Ημέρα 14η: Τρίτη 14 Αυγούστου 2012, Νesebar – Ιstanbul (444,7 km)
Εις την Πόλιν: το πρόστιμο και το long way down
Κι αν νομίζεις ότι το long way down είναι μια ψωνίστικη επικεφαλίδα μιας περιπετειώδους ημέρας, πλανάσαι πλάνην οικτράν. Κάνε λίγο υπομονή και θα δεις. Πότε είπαμε ότι φεύγω για Αφρική;
Ξυπνάω και τρώω πρωινό! Περίεργα πράγματα σήμερα, ρε γαμώτο! Λες να ‘μαι προληπτικός σαν το κόουτς Ιωαννίδη; Πάω για συνάλλαγμα και μερικά ψώνια στη νέα πόλη και σε λίγη ώρα, είμαι έτοιμος για τον δρόμο.
Ο δρόμος μέχρι το Burgas χωρίς κανένα ενδιαφέρον, αλλά με πολλή κίνηση. Μετά το Burgas, αφήνω τον κεντρικό δρόμο περνώντας από τη γέφυρά του. Και πάλι η ίδια ιστορία με χθες, στη γέφυρα της Varna. Και πάλι δεν μπορώ να παρκάρω με ασφάλεια κάπου, προκειμένου να δω την πανοραμική θέα. Και κάτι τέτοια εμένα με χαλάνε αφάνταστα. Για 14 περίπου χιλιόμετρα ακολουθώ τον 99, ένα μικρό κομμάτι αυτοκινητόδρομου που φτάνει μέχρι το ύψος της Sozopol μετά το Cernomorec και με βγάζει σ’ έναν επαρχιακό δρόμο που στον χάρτη φαίνεται ακριβώς δίπλα στην Μαύρη Θάλασσα. Και λέω “φαίνεται” γιατί στην πραγματικότητα, Μαύρη Θάλασσα δεν βλέπεις πουθενά, ελέω της πυκνής παρουσίας του πράσινου χρώματος.
Σύντομα βρίσκομαι στο Nacionalen Rezevat Ropotamo, το σημείο που εκβάλλει ο ποταμός Ropotamo στην Μαύρη Θάλασσα, o οποίος πηγάζει από το βουνό Strandza. Προέρχεται από την αρχαία ελληνική θεά (δεν μπορώ να βγάλω άκρη ποια ήτανε, αλλά πάντως ήταν θεά). Ο μύθος αναφέρει ότι η θεά ήταν τόσο γοητευτική και τραγουδούσε τόσο όμορφα που ανάγκασε τους πειρατές να μη λεηλατήσουν την περιοχή και να την εγκαταλείψουν. Το κάτω τμήμα του αποτελεί από το 1940 προστατευόμενη περιοχή και αποτελεί τουριστικό αξιοθέατο με τα καραβάκια να μεταφέρουν τουρίστες για μια βόλτα στον Ropotamo.
Έχω αρκετό χρόνο και θέλω να τον αξιοποιήσω στις λίγες ώρες που θα είμαι ακόμα στην Βουλγαρία. Αράζω για κάμποση ώρα στο εστιατόριο του Ropotamo, να χτυπήσω μια ομελέτα και να πιω κάτι να δροσιστώ. Έπειτα είμαι ξανά στον δρόμο ακολουθώντας μια καταπράσινη διαδρομή (τι άλλο θα ήτανε;) μέχρι το χωριό Carevo. Εκεί που είχα πάρα πολύ πράσινο μέχρι τώρα στην Βουλγαρία, τώρα έχω ακόμα πιο πολύ! Ανεβαίνω το βουνό Strandza και κινούμαι σ’ έναν δρόμο ο οποίος στον χάρτη φαίνεται σαν να σουβλίζει το Priroden Park Strandza. Ο δρόμος είναι ανηφορικός με πάρα πολλές στροφές και πάρα πολύ πράσ… ε, μα! Έχω βαρεθεί να το γράφω! Το γράφω για τελευταία φορά: πράσινο! Με μεγάλη διαφορά ό,τι καλύτερο έχω κάνει μέχρι τώρα στην Βουλγαρία, αλλά και ό,τι χειρότερο. Αφενός οδηγώ κυριολεκτικά ολομόναχος ανεβαίνοντας στο βουνό σε ένα τοπίο απαράμιλλου κάλλους και αφετέρου ο χειρότερος δρόμος από πλευράς ασφάλτου. Τις υπερωρίες που βάρεσαν οι αναρτήσεις της μοτοσυκλέτας, δεν πρέπει να τις είχαν βαρέσει ποτέ άλλοτε. Παντού τρύπες, λακκούβες, ανωμαλίες, πέτρες και τα σχετικά. Τώρα καταλαβαίνω γιατί δεν κινείται κανείς σ΄αυτόν τον δρόμο και όλοι προτιμούν να πάνε από τον κεντρικό 9 – Ε87 στην Τουρκία. Όμως ο δρόμος είναι γραφικός και απορώ γιατί δεν είναι σημειωμένος έτσι, στον χάρτη. Αν η άσφαλτος ανακατασκευαστεί, πιστεύω πως αυτόν τον δρόμο, θα το λατρέψουν οι στριφτεροί αναβάτες. Την έχω καταβρεί, μιας και με χωρίζουν μερικά χιλιόμετρα από τα σύνορα με την Τουρκία, αν και η κατάσταση του οδοστρώματος δεν μου επιτρέπει να κινηθώ γρήγορα, αλλά σε ένα αργό τέμπο.
