορθωμένα να γράφουν “Κosovo is Albania” και “Kosovo is Serbia”.
Aυτό που μου έκανε εντύπωση στο πρώτο σερβικό χωριό που είδα, είναι πως μου φάνηκε σχεδόν ερημωμένο για να μην πω στοιχειωμένο. Δεν είδα ούτε έναν κάτοικο έξω στον δρόμο, ήταν όλοι μέσα στα σπίτια τους. Λες και φοβόντουσαν να βγουν έξω…
Από την πλευρά των Σέρβων, έχω ακούσει πως πολλοί Σέρβοι πολίτες που θέλουν να επισκεφθούν το Κόσοβο, δεν το τολμούν, προφανώς φοβούμενοι για τη σωματική τους ακεραιότητα ή ακόμα και για τη ζωή τους. Άλλοι πάλι την βγάζουν με κατεστραμμένο αμάξι και λεν κι ευχαριστώ!
Είναι τα μοναδικά σερβικά χωριά που συνάντησα στη διαδρομή και από τα ελάχιστα που υπάρχουν στο Κόσοβο, μιας και η χώρα πλέον, αλβανοκρατείται. Έχω την αίσθηση πως ο αλβανικός και ο σερβικός εθνικισμός, εγκαταβιούν σε αυτήν εδώ τη γεωγραφική περιοχή του Κοσσυφοπεδίου. Είναι ίσως το μόνο το οποίο μου χαλάει τη διάθεση, προκαλώντας μου θλίψη, για τα άδικα θύματα τόσο των μεν, όσο και των δε. Και σκέφτομαι πως, όσο κι αν ονειρεύομαι έναν ειρηνικό κόσμο, δυστυχώς θα πρέπει να περάσουν πάρα πολλά χρόνια για να επουλωθούν οι πληγές της πιο μακάβριας ανθρώπινης επινόησης. Αυτής του πολέμου…
Το τοπίο εξακολουθεί να παραμένει πανέμορφο. Αρχίζω να ανηφορίζω μια στριφτερή διαδρομή, η οποία με οδηγεί στην κορυφή ενός βουνού, όπου εκεί υπάρχει το χιονοδρομικό κέντρο της Brezovica στο οποίο μαζεύεται πολύς κόσμος. Είναι ίσως, η πιο κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα που συνάντησα τη λίγη ώρα που βρίσκομαι στο Κόσοβο.
Κατηφορίζοντας, η φύση εξακολουθεί να δίνει ρέστα. Πολλά σπιτάκια που μοιάζουν με σπιρτόκουτα από ψηλά, δίνουν μια ιδιαίτερη νότα στο ταξιδιωτικό χάζεμά μου.
Σ’ ένα ξενοδοχείο που υπήρχε πάνω σε μια στροφή, είδα επιτέλους τη σημαία του Κοσόβου σε μεγάλο μέγεθος. Kυμάτιζε μαζί με αναλόγου μεγέθους σημαίες της Αλβανίας, της Τουρκίας, της Γερμανίας και των ΗΠΑ. Τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο σ’ αυτόν τον κόσμο. Όπως και οι ευχαριστίες με σπρέι σε τοίχους για ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και λοιπούς άλλους μεγάλους…
Mετά το Recane, οδηγώ σ’ ένα φαράγγι, το οποίο μετά από λίγα χιλιόμετρα καταλήγει στο Prizren. Η διαδρομή μου άρεσε τόσο πολύ που αποφασίζω να ξαναγυρίσω πάλι πίσω και να την ξανακάνω. Μόνο αρνητικό, ότι δεν έχει αρκετό χώρο για να σταματήσεις κάπου με ασφάλεια και να χαζέψεις το τοπίο.
(Παρένθεσις: γράφοντας “με ασφάλεια” εννοώ πως οι χώροι που προσφέρονται για στάθμευση είναι ελάχιστοι και μικροί, ίσα που χωράει ένα μικρό αυτοκίνητο. Είναι δε γεμάτοι σκουπίδια και κατά συνέπεια υπάρχει πιθανότητα να πατήσεις κάτι αιχμηρό (π.χ. καρφί) και να πάθεις λάστιχο.)
