Ημέρα 4η: Σάββατο 23 Αυγούστου 2014, Prizren – Kotor (348,3 km)
Τσέρνα Γκόρα: το μαύρο βουνό
Στις 04:00 το πρωί, με ξυπνάει από τα μεγάφωνα, η εκκωφαντική φωνή του μουεζίνη. Όχι ρε γαμώτο, πάλι θα έχω σκηνικά του στυλ “σαν βγαίνει ο χότζας στο τζαμί”; Πάλι θ’ ακούω όλη την ώρα “μπιρ Αλλάχ” και “μπιρ Αλλάχ”, όπως λέει και το δημοφιλές λαϊκό άσμα; Μα τον Αλλάχ, αυτός βαράει πιο δυνατά κι από τον χθεσινό στην Kalistha!
Και η ειρωνεία είναι πως χθες το βράδυ κοιμήθηκα νωρίς, γιατί σήμερα με περιμένουν πολλά και δύσκολα χιλιόμετρα σε δρόμους της Αλβανίας, όπου η κατάστασή τους δεν είναι και η καλύτερη δυνατή, σύμφωνα με πληροφορίες που έχω συλλέξει. Και στη συνέχεια θα μπω στο Μαυροβούνιο, στους στενούς δρόμους του οποίου, έχω να γράψω πολλά χιλιόμετρα.
Και αντί να κερδίσω ώρες ύπνου, τις χάνω με τον χότζα να συνεχίζει να βαράει ακάθεκτος, τρυπώντας μου τ’ αυτιά! Και μόλις τελειώσει αυτός, πιάνει άλλος χότζας από απέναντι μιναρέ. Κι όταν τελειώσει κι αυτός, πιάνει άλλος από παραπέναντι μιναρέ και ούτω καθεξής! Kαι στο τέλος βαράνε όλοι μαζί, λες και διαγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θ’ ακουστεί πιο δυνατά! Χεβιμεταλλάδες να είχαν συναυλία, λιγότερη φασαρία θα έκαναν…
Ακόμα δεν σηκώθηκα και είμαι όλος νεύρα! Ειλικρινά αυτό το πράγμα δεν περίμενα να το συναντήσω στα Βαλκάνια, όπου δυο μέρες τώρα, με ξυπνά ο ιμάμης από τ’ άγρια χαράματα! “Ε τη παλέβω μπλιο” που λένε και στην Κρήτη…
Μου φαίνεται όμως, πως γκρινιάζω άδικα. Βλέπεις, έχω υποστεί και χειρότερα πράγματα στη ζωή μου. Όπως το να με ξυπνάει ο Οικονομάκης στις 04:56:45 το πρωί και να μου λέει να ετοιμαστώ, γιατί στις 05:00:00 ακριβώς, πρέπει να είμαστε στον δρόμο. Κι εγώ μέσα σε 3 λεπτά και 15 δευτερόλεπτα, πρέπει να πλυθώ, να πλύνω τα δόντια μου, να ξυριστώ (κόντρα εννοείται) να πάω τουαλέτα, να πάρω το πρωινό μου, να του δώσω αναφορά (με καλογυαλισμένο άρβυλο εννοείται) και να φορτώσω τις βαλίτσες, καθώς μας περιμένουν 1200 km με τα μηχανάκια και άλλα 20 km με τα πόδια.
Οπότε όπως καταλαβαίνεις, παρά να έχω τον Οικονομάκη πάνω απ’ το κεφάλι μου, χίλιες φορές καλύτερα να ‘χω τον χότζα!
Είχα βάλει το ξυπνητήρι στις 06:00 αλλά άδικος κόπος. Το καλό με τους ιμάμηδες, είναι ότι ξυπνάς θες δε θες. Στις 06:05 σηκώνομαι σαν ελατήριο από το κρεβάτι, γεμάτος νεύρα και θετική ενέργεια συνάμα. Φτιάχνω καφέ και κατευθύνομαι στο γκαράζ. Όση ώρα δένω το σακ βουαγιάζ, ο ιδιαίτερα φιλόξενος ιδιοκτήτης του ξενώνα, είναι δίπλα μου. Θες από ευγένεια, θες από ευχαρίστηση, δεν ξέρω πώς να το πω. Πάντως είναι δίπλα μου και με κοιτάει χαμογελαστός.
Μου λέει πως ο δρόμος που πάει από το Prizren στο Shkoder, είναι “autobahn”. Πλάκα θα μου κάνει σκέφτηκα, μιας και η λέξη αυτοκινητόδρομος στην Αλβανία, είναι άγνωστη. Όμως, η άριστη κατάσταση των αλβανικών δρόμων που συνάντησα προχθές, με κάνει να σκέφτομαι θετικά. Αλλά αυτοκινητόδρομος και μάλιστα “autobahn” στην Αλβανία, πού ξανακούστηκε;
Aποχαιρετώ τον ιδιοκτήτη και βάζω το GPS να με βγάλει έξω από την πόλη. Τo Prizren χθες, μου φάνηκε μικρή πόλη. Τώρα όμως που οδηγώ, φαίνεται και είναι τεράστια, σχεδόν μεγαλούπολη.
Ελάχιστα χιλιόμετρα χωρίζουν το Prizren από τα σύνορα με την Αλβανία. Μόλις βγω εκτός των τειχών της πόλης, θα ακολουθήσω έναν σύγχρονο αυτοκινητόδρομο! Μου φαίνεται απίστευτο που οδηγώ σ’ έναν τέτοιο δρόμο στο Κόσοβο. Τελικά είχε δίκιο ο ιδιοκτήτης του ξενώνα, όταν μου έλεγε για “autobahn”. Το μόνο που παρακαλώ αυτή τη στιγμή, είναι αυτός ο δρόμος, να συνεχίζει έτσι για πολλά χιλιόμετρα ακόμα…
Φτάνοντας στα σύνορα, παρατηρώ ότι υπάρχει μόνο ένας τελωνειακός σταθμός και αυτός είναι της Αλβανίας. Οι τελωνειακοί του Κοσόβου απουσιάζουν, όπως και ο,τιδήποτε σε κάνει να νομίζεις ότι βρίσκεσαι σ’ αυτή τη χώρα.
Υπάρχει μεγάλη ουρά από αυτοκίνητα κι εκεί που περιμένω στη σειρά μου, με πλησιάζει ένας Αλβανός τελωνειακός, ο οποίος μιλάει άπταιστα αγγλικά και με εμφανή διάθεση για συζήτηση, με ρωτάει πολλά και διάφορα για τη μοτοσυκλέτα μου. Δράττομαι της φιλικότητας του, προσπαθώντας να του αποσπάσω κάποιες πληροφορίες για τους δρόμους της χώρας.
Του δείχνω τον χάρτη και μου λέει ότι, ο δρόμος που πηγαίνει προς Kukes και Shkoder, είναι όντως αυτοκινητόδρομος. Προσπαθώντας να μου τον δείξει στον χάρτη, αποκτά προς στιγμή, ένα ανέκφραστο ύφος. Αμέσως μετά, μου λέει πως ο χάρτης πλέον είναι παλιός, καθώς πρόσφατα κατασκευάστηκε αυτοκινητόδρομος στο βόρειο τμήμα της Αλβανίας.
Σύμφωνα με το πλάνο μου, το οποίο βασίζεται στον παλιό χάρτη, θα έπρεπε να ακολουθήσω το δρόμο SH5 από Kukes που πάει ντουγρού για Shkoder, ενώ με τα λεγόμενα του τελωνειακού, θα ακολουθήσω τον Α1 Ε851 από Κukes μέχρι εκεί που θα τελειώσει, κάπου στη θαλάσσια ακτογραμμή της χώρας. Από ‘κει και πέρα, θα πάρω τον γνώριμο δρόμο προς Lezhe και Shkoder.