Βλέπω μπροστά μου τη γέφυρα του ποταμού Veleka και δράττω την ευκαιρία για μια μικρή στάση στη φύση.
Υπάρχουν κάποια σπίτια τριγύρω και ξαφνικά βλέπω έναν κύριο με το καλάμι του ψαρέματος να με πλησιάζει. Παρατηρεί το διακριτικό “GR” και μου λέει καλημέρα, στα ελληνικά. Μιλάμε για λίγη ώρα μέχρι να κατέβει κάτω από τη γέφυρα για να ψαρέψει. Μιλάει άπταιστα αγγλικά, είναι από την Σόφια και το χωριό του πατέρα του είναι κάπου παραπέρα.
Χαιρετώ τον κύριο και λίγο μετά ο δρόμος γίνεται κατηφορικός, μέχρι να συναντήσω τις πρώτες πινακίδες που οδηγούν στην Τουρκία και στον συνοριακό σταθμό του Malko Tarnovo.
Ανηφορίζω λίγα χιλιόμετρα και βρίσκομαι στα σύνορα από τη μεριά της Βουλγαρίας. Ο συνοριακός υπάλληλος μου κάνει νόημα να βγάλω το κράνος κι εκείνη τη στιγμή μου ξεφεύγει μια ερώτηση στην ελληνική διάλεκτο:
– Nα το βγάλω;
– Nαι, να το βγάλεις,
Τον κούφανα και με κούφανε ο τύπος καθώς η απάντησή του, ήταν σε άπταιστα ελληνικά! Και ο διάλογος συνεχίζεται μεταξύ εμού και του συνοριοφύλακα:
– Να σου πω, έχω κάτι λέβα! Που να τ’ αλλάξω σε τούρκικες λίρες, εδώ ή στην Τουρκία;
– Eδώ! Αυτοί θα σου πάρουν το κεφάλι! Εκεί είναι Τουρκία!
Αμέσως κάνω μεταβολή και πάω για συνάλλαγμα και επιστρέφω στο ίδιο σημείο. Μου κάνει νόημα να περάσω και διασχίζω λίγα μέτρα μέχρι να περάσω και τον τουρκικό έλεγχο.
Ένα επιβλητικό άγαλμα του Κεμάλ Ατατούρκ περιστοιχισμένο με δυο τεράστιες τουρκικές σημαίες με καλωσορίζει στην είσοδο της τουρκικής πλευράς. Σε όλα τα σύνορα των χωρών που έχω περάσει, ξέρω ότι θα συναντήσω μια μικρή η μεγάλη ουρά αυτοκινήτων, όπου θα περιμένω στη σειρά μου για έλεγχο. Το ίδιο κάνω κι εκεί, όπου για λίγα λεπτά περιμένω μαζί με λίγα αυτοκίνητα, μέχρι να έρθει ο υπάλληλος για τον έλεγχο. Κοιτάζοντας το διαβατήριό μου, μου λέει με ένα μίγμα αγγλικών και τουρκικών να πάω στα γραφεία για έλεγχο και σφραγίδες. Περιμένω στην ουρά και ο ένστολος υπάλληλος μου κάνει νόημα να περάσω, αγνοώντας την ουρά. Όλα εντάξει σκέφτηκα και ξαναβγαίνω έξω και ο ίδιος πάλι με ξαναστέλνει μέσα γιατί θέλει κι άλλη σφραγίδα. Δεν είναι κανείς στο γραφείο και αναγκάζεται να μ’ εξυπηρετήσει ο ίδιος. Φαίνεται τυπολάτρης και καλά κάνει, αλλά εδώ μπορώ να πω, πως ήταν ο μοναδικός συνοριακός σταθμός που με ταλαιπώρησαν. Και τι ταλαιπωρία δηλαδή, βλακείες. Απλά δεν ήξερα κι εγώ, δεν μιλούσε και καλά αγγλικά ο τύπος κι έτσι μπορώ να πω ότι “ταλαιπωρήθηκα”.