Το ηλίθιο μηχάνημα (που δεν είναι και τόσο ηλίθιο τελικά) με οδηγεί σχετικά εύκολα στο hostel, αφού προηγουμένως έκανα 57 φορές τον γύρο της πόλης. Ο υπεύθυνος του ξενώνα έχει ακρωτηριασμένο ολόκληρο το ένα του χέρι, στο οποίο πλέον έχει τοποθετηθεί τεχνητό μέλος. Ποιος ξέρει, πού έχασε το χέρι του αυτός ο άνθρωπος; Στον πόλεμο ίσως; Μου λέει πως είναι ο μοναδικός ξενώνας της πόλης και λόγω ενός φεστιβάλ, όλα τα κρεβάτια είναι πιασμένα. Με στέλνει σ’ ένα κοντινό ξενοδοχείο (40 €), το οποίο είναι και αυτό φουλ. Από εκεί, με στέλνουν σε δυο κοντινά ξενοδοχεία.
Λίγο πριν απευθυνθώ στα δυο αυτά ξενοδοχεία, είμαι κολλημένος στην κίνηση των στενών δρόμων. Εκεί με πλησιάζει ένας τύπος, ο οποίος έχει κατάστημα εκεί κοντά και χτυπώντας με φιλικά στην πλάτη, με ρωτάει από πού είμαι και αν μπορεί να με βοηθήσει. Του λέω ότι είμαι Έλληνας και ψάχνω τον δρόμο με τα δυο ξενοδοχεία. Αμέσως μου τον υποδεικνύει και με χαιρετά. Άψογος ο τύπος!
Tελικά μου φαίνεται, πως ο μοτοσυκλετιστής, δεν έχει να φοβηθεί τίποτα και από κανέναν. Πάντα αποσπά τον θαυμασμό των ντόπιων, ακόμα κι αν προέρχεται από μια “εχθρική” χώρα.
Το πρώτο κοστίζει 30 € και το δεύτερο είναι φουλ! Κανένα όμως από τα δυο δεν έχει κλειστό ή ασφαλές parking και ο υπάλληλος του πρώτου, μου λέει πως υπάρχει και δεύτερος ξενώνας στην πόλη, λίγο παραπάνω σε κάτι στενά.
Βρίσκω τον ξενώνα, όπου εκεί είναι ένας ευτραφής μεσήλικας κύριος, ο οποίος μιλάει μόνο αλβανικά και γερμανικά! Το δωμάτιο έχει 10 κρεβάτια και χωρίζεται με κλειστή πόρτα σε δυο τμήματα, το ένα με 8 και το άλλο με 2 κρεβάτια, όπου θα μείνω μόνος μου στο δεύτερο. Το μπάνιο είναι κοινόχρηστο και έχει φυλασσόμενο parking για τη μοτοσυκλέτα. Η όλη διαμονή, θα μου κοστίσει μόλις 10 €. Επίσης υπάρχουν και prive δωμάτια, τα οποία κοστίζουν 20 €, αλλά είπα πως θα κάνω οικονομία, τουλάχιστον τις πρώτες ημέρες.
Ο ιδιοκτήτης είναι ιδιαίτερα φιλόξενος και κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να μ’ εξυπηρετήσει. Μέχρι και κλειδαριά βάζει στην πόρτα που χωρίζει το δωμάτιο στα δυο, για να μη μ’ ενοχλεί κανείς. Μέχρι και διπλό μαξιλάρι μου δίνει, χωρίς να του έχω ζητήσει τίποτα απ’ όλα αυτά. Κάθε φορά που τον ρωτάω κάτι, σηκώνεται όρθιος από τη θέση του, δείγμα του πόσο σέβεται τον πελάτη του.