Ωραία λοιπόν! Θα γλυτώσω τον παλιό δρόμο, τον οποίο ο Οικονομάκης χαρακτήρισε, ως δρόμο αυστηρώς ακατάλληλο για κάθε είδους μοτοσυκλέτα!
Ο τελωνειακός από μόνος του για να με διευκολύνει να μην περιμένω στην ουρά, λέει σ’ ένα αυτοκίνητο να μου παραχωρήσει τη θέση. Στο γκισέ βλέποντας ο άλλος τελωνειακός το διαβατήριό μου, αναφωνεί γεμάτος έκπληξη “Ελλάδα”, στα ελληνικά παρακαλώ! Είναι από τις στιγμές εκείνες που προκαλούν μια ευχάριστη έκπληξη στον ταξιδιώτη…
Αφού τελείωσα από τον σύντομο και τυπικό έλεγχο, λίγα μέτρα μετά τα σύνορα, κάνω μια στάση για μερικές δυνατές τζούρες καφέ, προκειμένου να ξυπνήσω για τα καλά. Λίγα μέτρα παραπέρα ξεκινάει ο αυτοκινητόδρομος, ο οποίος είναι όντως ευρωπαϊκών προδιαγραφών! Χωρίς διόδια παρακαλώ και με κάτι στροφές, κόλαση σκέτη που ξυπνάει μέσα μου, τον άλλο μου εαυτό – τον κάγκουρα δηλαδή! Άρα ξεκινάω με γκολ από τ’ αποδυτήρια στην Αλβανία. Έχω μια υπερσύγχρονη δρομάρα με τέλεια άσφαλτο και θα κερδίσω αρκετό χρόνο, αποφεύγοντας κακοτοπιές με τη στρητάδικη Yamaha μου. Την Αλβανία θα τη διασχίσω “νταλικιέρικα”, μιας και η φιλοσοφία αυτού του ταξιδιού είναι οι χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Για την Αλβανία, έχω άλλα μελλοντικά σχέδια στα επιβλητικά και απρόσιτα βουνά της, όπως και για τη θεσπέσια ακτογραμμή της.
Κίνηση συναντώ, μόνο στη γέφυρα του Kukes. Ο αυτοκινητόδρομος, περνάει μέσα από το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα αυτής της χώρας, το οποίο είναι τα επιβλητικά βουνά και οροσειρές.
Και το ευχάριστο είναι πως, δεν υπάρχει ούτε μια τεράστια ευθεία που θα σε κάνει να βαρεθείς. Μόνο ένα τούνελ περίπου 5 km αν θυμάμαι καλά. Η δε θέα, για αυτοκινητόδρομο είναι καταπληκτική.
Στο Rubik που διαρρέεται από τον ποταμό Fan, βλέπω την εκκλησία της Αναλήψεως (Kishe e Shelbuemit ne Rubik) των Φραγκισκανών, η οποία είναι χτισμένη στην κορυφή ενός βράχου. Χτίστηκε το 1166 από τους Βενεδικτίνους και το 1217 παραχωρήθηκε στους Φραγκισκανούς. Το όλο συγκρότημα, το οποίο αποτελείται από πολλά κτίρια (εκκλησία, ενορία, πύργο ρολογιού, γηροκομείο, σχολείο) καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς από τους κομμουνιστές το 1967, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Eνβέρ Χότζα. Μετά την πτώση του κομμουνισμού, το συγκρότημα βρίσκεται υπό καθεστώς προστασίας και αποκατάστασης.
Η Αλβανία, αναμφίβολα, είναι μια χώρα με προικισμένη φύση. Δυστυχώς όμως, για πολλές δεκαετίες είχε κλειστεί στον εαυτό της, μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο, λόγω του καθεστώτος του Ενβέρ Χότζα. Ο οποίος Ενβέρ Χότζα, από ένα σημείο και μετά κατέλυσε τις σχέσεις του με άλλες κομμουνιστικές χώρες όπως την ΕΣΣΔ, την Κίνα και την Γιουγκοσλαβία, καταδικάζοντας την Αλβανία σε απομόνωση, εγκαθιδρύοντας παράλληλα ένα δικτατορικό και απάνθρωπο καθεστώς. Ώρες-ώρες, αναρωτιέμαι αν ο χρόνος έχει κολλήσει ακόμα σ’ εκείνη την εποχή.
Δεν είναι τόσο τα εγκαταλελειμμένα κτίρια, όσο η άναρχη δόμηση που επικρατεί σε πόλεις και χωριά. Και εκτός αυτού, τα περισσότερα παλιά σπίτια, μοιάζουν σαν να φτιάχτηκαν από τη βιασύνη των ιδιοκτητών να μπουν μέσα. Καθόλου νοικοκυρεμένα και οι πόλεις όχι τόσο καθαρές. Όμως η Αλβανία, στην προσπάθεια να βρει τον δρόμο της, καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες για να εκσυγχρονιστεί. Τρανή απόδειξη, η σούπερ καταπληκτική δρομάρα που οδηγώ από το πρωί. Και συγκριτικά με τη φτωχότερη χώρα της Ευρώπης, το Κόσοβο, τα πράγματα στην Αλβανία είναι σαφώς πιο ευρωπαϊκά. Αναπνέεις διαφορετικό αέρα…
Λίγα μέτρα πιο πέρα, ο αυτοκινητόδρομος παραχωρεί τη θέση του σ’ έναν καλής ποιότητας επαρχιακό δρόμο, όπου μπορείς να κινηθείς άνετα και με ασφάλεια.
Φτάνω στη διασταύρωση για Lezhe, όπου προσπερνώ μια τεράστια ουρά από ακινητοποιημένα αυτοκίνητα, προκειμένου να μπω σ’ έναν δρόμο που πριν δυο χρόνια μαρτύρησα. Και μαρτύρησα όχι τόσο από την κατάσταση του οδοστρώματος, αλλά από την οδηγική συμπεριφορά των ντόπιων οδηγών. Δυο χρόνια μετά, ο δρόμος μου φαίνεται πως είναι σε καλύτερη ασφαλώς κατάσταση, με την κίνηση να είναι αρκετή, έχοντας ως συνέπεια να κινούμαι με χαμηλή ταχύτητα.
Αυτό όμως που μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, είναι τα πάρα πολλά μπλόκα της τροχαίας. Τόσα πολλά, δεν έχω ξαναδεί ποτέ μου. Σχεδόν ανά χιλιόμετρο (και δεν υπερβάλλω καθόλου) βρίσκεται και ένας αστυνομικός στην άκρη του δρόμου! Ίσως αυτό το μέτρο να είναι αποτελεσματικό, γατί φέτος δεν παρατηρώ αυτά τα τραγελαφικά που παρατήρησα πριν δυο χρόνια. Οι δε οδηγοί, δείχνουν να είναι συμμορφωμένοι και δεν παρεκτρέπονται.
Και τι παρατήρησα στους αστυνομικούς; Στα άσπρα κυκλικά ταμπελάκια που κρατάνε στα χέρια τους με τον κόκκινο κύκλο που υποδεικνύει το stop, υπάρχει το εθνόσημο της Αλβανίας! Τόση τρέλα με ένα έμβλημα δεν έχω ξαναδεί πουθενά. Οφείλω όμως να ομολογήσω, πως μέσα την Αλβανία τα πράγματα είναι πιο φυσιολογικά με τις σημαίες, εν αντιθέσει με το Κόσοβο ή τις περιοχές της πΓΔΜ που κατοικούνται από Αλβανούς.