Με αυτό το περιστατικό, καταλαβαίνω ότι η Τουρκία ελέγχει ποιος θα μπει στη χώρα της, φακελώνοντας τον κατά έναν τρόπο. Δεν έχει αυτό το “μπάτε σκύλοι αλέστε” που συναντούσα μέχρι τώρα. Θα μου πεις βέβαια πως, σχεδόν όλα τα Βαλκάνια θυμίζουν Ευρώπη, από θέμα ελεύθερης εισόδου στη χώρα, αλλά στην Τουρκία επικρατεί άλλη νοοτροπία, ενδεχομένως πιο τυπολατρική. Ίσως να είναι ένα κατάλοιπο της στρατοκρατούμενης μέχρι πρότινος γείτονας χώρας, αλλά δεν θα κάτσω να κάνω και τον πολιτικό αναλυτή γιατί μετά θα θέλω… βιάγκρα!
Λοιπόν, στο θέμα μας. Όση ώρα ήμουνα μέσα έξω, έτυχε να γνωρίσω δυο νεαρούς Γάλλους με Suzuki Freewind 650 αμφότεροι, οι οποίοι πάνω κάτω έκαναν την ίδια διαδρομή με τη δική μου, αλλά από την ανάποδη. Μιλάμε για αρκετή ώρα και τους δίνω πληροφορίες για Nesebar, Transfagarasan και Τransalpina, αποκτώντας παράλληλα ένα δήθεν –τάχα μου- ύφος πολυταξιδεμένου μοτοσυκλετιστή όπου όλοι τον κοιτούν με θαυμασμό και κρέμονται από μια λέξη ή πληροφορία του. Αισθάνομαι μεγάλος και τρανός, ο ένας, ο μοναδικός, ο ανεπανάληπτος, λάτρης της περιπέτειας και των ταξιδιών! Μιλάμε για ναρκισσισμό στο έπακρο! Να δώσω κι ένα αυτόγραφο στους Γάλλους, να με θυμούνται και να το δείχνουν στα εγγόνια τους; Αμεεέ! “Με αγάπη, Ντένις ο τρομερός”…
Οι συνοριακό σταθμοί της Βουλγαρίας και της Τουρκίας, βρίσκονται την κορυφή του βουνού, το οποίο αποτελεί και το φυσικό σύνορο των δυο αυτών χωρών σ’ εκείνο το σημείο. Τα πρώτα μέτρα επί τουρκικού εδάφους, με βρίσκουν να κατηφορίζω το βουνό σ’ έναν καταπληκτικής ποιότητας φαρδύ δρόμο, γεμάτο στροφές. Κάτι σαν τις στροφές του Μπράλου ή τις στροφές πριν τον Δομοκό, από Λαμία. Είμαι σεληνιασμένος και προσπαθώ να ξύσω ό,τι έχει μείνει άξυστο και φλερτάρω έντονα με τη δεύτερη εκατοντάδα χιλιομέτρων. Κι αν είναι έτσι ο δρόμος μέχρι την Κωνσταντινούπολη, θα είναι και γ@μώ! Σύντομα όμως εμφανίζονται οι πρώτες απέραντες ευθείες. Κι όταν λέω απέραντες, εννοώ απέραντες. Κάτι σαν τις ευθείες της Αμερικής όπου κινούνται οι τσοπεριές στις διαφημίσεις. Σεληνιασμένος καθώς ήμουν, ελαττώνω ταχύτητα, αλλά οδηγώ σε γρήγορο τέμπο (120 – 140 km/h) για να τις ξεπετάξω στο τσακ – μπαμ.