Μπορεί να μη γνωρίζει αγγλικά, αλλά τη βρίσκουμε την άκρη. Λάμπει το πρόσωπό του, όταν του λέω σε ποιες πόλεις της Αλβανίας έχω πάει. Είναι δίπλα μου και με παρατηρεί, όση ώρα ξεφορτώνω τις αποσκευές από τη μοτοσυκλέτα και από μόνος του σπεύδει να με βοηθήσει. Κι αν τον άφηνα, θα τις κουβαλούσε όλες! Πραγματικά, υπέροχος άνθρωπος!
Παρατηρεί το “GR” και με ρωτάει αν είμαι Γερμανός, προφανώς το πέρασε για “Germany”. Toυ λέω ότι είμαι από την Ελλάδα στα αγγλικά, αλλά δεν καταλάβαινε. Του δείχνω τη σημαία στο κράνος και πάλι δεν κατάλαβε. Aυτό το περιστατικό, μου συμβαίνει πρώτη φορά! Τι “Greqia” του είπα, τι “Grcka”, τι “Ηellas”, τι “Griechenland”, δεν κατάλαβε τίποτα! Ή έκανε πως δεν καταλάβαινε; Άγνωστο…
Αφού τακτοποιήθηκα και έκανα ένα μπάνιο, βρίσκομαι να περπατώ στα στενά κατηφορικά σοκάκια του Prizren, με κατεύθυνση το κέντρο. H κατάσταση είναι τραγική, δίνοντάς μου την εικόνα πως ο χρόνος πρέπει να σταμάτησε δεκαετίες πίσω. Ένδεια, φτώχεια, εγκατάλειψη και φυσικά έλλειψη καθαριότητας.
Βλέπω μια χριστιανική εκκλησία που αφού δεν καταστράφηκε και αυτή, πλέον εκτελεί χρέη πυλώνα της ΔΕΗ.
Ο δε αχταρμάς των καλωδίων, είναι χειρότερος και από αυτόν που έχω δει στην Ρουμανία.
Μετά από λίγα μέτρα περπάτημα, φτάνω στο κέντρο όπου η εικόνα είναι σαφώς βελτιωμένη. Υπάρχει και η φτώχεια αλλά και ο πλούτος. Και σαφώς τα πράγματα είναι πιο κοσμοπολίτικα θα έλεγα. Αρκετή κίνηση από αυτοκίνητα, κόσμος να πηγαινοέρχεται, πολλές καφετέριες και μαγαζιά, δίπλα στον ποταμό Bistrica (“καθαρό νερό” στα σερβικά), o οποίος διαρρέει την πόλη.
Το Prizren θεωρείται η πιο όμορφη και η πιο γραφική πόλη του Κοσόβου. Αποτελείται από χριστιανικές εκκλησίες (όσες έχουν απομείνει), μουσουλμανικά τεμένη, παλιά οθωμανικά σπίτια του 18ου και 19ου αιώνα, με κόκκινες κεραμοσκεπές στην κεντρική πλατεία της πόλης (Shadervan Square), λιθόστρωτους δρόμους και τουρκικά λουτρά.
Σήμα κατατεθέν της είναι η τοξωτή πέτρινη οθωμανική γέφυρα (Ura e Gurit στα αλβανικά ή Stone Bridge στα αγγλικά), η οποία χρονολογείται από τον 15ο αιώνα.
Αλλά και το μεγαλοπρεπές τέμενος Sinan Pasha Mosque, με έξοχες τοιχογραφίες στο εσωτερικό του που χρονολογείται από το 1615. Κτίστηκε από μάρμαρο, το οποίο αφαιρέθηκε από την ερειπωμένη Μονή του Αρχαγγέλου.
Εντελώς εγκυκλοπαιδικά, άλλα σημαντικά αξιοθέατα του Prίzren, αποτελούν:
– Ο ορθόδοξος χριστιανικός ναός της Παναγίας Ljeviska (130-1307), τον οποίο μετέτρεψαν οι Τούρκοι σε τζαμί και αναστηλώθηκε το 1950. Έχει μεσαιωνικές τοιχογραφίες και έπεσε θύμα της πολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ Σέρβων και Αλβανών, το 2004. Το 2006 εντάχθηκε από την UNESCO στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς σε κίνδυνο.