Μέσα στην ίδια την Αλβανία, δεν παρατηρείς τον εθνικό παροξυσμό που έχεις δει στις άλλες προαναφερθείσες περιοχές, όπου κυριαρχούν ο εθνικός και θρησκευτικός φανατισμός. Αυτό γιατί, η Αλβανία ήταν το πρώτο αθεϊστικό κράτος στον κόσμο επί εποχής Ενβέρ Χότζα, χωρίς επίσημη θρησκεία. Γενικά οι σχέσεις των Αλβανών με τη θρησκεία είναι αδιάφορες για ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού, με το μεγαλύτερο τμήμα του να δηλώνουν μουσουλμάνοι. Όμως, μέσα στην πΓΔΜ και στο Κόσοβο, πολλοί Αλβανοί βγάζουν προς τα έξω θα έλεγα, τη μουσουλμανική θρησκεία τους, προφανώς για να διαφοροποιηθούν από τους χριστιανούς ορθόδοξους Σλαβομακεδόνες και Σέρβους αντίστοιχα.
Η Αλβανία αποτελεί ένα κράτος όπου τα κυρίαρχα θρησκευτικά δόγματα είναι ο μουσουλμανισμός, ο καθολικισμός και η ορθοδοξία. Και το αξιοθαύμαστο (μάλλον αυτονόητο) είναι πως οι κάτοικοι αυτής της χώρας δεν έχουν θρησκευτικές έριδες μεταξύ τους. Έχουν καλλιεργήσει μια εθνική συνείδηση η οποία είναι ανεξάρτητη των θρησκευτικών πεποιθήσεων του καθενός. Πάνω απ’ όλα αισθάνονται Αλβανοί και μετά μουσουλμάνοι, καθολικοί, ορθόδοξοι και τα λοιπά…
Mετά από αρκετή ώρα, περνώ τη γνώριμη γέφυρα του Shkoder και κάνω δεξιά σύμφωνα με την προτροπή του ηλίθιου μηχανήματος. Τεράστια πόλη, όπου για να βγω εκτός αυτής, δεν θυμάμαι πόσα χιλιόμετρα έπρεπε να διανύσω. Οι εικόνες που βλέπω παραπέμπουν πίσω σε άλλες δεκαετίες. Κι αυτό που μου κάνει εντύπωση, είναι ότι πουθενά δεν βλέπω ταμπέλες για Μαυροβούνιο, παρά μόνο για αλβανικές πόλεις!
Βγαίνοντας από το Shkoder, ο δρόμος είναι άριστος. Πριν δυο χρόνια (διαδρομή Murigan – Elbasan – Tirane – Shkoder) είδα αρκετές κακοτεχνίες στους αλβανικούς δρόμους. Φέτος όμως, τόσο τη δεύτερη ημέρα του ταξιδιωτικού, όσο και σήμερα, τους δρόμους που επέλεξα να οδηγήσω, θα τους χαρακτήριζα πάρα πολύ καλούς, για να μην πω άριστους.
Η ένδειξη της ρεζέρβας αναβοσβήνει και σκέφτομαι να ανεφοδιαστώ στο Μαυροβούνιο. Όμως, στον δρόμο βλέπω ελάχιστα βενζινάδικα και στο Μαυροβούνιο, ένας θεός ξέρει, μετά από πόσα χιλιόμετρα θα βρω. Αποφασίζω να μην το ρισκάρω, μένοντας πρώτη φορά στη ζωή μου από βενζίνη και σταματάω σ’ ένα βενζινάδικο, μόλις 1 km πριν τα σύνορα!
Από το βενζινάδικο και μετά, αρχίζουν τα ωραία, μέχρι να διακοπούν από τους συνοριακούς σταθμούς των δυο χωρών.
Σύντομος και τυπικός έλεγχος από την πλευρά της Αλβανίας και στην πλευρά του Μαυροβουνίου δεν πέφτει καρφίτσα από την κίνηση. Η δε ζέστη, κάνει την κατάσταση ανυπόφορη. Βλέποντας την πινακίδα που με καλωσορίζει στο Μαυροβούνιο, έχω την αίσθηση πως η Ευρώπη ανοίγει τις πύλες της για να υποδεχθεί εμένα και τη μοτοσυκλέτα μου. Ειλικρινά, αισθάνομαι άλλος άνθρωπος, μιας και η πινακίδα από μόνη της, άλλαζει άρδην την ψυχολογία μου. Λες και έχει μαγικό ραβδί…
Το γεγονός ότι επιτέλους θα συναντήσω μια πιο δυτική εικόνα, είναι κάτι που με χαροποιεί. Επιτέλους, δεν θα με κοιτούν περίεργα ουτσεκάδικες φάτσες, κάθε φορά που θα βγάζω μια φωτογραφία. Ούτε θα πρέπει να προσέχω τι θα κάνω, τι θα πω, και πώς θα το πω! Ούτε θα αισθάνομαι έναν κόμπο στο στομάχι, βλέποντας αυτά που έβλεπα στο Κόσοβο. Ούτε θα με ξυπνάει ο ιμάμης από τ’ άγρια χαράματα. Επίσης, το θέαμα γυναικών με μπούργκα, φερετζέ και μαντίλα, πλέον θα μου είναι σπάνιο. Από εδώ και στο εξής, οι θηλυκές εκπρόσωποι της σλαβικής φυλής, αναμένεται να με γοητεύσουν με την απείρου κάλλους ομορφιά τους.
To όνομα αυτής της χώρας κάθε άλλο παρά τυχαία βγήκε. Crna Gora (προφέρεται Τσέρνα Γκόρα) και σημαίνει Μαύρο Βουνό. Ο απροσπέλαστος ορεινός όγκος και τα απρόσιτα βουνά της, καθιστούσαν δύσκολη την τουρκική κατάκτηση. Οι ενετικές επιρροές στα παράλιά της είναι εμφανείς και το ορθόδοξο στοιχείο κυριαρχεί σχεδόν σε ολόκληρη τη χώρα.
Στα πρώτα χιλιόμετρα επί Μαυροβουνίου, κινούμαι σ’ έναν παραλίμνιο δρόμο, καλής ποιότητας ασφάλτου. Η θέα είναι μαγευτική, όμως δεν υπάρχει ένα σημείο για να κάνω στάση με ασφάλεια, προκειμένου να τραβήξω μερικές φωτογραφίες. Είναι η τεράστια λίμνη Skadarsko Jezero (μαυροβουνιστί) ή Liqeni i Shkodres (αλβανιστί), η οποία μοιράζεται μεταξύ Μαυροβουνίου και Αλβανίας, με την πρώτη χώρα να κατέχει το μεγαλύτερο κομμάτι της.
Σε όλη τη διαδρομή, δεν συνάντησα ούτε ένα βενζινάδικο και σκέφτομαι τη λογική απόφαση που πήρα, με το να γεμίζω το ρεζερβουάρ της μοτοσυκλέτας στην Αλβανία, σχεδόν 1 km πριν τα σύνορα. Ίσως αν δεν ανεφοδιαζόμουν εκεί, μπορεί να είχα μείνει από βενζίνη καταμεσής του δρόμου.