Μετά το Kirklareli, ξεπροβάλλει μπροστά μου από το πουθενά, ένας Τούρκος αστυνομικός να χοροπηδάει μανιασμένα και με τα δυο του χέρια ψηλά, να μου κάνει σήμα να σταματήσω στην άκρη του δρόμου. Αμέσως έρχονται στο μυαλό μου, σκηνές από την ταινία “το εξπρές του μεσονυκτίου” βλέποντας δυο περιπολικά της αστυνομίας και αρκετούς Τούρκους αστυνομικούς, ένστολους και μη. “Μπιγκ μπρομπλέμ” λέει διαρκώς και μου λέει να του δώσω τα χαρτιά μου. Βλέπουν ότι είμαι Έλληνας και η συμπεριφορά τους είναι άψογη, φτάνοντας στα όρια της περισσής ευγένειας! Κανείς τους δεν μιλάει αγγλικά, μόνο τουρκικά και άντε βγάλε άκρη τώρα με δαύτους. Δεν αργώ να καταλάβω ότι έπεσα σε μπλόκο με ραντάρ και αμέσως μου δείχνουν στην οθόνη την αφεντιά μου να κινείται με 122 km/h ενώ το όριο στον συγκεκριμένο δρόμο, είναι 90 km/h. Πάλι καλά δηλαδή, γιατί αν μ’ έπιανε το ραντάρ στα πρώτα χιλιόμετρα μετά τα σύνορα, όπου πήγαινα μαλλιοκούβαρα… άστο καλύτερα! Πάντως οφείλω να ομολογήσω πως η συμπεριφορά τους ήταν άψογη και παρόλο που είχαν απέναντί τους έναν φαινομενικά “εχθρό” τους, ήταν απλοί, τυπικοί και χωρίς να το παίζουν “εξουσία”.
Το πρόστιμο είναι 315 τουρκικές λίρες, το οποίο αν το πληρώσω εντός 15 ημερών, θα μειωθεί στα ¾ του αρχικού ποσού, ήτοι 236,25 λίρες (περίπου 107 ευρώ). Και το οποίο πρόστιμο θα πρέπει να το πληρώσω ή στο ταχυδρομείο ή στα σύνορα με την Ελλάδα, όταν θα φύγω από την Τουρκία. Σταματάνε διαρκώς αυτοκίνητα και φορτηγά που έτυχε να ξεπεράσουν το όριο ταχύτητας. Σύντομα το ένα περιπολικό με τους υψηλόβαθμους φεύγει και μένει το άλλο, με τους δυο αστυνομικούς, τον ένα που με σταμάτησε και τον άλλο που μου έγραψε το πρόστιμο. Έχουν διάθεση για κουβέντα, παρόλο που δεν μιλάνε αγγλικά, αλλά μπορούμε όμως να συνεννοηθούμε με διάφορα αγγλοτουρκικά.
Φαίνονται εύθυμοι τύποι και μου πιάνουν αμέσως τη κουβέντα για ποδόσφαιρο. Ιδίως αυτός που μου έκανε το σήμα, ο οποίος τυγχάνει οπαδός της Γαλατασαράι και ο άλλος οπαδός της Φενερμπαχτσέ, κάτι σαν να λέμε Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός. Ναι αλλά εγώ έχω πάψει προ πολλού να ασχολούμαι με τη μπάλα και τους λέω “ό,τι θυμάμαι χαίρομαι”. Φυσικά ξέρουν τους δυο αιώνιους, αλλά ο οπαδός της Γαλατασαράι, έχει φάει κόλλημα με τον ΠΑΟΚ. Όλη την ώρα έλεγε για τον ΠΑΟΚ, πόσο καλή ομάδα είναι και την υποστηρίζει. Mα φίλε μου, εγώ είμαι Παναθηναϊκός. Αυτός όμως εκεί, κολλημένος με τον ΠΑΟΚ. Γιατί; Γιατί πριν λίγα χρόνια ο ΠΑΟΚ, απέκλεισε την Φενερμπαχτσέ από ευρωπαϊκή διοργάνωση. Kαι τι άλλο θέλει ένας φανατικός οπαδός της Γαλατασαράι για να συμπαθήσει μια ομάδα, έστω και ελληνική;
Η κουβέντα συνεχίζεται για αρκετή ώρα. Ναι γίναμε φίλοι, αλλά το πρόστιμο, πρόστιμο, ε; Μου δίνουν πληροφορίες στα τουρκικά, αλλά είναι τόσο παραστατικοί στις περιγραφές τους (κινήσεις χεριών και προσώπου) και βγάζω άκρη. Ρώτησα που θα αγοράσω κάρτα διοδίων για τον αυτοκινητόδρομο που πρόκειται να κινηθώ, προκειμένου να πάω Κωνσταντινούπολη. Και παίρνοντας ένα διαφημιστικό έντυπο, μου λέει να το κολλήσω με ταινία πίσω στην πινακίδα για να μη φαίνεται, έτσι ώστε να μη πληρώνω διόδια. Τώρα γίναμε και κολλητοί, δηλαδή! Μήπως να μου σβήσετε και την κλήση; Γίνεται; Δεν το ρώτησα βέβαια αυτό, αλλά με κάνει να πιστεύω πως αν δεν ήταν μπροστά οι υψηλόβαθμοι, ίσως να έκαναν τα στραβά μάτια και να μη μου έκοβαν το πρόστιμο. Ανταλλάσσουμε χαιρετούρες και βρίσκομαι ξανά στον δρόμο. Εν κατακλείδι, το πρόστιμο με χάλασε μόνο για οικονομικούς λόγους, καθώς θα μπορούσα με αυτά τα χρήματα να βγάλω δυο διανυκτερεύσεις σε ξενοδοχεία ή τρεις ανεφοδιασμούς σε βενζίνη.