– Η εκκλησία του Σωτήρος (14ος αιώνας) η οποία φρουρείται από τα στρατεύματα της KFOR.
– Επίσης, τα οθωμανικά λουτρά Gazi Mehmed Pasha, τα οποία χρονολογούνται από τον 15ο αιώνα και το κάστρο της πόλης (Κalaja e Prizrenit), το οποίο είναι χτισμένο πάνω σ’ έναν λόφο.
Έχω την αίσθηση ότι βρίσκομαι σε μια ανατολική χώρα, όπου βλέπω πολλές γυναίκες με μαντίλα και συνάμα ακούω από τα μεγάφωνα του μιναρέ, τη φωνή του ιμάμη να ψέλνει, καλώντας σε προσευχή τους πιστούς. Το μουσουλμανικό στοιχείο δεσπόζει στην πόλη, όπως και το αλβανικό και εδώ με πολλές σημαίες και σημαιάκια, μπλούζες, t-shirt και άλλα τέτοια διάφορα. Η πόλη σφύζει από ζωή, με λίγους όμως τουρίστες και πολλούς ντόπιους. Η παρουσία της ΚFOR στο Κόσοβο, είναι υπαρκτή, αλλά διακριτική.
Παράλληλα κάθε φορά που βγάζω μια φωτογραφία στην πόλη, βλέπω πολλές φάτσες που φέρνουν σε μαχητές του UCK ή σε τζιχαντιστές, να με κοιτούν καχύποπτα. Ντάξει δε λέω, κάνω μπαμ ότι είμαι τουρίστας και κάνω μπαμ ότι δεν είμαι από χώρα της κεντρικής Ευρώπης. Τι να πω, δεν ξέρω…
Αισθάνομαι άβολα είναι η αλήθεια, με τόσα βλέμματα καρφωμένα πάνω μου, κάθε φορά που βγάζω μια φωτογραφία. Ίσως και να κάνω λάθος. Ίσως και να τα έχω μπερδέψει κάπως μέσα μου. Πρέπει να είμαι προσεκτικός και πιο διακριτικός θα έλεγα, γιατί αυτοί εδώ οι άνθρωποι, πριν λίγα χρόνια είχαν πόλεμο. Οπότε, δεν θέλει και πολύ για να καταλάβω πως οι ισορροπίες σ’ αυτή τη χώρα είναι λεπτές.
Ίσως, αν είχα παρέα να αισθανόμουνα πιο ασφαλής, πιο απελευθερωμένος. Ταξιδεύω όμως μόνος και μοιραία σ’ αυτήν την ιδιαίτερη περιοχή, αισθάνομαι μια ανασφάλεια. Προσπαθώ να μην κεντρίζω τα βλέμματα ή την προσοχή των ντόπιων τραβώντας συνέχεια φωτογραφίες. Γιατί δεν ξέρω πως μπορεί να αντιδράσει, έστω και ένας από αυτούς. Κι αν αυτός ο ένας, τύχει να είναι μ@λ@κας, τι γίνεται, μου λες;
Mπορεί και να τα παραλέω, μπορεί και να είμαι υπερβολικός. Όμως έχω μάθει να γράφω αυτά που αισθάνομαι εκείνη τη στιγμή που ταξιδεύω. Και όχι αυτά που με άνεση μπορώ να γράφω εκ του ασφαλούς, τώρα που επέστρεψα.
Αισθάνομαι άβολα. Μπορεί και να παγιδεύτηκα στις σκέψεις ή τις υποθέσεις μου, δεν ξέρω να σου πω! Αισθάνομαι σαν να μην κολλάω στο όλο κλίμα. Η ατμόσφαιρα μου φαίνεται αφιλόξενη, όχι όμως και οι άνθρωποι, οι οποίοι δεν μου φταίνε σε τίποτα.