Περνάω από κάποια χωριά, όπου αντιλαμβάνομαι αμέσως τη χαώδη διαφορά που τα χωρίζει με τα αλβανικά χωριά. Τακτοποιημένα, νοικοκυρεμένα, καθαρά και χωρίς άναρχη δόμηση. Οι δε Μαυροβούνιοι οδηγοί, είναι και αυτοί “άστα να πάνε” και “κλάφτα Χαράλαμπε”…
Bρίσκομαι στην πρωτεύουσα της χώρας, Podgorica, όπου σ’ ένα βενζινάδικο της ΕΚΟ, κάνω την πρώτη στάση σ’ αυτή τη χώρα, για να δροσιστώ καθώς η ζέστη είναι αρκετή. Και μόλις βγάζω το κράνος, ακούω από τα ηχεία του πρατηρίου να παίζει το “Lane Moje” του Zeljko Joksimovic! Ένα υπέροχο τραγούδι που εν έτει 2004 εκπροσώπησε την τότε ενωμένη Σερβία με το Μαυροβούνιο, κατακτώντας την 2η θέση στη γιουροβύζιον (σωστά το γράφω) μιας και τα κάλλη της Ρουσλάνας, υπερίσχυσαν της ποιότητας και ήταν αρκετά για να της χαρίσουν την πρωτιά.
Είναι η καλύτερη υποδοχή που μπορούσε να μου κάνει μια σλαβική χώρα. Δεν το πιστεύω! Μοιάζει σαν έκπληξη! Σαν να μου κάνουν πλάκα! Μόλις έχω βγάλει το κράνος και ακούω το αγαπημένο μου σερβικό τραγούδι! Μια μελωδία που αμέσως μου φέρνει στο μυαλό, ένα χαμόγελο και δυο σερβικά γυναικεία μάτια που κάποτε με γοήτευσαν…
Κουμπάρε και dj316 Οικονομάκη, βάλε το άσμα να παίζει σου λέωωω…
Όση ώρα δροσίζομαι, με πλησιάζει ένας Μαυροβούνιος υπάλληλος του βενζινάδικου και έχοντας παρατηρήσει το “GR”, αρχίζει να μου κάνει τη γνωστή επίθεση ελληνοσερβικής φιλίας, όμοια με αυτή που συναντούσα κατά κόρον πέρσι στην Σερβία. Με ρωτάει για το ταξίδι και τη μοτοσυκλέτα, πετώντας μου στο τέλος και το γνωστό “Grcka” (προφέρεται “Γκρέτσκα” και σημαίνει “Ελλάδα”). Aχ, πόσο καιρό είχα να το ακούσω…
Με δημοψήφισμα που έγινε στις 21 Μαΐου 2006, το Μαυροβούνιο αποσχίστηκε από την Σερβία, με το ποσοστό υπέρ της ανεξαρτητοποίησης να αγγίζει μόλις το 55,4%. Κάποιοι από τους Μαυροβούνιους αισθάνονται Μαυροβούνιοι και κάποιοι άλλοι πάλι, αισθάνονται Σέρβοι. Παρόλα αυτά όμως, έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους, όπως τη γλώσσα, τη θρησκεία αλλά και την εκτίμησή τους προς τους Έλληνες. Όχι όλοι βέβαια, αλλά ένα μεγάλο ποσοστό.
Αφήνω πίσω μου την Podgorica και κατευθύνομαι προς το Cetinje, την παλιά πρωτεύουσα της χώρας, μέσω μιας όμορφης διαδρομής. Ο δρόμος έχει μεγάλο πλάτος και σε συνδυασμό με τη λιγοστή κίνηση, μου επιτρέπει να καταπιώ σχετικά εύκολα τα χιλιόμετρα.
Φτάνοντας στο Cetinje, έχω σταματήσει στην άκρη του δρόμου, προσπαθώντας να βρω πού θα παρκάρω τη μοτοσυκλέτα με ασφάλεια και να περπατήσω για λίγα λεπτά στη μικρή και ομολογουμένως, όμορφη και γραφική πόλη. Ένα αυτοκίνητο που ήταν πίσω μου, σταματάει στη μέση του δρόμου. Μέσα βρίσκονται ένα ζευγάρι άνω των εξήντα, όπου ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος, με τον άντρα οδηγό στα αγγλικά:
– Εσύ είσαι από την Ελλάδα!
– Ναι.
– Μπορώ να σε βοηθήσω σε κάτι;
– Nαι! Που είναι ο πεζόδρομος της πόλης και οι εκκλησίες;
– Εδώ ακριβώς που βρίσκεσαι είναι ο πεζόδρομος και εκατό μέτρα παραπέρα, βρίσκεται το πάρκο με τις εκκλησίες.
– Α, ευχαριστώ πάρα πολύ!
– Να ξέρεις ότι είναι μικρή πόλη. Όλα τα αξιοθέατα βρίσκονται σε ακτίνα εκατό μέτρων από το κέντρο της.
Και πριν τους αποχαιρετήσω, τους το γυρίζω στο νοτιοσλαβικό:
– Ηvala vam!
– Molim!
– Zdravo!
– Zdravo Grcki!
Οι κακοήθεις φήμες που λένε ότι μαθαίνω γιουγκοσλαβικά, μόνο και μόνο για να συνεννοούμαι με τις πρώην Γιουγκοσλάβες καλλονές, προκειμένου να κερδίζω τη συμπάθειά τους, κρίνονται ως αναληθείς …
Παρκάρω τη μοτοσυκλέτα σ’ ένα σημείο του πλακόστρωτου πεζόδρομου που δεν ενοχλεί και αρχίζω να περπατώ σ’ αυτόν. Εντυπωσιάζομαι τόσο από τα μεσαιωνικά κτίρια, όσο και από τα πολύχρωμα σπίτια, τα οποία προσθέτουν αρκετούς πόντους γραφικότητας στην πόλη που αποτέλεσε κατά το παρελθόν, την πρωτεύουσα της χώρας. Η Cetinje ή αλλιώς Κετίγνη, έχει τεράστια ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά. Ιδρύθηκε τον 15ο αιώνα και έγινε το πολιτιστικό λίκνο του Μαυροβουνίου, καθώς και ορθόδοξο θρησκευτικό κέντρο.
(Παρένθεσις: η Cetinje προφέρεται Τσέτινγιε. Στη νοτιοσλαβική διάλεκτο το “c” προφέρεται “τσ” ή “τς” όταν είναι σε κατάληξη. Όπως επίσης το “j” προφέρεται “γι”. Αν τα λέω σωστά…)
Αυτό που με εντυπωσιάζει, είναι ένα κατεστραμμένο κτίριο, το οποίο φαίνεται να αποτελεί μουσειακό αξιοθέατο. Σ’ αυτό το σπίτι γεννήθηκε στις 3 Ιουλίου 1892 o Jovan Tomasevic, ένας από τους ιδρυτές του Κομμουνιστικού Κόμματος του Μαυροβουνίου.
Μόλις τελείωσα το περπάτημα, ξανακαβαλώ τη μοτοσυκλέτα και μετά από λίγα μέτρα την παρκάρω σ’ ένα μεγάλο parking. Περπατώ σ’ ένα καταπράσινο πάρκο με εκκλησίες και πλήθος κόσμου και τουριστών. Γι’ αυτή μου την επίσκεψη στο Cetinje, εμπνεύστηκα από το ταξιδιωτικό του φίλου μου, Μανώλη Κυριακόπουλου και θα του παραχωρήσω σε αυτό το σημείο, το βήμα του λόγου. Μανώλη, σε ακούμε:
Μόλις τελειώσαμε, περπατήσαμε προς τα 2 βασικά αξιοθέατα: το Μοναστήρι Cetinje και την εκκλησία Vlah, που ήταν και σε κοντινή απόσταση. Βρίσκονται μέσα σε ένα εκπληκτικό καταπράσινο τοπίο, γεγονός που δίνει ιδιαίτερη ομορφιά στο σύνολο.