Στο Karacaoglan (για ξαναδιάβασέ το) μπαίνω στον αυτοκινητόδρομο 0-3 Ε80 που οδηγεί εις την Πόλιν. Αγοράζω έναντι 20 λιρών κάρτα διοδίων, χτυπώντας την, κάθε που βλέπω σταθμό. Σταματώ σ’ ένα servis alani για ανεφοδιασμό πραγματοποιώντας μια απαραίτητη στάση. Ξαφνικά βλέπω ένα BMW R1150 GS να με πλησιάζει και φυσικά, ως συνειδητοποιημένος μοτοσυκλετιστής χαιρετώ, ως είθισται σε αυτές τις περιστάσεις. Αν και κάτοχος BMW o τύπος, ανταποδίδει το χαιρετισμό (πάλι με στη κακία είμαι, ε;). Μόλις γνώρισα τον Geert από το Βέλγιο, ο οποίος θα μπορούσε να ήταν και πατέρας μου, ερχόταν από Σόφια και μιλάμε για αρκετή ώρα. Στο park alani του Silivri, τον περιμένει ο Γερμανός φίλος του Tomas με Honda XL750V Africa Twin, με τον οποίο θα φτάσουν μέχρι την Νότιο Αφρική. Long way down, φάση δηλαδή.
Aποφασίζουμε με τον Geert να οδηγήσουμε παρέα για 70 km μέχρι το σημείο που θα συναντήσει το φίλο του, καθώς είναι στον δρόμο μου.
Απέκτησα συνταξιδιώτη δηλαδή μετά από τόσες μέρες και τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα και βουρ… φύγαμε για Αφρική! Ευγενικά, αφήνω τον Geert μπροστά μου και χωρίς να το καταλάβουμε βρισκόμαστε στο park alani του Silivri, όπου συναντάμε τον Tomas. Πριν καν γίνουν οι απαραίτητες συστάσεις, λέω με χιουμοριστικό ύφος στον Tomas, πως είμαι ο νέος τους συνταξιδιώτης για την Νότιο Αφρική!
Ο Τomas κρατάει ένα ελληνικό μπουκάλι εμφιαλωμένο νερό και ένα σπαστό καφέ, επίσης ελληνικό. Λίγες ώρες πριν βρισκόταν στην Ελλάδα την οποία υπεραγαπάει, καθώς σπούδαζε για ένα διάστημα στις Σέρρες. Μιλάμε για αρκετή ώρα για το ταξίδι τους, για το ταξιδάκι μου, για τη σιτιουέισον ιν Γκρης εντ αμπάουτ γκρηκ κρίσις και άλλα διάφορα. Και οι δύο, μετά από δυο μήνες περίπου θα καταλήξουν στην Νότιο Αφρική, όπου ο Geert θα γυρίσει αεροπορικώς και ο Tomas θα συνεχίσει να ταξιδεύει μέχρι το τέλος της χρονιάς, όπου και θα εγκατασταθεί στις ΗΠΑ.
Και το περίεργο της όλης υπόθεσης είναι πως συναντιόντουσαν από κοντά για πρώτη φορά και μάλιστα υπό τη δική μου παρουσία – αχ, τι ψώνιο που ‘μαι ο άτιμος!
– Μα που γνωριστήκατε βρε παιδιά; Στο φέησμπουκ; (ρωτάω με εμφανή χιουμοριστική διάθεση).
– Το φέησμπουκ είναι για τις γυναίκες! (μου απάντησε με ανάλογο ύφος ο Geert).