Μόλις βραδιάζει, αποφασίζω να την κάνω για τον ξενώνα. Πηγαίνω σ’ ένα μπακάλικο να αγοράσω κάτι σαχλαμάρες για φαγητό, μιας και η όρεξη μου κόπηκε με όλα όσα είδα σήμερα στο Κόσοβο. Ο ιδιοκτήτης του μπακάλικου, ευγενικός και πρόθυμος με εξυπηρετεί, προκαλώντας μου θετική εντύπωση. Και βλέπω τους “επαγγελματίες” αυτής της μικρής και νεοσύστατης χώρας, να προσέχουν ιδιαίτερα τον τουρίστα. Ξέρουν πως τον έχουν ανάγκη και του δείχνουν ένα ιδιαίτερα φιλικό πρόσωπο. Και πιστεύω ότι αυτό τους βγαίνει των Κοσοβάρων, δεν το κάνουν επιτηδευμένα. Τέτοια ευγένεια και προσοχή, δεν έχω συναντήσει σε άλλες πιο πολιτισμένες και πιο τουριστικές πόλεις της Ευρώπης.
Εν κατακλείδι, οι Κοσοβάροι που βρέθηκαν σήμερα στο διάβα μου, με άριστα το 10, τους βάζω 11! Είναι άνθρωποι φιλότιμοι με ευγένεια που ξεχειλίζει. Με άλλα λόγια, είναι αξιολάτρευτοι. Δυστυχώς όμως, αυτοί οι λίγοι που με κοιτούσαν καχύποπτα στο Prizren, μου χάλασαν τη διάθεση.
Αν έχω καταλάβει ένα πράγμα σήμερα στο Κόσοβο είναι πως, όση ώρα ήμουνα στον δρόμο με τη μοτοσυκλέτα, όλοι ήταν φιλικοί και ενθουσιώδεις μαζί μου. Από τη στιγμή όμως που αποχωρίστηκα τη στολή και το κράνος, απέσπασα πολλά καχύποπτα βλέμματα. Σε γενικές γραμμές, οι Κοσοβάροι δεν συμπαθούν ιδιαίτερα τους Έλληνες, γιατί η Ελλάδα δεν έχει αναγνωρίσει ακόμα το Κόσοβο ως ανεξάρτητο κράτος. Και εκτός αυτού, οι Έλληνες έχουν παραδοσιακά καλές σχέσεις με τους Σέρβους, οι οποίοι αποτελούν τους χειρότερους εχθρούς των Κοσοβάρων. Αυτά σύμφωνα με τα στερεότυπα που δυστυχώς επιδρούν αρνητικά στη μη σκεπτόμενη και αφελή μάζα.
Φτάνοντας στον ξενώνα, καταναλώνω τις προμήθειες από το μπακάλικο και αρχίζω ήδη να σκέφτομαι την επόμενη ημέρα του ταξιδιού.
Έχω κλείσει την πόρτα που χωρίζει το δωμάτιο, χωρίς όμως να γυρίσω το κλειδί. Σε κάποια φάση ακούω φωνές από δίπλα, πράγμα που σημαίνει ότι ήρθαν και οι άλλοι συγκάτοικοι του χώρου. Ο ένας από αυτούς ανοίγει την πόρτα, για να δει ποιος είμαι. Με βλέπει και την ξανακλείνει, χωρίς να μου πει απολύτως τίποτα. Δεν είμαι σε θέση να αναγνωρίσω αν είναι Αλβανοί ή Κοσοβάροι, μιας και οι αντίστοιχες διάλεκτοι μοιάζουν αρκετά μεταξύ τους, με την κοσοβάρικη να είναι πιο βαριά στην προφορά. Όπως συμβαίνει αντίστοιχα με την ελληνική και κυπριακή διάλεκτο για παράδειγμα. Όλη την ώρα μιλάνε δυνατά και φωνάζουν, κάνοντας φασαρία, ίσως και να τσακώνονται. Ειλικρινά τρομοκρατούμαι! Η πόρτα που μας χωρίζει, διορθώνει κάπως τα πράγματα, αλλά αυτοί εκεί, τον χαβά τους. Θα σταματήσουν μόνο όταν θα κοιμηθούν, αρκετή ώρα μετά τα μεσάνυχτα.