Η εκκλησία Vlah ήταν κλειστή, οπότε μείναμε να την απολαύσουμε από έξω, καθώς στέκει σε ένα μικρό ύψωμα. Είναι κατασκευασμένη το 1450, στα ερείπια μιας αρχαίας νεκρόπολης. Υπήρχαν περίπου 150 τάφοι, εκ των οποίων μόνο 2 διατηρούνται μέχρι τις μέρες μας.
Στην συνέχεια περπατήσαμε για το μοναστήρι.
Αφιερωμένο στον Άγιο Πέτρο της Cetinje, του οποίου το λείψανο βρίσκεται σε μια ξύλινη σαρκοφάγο σε ένα παρεκκλήσι. Στην ίδια σαρκοφάγο εκτίθεται και το χέρι του Ιωάννη Βαπτιστή, όπως μας ανέφερε ένας φύλακας που προθυμοποιήθηκε να μας ξεναγήσει. Με κάποια ελαχιστότατα αγγλικά που ήξερε μας έδειξε κάποια πράγματα, όπως την σαρκοφάγο, αγιογραφίες του τέμπλου που ήταν φιλοτεχνημένες από έναν Έλληνα μοναχό, ρωσικές αγιογραφίες, κα.
Εμένα πάλι Μανώλη, ο φύλακας ούτε προθυμοποιήθηκε να με ξεναγήσει, ούτε καταλάβαινε γρι από αγγλικά! Μόνο όταν τον ρώτησα αν επιτρέπεται να βγάλω φωτογραφίες, μου είπε “da”. Mα καλά, ούτε ένα “yes” δεν ξέρει να πει;
Για αρκετά λεπτά της ώρας, βρίσκομαι σε αυτόν τον χώρο, περπατώντας. Μπαίνω μέσα στο εκκλησάκι του Αγίου Πέτρου και μετά αράζω σε μια σκιά έξω από αυτό. Αν και οι σχέσεις μου με τις κάθε λογής θρησκείες και εκκλησίες είναι “από μακριά κι αγαπημένοι”, ωστόσο, οφείλω να ομολογήσω πως κάθε φορά που βρίσκομαι σ’ έναν θρησκευτικό χώρο, αισθάνομαι μιας μορφής εσωτερική γαλήνη. Μπας κι αγιάσω, όπως με παροτρύνει συνέχεια η θρησκόληπτη μαμά. Και πώς ν’ αγιάσω ο έρμος, όταν δυο εξαιρετικής ομορφιάς θηλυκές παρουσίες, θα καταφέρουν να με κολάσουν ακόμα και εκεί;
Αποχαιρετώ το Cetinje, κατευθυνόμενος προς Kotor, τον τελικό μου σημερινό προορισμό. Δρόμοι για να πας προς τα εκεί, υπάρχουνε πολλοί. Νουνού όμως ένα… ερμ σόρι, εγώ όμως θα διαλέξω μόνο έναν, τον καλύτερο! Αυτόν που περνάει από τα χωριά Dubovik και Cekanje και περνάει από το Nacionalni Park Lovcen.
O δρόμος από την αρχή φαίνεται καταπληκτικός και με προϊδεάζει για το τι θα δουν τα μάτια μου στη συνέχεια.
Η θέα του Cetinje από ψηλά, με γοητεύει.
Ιδιαίτερα στενός ο ανηφορικός δρόμος, όπου ίσα που χωράει ενάμιση αμάξι. Το πώς καταφέρνω να προσπεράσω ένα λεωφορείο και λίγο αργότερα να μην καρφωθώ σε μια γρήγορη μ@λ@κω που έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου της, αποτελούν αξιοπερίεργα φαινόμενα.
Οι στάσεις για να θαυμάσω το εκπληκτικό τοπίο, είναι αρκετές. Σε μια από αυτές, ένας ταξιτζής, με πλησιάζει και μου πιάνει την κουβέντα. Δεν μου κάνει καθόλου εντύπωση, μιας και οι Βαλκάνιοι, είναι άνθρωποι φιλόξενοι και έξω καρδιά…
Στη συνέχεια κατηφορίζω το βουνό, με το τοπίο να είναι ιδιαίτερα όμορφο.
Σ’ ένα χωριό έχει πανηγύρι, με φαγητό, μουσική και χορό. Ως λάτρης της βαλκανικής μουσικής, σταματώ για να δω πως διασκεδάζουν οι ντόπιοι.
Πολλά μάτια με κοιτούν και σκάνε ένα χαμόγελο. Προφανώς παρατήρησαν την ελληνική πινακίδα. Αρχίζω να πιστεύω πως στο Μαυροβούνιο και πολύ περισσότερο στην Σερβία, το να είσαι από την Ελλάδα, είναι κάτι που σου ανοίγει τις πόρτες. Ακόμα και να μη σε πλησιάσουν κάποιοι από το πλήθος, σίγουρα θα σου χαμογελάσουν. Το σίγουρο είναι ότι δεν θα σε κοιτάξουν καχύποπτα, όπως σε άλλες βαλκανικές χώρες. Κι εσύ με τη σειρά σου, θες δε θες, σ’ αρέσει δε σ’ αρέσει, αισθάνεσαι οικεία.
Είμαι ξανά στον δρόμο και μετά από λίγα χιλιόμετρα βρίσκομαι στο ψηλότερο σημείο, όπου μπορεί να δει κανείς, τον περίφημο κόλπο της Kotor. Πολλοί τον παρομοιάζουν ως φιόρδ ένεκα της φυσικής του ομορφιάς, αλλά επί της ουσίας δεν είναι τέτοιο, αλλά ένας κόλπος.
Εκεί συναντώ δυο νεαρές κοπελιές από την Γαλλία και ένα νεαρό ζευγάρι από την Ρωσία, όπου συνομιλώ για λίγα λεπτά μαζί τους. Έχει αρκετή ομίχλη, η οποία αφαιρεί αρκετούς πόντους από αυτό το μεγαλειώδες θέαμα. Απογοητεύομαι…
Από το σημείο αυτό, αρχίζει η κατάβαση 20 km για την Kotor, η οποία αποτελείται από 24 αριθμημένες φουρκέτες. Περνάω μέσα από τούνελ, τα οποία αποτελούν ένα από τα χαρακτηριστικότερα γνωρίσματα αυτής της χώρας και προσπαθώ να βρω ένα σημείο που να μην έχει ομίχλη. Τίποτα όμως! Κάνω μια ολιγόλεπτη στάση μπας και φύγει η ομίχλη, αλλά μάταια. Απογοητεύομαι όλο και πιο πολύ…
Συνεχίζω τον δρόμο μου, κατηφορίζοντας τις φουρκέτες. Η ομίχλη εξακολουθεί να μου κάνει έναν πόλεμο νεύρων.
Δεν εξαφανίζεται ούτε για μια στιγμή η άτιμη, έστω να δω αυτό το θέαμα ολοκληρωμένο.