Πες τα ρε Geert, γιατί δεν κάνουν άλλη δουλειά από το να κοτσομπολεύουν όλη την ώρα τον καθένα και τη κάθε μια! Ενώ εμείς, άντε να βγάλουμε καμιά ψωνίστικη φώτο με τις βόλτες και τις μηχανές μας, και που και που να παίξουμε και με ‘κάνα γκομενάκι να περάσει η ώρα, ε;
Τα παιδιά γνωρίστηκαν μέσω της ιστοσελίδας Horizons Unlimited, όπου κύριο αντικείμενό αποτελούν τα μακρινά ταξίδια περιπέτειας στην αφρικανική ήπειρο και όχι μόνο. Εκεί, μοτοσυκλετιστές από κάθε άκρη της υφηλίου, ανταλλάσσουν ιδέες, εικόνες, περιγραφές, εμπειρίες και πληροφορίες για τα ταξίδια τους, στον μαγικό κόσμο των δυο τροχών. Βλέπεις ωρέ, πως γνωρίζονται οι άνθρωποι με κοινά ενδιαφέροντα και κοινό πάθος; Και κάτσε ‘συ στο φέησμπουκ να περιμένεις πότε θ’ ανταποκριθεί στο φλερτ σου, η Ευτέρπη TS Καρατουλούμπα απ’ τα Καμένα Βούρλα, που δεν την έχεις δει ποτέ, είναι 140 κιλά και κακάσχημη, ενώ στις φωτογραφίες φαίνεται θεά!
Έφτασε λοιπόν η ώρα να ευχηθώ καλό ταξίδι στα παιδιά και τους αποχαιρετώ κατευθυνόμενος εις την Πόλιν. Όσο πλησίαζα εις την Πόλιν και αργότερα κινούμενος μέσα σ’ αυτήν, κατάλαβα ότι η οδηγική παιδεία των Τούρκων είναι απλά, τραγική. Προσπαθώ να βρω ξενοδοχείο κοντά στην Αγιά Σοφιά και μπερδεύομαι για άλλη μια φορά. Ρωτώ σ’ ένα βενζινάδικο και μου λένε να ακολουθήσω τις πινακίδες που γράφουν Aksasaray. Τις ακολουθώ και στο πρώτο ξενοδοχείο επί της οδού που μου γεμίζει το μάτι σταματώ να ρωτήσω για τιμή και τα σχετικά. Στη ρεσεψιόν είναι δυο -όπως θα αποδειχτεί- εκπληκτικά παιδιά, ο Μαξούτ και ο Τάιλαντ οι οποίοι κάνουν τα πάντα για να μ’ εξυπηρετήσουν. Ο Μαξούτ μου βρίσκει το φθηνότερο δωμάτιο (70 ευρώ η βραδιά με πρωινό) αλλά επειδή με συμπάθησε και ίσως επειδή είμαι Έλληνας, με βάζει με την ίδια τιμή σε μιας κλάσης παραπάνω δωμάτιο!
Ο δε Τάιλαντ, λόγω του ότι το ξενοδοχείο βρίσκεται επί της οδού δεν έχει φυλασσόμενο πάρκινγκ, προκειμένου να μ’ εξυπηρετήσει, πηγαίνει με τα πόδια να ρωτήσει σ’ ένα φυλασσόμενο πάρκινγκ, κάνα δυο χιλιόμετρα από το ξενοδοχείο. Επιστρέφει λαχανιασμένος από το περπάτημα – τρέξιμο και προθυμοποιείται να έρθει μαζί μου δικάβαλο, καθώς στο πάρκινγκ ο τύπος δεν μιλάει αγγλικά. Συνεννοούμαι με μεταφραστή τον Τάιλαντ και πληρώνω 30 λίρες για δυο βράδια. Ο Τάιλαντ έχει δουλέψει στα καραβάκια που πάνε από το λιμάνι του Μπόντρουμ στην Κω και συμπαθεί ιδιαίτερα τους Έλληνες.
Ευγενικά και οικεία παιδιά, πάντα πρόθυμα να σ’ εξυπηρετήσουν. Μακράν ό,τι πιο τοπ έχω συναντήσει στα μέχρι τώρα ξενοδοχεία.
Και εδώ θα εκθειάσω αυτά τα δυο παιδιά. Έκαναν τα πάντα για να μ’ εξυπηρετήσουν, λέγοντάς μου μάλιστα “γουί αρ μπράδερς”. Ναι παρόλες τις διαφορές που έχουν οι χώρες μας από τα βάθη των αιώνων, θεωρώ δεδομένο πως οι άνθρωποι αυτών των χωρών, δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα μεταξύ τους. Αντιθέτως, έχουν να μοιράσουν πολλά.