Σήμερα ήταν μια ιδιαίτερη ημέρα, με πολλά και ανάμικτα συναισθήματα. Μόνο το γεγονός ότι οδήγησα στο Κόσοβο, ήταν κάτι το συναρπαστικό για εμένα. Και η σημερινή ημέρα, ήταν διαφορετική απ’ ότι έχω ζήσει μέχρι τώρα στα ταξίδια. Από τη μια είδα όμορφα μέρη και αξιοθέατα, οδήγησα σε ωραίες διαδρομές και γνώρισα υπέροχους ανθρώπους.
Στο Κόσοβο όμως, είδα τα φαντάσματα του παρελθόντος που στοιχειώνουν ακόμα αυτή την περιοχή. Επίσης, δυο ημέρες τώρα αφού διέσχισα τρεις διαφορετικές χώρες (Αλβανία, πΓΔΜ, Κόσοβο) έχω την αίσθηση πως βρίσκομαι μόνο σε μία χώρα: την Αλβανία. Μου δίνεται η εντύπωση πως τόσο στην πΓΔΜ, όσο και στο Κόσοβο, κατοικεί ο αλβανικός εθνικισμός. Και για να μην παρεξηγούμαι, όταν εννοώ αλβανικό εθνικισμό, δεν συγκαταλέγω σε αυτόν τον όρο τους φιλήσυχους Αλβανούς πολίτες τους οποίους έχω πολύ ψηλά στην εκτίμησή μου ως λαό και ως ανθρώπους, ούτε αυτούς τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους που ήρθαν στην Ελλάδα, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή.
Αλλά εννοώ, τον μηχανισμό αυτού του εθνικισμού και αυτούς που τον κινούν και τον παράγουν. Το όραμα της μεγάλης Αλβανίας που αμφισβητεί την εδαφική ακεραιότητα πολλών βαλκανικών χωρών και η οποία όπως δείχνουν τα πράγματα, ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον προσαρτήσει και το Κοσσυφοπέδιο, αποτελεί κατά πολλούς, μια μεγάλη απειλή για τα Βαλκάνια που ίσως αλλάξει τις εύθραυστες ισορροπίες στην περιοχή. Η δε αυξανόμενη πληθυσμιακή άνοδος των Αλβανών έναντι άλλων λαών, γέρνει τη ζυγαριά προς το μέρος τους. Βέβαια, η δημιουργία της μεγάλης Αλβανίας (για την οποία έγινε πρώτη φορά λόγος στην πρώτη αλβανική εθνοσυνέλευση που πραγματοποιήθηκε στις 10/06/1978 στο Prizren), πρακτικά είναι ανέφικτη, κυρίως για γεωπολιτικούς λόγους, όμως παραμένει στο μυαλό ορισμένων αρρωστημένων μυαλών. Το Κόσοβο χρησιμοποιήθηκε ως εφαλτήριο από τον Τίτο προκειμένου η Γιουγκοσλαβία να απορροφήσει την Αλβανία. Πλέον το Κόσοβο τείνει να απορροφηθεί από την Αλβανία. Είναι όμως τόσο έυκολο για τη μητέρα Αλβανία με τα ανυπέρβλητα εσωτερικά προβλήματα να προσαρτήσει το Κόσοβο; Είναι άραγε οι Αμερικανοί τόσο χουβαρντάδες, έτσι ώστε να “δωρίσουν” ένα προτεκτοράτο τους;Δεν το νομίζω…
Απλά, η ανεξαρτησία του Κοσόβου επέτρεψε σε αλβανικούς εθνικιστικούς κύκλους να επαναφέρουν στο προσκήνιο, αυτήν την αστειότητα περί μεγάλης Αλβανίας. Στα Βαλκάνια πάντα βρίσκεται τρόπος προκειμένου να συντηρούνται ανούσιοι εθνικισμοί.