Έχω φορτώσει τόσο πολύ που σκέφτομαι σοβαρά, να ξανακάνω αύριο αυτή τη διαδρομή! Όμως, ξέρω πως αυτή είναι η μοίρα του ταξιδιώτη. Κάποια πράγματα θα τα δει όπως τους αξίζει και κάποια άλλα πάλι, όχι. Όλα αυτά όμως, αποτελούν ένα ξεχωριστό μέρος της ιδιαίτερης γοητείας και των συναισθημάτων που προσφέρει ένα ταξίδι…
Σε τόσες πολλές και απότομες φουρκέτες, δεν έχω ξαναοδηγήσει στη ζωή μου, ακόμα και στα αλπικά πάσα πριν τρία χρόνια.
Όσο βρίσκομαι σε χαμηλότερο υψόμετρο, τόσο η θέα καλυτερεύει, μιας και ομίχλη λάμπει δια της απουσίας της. Καιρός ήταν να πάει να ξεκουμπιστεί, μου φαίνεται…
Μετά από αρκετή ώρα, βρίσκομαι στο λιμάνι της Kotor. Πριν δυο χρόνια πέρασα από εκεί, κάνοντας μια ολιγόλεπτη στάση. Η Κotor με γοήτευσε τόσο που υποσχέθηκα στον εαυτό μου, κάποια στιγμή στο μέλλον, να μείνω έστω ένα βράδυ εκεί, προκειμένου να την εξερευνήσω. Και να λοιπόν που βρίσκομαι ξανά εκεί…
Η ηλίθια συσκευή, με στέλνει κατευθείαν στην αυλή του ξενώνα όπου έχω κάνει κράτηση (η πρώτη και η μοναδική που έχω κάνει στη ζωή μου, μέχρι τώρα! Προοδεύω έτσι;) Ο υπάλληλος του ξενώνα, με υποδέχεται λέγοντάς μου στα αγγλικά:
– Εσύ δεν είσαι που ταξιδεύεις με μοτοσυκλέτα από την Ελλάδα; Είδα το μέιλ και σου κράτησα ένα κρεβάτι!
Φιλόξενος ο υπάλληλος και χαμογελαστός, μέχρι να του σκάσω τα 15 € που κοστίζει η διανυκτέρευση. Από ‘κει και πέρα, ήταν σαν να μην υπήρχα. Επιδεικτική αδιαφορία, η οποία προφανώς οφείλεται στη διαφθορά που προκαλεί ο υπερβολικός τουρισμός. Ο άλλος δε υπάλληλος, ήταν χαμογελαστός και πάντα ομιλητικός. Ωπ, να σου κι οι δυο όμορφες Γαλλίδες που συνάντησα στην κορυφή του βουνού πριν λίγη ώρα!
Κάνω ένα ντους και γράφω το ημερολόγιό μου, στην αυλή του ξενώνα. Τα παιδιά από το hostel, μου λένε πως το βράδυ έχει φεστιβάλ στο λιμάνι και πως θ’ αρχίσουν προθέρμανση με ποτά στον ξενώνα και μετά θα πάνε εκεί. Αρνούμαι ευγενικά την πρόσκληση, μιας και έχω άλλα σχέδια. Τους λέω ότι θα τους συναντήσω εκεί, για να πάρω την πληρωμένη απάντηση πως “είναι απίθανο να μας βρεις, γιατί θα υπάρχει πολύς κόσμος”.
Aυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση την πρώτη φορά, όχι μόνο στην πόλη αλλά σε ολόκληρο τον κόλπο της Kotor, είναι τα τεράστια κάθετα βουνά, βράχια, οροσειρές ή όπως αλλιώς τα λένε, τα οποία την περιστοιχίζουν. Μοιάζουν σαν να διακόπτονται απότομα δίπλα στη θάλασσα. Ένεκα ίσως αυτού του χαρακτηριστικού, να της δόθηκε ο λανθασμένος αλλά τιμητικός χαρακτηρισμός “φιόρδ”.
Βρίσκομαι έξω από την κεντρική πύλη Vrata od Mora, όπου προμηθεύομαι δωρεάν από ένα τουριστικό κιόσκι, τον χάρτη της παλιάς πόλης και στη συνέχεια περιφέρομαι εντός αυτής.
Η μεσαιωνική Παλιά Πόλη (Stari Grad) αποτελείται από πλήθος αναγεννησιακών εκκλησιών και πολλά αξιοθέατα. Ξεχωρίζουν ο καθεδρικός ναός του Sveti Tripuna, ο οποίος αποτελεί το σήμα κατατεθέν της.
Επίσης ξεχωρίζουν το Prince ‘s Palace, το Napoleon Theatre, o Πύργος του Ρολογιού,
ο ορθόδοξος ναός του Αγίου Νικολάου
και το εκκλησάκι του Αγίου Λουκά, σύμβολο της αρμονικής συνύπαρξης καθολικών και ορθόδοξων.
Το πρόγραμμά μου, λέει πως αύριο θα φύγω κατά τις 12:00 το μεσημέρι από την Kotor, καθώς θέλω να ανεβώ στο κάστρο της. Επειδή όμως, πίστευα πως θα έφτανα αργά το βράδυ μιας και περίμενα να καθυστερήσω στους δρόμους της Αλβανίας, βλέπω ότι έχω αρκετό χρόνο για να ανεβώ στο κάστρο. Ωραία λοιπόν, αύριο θα είμαι ακόμα πιο χαλαρός.
Για να ανεβώ στο φρούριο Sveti Ivan, πρέπει να διανύσω μόλις 260 m ή αλλιώς να ανεβώ 1.350 σκαλιά. Έλα μωρέ, σιγά το πράμα – το ‘χω για πλάκα σου λέω!
Με το που αρχίζω να ανεβαίνω, μου ζητάνε να πληρώσω είσοδο 3 €! Εκνευρίζομαι όχι από το ποσό, αλλά με το να μου ζητάνε χρήματα για το παραμικρό. Μα καλά, από τη μύγα ξίγκι προσπαθούν να βγάλουν; Αnyway, εγώ ένα πράγμα ξέρω, το οποίο μου είπε κάποτε ο αδερφός μου, πολυταξιδεμένος και ασχολούμενος με τον τουρισμό: όπου υπάρχει τουρισμός, υπάρχει και εκμετάλλευση.
Από τα πρώτα κιόλας μέτρα, έχω δει τον Χριστό… φαντάρο! Στην αρχή νομίζω ότι είναι από την άθλια φυσική μου κατάσταση και τα πολλά κιλά που πήρα τον τελευταίο χρόνο. Όμως, βλέποντας τον κόσμο που ανεβαίνει να κάνει συνέχεια στάσεις για ξεκούραση, συνειδητοποιώ ότι όντως, η ανάβαση είναι δύσκολη.
Φτάνω στο παρεκκλήσι Gospe od Zdravlja, όπου και θα σταματήσω για λίγα λεπτά. Βλέπω διάφορους τύπους με καλύτερη φυσική κατάσταση από τη δική μου, να είναι εξουθενωμένοι και να βγάζουν τις μπλούζες τους. Φυσικά θα τη βγάλω κι εγώ, μιας και ο ιδρώτας τρέχει από το σώμα μου σαν τους καταρράκτες του Krka.