Το δωμάτιο τα σπάει! Σύγχρονο αλλά με παραδοσιακά τουρκικά στοιχεία και έχει τα πάντα όλα. Αράζω για λίγο και σε λίγο αρχίζει η πρώτη μου νυχτερινή επαφή με την Κωνσταντινούπολη. Στο δρόμο γίνεται της κακομοίρας. Πολλή κίνηση από τραμ, ηλεκτρικό και αυτοκίνητα. Και πάρα μα πάρα πολύς κόσμος. Οι μουσουλμάνοι έχουν Ραμαζάνι αυτήν την περίοδο και πλήθος πιστών πηγαίνει σε κάθε τζαμί για να προσευχηθεί. Πολλές γυναίκες, οι περισσότερες με μαντίλες. Κάποιες τις φοράνε λόγω των θρησκευτικών τους γνωρισμάτων και κάποιες άλλες λόγω της περίστασης. Πολλές δείχνουν όμορφες, αν και φοράνε τη μαντίλα. Άλλες καπνίζουν, άλλες έχουν τατουάζ, το οποίο για να το παρατηρήσεις πρέπει να τις παρατηρείς για αρκετή ώρα, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να γίνει εμφανές. Δε μπορείς να πεις, ακόμα και τις μουσουλμάνες με τη μαντίλα, γδύνω με το βλέμμα μου. Ο ιμάμης ακούγεται από τα μεγάφωνα του κάθε τζαμιού να ψέλνει καλώντας τους πιστούς για προσευχή και κατάνυξη.
Περπατώντας στους δρόμους της πόλης, γρήγορα συνειδητοποίησα ότι πλέον βρίσκομαι στην Ανατολή. Όχι μόνο από τις εικόνες, αλλά και από την οσμή. Πλέον δεν βρίσκομαι στην Δύση και στα Βαλκάνια, αλλά στην Ανατολή. Βέβαια η Κωνσταντινούπολη αποτελεί μια σύγχρονη μεγαλούπολη ανάλογη των ευρωπαϊκών, έχοντας όμως αυτό το ανατολίτικο άρωμα που σε μεθάει κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μετά από λίγα μέτρα βρίσκομαι στην πλατεία όπου αντικρίζω για πρώτη φορά στη ζωή μου την Αγιά Σοφιά.
Αυτό το κόσμημα της βυζαντινής εποχής, του οποίου η ιστορία και η επιβλητική αρχιτεκτονική τυγχάνουν ιδιαίτερου θαυμασμού σε όλο τον κόσμο. Απέναντι ακριβώς από την Αγιά Σοφιά βρίσκεται το επίσης επιβλητικό, Μπλε Τζαμί με πολυάριθμους πιστούς να συρρέουν σ’ αυτό. Ο φωτισμός του, απλά εντυπωσιακός.
Περπατώ στη γύρω περιοχή να γεμίσω το μυαλό μου με εικόνες και παραστάσεις Ανατολής. Κόσμος, αστυνομικοί, ασθενοφόρα. Ναι, ασθενοφόρα, διότι λόγω Ραμαζανιού οι πιστοί μένουν νηστικοί χωρίς νερό και φαγητό μέχρι να πέσει το φως της ημέρας. Αν τύχει και με ρωτήσει κάποιος από πού είμαι και του απαντήσω ότι είμαι Έλληνας, αμέσως χαίρονται ιδιαίτερα κι αυτό φαίνεται από το χαμόγελο που ζωγραφίζεται στα χείλη τους. Κι ύστερα σου λέει “οι Τούρκοι είναι εχθροί μας”. Ρε πάτε καλά; Κι ακούω εκφράσεις που περιέχουν τις λέξεις Γιουνάν και Γιουνανιστάν. Οι οποίες σημειώνω εδώ, δεν είναι προσβλητικές αλλά έτσι έχει συνηθιστεί να αποκαλούν τους Έλληνες και την Ελλάδα, πολλές χώρες της Ανατολής. Γιουνάν, σημαίνει Ίωνας, κάτι αντίστοιχο του Γραικού, εξ’ ου και το Greece.
Γειά σου μπατζανάκη! Έτσι μου είπε στα ελληνικά, ο κράχτης ενός εστιατορίου, όταν του απάντησα, από πού είμαι! Τουρκικό ντόνερ με κοτόπουλο, ιδιαίτερα γευστικό και σε μεγάλη ποσότητα το οποίο αδυνατώ να το φάω όλο – συγνώμη μαμά, αυτό ήταν όντως, πολύ! Ο σερβιτόρος με πλησιάζει και κάθεται στο τραπέζι μου για αρκετή ώρα, όπου έχουμε μια συζήτηση περί μοτοσυκλετών, ταξιδιών αλλά και αμπάουτ γκρικ κρίσις. Με κερνάει τουρκικό τσάι με άρωμα μήλου, το οποίο με διαφορά είναι το καλύτερο που έχω πιει, έβερ. Tελικά το να κάνεις φίλους στην Τουρκία, πρέπει να είναι ένα από τα πιο εύκολα πράγματα στον κόσμο. Άνθρωποι φιλόξενοι, ευγενικοί, πρόθυμοι να σ’ εξυπηρετήσουν και να συζητήσουν μαζί σου. Και όταν τους πεις ότι είσαι Έλληνας, ένας λόγος παραπάνω να σου φανερώσουν τον καλό τους εαυτό.