Και μια μικρή παρένθεση, πριν συνεχίσω: να μη λέμε μόνο για τον αλβανικό εθνικισμό, γιατί και κάποιοι στην Ελλάδα, δεν πάνε πίσω και ονειρεύονται χαμένες πατρίδες, μεγάλες ιδέες, Κωνσταντινούπολη και Αγιά Σοφιά. Όπως και στην πΓΔΜ, όπου κάποιοι ονειρεύονται τη μεγάλη Μακεδονία με πρωτεύουσα την Θεσσαλονίκη. H ιστορία έχει διδάξει πως, ο κάθε βαλκάνιος λαός, πλήρωσε τον επεκτατισμό και τον μεγαλοϊδεατισμό του. Τα ιστορικά παραδείγματα της μεγάλης Βουλγαρίας, της μεγάλης Σερβίας αλλά και της μεγάλης Ελλάδας των τριών ηπείρων και των πέντε θαλασσών, αποτελούν την ισχυρότερη απόδειξη. Λες και με το να γίνεις μεγαλύτερος σε έκταση θα αποκτήσεις ισχύ. Αλλά το πιο πιθανόν είναι πως θα αποδυναμωθείς. Έτσι λέει η ιστορία με τα παραδείγματα των παραπάνω χωρών που έφαγαν τα μούτρα τους. Κλείνω την παρένθεση, συνεχίζοντας τη σκέψη μου…
Δυστυχώς στα Βαλκάνια, ο ένας εθνικισμός θρέφεται από τον άλλον. Ως υγιώς σκεπτόμενοι άνθρωποι, θα πρέπει να καταδικάσουμε τον κάθε μορφής εθνικισμό, απ’ όποια χώρα κι αν προέρχεται. Είτε προέρχεται από την Αλβανία, είτε από την Ελλάδα, είτε από την πΓΔΜ, είτε από την Σερβία, είτε απ’ οποιαδήποτε άλλη χώρα αυτού του κόσμου! Μόνο έτσι εμείς οι Βαλκάνιοι, απαλλαγμένοι από τα εθνικιστικά μας πάθη, θα μπορέσουμε να χτίσουμε τις γέφυρες μεταξύ μας και να γκρεμίσουμε τα τείχη που μας χωρίζουν, στην προσπάθειά μας να ζήσουμε ειρηνικά.
Σ’ εμάς, όλα αυτά μπορεί να ακούγονται όμορφα, ωραία και καλά. Στους κατοίκους του Κοσσυφοπεδίου όμως, ίσως και να ακούγονται ουτοπικά. Οι πληγές του πολέμου, δύσκολα θα επουλωθούν. Το μίσος παραμένει ακόμα άσβεστο σε ορισμένους. Δυστυχώς, το ‘χει η μοίρα αυτού του τόπου που βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο της βαλκανικής, να είναι πολυτάραχη και αιματοβαμμένη. Από την 28η Ιουνίου του 1389…
Λίγο πριν πω την καληνύχτα μου, ένα πράγμα που μ’ έκανε να τα πάρω στο Shoei σήμερα, ήταν οι ευχαριστίες που διάβασα κάπου, στους πολιτισμένους υπερασπιστές της παγκόσμιας ειρήνης (HΠΑ, ΝΑΤΟ και σία). Κι εδώ θα θυμηθώ, τα λόγια του συγγραφέα Γιώργου Στάμκου:
Όσο κι αν τους κατηγορούν ως «βάρβαρους» οι Βαλκάνιοι ποτέ τους δεν δημιούργησαν ιμπεριαλισμό, αποικιοκρατία, μαζικούς πολέμους, γενοκτονίες και στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως οι πιο «πολιτισμένοι» Δυτικοευρωπαίοι γείτονές τους. Αντίθετα υπήρξαν θύματα όλων αυτών.