Ακόμα δεν έχω φτάσει ούτε στα μισά και την έχω ακούσει. Όμως δεν το βάζω κάτω, μιας και αφού μπήκα στον χορό, θα χορέψω. Ειλικρινά ζορίζομαι υπερβολικά. Τα απότομα σκαλιά που βλέπω συνεχώς σηκώνοντας το κεφάλι ψηλά, μου ρίχνουν την ψυχολογία στο ναδίρ. Αρχίζω να αναρωτιέμαι, αν αξίζει τον κόπο όλο αυτό που κάνω. Δε βαριέσαι όμως, όταν θα φτάσω στην κορυφή, θα μου φαίνονται όλα ωραία. Αλλά για να φτάσεις στην κορυφή, πρέπει να κοπιάσεις μεγάλε…
Είναι με διαφορά η δυσκολότερη ανάβαση αξιοθέατου που έχω κάνει μέχρι τώρα. Ακόμα και η περσινή ανάβαση στον περίφημο βράχο του Preikestolen στην Νορβηγία, μου φαίνεται παιχνιδάκι. Τόσο παιχνιδάκι που θα προτιμούσα να ανεβοκατεβώ δυο φορές το Preikestolen σε μια ημέρα και με το πρόβλημα που προέκυψε τότε στα πόδια μου, παρά να ανεβώ μέχρι τα μισά αυτού του κάστρου! Όχι δεν υπερβάλλω, αλλά το πιστεύω ακράδαντα!
Εξουθενωμένος από την κούραση, έφτασα επιτέλους στην κορυφή του Έβερεστ… ερμ, του φρουρίου ήθελα να πω! Και όπως πίστευα, από την κορυφή μου φαίνονται όλα ωραία…
Έχει αρχίσει να βραδιάζει για τα καλά και κάποια στιγμή παίρνω την απόφαση να κατέβω. Εύκολο πράμα σκέφτηκα, αλλά μόλις κατηφόρισα τα πρώτα σκαλιά, άλλαξα γνώμη. Οι προβολείς που φέγγουν στο κάστρο για να φαίνεται από την πόλη, με τυφλώνουν! Για να δεις τα σκαλιά, χρειάζεσαι οπωσδήποτε φακό. Ευτυχώς ακολουθώ κάποια άτομα που φέγγουν με το φακό του κινητού τους (το δικό μου δεν έχει τέτοιο πράμα ή μπορεί και να ‘χει και δεν το ξέρω) και ευτυχώς διορθώνεται η κατάσταση. Δεν ξέρω, αλλά ίσως το να ανέβαινα στο φρούριο αύριο το πρωί, θα ήταν καλύτερη επιλογή.
Τόσο μέσα στην παλιά πόλη όσο και στο λιμάνι, γίνεται χαμός από κόσμο. Και όταν λέω κόσμο, εννοώ χιλιάδες κόσμο. Στην πύλη για να μπεις ή να βγεις, πρέπει να περιμένεις τουλάχιστον ένα πεντάλεπτο, στριμωγμένος μέσα στο πλήθος.
Το φεστιβάλ λαμβάνει χώρα στα νερά του όρμου, όπου κάθε λογής πλεούμενα παρελαύνουν και αποσπούν τα χειροκροτήματα και τον θαυμασμό του πλήθους, από το οποίο αστράφτουν τα φλας και οι οθόνες κάθε λογής φωτογραφικής, κινητού και βίντεο. Προσωπικά, μου φαίνεται κάτι σαν καρναβάλι (όχι με την κακή έννοια), όπου πολλά πλεούμενα είναι διακοσμημένα με διάφορες εμπνεύσεις, όπως τα οχήματα σ’ ένα καρναβάλι.
Το φεστιβάλ ονομάζεται Bokeska Noc και είναι ένα από τα πιο διάσημα γεγονότα του καλοκαιριού στη χώρα, το οποίο ξεκίνησε από τον 19ο αιώνα, μπορεί και πιο παλιά. Μετά το πέρας της επίδειξης-παρέλασης, βραβεύεται ο νικητής και στη συνέχεια, εντυπωσιακά πυροτεχνήματα φωτίζουν τον μαύρο ουρανό.
Από το απόγευμα παίζουν στη διαπασών, κάποια μιξαρισμένα τραγούδια, τα οποία διαρκούν περίπου μισή ώρα. Κι όμως, αν έχεις το θεό σου, μέχρι το βράδυ ακουγόντουσαν τα ίδια και τα ίδια, λες και δεν είχαν άλλα τραγούδια να βάλουνε. Αυτό το πράγμα, αν μη τι άλλο, είναι κάτι το οποίο φανερώνει προχειρότητα από τους διοργανωτές του φεστιβάλ.
Κύριε σκηνοθέτα (Οικονομάκη σ’ εσένα το λέω) για ρίξε ένα βίδεο από το φεστιβάλ, περικαλώ…
Για αρκετή ώρα είμαι χαμένος ανάμεσα σε χιλιάδες κόσμο. Προσπαθώ να βρω έστω μια κενή θέση σ’ ένα εστιατόριο ή fast food προκειμένου να γεμίσω το άδειο μου στομάχι που γουργουρίζει σαν ξηροκάμπανο Ducati, αλλά μάταια. Βολεύομαι μ’ ένα hot dog από καντίνα κι ένα παγωτό. Oι τιμές κυμαίνονται πάνω-κάτω στα ίδια επίπεδα με την Ελλάδα και αυτομάτως θα χαρακτηριστούν υπερακριβές για τα βαλκανικά δεδομένα. Το Μαυροβούνιο μπορεί να είναι φθηνή χώρα, όμως στα τουριστικά μέρη του όπως είναι η Kotor, οι τιμές τσούζουν.
Η Kotor, αναμφίβολα αποτελεί ένα από τα αγαπημένα μου μέρη, από τότε που την αντίκρισα για πρώτη φορά. Με γοήτευσε και την ερωτεύτηκα. Την επισκέφθηκα, έτσι ώστε να τη χαρώ έστω για ένα βράδυ. Δικαίως χαρακτηρίζεται ως η “νύμφη της Αδριατικής” και πλέον ως το “Μόντε Κάρλο των Βαλκανίων”. Όμως, έχω την αίσθηση πως αρχίζει να χαλάει σιγά-σιγά και αιτία είναι, ο συνεχώς αυξανόμενος τουρισμός. Έχει γίνει πλέον must και in και high ή όπως αλλιώς τα λένε όλα αυτά, οι μοδάτοι. Και όλο αυτό το πράμα, εμένα προσωπικά με χαλάει. Θα την ήθελα πιο χαμηλών τόνων, έτσι ώστε να μη χάνει ούτε έναν πόντο από τη γοητεία της.
Τι είπα; Γοητεία; Και πάνω που το είχα ξεχάσει! Η σλαβική φυλή, αναμενόμενα με γοήτευσε και εδώ. Έχω γράψει πάρα πολλά για τις θηλυκές εκπροσώπους της σλαβικής φυλής σε προηγούμενα ταξιδιωτικά και θεωρώ πως δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνομαι. Προσωπικά πάντα, θεωρώ τις Νότιες Σλάβες (δηλαδή τις πρώην Γιουγκοσλάβες) και ιδίως αυτές προς Κροατία και Σερβία μεριά, τις ωραιότερες γυναίκες που έχω δει. Όμως, για να είμεθα και αντικειμενικοί, πέραν από τις πολλές όμορφες, υπάρχουν και πολλές άσχημες. Στην πλειονότητά τους οι Σλάβες, έχουν κάτι πάνω τους, το οποίο πάντα αποσπά τον θαυμασμό μου. Είναι προικισμένες από τη φύση, όντας ψηλές και με καλλίγραμμα σώματα αλλά και με εξωτικά χαρακτηριστικά στο πρόσωπό τους. Ο εκλεπτυσμένος και συνάμα απλός ενδυματολογικός τους κώδικας, η απουσία υπερβολών στην εξωτερική τους εμφάνιση, η σχεδόν παντελής έλλειψη κακογουστιάς και χυδαιότητας αλλά και η απλότητα στη συμπεριφορά τους, τις καθιστούν ακαταμάχητα γοητευτικές.