Μετά τα μεσάνυχτα επιστρέφω στο ξενοδοχείο, και λίγη ώρα πριν αποκοιμηθώ, γράφω τις σημειώσεις μου στο πιο άνετο κρεβάτι της ζωής μου, κάνοντας και τις τελευταίες σκέψεις της ημέρας. Δύσκολη και έντονη ημέρα, την οποία περίμενα πιο εύκολη. Με ξενέρωσε λίγο το πρόστιμο, αλλά τι να κάνεις; Θα μπορούσαν κάλλιστα να μ’ είχαν γράψει σε κάποια άλλη χώρα, δεν έχει να κάνει με το ότι βρίσκομαι στην Τουρκία. Η μέρα που θα ξημερώσει σε λίγες ώρες θα είναι αφιερωμένη στην Κωνστ… γκχσσς… γκχσσς…
« Προηγούμενη Σελίδα | Επόμενη Σελίδα » |
Είναι προσωπική μου άποψη και μόνο ότι τα Βαλκάνια είναι η ομορφότερη γειτονιά της γηραιάς ηπείρου μετά τη Σκανδιναβία. Τόσα πολλά και διάφορα πράγματα να δει και να ζήσει κανείς σε μια περιοχή που δυστυχώς έχει βιώσει κάθε λογής ταλαιπωρία.
Επίσης υποκειμενικά πιστεύω και προτιμώ τέτοιου είδους ταξίδια να γίνονται όχι με 1-2 φίλους αλλά με 1-2 κολλητούς φίλους. Για μένα αλλιώς είναι να βιώνεις την ομορφιά ενός μέρους μόνος κι αλλιώς είναι να τη μοιράζεσαι μαζί με καλή παρέα. Και το σημαντικότερο, υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από το να εκθειάζεις, να σχολιάζεις και να πειράζεις – σε κόσμια και ευγενικά πλαίσια – τις σλαβικής καταγωγής αιθέριες υπάρξεις με τους κολλητούς σου; Όπως λέει και η διαφήμιση “αξία ανεκτίμητη”.
Υπάρχουν ταξιδιωτικά που απλώς τα διαβάζεις βλέποντας φωτογραφίες και μαζεύοντας πληροφορίες χρήσιμες και μη. Υπάρχουν και ταξιδιωτικά που σου μεταδίδουν συναισθήματα και σε κάνουν να γίνεσαι κι εσύ συνταξιδιώτης του συγγραφέα που σου μεταδίδει το χαμόγελο του. Μη με ρωτήσεις σε ποια κατηγορία ανήκει το δικό σου.
Απλά σε ευχαριστούμε..
Εγώ σ’ ευχαριστώ Γιώργο που συνταξιδέψαμε έστω και μέσω αυτών των γραμμών. Συμμερίζομαι τις απόψεις σου περί ομορφιάς και περί ταξιδιού και θα μου επιτρέψεις να προσθέσω κάποια πράγματα για τα Βαλκάνια.
Η πανθομολογούμενη φυσική ομορφιά των Βαλκανίων, αλλά και η εκθαμβωτική παρουσία του ωραίου φύλου είναι από τα χαρακτηριστικά τους.
Όμως, θεωρώ πως κάθε επίσκεψη στην πολύπαθη βαλκανική γειτονιάς μας είναι διδακτική και έχει να παραδώσει πολλά μαθήματα ζωής στον ανήσυχο ταξιδιώτη. Και το τονίζω, στον ανήσυχο ταξιδιώτη και όχι στον πουλ μουρ που ταξιδεύει, απλά για να πει “ναι, πήγα κι εγώ εκεί”.
Λατρεύω παθολογικά τα Βαλκάνια, γιατί εκεί κατάλαβα πως το σημαντικότερο για τους ανθρώπους, είναι να χτίζουν γέφυρες και να γκρεμίζουν τα τείχη. Και το ταξίδι με μοτοσυκλέτα είναι μια ωραία αφορμή γι’ αυτό. Από εκεί και πέρα, είναι στο μυαλό και την αντίληψη του κάθε ταξιδιώτη, να χτίσει αυτές τις γέφυρες και να γκρεμίσει αυτά τα τείχη.
Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, να είσαι καλά.