Λόγω του ότι δεν υπάρχει επίσημη κοσοβάρικη διάλεκτος, θα πω την ειρηνική καληνύχτα μου, τόσο στα αλβανικά, όσο και στα σερβικά. Και θα την αφιερώσω τόσο στους Αλβανούς όσο και στους Σέρβους κατοίκους του πολύπαθου Κοσσυφοπεδίου, οι οποίοι επιθυμούν να ζουν ειρηνικά μεταξύ τους. Σ’ αυτούς που χτίζουν γέφυρες και γκρεμίζουν τα τείχη…
Νaten e mire! Laku noc!
Έξοδα – Σημειώσεις:
Βενζίνη: 15,80 €
Διόδια: Π.Γ.Δ.Μ. (4 σταθμοί, 2,70 €)
Aσφάλεια στο Κόσοβο: 15 €
Διαμονή: Hostel Kalaja (10 €)
Λοιπά: 3,70 €
Σύνολο: 47,20 €
Γενικό Σύνολο: 228,20 €
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Μία μικρή διόρθωση το Cetinje προφέρετε Τσετινιε διότι n+j = νιε δηλαδή nja= νια. Όσο για την Λατινική γραφή δεν αποτελούσε ποτέ γραφή του Μαυροβουνίου ιστορικά, μόνο τα Κυριλλικά ήταν η μία και μόνη ιστορική γραφή. Θεωρήθηκε παράλογο που μετά την ανεξαρτησία δεν κράτησε η χώρα το Κιριλλικό αλφάβητο αλλά το λατινικό ,ένα ζήτημα το οποίο αποτελεί πεδίο διαμάχης μέχρι και σήμερα μεταξύ των Μαυροβουνίων, όπως παράλογο είναι που δεν ξαναέκοψαν το παλιό ιστορικό τους νόμισμα την “Περπέρα”. Κανονικά είναι Црна Гора.
Ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον σχόλιο. Το εκτιμώ ιδιαίτερα …
Φίλε μας ταξίδεψες πάλι σε όμορφες γωνιές του πλανήτη και του μυαλού
και σε ευχαριστώ πολύ για αυτό!
Eγώ ευχαριστώ που συνταξιδέψαμε για άλλη μια φορά, φίλε μου Τάσο! Να είσαι καλά!
Ακομα ενα ευχαριστο ταξιδι διαδυκτιακε φιλε Μερκουρη .θα ερθω χανια την παρασκευη για μια βδομαδα εαν μπορεις κερναω καφε να γνωριμια.
Φίλε Κώστα, με πέτυχες σε φάση που τρέχω πανικόβλητος από το πρωί ως το βράδυ. Μένω στο Ηράκλειο και το κόβω εξαιρετικά δύσκολο να πεταχτώ στα Χανιά, ιδίως αυτή την περίοδο. Αν καταφέρω να ξεκλέψω αρκετό χρόνο, θα επιδιώξω να συναντηθούμε. Κι αν συναντηθούμε, ο καφές θα είναι κερασμένος από ‘μενα!
Στείλε μου σε παρακαλώ το τηλέφωνό σου, στο [email protected].
Γιγαντα Μερκουρη, ετσι π τα λες σαν να ηρθα και γω μαζι. Ενα μπραβο σε ολους εδω στο site καθως βαζετε και σε αλλους το μικροβιο του ταξιδιου με το μηχανακι.Ετσι και γω το τολμησα φετος το καλοκαιρι 1η φορα.Σερβια παιδια, οπως ακριβως τα λεει ο Μερκουρης.. Να σαι καλα φιλε.
Xαίρομαι που προσβλήθηκες από αυτό το μικρόβιο, φίλε Σταύρο. Και τώρα που έκανες την αρχή, σου εύχομαι να το ξανατολμήσεις αμέτρητες φορές …