Αξέχαστη θα μου μείνει η εικόνα μιας δίμετρης (χωρίς υπερβολές) ξανθιάς Μαυροβούνιας καλλονής, η οποία κόλαζε μέχρι και άγιο! Ήταν μια γυναίκα, από αυτές που τις κοιτάς και αμέσως πολιορκείσαι από πρόστυχες αντρικές σκέψεις. Πραγματική θεά!
Όπως αξέχαστη θα μου μείνει και η εικόνα μιας γλυκύτατης ξανθιάς, η οποία δούλευε σ’ ένα χρυσοχοείο, η οποία για πλάκα μ’ έστελνε στο νοσοκομείο για καρδιογράφημα. Φέρτε μου τον Παπασούζα κι έναν κουμπάρο να με παντρέψουν εδώ και τώρα! Κι ας μη θέλω να παντρευτώ ακόμη…
Βρισκόμενος ανάμεσα σε χιλιάδες κόσμου, ένα πράγμα μου προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση στις γυναίκες. Ναι, κάποιες από αυτές είναι διακριτικά αποκαλυπτικές, αλλά δεν είδα ούτε μία (μα ούτε μία) με προκλητικό ή χυδαίο ντύσιμο. Σε ανάλογες περιστάσεις στην Ελλάδα, ειλικρινά χάνω το μέτρημα, καρφώνοντας το βλέμμα μου στα ιδιαιτέρως τονισμένα και αποκαλυπτικά στήθη.
Με το τελευταίο, θα μου πεις ότι γίνομαι ακραίος και ωμός. Αυτά τα γράφω, γιατί ειλικρινά, τα παίρνω στο κρανίο κάθε φορά που ακούω εμετικά, σεξιστικά και ρατσιστικά σχόλια, από διάφορους ελληνάρες που θεωρούν όλες τις “κσένες” χυδαίες και χαμηλού ηθικής, εν αντιθέσει με τις Ελληνίδες βεβαίως-βεβαίως…
Όπως σωστά κατάλαβες, θίγω τα στερεότυπα ορισμένων ελληναράδων και σε καμία, μα καμία περίπτωση, τις Ελληνίδες.
Περασμένες 23:00, βρίσκομαι στο κρεβάτι του ξενώνα, το τμήμα του οποίου μένω, έχει τέσσερα κρεβάτια και θα το μοιραστώ με δυο γυναίκες (ποιος τη χάρη μου!) Η μια από αυτές πρέπει να ήταν στριμμένη! Είμαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι, γράφοντας το ημερολόγιο. Με το που μπαίνει μέσα στο δωμάτιο, τη χαιρετώ λέγοντας ένα ευγενικό “hello”. Όχι μόνο δεν μου απάντησε, αλλά έσβησε και το φως χωρίς να με ρωτήσει, ενώ εγώ ήμουν με το στυλό ανά χείρας. Τι μ@λ@κω θεέ μου…
Η σημερινή ημέρα, ήταν η καλύτερη μέχρι τώρα στο ταξίδι μου. Πλέον βρίσκομαι σε μια χώρα βαλκανική μεν, αλλά εξευρωπαϊσμένη δε, από την οποία απουσιάζει το εθνικιστικό καρακιτσαριό, μέσω αμέτρητων σημαιών και συμβόλων. Για τρεις ολόκληρες ημέρες, σε τρεις διαφορετικές χώρες, νόμιζα ότι βρισκόμουν μόνο σε μία και άκουγα μόνο μια γλώσσα. Από ‘δω και στο εξής, θα βρίσκομαι σε πολλές περισσότερες και θ’ ακούω πάλι μία γλώσσα, διαφορετική μεν, με πολλούς ιδιωματισμούς δε. Τα γιουγκοσλαβικά…
Οδήγησα σε καταπληκτικές διαδρομές, είδα όμορφα μέρη, περπάτησα σε πόλεις, γνώρισα υπέροχους ανθρώπους και είδα επιτέλους, ωραίες γυναίκες. Τι άλλο να ζητήσω; Απλά θα κλείσω τα μάτια για να κοιμηθώ και αύριο θα ξυπνήσω ό,τι ώρα μου καπνίσει. Έτσι κι αλλιώς, όσο δυνατά και να βαράει ο ιμάμης από τ’ άγρια χαράματα, εγώ δεν θα τον ακούσω, μιας και τον έχω αφήσει πολλά χιλιόμετρα και πολλούς αιώνες πίσω…
Laku noc!
Έξοδα – Σημειώσεις:
Βενζίνη: 21,70 €
Διαμονή: Ηostel Montenegro 4U (15 €)
Εισιτήρια: Κάστρο Κotor (3 €)
Λοιπά: 11,90 €
Σύνολο: 51,60 €
Γενικό Σύνολο: 279,80 €
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Μία μικρή διόρθωση το Cetinje προφέρετε Τσετινιε διότι n+j = νιε δηλαδή nja= νια. Όσο για την Λατινική γραφή δεν αποτελούσε ποτέ γραφή του Μαυροβουνίου ιστορικά, μόνο τα Κυριλλικά ήταν η μία και μόνη ιστορική γραφή. Θεωρήθηκε παράλογο που μετά την ανεξαρτησία δεν κράτησε η χώρα το Κιριλλικό αλφάβητο αλλά το λατινικό ,ένα ζήτημα το οποίο αποτελεί πεδίο διαμάχης μέχρι και σήμερα μεταξύ των Μαυροβουνίων, όπως παράλογο είναι που δεν ξαναέκοψαν το παλιό ιστορικό τους νόμισμα την “Περπέρα”. Κανονικά είναι Црна Гора.
Ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον σχόλιο. Το εκτιμώ ιδιαίτερα …
Φίλε μας ταξίδεψες πάλι σε όμορφες γωνιές του πλανήτη και του μυαλού
και σε ευχαριστώ πολύ για αυτό!
Eγώ ευχαριστώ που συνταξιδέψαμε για άλλη μια φορά, φίλε μου Τάσο! Να είσαι καλά!
Ακομα ενα ευχαριστο ταξιδι διαδυκτιακε φιλε Μερκουρη .θα ερθω χανια την παρασκευη για μια βδομαδα εαν μπορεις κερναω καφε να γνωριμια.
Φίλε Κώστα, με πέτυχες σε φάση που τρέχω πανικόβλητος από το πρωί ως το βράδυ. Μένω στο Ηράκλειο και το κόβω εξαιρετικά δύσκολο να πεταχτώ στα Χανιά, ιδίως αυτή την περίοδο. Αν καταφέρω να ξεκλέψω αρκετό χρόνο, θα επιδιώξω να συναντηθούμε. Κι αν συναντηθούμε, ο καφές θα είναι κερασμένος από ‘μενα!
Στείλε μου σε παρακαλώ το τηλέφωνό σου, στο [email protected].
Γιγαντα Μερκουρη, ετσι π τα λες σαν να ηρθα και γω μαζι. Ενα μπραβο σε ολους εδω στο site καθως βαζετε και σε αλλους το μικροβιο του ταξιδιου με το μηχανακι.Ετσι και γω το τολμησα φετος το καλοκαιρι 1η φορα.Σερβια παιδια, οπως ακριβως τα λεει ο Μερκουρης.. Να σαι καλα φιλε.
Xαίρομαι που προσβλήθηκες από αυτό το μικρόβιο, φίλε Σταύρο. Και τώρα που έκανες την αρχή, σου εύχομαι να το ξανατολμήσεις αμέτρητες φορές …